20 Αυγούστου, 2011

ΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΛΙΘΟΥ ΕΩΣ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ.

 
ΜΕΡΟΣ ΣΤ’
ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ
ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ

Κατά τους ελληνιστικούς χρόνους η φιλοσοφία, εγκαταλείποντας σταδιακά την επιδίωξη της επιστημονικής γνώσης, προσανατολίστηκε στην ανακάλυψη και διδαχή του άριστου βίου και έγινε η περί τον βίον τέχνη. Η πρακτική αυτή χρησιμότητα καθόρισε ως ένα βαθμό και τις κατευθύνσεις της, αφού η μεταφυσική παραμερίστηκε από τις φιλοσοφικές αναζητήσεις, δίνοντας τη θέση της στην ηθική.

Η Αθήνα εξακολούθησε να αποτελεί πόλο έλξης για όσους ενδιαφέρονταν να αποκτήσουν φιλοσοφική παιδεία. Οι τέσσερις σημαντικές και ανταγωνιστικές σχολές της, οι οποίες ιδρύθηκαν τον 4ο αιώνα π.Χ., ήταν: η Ακαδημία του Πλάτωνα (387 π.Χ.), ο Περίπατος του Αριστοτέλη (335 π.Χ.) -που προέκυψε από αυτήν-, η Στοά του Ζήνωνος (306 π.Χ.) και ο Κήπος του Επίκουρου (301 π.Χ.). Με μόνη εξαίρεση τον Περίπατο του Αριστοτέλη, που παρήκμασε ήδη από τον 3ο αιώνα π.Χ., οι υπόλοιπες συνέχισαν να ακμάζουν σε ολόκληρη την Ελληνιστική περίοδο. 

Οι σχολές είχαν έντονο κοσμοπολίτικο χαρακτήρα, αφού η πλειοψηφία των διευθυντών τους και το μεγαλύτερο μέρος των σπουδαστών τους -που είχαν καταλύσει στην Αθήνα- ήταν ξένοι, συνήθως Έλληνες από όλα τα μέρη του κόσμου αλλά και Φοίνικες, Καρχηδόνιοι, αργότερα και Ρωμαίοι. Μέχρι μάλιστα και ο ιερός Αυγουστίνος αποκαλούσε την Αθήνα "θεία πολιτεία" και "μητέρα ή μαία όλων των ελευθερίων τεχνών".

Ανάλογα με τη σχολή στην οποία ήταν αφοσιωμένοι, οι φιλόσοφοι χαρακτηρίζονταν ως ακαδημεικοί, περιπατητικοί, στωικοί, επικούρειοι, κυνικοί, κτλ. Ακόμη και εάν κάποιος ανήκε σε μία σχολή ήταν ελεύθερος να παρακολουθεί και τα μαθήματα από άλλες. Εκτός από τους επικούρειους -οι οποίοι το θεωρούσαν όνειδος- όλοι οι υπόλοιποι επέτρεπαν στους σπουδαστές τους να μεταπηδήσουν από τη μία σχολή στην άλλη, εάν το επιθυμούσαν.

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

Κατά τους ελληνιστικούς χρόνους τα κτήρια κατασκευάζονται σε κλιμακωτά επίπεδα και με μνημειακότερες διαστάσεις σε σύγκριση με τα αντίστοιχά τους κλασικά. Αρχίζει σταδιακά να δίνεται έμφαση στο διακοσμητικό σε σχέση με το λειτουργικό χαρακτήρα των αρχιτεκτονικών μελών, ενώ διακρίνεται στις αρχιτεκτονικές δημιουργίες μία νέα ζωγραφική αντίληψη σε βάρος της κλασικής πλαστικότητας.

Ο ιωνικός ρυθμός επικρατεί παντού, αφού οι υψηλές και λεπτές αναλογίες των ιωνικών κιόνων, σε συνδυασμό τις περισσότερες φορές με τα περίτεχνα κορινθιακά κιονόκρανα, εξυπηρετούν καλύτερα τις διακοσμητικές απαιτήσεις των ελληνιστικών καλλιτεχνών. Ο Βιτρούβιος επισημαίνει ότι ο λόγος για τον οποίο οι αρχιτέκτονες εγκατέλειψαν σταδιακά το δωρικό ρυθμό ήταν οι ανωμαλίες που δημιουργούσε στις γωνίες του πτερού και στην εναλλαγή των τριγλύφων και των μετοπών στο θριγκό.

ΟΙΚΟΔΟΜΗΜΑΤΑ

Η ελληνιστική αρχιτεκτονική χαρακτηρίζεται από τις μνημειακές προσόψεις χώρων και οικοδομημάτων, όπως οι πύλες πόλεων, τα πρόπυλα αγορών και ιερών, τα σκηνικά θεάτρων και οι είσοδοι ταφικών μνημείων. Ιδιαίτερο γνώρισμα των κατασκευών αυτών είναι ότι τόσο οι διαστάσεις τους όσο και ο διάκοσμός τους διαμορφώνονται ανεξάρτητα από τον αρχιτεκτονικό τύπο των οικοδομημάτων που πλαισιώνουν ή εντάσσονται. Παράλληλα η χρήση της καμάρας και του τόξου για τη στέγαση οικοδομημάτων, θυρών ή πυλών γενικεύεται κατά τους ελληνιστικούς χρόνους, ιδιαίτερα στη Μακεδονία και τη Μικρά Ασία.

Με την πολιτική και πνευματική ζωή και σκέψη της εποχής συνδέονται οι στοές. Τα ελληνιστικά χρόνια κατασκευάζονται πλατύτερες, ενώ τα χωρίσματα που προστίθενται στο πίσω μέρος τους δημιουργούν κατάλληλους χώρους που χρησιμοποιούνται ως καταστήματα, αποθήκες, δημόσια γραφεία ακόμα και ως βιβλιοθήκες. Ένας πολύ πιο αναπτυγμένος τύπος στοάς -που απαντά ιδιαίτερα σε πόλεις της Μικράς Ασίας- είναι ο λεγόμενος περγαμηνός, ο οποίος περιλάμβανε ναούς, τεμένη, μέχρι και ολόκληρες αγορές δημιουργώντας τετράπλευρους ανοιχτούς χώρους.

Το θέατρο κατά τους ελληνιστικούς χρόνους εξελίσσεται τόσο από αρχιτεκτονικής διάρθρωσης όσο και από λειτουργικής σκοπιμότητας. Σε σύγκριση με τα αντίστοιχα κλασικά το κοίλο περιορίζεται, ενώ η σκηνή αποκτά μνημειακότερες διαστάσεις και φέρει κιονοστοιχίες, θυρώματα, τόξα, αετώματα και ένα πιο περίτεχνο διάκοσμο στην πρόσοψή της. 

Στα δραματικά έργα ο ρόλος του χορού περιορίζεται και η δράση των ηθοποιών μετατοπίζεται στο ελεγείο - στην εξέδρα πάνω από το προσκήνιο - δημιουργώντας έτσι το επισκήνιο, το δεύτερο δηλαδή όροφο της σκηνής. Παράλληλα, το θέατρο παύει να αποτελεί μέρος του τεμένους του Διονύσου και αναδεικνύεται σε ένα από τα σημαντικότερα οικοδομήματα της πολιτικής ζωής.
__________________________
Αύριο η συνέχεια με την ενότητα ΓΛΥΠΤΙΚΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια: