07 Αυγούστου, 2011

ΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΛΙΘΟΥ ΕΩΣ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ.


 ΜΕΡΟΣ Ε’
ΚΛΑΣΣΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ 

ΚΡΑΤΙΚΗ ΠΡΟΝΟΙΑ

Η κλασική Αθήνα ξεχώριζε από όλες σχεδόν τις ελληνικές πόλεις για το θεσμό του δημόσιου μισθού, την πληρωμή δηλαδή ενός συγκεκριμένου ποσού για υπηρεσία σε διάφορες κρατικές θέσεις. Oι πιο γνωστοί μισθοί ήταν οι ακόλουθοι:

α) το δικαστικόν: πρόκειται για το μισθό των δικαστών και των ενόρκων· χρονολογείται στην περίοδο μετά τις μεταρρυθμίσεις του Εφιάλτη, το 462/1 π.Χ. Ο Kλέων το είχε ορίσει στους 3 οβολούς. Μετά όμως τη δαπανηρή εκστρατεία στην Εύβοια περιορίστηκε, το 349/8 π.Χ., καθώς το ταμείο της Αθήνας δεν μπορούσε να συνεχίσει να παρέχει το ίδιο ποσό με πριν.

β) το βουλευτικόν: καταβαλλόταν σε όσους συμμετείχαν στις εργασίες της Βουλής. Ήταν ένα είδος αποζημίωσης -θεωρητικά επειδή αμελούσαν τις δουλειές τους- και ανερχόταν στο ποσό των 5 οβολών συν 1 για εκείνους ειδικά που υπηρετούσαν στην Πρυτανεία.

γ) το εκκλησιαστικόν: αφορούσε την πληρωμή για συμμετοχή στην Εκκλησία του δήμου. Το μέτρο αυτό εισήγαγε ο Αγγύριος και το ποσό ήταν αρχικά 1 οβολός. Αργότερα ο Hρακλείδης από τις Kλαζομενές το αύξησε σε 2 οβολούς και τέλος ο Αγγύριος πάλι το οριστικοποίησε σε 3.

Επιπλέον, όμως, σε περίπτωση μη συμμετοχής είτε στη Βουλή είτε στην Εκκλησία του δήμου επιβαλλόταν πρόστιμο ύψους 3 δραχμών για τους πεντακοσιομέδιμνους, 2 δραχμών για τους ιππείς και 1 δραχμής για τους ζευγίτες. Εκτός από τις παραπάνω δυνατότητες που είχαν οι πολίτες της Αθήνας να αυξήσουν το εισόδημά τους μπορούσαν επίσης να συμμετάσχουν στο πρόγραμμα ανοικοδόμησης της πόλης. Ακόμη και στη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου η Αθήνα ήταν σε θέση να πληρώνει 1 δραχμή την ημέρα στους εργάτες του Ερέχθειου το 409/8-408/7 π.Χ.

Επιπλέον, οι Αθηναίοι απασχολούνταν κυρίως ως κωπηλάτες αλλά και δικαιούνταν μερίδιο από τα λάφυρα νικηφόρων εκστρατειών. Τέλος, στις αποβάθρες του Πειραιά υπήρχε η δυνατότητα απασχόλησής τους ως τεχνίτες και ανειδίκευτοι εργάτες και επιπλέον μπορούσαν να εργαστούν ως φύλακες πεντακόσιοι πολίτες.

ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ

Μία σημαντική πηγή εσόδων για την πόλη και μία μορφή έμμεσης φορολογίας αποτελούσαν οι λειτουργίες, ένας ενδιαφέρων θεσμός που σύμφωνα με μία άποψη μπορούσε να εμπνεύσει περηφάνια στο φορολογούμενο Αθηναίο, καθώς πρόσφερε ένα μέρος της περιουσίας του σε όφελος της πόλης. Στη θεωρία -αλλά σε μεγάλο ποσοστό και στην πράξη- οι πλουσιότεροι άντρες της Αθήνας ήταν πρόθυμοι να εκτελέσουν όσο το δυνατόν καλύτερα διάφορες υπηρεσίες που όριζε η πόλη τους με ανταμοιβή, σε πρώτη φάση, τη λαμπρότητα και τη φιλοτιμία.

Οι λειτουργίες διακρίνονταν σε τακτικές και έκτακτες και ήταν είτε στρατιωτικής είτε πολιτειακής φύσεως. Έκτακτες ήταν η τριηραρχία και η εισφορά, οι οποίες μάλιστα είχαν και άμεση σχέση με περιόδους πολέμου. Στις τακτικές συγκαταλέγονταν η χορηγία, η γυμνασιαρχία, η εστίασις, η προστατεία ή αρχιθεωρία και η ιπποτροφία. Η τελευταία επιβαλλόταν μόνο στους πεντακοσιομέδιμνους και στους τριακοσιομέδιμνους.

Για ένα χρόνο ένας πολίτης, ο τριήραρχος, οριζόταν -τουλάχιστον κατ' όνομα- κυβερνήτης μίας τριήρους. Δε χρειαζόταν να έχει υπερβεί το τριακοστό έτος της ηλικίας του για να θεωρηθεί υποψήφιος για αυτήν τη θέση. Είχε την ευθύνη της καλής συντήρησης του πλοίου και επιβαρυνόταν μόνο με την πρόσληψη και εκπαίδευση του πληρώματός του και όχι με την πληρωμή και τη διατροφή του. Η τριηραρχία αποτελούσε τη δαπανηρότερη από τις λειτουργίες, καθώς μπορούσε να κοστίσει έως και ένα τάλαντο.

Η εισφορά ήταν επίσης δαπανηρή και επιβαλλόταν σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης, κυρίως σε καιρό πολεμικής σύρραξης. Ο χορηγός θεωρούνταν ο υπεύθυνος για τη σύσταση, εκπαίδευση, πληρωμή και ένδυση των 15 μελών του χορού σε μία τραγωδία, των 24 σε μία κωμωδία, των 50 σε ένα διθυραμβικό χορό ή τέλος μίας ομάδας χορευτών του πυρίχιου. Κάθε φορά μάλιστα συναγωνιζόταν με τους άλλους χορηγούς για την κατάληψη της πρώτης θέσης στους σχετικούς αγώνες.

Ευθύνη του γυμνασίαρχου ήταν η εκπαίδευση και η πληρωμή μίας ομάδας δρομέων για τις λαμπαδηδρομίες που τελούνταν στη διάρκεια των Παναθηναίων, των Ηφαιστείων και των Προμηθείων. Ο εστίαρχος επιφορτιζόταν με την παροχή γευμάτων στα μέλη της φυλής του κατά τη διάρκεια των Μεγάλων Παναθηναίων και των Μεγάλων Διονυσίων.

Ο αρχιθέωρος αναλάμβανε την αρχηγία σε περίπτωση αποστολής πρεσβείας σε μαντεία και στις πανελλήνιες γιορτές στην Ολυμπία, τους Δελφούς, τη Νεμέα, τον Ισθμό και τη Δήλο. Ο ιπποτρόφος αναλάμβανε τη διάθεση και την εκτροφή ίππων είτε για το στρατό είτε για μεγάλες γιορτές και αγώνες. Η επιλογή των λειτουργών δεν ήταν πάντα σωστή. Ένας Αθηναίος μπορούσε να αποδειχτεί ότι δεν ήταν τόσο εύπορος όσο είχε θεωρηθεί όταν του ανατέθηκε η λειτουργία. Η απαλλαγή του από αυτήν την υποχρέωση γινόταν είτε με την απόφαση δικαστηρίου ενόρκων είτε μέσα από τη διαδικασία της αντίδοσης. 

Όταν ένας πολίτης -στον οποίο είχε ανατεθεί μια λειτουργία- θεωρούσε ότι κάποιος άλλος βρισκόταν σε καλύτερη οικονομική κατάσταση από τον ίδιο, μπορούσε να ζητήσει την απαλλαγή του από αυτήν την υποχρέωση. Για την ακρίβεια, είχε το δικαίωμα να προκαλέσει το συμπολίτη του είτε να αναλάβει εκείνος τη λειτουργία είτε με την αντίδοση να ανταλλάξουν τις περιουσίες τους. Εάν, ωστόσο, ο δεύτερος πολίτης δεν ανταποκρινόταν θετικά στην παραπάνω πρόκληση, η υπόθεση εκδικαζόταν.

ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑ

Μόνο οι αθηναίοι πολίτες είχαν το δικαίωμα κατοχής ακίνητης περιουσίας, την οποία μπορούσαν να εκμεταλλευτούν είτε καλλιεργώντας οι ίδιοι τη γη τους είτε νοικιάζοντάς την σε άλλους, εισπράττοντας έτσι μερίδιο από την παραγωγή ή το χρηματικό ποσό για το ενοίκιο. Επίσης μπορούσαν να νοικιάζουν χώρους σε μετοίκους και σε ξένους επισκέπτες που επισκέπτονταν την πόλη και είχαν την ανάγκη εύρεσης στέγης και εξασφάλισης της διατροφής τους.

Οι ξένοι που επισκέπτονταν την πόλη αποτελούσαν πηγή κέρδους για τους κατοίκους, καθώς χρειάζονταν στέγη και τροφή κατά την περίοδο διαμονής τους. Επιπλέον, οι ξένοι ξόδευαν και χρήματα καθώς μίσθωναν δούλους, νοίκιαζαν άμαξες, στήριζαν χρηματικά εμπόρους και επισκέπτονταν πορνεία. Η τελευταία αυτή δραστηριότητα φορολογούνταν. Στην κινητή περιουσία των κατοίκων της Αθήνας συγκαταλέγονταν ζώα, αντικείμενα, πλοία, δούλοι και νομίσματα. 

Η αθηναϊκή ιδιωτική περιουσία ήταν ιδιαίτερα υψηλή μετά τους Περσικούς πολέμους και την ανάδειξη της Αθήνας σε κυρίαρχη δύναμη ανάμεσα στους συμμάχους της.Η ευημερία όμως δεν ήταν δυνατόν να κρατήσει με το ξέσπασμα του Πελοποννησιακού πολέμου και ό,τι επακολούθησε.  Μελετώντας δύο στατιστικές που συγκρίνουν τις εισφορές των ετών 428/7 και 378/7 π.Χ. φαίνεται ο βαθμός μείωσης της αθηναϊκής ιδιωτικής περιουσίας που σημειώθηκε στη διάρκεια του πολέμου. 
 
Είναι γνωστό ότι το 428/7 π.Χ. η πρώτη εισφορά μετά την κήρυξή του απέδωσε 200 τάλαντα. Δεν έχει όμως σωθεί για την ίδια χρονιά το τίμημα της Αττικής, η συνολική δηλαδή αξία των περιουσιών των αθηναίων ιδιωτών που υπόκειντο στην πληρωμή της εισφοράς. Είναι όμως δυνατόν να υπολογιστεί με βάση τις πληροφορίες που υπάρχουν για το τίμημα του έτους 378/7 π.Χ.


Τον 4ο αιώνα π.Χ. ο κανονικός φόρος για εισφορά στις ιδιωτικές περιουσίες ήταν της τάξης του 1%, ενώ το 2% οριζόταν κατ' εξαίρεση. Με την επιβολή του συγκεκριμένου φόρου, το 378/7 π.Χ., το τίμημα της Αττικής ανήλθε στα 6000 τάλαντα. 

Εάν τώρα θεωρηθεί ότι η αξία του φόρου δεν ήταν διαφοροποιημένη τον 5ο αιώνα, είναι δυνατόν να υπολογιστεί για τη χρονιά του 428/7 π.Χ. το τίμημα σε 10.000 ή 20.000 τάλαντα. Οποιοδήποτε ποσό και αν επιλεγεί, αυτό που επισημαίνεται είναι μία μείωση στην περιουσία των Αθηναίων της τάξης του 25 ή 40%. Φυσικά θα πρέπει να τονιστεί ότι αυτού του είδους οι στατιστικές βασίζονται σε παραμέτρους για τις οποίες δεν υπάρχουν απόλυτα εξακριβωμένα στοιχεία.

Εκτός όμως από τη μείωση της περιουσίας στα τέλη του 5ου αιώνα παρατηρείται και μία κινητικότητα στις περιουσίες των μελών των εύπορων τάξεων, η οποία μπορεί να θεωρηθεί αποτέλεσμα της πολιτικής κατάστασης στην Αθήνα το 404/3 π.Χ. 

Οι Τριάκοντα, που ανέλαβαν την ηγεσία της Αθήνας μετά τη λήξη του Πελοποννησιακού πολέμου (404 π.Χ.), δήμευσαν τις περιουσίες πολλών πολιτών (403 π.Χ.) και άλλες τις πούλησαν, ενώ άλλες τις ανακήρυξαν περιουσία της πόλης. Με την επάνοδο της δημοκρατίας, όμως, όσες δημευμένες περιουσίες δεν είχαν πουληθεί επιστράφηκαν στους ιδιοκτήτες τους. 

Όσον αφορά τις πουλημένες περιουσίες οι νέοι κάτοχοι είχαν το δικαίωμα να κρατήσουν το αφανές μέρος τους, δούλους, χρήματα και έπιπλα, ενώ υποχρεώθηκαν να επιστρέψουν το φανερό μέρος τους, γη και οικίες.
_______________________________________

Αύριο η συνέχεια με την ενότητα ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια: