23 Ιουλίου, 2011

ΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΛΙΘΟΥ ΕΩΣ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ.

 
ΜΕΡΟΣ Γ΄
ΓΕΩΜΕΤΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ

ΘΡΗΣΚΕΙΑ

Οι μεγάλες αλλαγές που ακολούθησαν την καταστροφή των μυκηναϊκών ανακτόρων επηρέασαν και την εξέλιξη των λατρευτικών συνηθειών. Παρότι διαφαίνεται η συνέχεια του ελληνικού πανθέου, είναι εξίσου βέβαιο ότι η αποδιοργάνωση του κοινωνικού ιστού και οι μετακινήσεις πληθυσμών μετέβαλαν τόσο τις λατρευτικές όσο και τις ταφικές πρακτικές. 

Οι αρχαιολογικές έρευνες οδηγούν στο συμπέρασμα ότι διακόπηκε η λατρεία στα μικρά ιερά των ανακτόρων και νέα κέντρα λατρείας εμφανίστηκαν σε διάφορες τοποθεσίες, άλλοτε μέσα σε οικισμούς, άλλοτε στα όριά τους και μερικές φορές σε απομακρυσμένες περιοχές ή σε κορυφές βουνών. Μία ειδική μορφή ηρωικής ή ταφικής λατρείας εμφανίζεται συχνά σε παλαιούς μυκηναϊκούς τάφους.

Στη διάρκεια των Σκοτεινών Χρόνων εντοπίζεται λατρευτική δραστηριότητα στην Ασίνη της Αργολίδας, στα Νιχώρια της Μεσσηνίας, στην Κομποθέκρα της Ηλείας, στο Καλαπόδι της Φωκίδας και σε σπήλαιο του Υμηττού στην Αττική. Παράλληλα εμφανίζονται και τα πρώτα στοιχεία λατρείας των θεών του>δωδεκάθεου σε ιερά που επρόκειτο να έχουν μακραίωνη παρουσία, όπως αυτά της Αρτέμιδος στη Μουνιχία και στη Βραυρώνα Αττικής, του Δία στην Ολυμπία, του Απόλλωνα στη Σπάρτη, της Αθηνάς Αλέας στην Τεγέα, του Ποσειδώνα στον Ισθμό και της Ήρας στο 'Aργος και στη Σάμο. Υπήρχαν βέβαια και πολλά μικρά ιερά για τους άλλους θεούς, τα οποία ωστόσο δεν άφησαν αρχιτεκτονικά κατάλοιπα.

Στη Μέση Γεωμετρική περίοδο (γύρω στο 800 π.Χ.) ιδρύθηκαν αρκετοί καινούργιοι ναοί όπως της Αρτέμιδος στην Έφεσο, της Ήρας στην Περαχώρα και του Απόλλωνα στην Ερέτρια. Σε πολλούς από αυτούς άρχισαν να τοποθετούνται ήδη λατρευτικά αγάλματα και οι βάσεις τέτοιων αγαλμάτων έχουν βρεθεί στην Έφεσο και στη Δρήρο της Κρήτης. Στο αγροτικό ιερό του Καρφιού στην Κρήτη φαίνεται αδιάρρηκτη η συνέχεια της λατρείας από τους ύστερους μυκηναϊκούς χρόνους ως τη Γεωμετρική περίοδο. Εξάλλου, οι αναφορές της Ιλιάδας στο ξόανο της Αθηνάς στην Τροία επιβεβαιώνουν τη σημασία του λατρευτικού αγάλματος ως έκφανση της θείας παρουσίας μέσα στην κοινότητα.

Τέλος, οι ανασκαφές στα διάφορα ιερά της εποχής παρείχαν σημαντικά στοιχεία για τα αναθήματα. Η ποσότητα και η ποικιλία των ευρημάτων μάς επιτρέπει να μιλάμε, με βάση τα στατιστικά στοιχεία, για μία ραγδαία αύξηση των αναθηματικών προσφορών από τα μέσα του 9ου αιώνα και ύστερα. Πρόκειται κυρίως για πόρπες, περόνες, κεραμική και πήλινα ειδώλια. Τα αναθήματα, τα κατάλοιπα προσφορών και θυσιών, οι παραστάσεις στα αττικά αγγεία και τα κτερίσματα των τάφων φανερώνουν μία συστηματοποίηση των τελετουργιών κατά τον 8ο αιώνα π.Χ.

ΜΥΘΟΣ ΚΑΙ ΤΕΛΕΤΟΥΡΓΙΑ

Ήδη από τα τέλη του περασμένου αιώνα, η επιστήμη της θρησκειολογίας διέκρινε στις διάφορες τελετουργίες το σημαντικότερο και καταλληλότερο υλικό, για να κατανοήσει και να ερμηνεύσει τον τρόπο με τον οποίο αναπτύχθηκε η θρησκευτική συνείδηση στα πρώιμα στάδια της ανθρώπινης κοινωνίας. Μέχρι τότε η προσέγγιση αυτή γινόταν κυρίως μέσω των μύθων, οι οποίοι έχουν συνήθως στενά τοπικό χαρακτήρα και ως επί το πλείστον δημιουργήθηκαν ή προσαρμόστηκαν κατά τρόπο ώστε να εξηγούν εκ των υστέρων μία προϋπάρχουσα ιεροτελεστία. Στα πρώιμα στάδιά της η θρησκειολογική έρευνα απέδιδε τις τελετουργίες στον πρωτογονισμό και τη φαντασία των ανθρώπων. Σήμερα, ωστόσο, (χάρη και στη συμβολή των εθνογραφικών μελετών από τους "αποδομητές" και τους "μελετητές της συμπεριφοράς") η τελετουργία τείνει να θεωρείται ένα αυτόνομο σύστημα παράλληλο με αυτό της γλώσσας. Υπό αυτή την οπτική, η τελετουργία είναι μία συμβολική ενέργεια που έχει απομακρυνθεί ή αποκοπεί εντελώς από τον αρχικό της χαρακτήρα. Απευθύνεται στο εξωανθρώπινο στοιχείο που γίνεται αντιληπτό ως "ιερό" ή ως "ισχυρό" και η κοινωνική λειτουργία της συνίσταται στη δημιουργία συνείδησης ομαδικότητας, αλληλεγγύης και επικοινωνίας των μελών της ομάδας.

Η αρχή της ελληνικής θρησκείας -όπως και όλων των άλλων θρησκειών- βρίσκεται πολύ κοντά στη μαγεία, η οποία ωστόσο κατά τη Γεωμετρική περίοδο είχε ήδη υποχωρήσει αισθητά. Στη θέση της είχε αναπτυχθεί ένα πολύπλοκο σύστημα θρησκευτικών αξιών και μία ευμετάβλητη αλλά ξεκάθαρη ιεραρχία. Στη βάση ολόκληρου του συστήματος υπήρχε μία πλειάδα μύθων για την κοσμογονία, οι οποίοι διατηρήθηκαν με όλες τις αντιφάσεις και τις διαπλοκές τους μέχρι την ύστερη αρχαιότητα. Ακολουθούσαν διάφοροι άλλοι μύθοι, θεμελιώδεις για την ανθρώπινη υπόσταση και γνωστοί με τη μία ή την άλλη μορφή στους περισσότερους αρχαίους πολιτισμούς. Ανάμεσά τους καίρια θέση κατέχουν μύθοι όπως εκείνος του θανάτου και της αναγέννησης, του κατακλυσμού, της γνώσης ως θείας προσφοράς, της αρπαγής, της πολιορκίας, του ταξιδιού και του ανταλλάγματος.

Αρκετές από τις τελετουργίες είχαν χαρακτήρα αναμνηστικό. Υποτίθεται ότι τελούνταν σε ανάμνηση του μυθικού κατορθώματος κάποιου θεού ή ήρωα. 'Aλλες πάλι είχαν χαρακτήρα αποτρεπτικό, καθαρτικό ή επικλητικό. Οι μύθοι που συνδέονταν με αυτές εξυπηρετούσαν διαφορετικού χαρακτήρα ομάδες ή κοινωνικά φαινόμενα. 'Aλλες ήταν οι τελετουργίες της οικογένειας και άλλες της φυλής, άλλο ρόλο επιφύλασσαν στους εφήβους και άλλο στους ηλικιωμένους, διαφορετικούς στόχους επιδίωκαν οι γεωργοί με τις ιεροτελεστίες τους και διαφορετικούς οι πολεμιστές. Υπήρχαν τελετουργίες ειδικές για τη μύηση στα μυστήρια της ζωής και του θανάτου, για το κυνήγι, για την αποτροπή των λοιμών, για την ανάληψη καθηκόντων και υποχρεώσεων, για την αναχώρηση σε ταξίδι ή σε πόλεμο. Η μελέτη τους και η αντιπαραβολή τους με τους μύθους μπορεί να φωτίσει την αλληλεπίδραση της θρησκείας και της κοινωνικής οργάνωσης των Ελλήνων από τη σύσταση κιόλας των πόλεων-κρατών στο τέλος της Γεωμετρικής περιόδου.

ΤΑΦΙΚΑ ΕΘΙΜΑ

Aθήνα. Στη διάρκεια των Σκοτεινών Χρόνων η κυρίαρχη πρακτική στα αθηναϊκά νεκροταφεία ήταν η καύση. Ο νεκρός καιγόταν σε πυρά που στηνόταν σε σημείο διαφορετικό από εκείνο του τάφου και στη συνέχεια η τέφρα και τα οστά τοποθετούνταν σε ένα κεραμικό αγγείο, το οποίο θαβόταν σε έναν απλό λάκκο. Το σχήμα του αγγείου διέφερε ανάλογα με το φύλο: αμφορείς με λαιμό και κρατήρες για τους άντρες και αμφορείς με λαβές στην κοιλιά για τις γυναίκες. Μαζί με το ταφικό αγγείο τοποθετούνταν και άλλα κεραμικά και μεταλλικά κτερίσματα. Περί το 800 π.Χ. ο ενταφιασμός αντικατέστησε την καύση του νεκρού και μειώθηκαν αισθητά τα πολύτιμα κτερίσματα. Την ίδια εποχή στο νεκροταφείο του Διπύλου χρησιμοποιήθηκαν υπερμεγέθη αγγεία ως ταφικά σήματα. Τα αγγεία αυτά ήταν αρκετά προσεγμένα ως προς την κατασκευή και η διακόσμησή τους περιελάμβανε συνήθως και εικονιστικές παραστάσεις. Στο τέλος του 8ου αιώνα π.Χ. άρχισαν να θάβουν και παιδιά στα νεκροταφεία των ενηλίκων. Τα κτερίσματα δεν τοποθετούνταν πια απευθείας στον τάφο, αλλά σε ειδικό λάκκο προσφορών σκαμμένο δίπλα του. Τέλος γύρω στο 700 π.Χ. επανήλθε στη μόδα η καύση, αλλά τώρα λάμβανε χώρα ακριβώς στο σημείο ταφής και όχι σε ξεχωριστή πυρά (δευτερογενής). Ταυτόχρονα σταμάτησαν σχεδόν εντελώς οι ταφές μέσα στα όρια του οικισμού.

Άλλες περιοχές. Παρόμοιες αλλαγές συντελέστηκαν και σε άλλες πόλεις. Στην Κόρινθο γύρω στο 750 και στο 'Aργος γύρω στο 700 π.Χ. καθιερώθηκε η συστηματική χρήση των νεκροταφείων, πράγμα που φανερώνει μία θεσμική και διοικητική ανάπτυξη της πόλης. Η καύση ήταν διαδεδομένη στην Εύβοια, τη Βοιωτία, τη Φωκίδα και την Κρήτη. Στο 'Aργος, όμως, ο ενταφιασμός συνεχίστηκε στη διάρκεια του 8ου αιώνα και αντικαταστάθηκε από καύση μόλις στα 700 π.Χ. Στην Κόρινθο πάλι η καύση δεν ήταν ποτέ ιδιαίτερα δημοφιλής. Η μείωση των κτερισμάτων σε ποιότητα και ποσότητα, εκτός από την Αθήνα εμφανίζεται και στις άλλες πόλεις με μικρές χρονικές αποκλίσεις.

Οι αλλαγές αυτές ερμηνεύτηκαν από τους ειδικούς όχι ως μεταβολές στις λατρευτικές δοξασίες, αλλά ως απόρροια των κοινωνικών αλλαγών. Η ταυτόχρονη παρουσία γεωμετρικών αγγείων και χρυσών διαδημάτων με ανατολίζουσες παραστάσεις φανερώνει το διχασμό των εύπορων τάξεων να επιλέξουν ανάμεσα στη συντηρητική τοπική παράδοση και τις έντονες εξωτερικές επιδράσεις, που κατέστησαν δυνατές μέσω της αύξουσας εμπορικής δραστηριότητας. 

Τέλος, η επιλογή μεταξύ του ενταφιασμού και της πρωτογενούς ή δευτερογενούς καύσης συνδέεται με το υψηλό κόστος των δύο τελευταίων και αντανακλά το εύρος της κοινωνικής διαφοροποίησης. Η ελαχιστοποίηση, ωστόσο, των διαφορών που παρατηρείται προς τα τέλη της περιόδου θα πρέπει να ερμηνευθεί ως σταδιακή επικράτηση των δημοκρατικών θεσμών.
_____________________________
Αύριο η συνέχεια με την Ενότητα ΗΡΩΪΚΕΣ ΛΑΤΡΕΙΕΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια: