28 Ιουλίου, 2011

ΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΛΙΘΟΥ ΕΩΣ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ.

 
ΜΕΡΟΣ Δ’
ΑΡΧΑΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ


ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Οι οικονομικές δομές του ελληνικού κόσμου υπέστησαν μεγάλες αλλαγές, στους τρεις αιώνες της Αρχαϊκής περιόδου (800-περίπου 480 π.Χ.). Το τέλος της βρίσκει τα ελληνικά φύλα να κατοικούν σε μία έκταση από την αναπτυγμένη Eγγύς Aνατολή μέχρι και τις πιο απόμακρες ακτές της Mεσογείου και να εκμεταλλεύονται τις φυσικές πηγές χρησιμοποιώντας όλο και περισσότερο εξειδικευμένες μεθόδους. Με αυτόν τον τρόπο ήταν σε θέση πλέον να καλύπτουν τις ανάγκες τους, να αυξάνουν τον αριθμό τους σταδιακά και να παράγουν ένα σεβαστό πλεόνασμα αγαθών. Ενώ όμως είναι δυνατό να καθοριστεί ο γενικός χαρακτήρας και ο ρυθμός αυτής της εξέλιξης, τα αίτια που οδήγησαν σε αυτήν παρουσιάζουν δυσκολίες αναφορικά με τον ακριβή εντοπισμό τους.
       
Ένας σημαντικός λόγος για την κατάσταση αυτή είναι η ανεπάρκεια γραπτών πηγών, σύγχρονων με τα γεγονότα. Το έργο του Ησιόδου "Έργα και Ημέραι" , όσα από τα συγγραφικά έργα του Θέογνη έχουν διασωθεί, καθώς και αυτά του Ηροδότου -που αναφέρονται στο τέλος της Αρχαϊκής περιόδου- είναι οι μόνες πηγές αυτής της εποχής που μπορούν να χρησιμοποιηθούν.

Τόσο ο Όμηρος, ο οποίος περιγράφει προγενέστερες περιόδους από την Αρχαϊκή, όσο και οι μεταγενέστεροι συγγραφείς Αριστοτέλης, Θουκυδίδης και όσοι ακόμη περιλαμβάνουν στα έργα τους πληροφορίες σχετικές με οικονομικής φύσης θέματα, πρέπει να μελετιούνται με μεγάλη προσοχή.

ΓΕΩΡΓΙΑ

Η κύρια πηγή εισοδημάτων, είτε αυτά προορίζονταν για εγχώρια κατανάλωση, είτε για ανταλλαγή μέσω του εμπορίου, ήταν η γη. Η κτηνοτροφία περιοριζόταν σε συγκεκριμένες ορεινές περιοχές, λόγω ακριβώς της γεωγραφικής τους θέσης. Οι μελετητές της Αρχαϊκής περιόδου υποστηρίζουν ότι οι οικονομικοί λόγοι των κρίσεων του αρχαϊκού κόσμου -όπου και όποτε οι κρίσεις αυτές μπορούσαν να εντοπιστούν και ανεξάρτητα απ' το αν ήταν αποτέλεσμα κοινωνικής δυσαρέσκειας ή πολεμικών επιχειρήσεων- συνδέονταν άμεσα ή έμμεσα με τη γη. Επιπλέον, όσες οικονομικές διεκδικήσεις έγιναν, για τις οποίες πληροφορούμαστε μέσα από τις πηγές, επικεντρώνονταν γύρω από το θέμα της γης.

Ο Ησίοδος με το έργο του Έργα και Ημέραι και ο Σόλων με όσα από τα ποιήματά του σώζονται είναι οι μόνες σύγχρονες με την εποχή πηγές που έχουμε, οι οποίες αναφέρονται στην ένταση που υπήρχε μεταξύ των φτωχών χωρικών και των μεγάλων γαιοκτημόνων-αριστοκρατών. Πρέπει να τονιστεί βέβαια ότι τόσο ο Σόλων όσο και ο Ησίοδος αναφέρονται σε διαφορετικές περιοχές και ανήκουν σε διαφορετικές εποχές, καθώς τους χωρίζει περίπου ένας αιώνας. 

Ο Ησίοδος μας δίνει πληροφορίες για τις συνθήκες γεωργίας σε μία μικρή αγροτική περιοχή της Βοιωτίας, την ’σκρα (πιθανότατα πρόκειται για το δικό του χωριό), στις αρχές του 7ου αιώνα π.Χ. (Ησίοδος, Έργα και Ημέραι 383-617). Οι απόψεις του Σόλωνα, όπως αυτές σώζονται στο έργο του Αριστοτέλη και του Πλούταρχου, αποτελούν μία άμεση πηγή για την Αθήνα των αρχών του 6ου αιώνα π.Χ., πριν από την επικράτηση της τυραννίας του Πεισίστρατου (Αριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία 12, Πλούταρχος, Βίος Σόλωνα 13.1-3).

Τα προβλήματα ανάμεσα στους χωρικούς και στους γαιοκτήμονες, ήταν αποτέλεσμα της απληστίας των πλουσίων, οι οποίοι είχαν παντού την εξουσία και επιδίωκαν να αυξήσουν την περιουσία τους και να μεγαλώσουν τον αριθμό του εργατικού δυναμικού που εξαρτιόταν από αυτούς. H κατάσταση αυτή επιδεινώθηκε με την ύπαρξη ανεκμετάλλευτων εκτάσεων, την άνιση διανομή της γης και τη μέθοδο του διαμοιρασμού της περιουσίας στους κληρονόμους.

ΠΟΛΕΜΟΣ

Στην Αρχαϊκή περίοδο πολεμικές συρράξεις συνέβαιναν κυρίως μεταξύ των γειτονικών πόλεων για τον έλεγχο των συνόρων. Το μεγαλύτερο όμως ποσοστό αυτών των συρράξεων είχαν τη μορφή επιδρομών. Μάλιστα ο Θουκυδίδης αναφέρει ότι οι επιδρομές ήταν χαρακτηριστικό στοιχείο του ελληνικού κόσμου από την αρχή της ιστορίας του. Δεν είναι εξακριβωμένο απόλυτα -αν και είναι πολύ πιθανόν να ίσχυε- εάν οι πολεμικές συμπλοκές για πολιτικούς λόγους είχαν και αυτές τη μορφή ληστρικών επιδρομών (Θουκυδίδης, Iστοριών 1.2, 1.24).

Μέσω του πολέμου, η ελληνική πόλη είχε την ευκαιρία να αυξήσει τη δύναμή της αποκτώντας περισσότερες γεωργικές εκτάσεις, ενώ την ίδια στιγμή έθετε σε κίνδυνο την επιβίωση των γειτόνων της με την καταστροφή ή την ιδιοποίηση της καλλιεργήσιμης γης τους. Επιπλέον, τα λάφυρα οποιασδήποτε μορφής αποτελούσαν σημαντική πηγή πλούτου για τους στρατούς των πόλεων.

Οι τακτικές πολεμικές εκστρατείες ήταν άλλος ένας τρόπος, για να συμπληρωθούν οι υπάρχουσες προμήθειες τροφίμων με την αρπαγή των ξένων, αλλά και για να προστατευθεί η δική τους παραγωγή από οποιαδήποτε ξένη επιβουλή. Για το χρονικό διάστημα που διαρκούσαν αυτές, οι αγρότες ήταν παράλληλα και στρατιώτες. Στην αρχαϊκή Ελλάδα, ειδικά μετά την επικράτηση της νέας πολεμικής μεθόδου, της οπλιτικής φάλαγγας, οι ρόλοι του αγρότη και του οπλίτη ήταν άμεσα συνδεδεμένοι μεταξύ τους.

Στις περισσότερες ελληνικές πόλεις, οι ίδιοι οι πολίτες έπρεπε να προμηθεύονται τον οπλιτικό εξοπλισμό τους, ώστε να μπορούν να συμμετέχουν σε στρατιωτικές εκστρατείες. Η Σπάρτηαποτελούσε εξαίρεση σε αυτό μια και η ίδια η πόλη πρόσφερε τα όπλα στους στρατιώτες της. Αναπόφευκτα, μόνον όσοι ανήκαν στα ισχυρά οικονομικά στρώματα αποτελούσαν τα μέλη των στρατευμάτων. Αρχικά, οι αριστοκράτες συγκροτούσαν κυρίως το ιππικό. Με τη σταδιακή όμως επικράτηση της οπλιτικής φάλαγγας και με τις μεταρρυθμίσεις του Σόλωνα στην Αθήνα, η τάξη των ζευγιτών ή διακοσιομέδιμνων αποτέλεσε πλέον τη βάση του στρατού.

Οι δύο πρώτες οικονομικές τάξεις, οι πεντακοσιομέδιμνοι και οι ιππείς (τριακοσιομέδιμνοι), συνέχισαν να επανδρώνουν το ιππικό. Με τον καιρό, όμως, το σώμα των ιππέων άρχισε να χάνει την κυρίαρχη θέση που είχε στο στράτευμα και τον πρωταγωνιστικό ρόλο που έπαιζε μέχρι τότε στις πολεμικές συγκρούσεις. Πιθανότατα, λοιπόν, ορισμένοι από τους πεντακοσιομέδιμνους και τους ιππείς να επέλεγαν ή και να αναγκάζονταν να υπηρετούν πλέον στο σώμα των οπλιτών. Από την άλλη πλευρά, οι ασθενέστερες οικονομικά τάξεις μετείχαν ως ακροβολιστές ή ως απλοί κωπηλάτες.

ΣΟΛΩΝ

Στα τέλη του 7ου-αρχές του 6ου αι. π.Χ., ορισμένοι Αθηναίοι είχαν αναγκαστεί να εκχωρήσουν τη γη τους σε πλούσιους γαιοκτήμονες, στους οποίους υποχρεώνονταν να πληρώνουν ενοίκιο με τη μορφή μέρους των παραγόμενων αγαθών. Όπως μας πληροφορεί ο ίδιος ο Σόλων, η νομοθεσία του Δράκοντα επέτρεπε στον πολίτη, όποτε υπήρχε ανάγκη, να εγγυηθεί βάζοντας ως ενέχυρο το άτομό του. Στην περίπτωση όμως που οι όροι της συμφωνίας δεν ακολουθούνταν, τότε κινδύνευε να υποδουλωθεί και να πουληθεί μακριά από την πόλη του (Παυσανίας, Αττικά 16.1, Σόλων, απόσπασμα 36, Αριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία 12). 

Η οικονομική κατάσταση αρκετών φτωχών αθηναίων πολιτών, που δεν είχαν καμιά πολιτική ισχύ, επιδεινωνόταν διαρκώς και πολλοί από αυτούς είχαν ήδη καταλήξει να πουληθούν ως δούλοι. Αυτή η κατάσταση οδήγησε σε οικονομική και κοινωνική κρίση, την οποία ο Σόλων, όταν εξελέγη άρχων στα 594/3 π.Χ., προσπάθησε να εκτονώσει. Από τις βασικές οικονομικές του μεταρρυθμίσεις ήταν η σεισάχθεια και η κατηγοριοποίηση των πολιτικών προνομίων με βάση την περιουσία του κάθε πολίτη.

Με τη "σεισάχθεια" ο Σόλων μπόρεσε, όπως ο ίδιος υποστηρίζει, να "τινάξει" από τους ώμους των φτωχών αγροτών το βάρος των χρεών. Ορισμένοι ερευνητές έχουν συνδέσει το μέτρο αυτό με τους εκτημόρους. ’λλοι πάλι υποστηρίζουν ότι σχετίζεται με όλους όσους είχαν δανειστεί και καλλιεργούσαν την γη των πλουσίων και ισχυρών με ενέχυρο την προσωπική τους ελευθερία (δανεισμός "επί σώμασιν").

Μετά τη "σεισάχθεια", το επόμενο βήμα ήταν να διαχωρίσει τους Αθηναίους πολίτες σε κοινωνικές τάξεις με βάση τα εισοδήματά τους από την παραγωγή τους σε σιτηρά, ελαιόλαδο και κρασί (Αριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία 7, Πλούταρχος, Βίος Σόλωνα 18.1-3). Έτσι, ο πληθυσμός της Αθήνας χωρίστηκε σε τέσσερις τάξεις, η κάθε μία με συγκεκριμένα πολιτικά προνόμια. 

Η συμμετοχή σε κάθε τάξη καθοριζόταν από την περιουσία του κάθε πολίτη, βασισμένη σε μία σταθερή μονάδα μέτρησης της ετήσιας γεωργικής παραγωγής σε σιτηρά ή κρασί, τη "μέδιμνο" και το "μετρητή". Οι Αθηναίοι πολίτες ανήκαν στους πεντακοσιομέδιμνους (από 500 μέδιμνους και πάνω), στους τριακοσιομέδιμνους ή ιππείς (από 300 μέδιμνους και πάνω), και στους διακοσιομέδιμνους ή ζευγίτες (από 200 μέδιμνους και πάνω). Τέλος, όσοι είχαν περιουσία κάτω από 200 μέδιμνους κάθε χρόνο ή και καθόλου, ανήκαν στους θήτες.

Το αποτέλεσμα ήταν οι ευγενείς να αντικατασταθούν σταδιακά από μία αριστοκρατία πλουσίων, καθώς η συμμετοχή στη νέα τάξη εξαρτιόταν πλεόν από τις οικονομικές αλλαγές. Κάθε Αθηναίος επιτυχημένος οικονομικά μπορούσε να ενταχθεί στην προνομιούχα τάξη των κυβερνώντων, ενώ όσοι έχαναν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο την περιουσία τους έπαυαν να ανήκουν σε αυτήν. Η εξουσία ανήκε σε όσους υπερείχαν σε πλούτο γης.

Πέρα από τα δύο προαναφερθέντα μέτρα, υπάρχουν αναφορές στις πηγές σχετικά και με κάποιες άλλες οικονομικές αποφάσεις του Σόλωνα, που όμως δε θεωρούνται αξιόπιστες. Ο Πλούταρχος αναφέρει στο "Βίο του Σόλωνα" ότι οι Αθηναίοι της εποχής του διατηρούσαν μία παράδοση, σύμφωνα με την οποία ο Σόλων είχε καθιερώσει μία πολύ χαμηλότερη τιμή για το σιτάρι απ' ότι ίσχυε μέχρι τότε. 

Σε ένα λόγο του, ο μεταγενέστερος ρήτορας Λυσίας αναφερόμενος στην έννοια του τόκου συνδέει την επιβολή του με το Σόλωνα. Θεωρείται πολύ πιθανόν ότι με τον τόκο ο Σόλων προσπάθησε να εξισορροπήσει τις συνέπειες της "σεισάχθειας". Η αφαίρεση της δυνατότητας που είχε κάποιος να υποδουλώνει εκείνους που είχαν χρέη σε αυτόν, καλυπτόταν με τη διαβεβαίωση του δικαιώματος του δανειστή να αποσπά τόκο.

Το πιο σημαντικό αποτέλεσμα των οικονομικών μεταρρυθμίσεων του Σόλωνα ήταν ότι απάλλαξαν τους ακτήμονες πολίτες από το φόβο της πιθανής υποδούλωσης (Παυσανίας, Αττικά 16.1). Αυτό είχε ως συνέπεια, ο μεγαλύτερος αριθμός αθηναίων γεωργών να είναι ανεξάρτητοι μικρο-ιδιοκτήτες γης. 
______________________________

Αύριο η συνέχεια με την Ενότητα ΠΕΙΣΙΤΡΑΤΟΣ


Δεν υπάρχουν σχόλια: