22 Ιανουαρίου, 2013

Η ΣΥΝΘΕΣΗ ΚΑΙ Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΣΥΜΒΟΥΛΙΩΝ

Στην Αρχιεπισκοπή Αθηνών και σε κάθε Μητρόπολη της Εκκλησίας της Ελλάδος συγκροτείται κατά το άρθρο 35 Κ.Χ. εξαμελές Μητροπολιτικό Συμβούλιο, που αποτελεί το συλλογικό όργανο διοικήσεως του νομικού προσώπου εκάστης Μητροπόλεως[1].  Το Μητροπολιτικό Συμβούλιο απαρτίζεται από:  α) τον Μητροπολίτη ή τον νόμιμο αναπληρωτή του ως Πρόεδρο, β) -  γ) δύο Εφημερίους και  δ) έναν Εκκλησιαστικό Σύμβουλο που... Διαβάστε την συνέχεια εδώ

Πηγή: http://efimeriosgr.blogspot.gr


ΕΥΧΕΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ κ. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΥ ΜΕΣΩ SKYPE ΣΤΗΝ ΕΝΑΡΞΗ ΤΗΣ ΙΑ ΚΛΗΡΙΚΟΛΑΪΚΗΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΕΩΣ Ι.Α.ΑΥΣΤΡΑΛΙΑΣ

ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ
 ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ
ΠΡΟΣ ΤΟ ΠΛΗΡΩΜΑ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ
ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΗΣ
ΑΥΣΤΡΑΛΙΑΣ

Ιερώτατε  Αρχιεπίσκοπε Αυστραλίας, εν Αγίω Πνεύματι αγαπητέ και πολυτίμητε αδελφέ και συλλειτουργέ της ημών Μετριότητος κύριε Στυλιανέ, υπέρτιμε και έξαρχε πάσης Ωκεανίας 

Θεοφιλέστατοι  αδελφοί  Επίσκοποι της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας

Αιδεσιμολογιώτατοι και ευλαβείς πατέρες

Εντιμολογιώτατοι οφφικίαλοι του Οικουμενικού Θρόνου

Εντιμότατοι και φιλόχριστοι εκπρόσωποι των Κοινοτήτων και Ενοριών  της  Επαρχίας ταύτης του Θρόνου, μέλη εκλεκτά της ΙΑ´ Κληρικολαϊκής Συνελεύσεως αυτής

Τέκνα εν Κυρίω αγαπητά  της Μητρός Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας και της ημών Μετριότητος

Χάρις, Ειρήνη και Έλεος είησαν υμίν παρά του σαρκί γεννηθέντος και επιφανέντος τω κόσμω Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού.

"Ου γαρ άπτεται σοφών τωνδ  ενθάδ  ουδέν" (Γρηγορίου του Θεολόγου, Carminum Liber II. Historica, P.G. 37,1171).

Μετ  ιδιαζούσης χαράς επληροφορήθημεν εκ του από της α  Αυγούστου π.ε. γράμματος της υμετέρας αγαπητής Ιερότητος  την επικειμένην έναρξιν των εργασιών της ΙΑ´ Κληρικολαϊκής Συνελεύσεως της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας, κληρουχίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου, και συγχαίρομεν υμίν ολοκαρδίως, παριστάμενοι νοερώς δια του Ιερωτάτου εκπροσώπου ημών Μητροπολίτου Ντητρόϊτ κυρίου Νικολάου και ευχόμενοι επιτυχίαν και πλήρη ευόδωσιν των εργασιών αυτής υπό την πεπνυμένην καθοδήγησιν της υμετέρας Ιερότητος, εκλεκτέ αδελφέ και συλλειτουργέ εν Χριστώ, Αρχιεπίσκοπε Αυστραλίας κύριε Στυλιανέ, εν συνεργασία μετά των Θεοφιλεστάτων βοηθών Επισκόπων υμών και των συμμετεχόντων κληρικών και λαϊκών στελεχών της Επαρχίας, προκειμένου να συντελέση και η Συνέλευσις αύτη, ως και αι προηγούμεναι,  εις τον καταρτισμόν και την οικοδομήν του όλου αυτόθι εκκλησιαστικού, ποιμαντικού, κοινωνικού και ευρυτέρου πανανθρωπίνης εμβελείας έργου.

Το λίαν επικαίρως επιλεγέν θέμα "δι  υπομονής τρέχωμεν τον προκείμενον ημίν αγώνα, αφορώντες εις τον της πίστεως αρχηγόν και τελειωτήν Ιησούν" (Εβρ. ιβ ,1-2), υποδεικνύει την μεγάλην αξίαν της αρετής της υπομονής, άκρως σημαντικής εις την πορείαν προς τον αγιασμόν και την σωτηρίαν μας. Η αρετή αύτη είναι θεοδίδακτος, καθότι ο Κυριος ημών Ιησούς Χριστός, του Οποίου την υπερφυά Επιφάνειαν εορτάζομεν κατ  αυτάς, δεν έσπευσε να έλθη επί γης προς σωτηρίαν του ανθρωπίνου γένους πριν ωριμάσουν αι καταστάσεις."Ότε δε ήλθε το πλήρωμα του χρόνου, εξαπέστειλεν ο Θεός τον υιόν αυτού, γενόμενον εκ γυναικός, γενόμενον υπό νόμον, ίνα τούς υπό νόμον εξαγοράση, ίνα την υιοθεσίαν απολάβωμεν" (Γαλ. δ , 4-6). Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, λοιπόν, ενεσαρκώθη όταν ήλθε το πλήρωμα του χρόνου, ήτοι χιλιετίας τινάς μετά την πτώσιν του Αδάμ, αφού μεθ  υπομονής προητοίμασε τας ψυχάς των ανθρώπων δια των Προφητών και δι  άλλων παρεμβάσεων Αυτού εις την ιστορίαν του ανθρωπίνου γένους και της κτίσεως πάσης, ήτις "συστενάζει και συνωδίνει άχρι του νυν".

Δι  υπομονής οι Άγιοι Μαρτυρες δεν υπεχώρησαν εις τας απειλάς και τας φρικτάς βασάνους δια να προτιμήσουν την φιλοζωΐαν από της φιλοθεΐας, αλλά με ανδρείον και φιλόσοφον λογισμόν και ευσεβή και ατρόμητον ψυχήν υπέμειναν όλα τα μαρτύρια δια την αγάπην του Καλού Αγωνοθέτου. Οι Άγιοι Μαρτυρες ανά τούς αιώνας υπέμειναν πάσης φύσεως κακίαν και τραγωδίας, με πρότυπα τα ως "νεόδρεπτα ρόδα και θεία απαρχή" και "νεόθυτοι άρνες" προσαχθέντα "Χριστώ τω ώσπερ νήπιον, γεννηθέντι αγνά νήπια, την του Ηρώδου  κακίαν, στηλιτεύοντα" (βλ. απολυτίκιον εορτής των υπό του Ηρώδου αναιρεθέντων νηπίων). Άλλωστε, μήπως το μαρτύριον δεν είναι καρπός υπομονής και πίστεως, κατά τον Ιερόν Χρυσόστομον αποφαινόμενον: "ουδέν γαρ υπομονής ίσον και καρτερίας˙ πέτρα γαρ έοικεν" (Επιστολή ΡΚΓ´, Προς τούς εν Φοινίκη πρεσβυτέρους, μονάζοντας, τους κατηχούντας τους Έλληνας, P.G. 52,677)  και  "ώσπερ τα δόγματα αληθή ούτω και ο βίος" (Προς Εφεσίους ΙΓ´, P.G. 62,95).

 Εμπνεόμενοι και υμείς υπό του τρόπου τούτου και του παραδείγματος του Κυρίου και των Πατέρων της Εκκλησίας υπό την πεπνυμένην καθοδήγησιν και ποιμαντορίαν του οξυνουστάτου και συστηματικού εργάτου του Ευαγγελίου  Αρχιεπισκόπου και πνευματικού πατρός υμών, της υμετέρας φίλης Ιερότητος αδελφέ και συλλειτουργέ εν Χριστώ κύριε Στυλιανέ, ειργάσθητε και εργάζεσθε μεθ’  υπομονής δια την πρόοδον και ανάπτυξιν της εν Αυστραλία Ιεράς Αρχιεπισκοπής, της οποίας είσθε εκλεκτά μέλη και κλάδοι εκ μέρους, και τοιουτοτρόπως κατωρθώσατε να αναβιβάσητε αυτήν εις το σημερινόν περιλάλητον, περίλαμπρον και αξιοθαύμαστον επίπεδον, εις την ενεστώσαν δόξαν και εύτακτον κατάστασιν. Μεθ’  υπομονητικής και αόκνου προσπαθείας ενεπλουτίσατε την Εκκλησίαν και  Επαρχίαν ταύτην του καθ’ ημάς πανιέρου Οικουμενικού Θρόνου δια της οικοδομής νέων Ιερών Ναών και Ιερών Μονών, δια της συστάσεως πολλών ευαγών, φιλανθρωπικών, πνευματικών, εκπαιδευτικών και κοινωφελών Ιδρυμάτων, Ορφανοτροφείων, σχολείων, γηροκομείων, πνευματικών κέντρων και, τέλος, εθέσατε τας προϋποθέσεις δια την ανωτέραν θεολογικήν κατάρτισιν των επιθυμούντων αυτήν αυτόθι τέκνων της Μητρός Εκκλησίας μέσω  της περιπύστου και ονομαστής Θεολογικής Σχολής του Αγίου Αποστόλου Ανδρέου.

Όλως δε ιδιαιτέρας μνείας και τονισμού χρήζει η μεγάλη, επίπονος και εργώδης προσπάθεια της ενσωματώσεως των σχισματικών Κοινοτήτων εις την Αγίαν, Καθολικήν, Αποστολικήν Ορθόδοξον Εκκλησίαν, υπό το ωμοφόριον της υμετέρας Ιερότητος, η οποία προσπάθεια κατά το πλείστον επέτυχε και αποδίδει καρπούς. Εγκαρδίως ευχόμεθα και ελπίζομεν ότι, συν Θεώ, θα επανέλθουν εις την κανονικήν εκκλησιαστικήν τάξιν και αι ολίγαι υπολειπόμεναι εισέτι τοιαύται Κοινότητες, ιδία αι εν Αδελαΐδι, δια των συμβουλευτικών πατρικών παραινέσεων της υμετέρας θεοφιλούς Ιερότητος και δια των συντόνων προσπαθειών  πάντων υμών, των κληρικών και λαϊκών μελών της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας. Πάντα ταύτα, και πολλά έτερα σπουδαία και λεπτομερειακά, κυρίως δε η ευστάθεια και η ενεστώσα ακμή της Ιεράς Αρχιεπισκοπής, δεν θα ήτο δυνατόν να επιτευχθούν  άνευ υπομονής και σταθηράς  μακροπνόου εργασίας και διαρκούς αγώνος, ως και ζήλου και αγάπης προς την Ελληνορθόδοξον Εκκλησίαν μας και την αυτόσε προσφιλή Ομογένειαν εν γένει.

Ταύτην την  υπομονήν και επιμονήν ασπάσασθε και κατά το  νέον τούτο  έτος της Χάριτος του Κυρίου με την βεβαιότητα ότι θα ευλογηθή παρά Θεού και θα καρποφορήση πλουσίως τόσον εις την προσωπικήν πνευματικήν ζωήν ενός εκάστου εξ υμών, όσον και εις την ζωήν της Εκκλησίας. Ο Κύριος επιβραβεύει όσους εργάζονται υπομονητικώς και σταθηρώς και δεν ευδοκεί εις τας βεβιασμένας, εσπευσμένας και εν αδημονία ενεργείας, εις την ανυπομονησίαν, εις τον γογγυσμόν, εις την έλλειψιν αυτοσυγκρατήσεως. Αναπαύεται εις την πραότητα, την αοργησίαν, την καρτερίαν των πειρασμών και των δοκιμασιών, αι οποίαι όταν αίρωνται μεθ’ υπομονής και ευχαριστίας προς τον Θεόν, αγιάζουν τον άνθρωπον και ποιούν αυτόν υιόν Θεού και κληρονόμον της Βασιλείας Του.

 Ο Μέγας Βασίλειος βεβαιοί ημάς εξ ιδίας εμπειρίας, ότι ουδέν εξ όσων συμβαίνουν εις την ζωήν μας πρέπει να θεωρώμεν λυπηρόν και επαχθές, έστω και εάν προς στιγμήν προκαλή ψυχικόν η σωματικόν άλγος.  Διότι, αν και αγνοώμεν τούς λόγους δια τούς οποίους έκαστον εξ όσων συμβαίνουν ημίν έρχεται ως καλόν δι’ ημάς παρά Θεού, οφείλομεν να είμεθα απολύτως πεπεισμένοι ότι αυτό όπερ επέτρεψεν ο Θεός να εύρη ημάς είναι προς το συμφέρον μας. Θα αποβή εις ωφέλειαν ημών με τον μισθόν της υπομονής, την οποίαν θα επιδείξωμεν και, εάν υπομείνωμεν, πρέπει να αναμένωμεν και την εκδήλωσιν της ευλογίας του Κυρίου εις την ζωήν και τα έργα μας. Ο υπομείνας εις τέλος σωθήσεται. Βεβαίως, δεν πρέπει να χαρακτηρίζωμεν την αμέλειαν και ολιγωρίαν ημών ως υπομονήν, αλλά να αναμένωμεν με υπομονήν την εκδήλωσιν της ευλογίας του Κυρίου εις τα έργα μας. "Πάντα τον βίον εναγώνιον είναι νομίσωμεν, και ουδέποτε ανάπαυσιν ζητήσωμεν" (Ιερού Χρυσοστόμου, Προς Εβραίους Ε´ P.G. 63,51), καθότι "ένθα άλυσις, ένθα δεσμά, ένθα θάνατος, ούτος ο αγών ο καλός; [...]

Ουδέν τούτου βέλτιον του αγώνος [...] από αγγέλων σύγκειται το θέατρον" (πρβλ. Ιερού Χρυσοστόμου, Εις Β´ Τιμόθεον Θ´, P.G. 62,652) "καθότι αφορώμεν εις τον αρχηγόν και τελειωτήν της πίστεως και της υπομονής Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν".

Ευχόμεθα, αδελφικώς, πατρικώς και ολοκαρδίωςεις υμάς όπως ο Κυριος χαρίζη υμίν υπομονήν δια την αντιμετώπισιν των δυσχερειών της ζωής και του καθ’  ημέραν ποιμαντικού και πνευματικού έργου υμών, και πίστιν εις την έγκαιρον βοήθειαν και αντίληψιν Αυτού δια την πραγμάτωσιν εκάστου προς το ψυχικόν συμφέρον αιτήματος. Η υπομονητική και συστηματική, και δια τούτο καρποφόρος, προσπάθειά σας, δια την διάδοσιν της εν Χριστώ μαρτυρίας και των καλών έργων της Ιεράς Αρχιεπισκοπής, θα αποτελή παράδειγμα προς μίμησιν. Προτρεπόμεθα λοιπόν πάντας υμάς, αδελφοί και τέκνα, μετά των Ιερού Χρυσοστόμου και Γρηγορίου του Θεολόγου, Αρχιεπισκόπων Κωνσταντινουπόλεως, των βιωσάντων όσον ολίγοι την υπομονήν, τον αγώνα, την καρτερίαν, την πίστιν, την θέωσιν: "Σπουδάσωμεν ουν [...] Δρόμου χρεία, και δρόμου σφοδρού [...]

Ο τρέχων ουδαμού ίσταται [...] προ του τέλους, αλλά και τότε μάλιστα επιτείνει τον δρόμον" (Ιερού Χρυσοστόμου, Εις Εβραίους Ομιλία Ζ´, P.G. 63,64), ιδία σήμερον ότε "τοσαύτη νυν επεπόλασε της κακίας η υπερβολή, ως σπάνιον είναι και τούς αγαπώντας αγαπάν" (Ι. Χρυσοστόμου, Εις την Γενεσιν Ομιλία ΝΓ  , P.G. 54,463)· "όμως τον Σταυρό να έχετε στα μέλη σας, τον σταυρό στην πορεία σας, τον σταυρό στην καρδιά σας· ο σταυρός είναι η δόξα σας" (πρβλ. Αγ. Γρηγορίου του Θεολόγου, Carminum Liber II Historica, P.G. 37,1400).

Ευχόμενοι και αύθις καλήν επιτυχίαν εις τας εργασίας της Κληρικολαϊκής Συνελεύσεως και συνεχή την σταυροαναστάσιμον πορείαν της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας, επικαλούμεθα εφ’ υμάς πάντας την Χαριν και το πλούσιον Έλεος του αγαθοδότου Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.

«Σας ευλογούμεν από τις ηλιόλουστες σήμερα αυλές της Μητρός Εκκλησίας παρά την χειμερινή περίοδο, στην οποία ευρισκόμεθα εμείς εδώ. Και σας αναμένομεν, αδελφέ Άγιε Αυστραλίας, κατα το επικείμενον ταξίδιόν σας εις την Ελλάδα, καλήν αντάμωσιν».

«Είμεθα ευγνώμονες για μια ακόμη φορά, πολλά τα έτη σας», είπε ο Αρχιεπίσκοπος Στυλιανός και πρότεινε να ψάλλουν όλοι μαζί την φήμη του Οικουμενικού Πατριάρχη. «Πολλά τα έτη σας Παναγιώτατε και ευλογημένα», κατέληξε ο Αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας.

Η ΣΥΜΒΑΣΗ ΠΟΥ ΑΛΛΑΞΕ ΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΗΣ ΛΩΖΑΝΝΗΣ

Στις 30 Ιανουαρίου (17 με το παλαιό ημερολόγιο που ίσχυε τότε) του 1923, λίγους μήνες μετά τον ελληνοτουρκικό πόλεμο και τη Μικρασιατική Καταστροφή υπογράφηκε στη Λωζάννη μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας η σύμβαση για την ανταλλαγή των πληθυσμών και των αιχμαλώτων. Οι Έλληνες της Μικράς Ασίας ανταλλάχτηκαν με τους Τούρκους που ζούσαν στην Ελλάδα. Επίσης, ανταλλάχτηκαν οι αιχμάλωτοι από τους δύο στρατούς καθώς και οι πολιτικοί όμηροι. Από την ανταλλαγή εξαιρέθηκαν μόνο οι Έλληνες που έμεναν στην Κωνσταντινούπολη πριν από το 1918, καθώς και οι Τούρκοι της Δυτικής Θράκης. Επίσης, στην Τουρκία παραχωρήθηκαν η νήσοι Ίμβρος και Τένεδος.

Ειδικότερα σύμφωνα με τη Σύμβαση που υπέγραψαν οι επικεφαλής των δύο αντιπροσωπειών, ο Ελευθέριος Βενιζέλος από την ελληνική πλευρά και ο Ισμέτ Ινονού από την τουρκική, κριτήριο της ανταλλαγής ήταν το θρήσκευμα. Έτσι από τη Μικρά Ασία μετακινήθηκαν στην Ελλάδα 1.650.000 Τούρκοι υπήκοοι, χριστιανοί το θρήσκευμα και από την Ελλάδα στην Τουρκία πάνω από 600.000 Έλληνες υπήκοοι μουσουλμανικού θρησκεύματος. Στους ανταλλάξιμους περιελήφθησαν οι Έλληνες του Πόντου. Ακόμη τουρκόφωνοι Έλληνες (π.χ. οι λεγόμενοι Καραμανλήδες) αλλά και ελληνόφωνοι μουσουλμάνοι της Ελλάδας (π.χ. Βαλαάδες της Δυτικής Μακεδονίας). Στην Ελλάδα υποχρεώθηκαν να μεταφερθούν και Αρμένιοι καθώς και χριστιανοί άλλων δογμάτων όπως οι Συροχαλδαίοι.

Από την ανταλλαγή εξαιρέθηκαν οι Έλληνες κάτοικοι της νομαρχίας της Κωνσταντινούπολης: 125.000 μόνιμοι κάτοικοι της Κωνσταντινούπολης, των Πριγκηποννήσων και των περιχώρων, που ήταν εγκατεστημένοι εκεί πριν από τις 30 Οκτωβρίου 1918. Εξαιρέθηκαν ακόμη και οι 6.000 Έλληνες της Ίμβρου και της Τενέδου και παρέμειναν οι 110.000 μουσουλμάνοι της Δυτικής Θράκης (…) Η τελική Συνθήκη της Λωζάννης που καθόρισε οριστικά τα σύνορα Ελλάδας και Τουρκίας υπεγράφη στις 24 Ιουλίου του 1923.

Το κείμενο της Σύμβασης για την ανταλλαγή των πληθυσμών.

Άρθρον 1

Από της 1ης Μαΐου 1923, θέλει διενεργηθή η υποχρεωτική ανταλλαγή των Τούρκων υπηκόων, ελληνικού ορθοδόξου θρησκεύματος, των εγκατεστημένων επί των τουρκικών εδαφών, και των Ελλήνων υπηκόων, μουσουλμανικού θρησκεύματος, των εγκατεστημένων επί των ελληνικών εδαφών. Τα πρόσωπα ταύτα δεν θα δύνανται να έλθωσιν ίνα εγκατασταθώσιν εκ νέου εν Τουρκία ή αντιστοίχως εν Ελλάδι, άνευ της αδείας της Τουρκικής Κυβερνήσεως ή αντιστοίχως της Ελληνικής Κυβερνήσεως.

Άρθρον 2

Δεν θα περιληφθώσιν εις την εν τω πρώτω άρθρω προβλεπομένην ανταλλαγήν:

α) οι Έλληνες κάτοικοι της Κωνσταντινουπόλεως·

β) οι Μουσουλμάνοι κάτοικοι της Δυτικής Θράκης.

Θέλουσι  θεωρηθή ως Έλληνες κάτοικοι της Κωνσταντινουπόλεως, πάντες οι Έλληνες οι εγκατεστημένοι ήδη προς της 30ής Οκτωβρίου 1918, εν τη περιφέρεια της Νομαρχίας Κωνσταντινουπόλεως, ως αύτη καθορίζεται διά του νόμου του 1912. Θέλουσι θεωρηθή ως μουσουλμάνοι κάτοικοι της Δυτικής Θράκης, πάντες οι Μουσουλμάνοι οι εγκατεστημένοι εν τη περιοχή ανατολικώς της μεθορίου γραμμής της καθορισθείσης τω 1913 διά της Συνθήκης του Βουκουρεστίου.

Άρθρον 3

Οι Έλληνες και οι Μουσουλμάνοι, οι εγκαταλείψαντες ήδη από της 18ης Οκτωβρίου 1912 τα εδάφη, ων οι Έλληνες και Τούρκοι κάτοικοι θέλουσιν αμοιβαίως ανταλλαγή, θα θεωρηθώσι περιλαμβανόμενοι εν τη ανταλλαγή τη προβλεπομένη εν τω 1 άρθρω. Η έκφρασις «μετανάστης» εν τη παρούση Συμβάσει περιλαμβάνει πάντα τα φυσικά και νομικά πρόσωπα τα μέλλοντα να μεταναστεύσωσιν ή έχοντα μεταναστεύσει από της 18ης Οκτωβρίου 1912.

Άρθρον 4

Πάντες οι ικανοί άρρενες (hommes valides), οι ανήκοντες εις τον ελληνικόν πληθυσμόν, ων αι οικογένειαι εγκατέλειψαν ήδη το τουρκικόν έδαφος, οι κρατούμενοι νυν εν Τουρκία, θα αποτελέσωσι το πρώτον τμήμα εξ Ελλήνων οίτινες θα σταλώσιν εις Ελλάδα συμφώνως τη παρούση Συμβάσει.

Άρθρον 5

Υπό την επιφύλαξιν των διατάξεων των άρθρων 9 και 10 της παρούσης Συμβάσεως, τα δικαιώματα ιδιοκτησίας και αι απαιτήσεις των εν Τουρκία Ελλήνων ή των εν Ελλάδι μουσουλμάνων ουδόλως θέλουσι θιγή συνεπεία της γενησομένης δυνάμει της παρούσης Συμβάσεως ανταλλαγής.

Άρθρον 6

Ουδέν κώλυμα θέλει παρεμβληθή, δι’ οιανδήποτε αίτιαν, ως προς την αναχώρησιν προσώπων ανηκόντων εις τους ανταλλακτέους πληθυσμούς. Εν περιπτώσει τελεσιδίκου καταδίκης εις επανορθωτικήν ποινήν και εν περιπτώσει μη οριστικής καταδίκης ή ποινικής διώξεως κατά μετανάστου, ο τελευταίος ούτος θέλει παραδοθή υπό των Αρχών της διωκούσης χώρας εις τας Αρχάς της εις ην μεταβαίνει χώρας, ίνα εκτίση την ποινήν του ή δικασθή.

Άρθρον 7

Οι μετανάσται θέλουσιν αποβάλει την ιθαγένειαν της εγκαταλειπομένης παρ’ αυτών χώρας και αποκτήσει την της χώρας προς ην κατευθύνονται, άμα τη αφίξει των εις το έδαφος ταύτης. Οι μετανάσται, οι εγκαταλείψαντες ήδη την μεν ή την ετέραν των δύο χωρών και μη αποκτήσαντες εισέτι την νέον αυτών υπηκοότητα, θέλουσιν αποκτήσει την υπηκοότητα ταύτην κατά την χρονολογίαν της υπογραφής της παρούσης Συμβάσεως.

Άρθρον 8

Οι μετανάσται θα ώσιν ελεύθεροι να συναποκομίσωσιν ή να μεταφέρωσι την πάσης φύσεως κινητήν αυτών περιουσίαν χωρίς διά τον λόγον τούτον να τοις επιβληθή τέλος τι εξαγωγικόν ή εισαγωγικόν ούτε άλλος τις φόρος. Ομοίως τα μέλη πάσης κοινότητος (περιλαμβανομένου του προσωπικού των τεμενών (τζαμιών), μοναστηριών (τεκκέ), ιερατικών σχολών (μεδρεσέ), εκκλησιών, μοναστηρίων, σχολείων, νοσοκομείων, εταιρειών, συνεταιρισμών και νομικών προσώπων ή άλλων ιδρυμάτων οιασδήποτε φύσεως), ήτις θέλει εγκαταλείψει το έδαφος ενός των συμβαλλομένων Κρατών, δυνάμει της παρούσης Συμβάσεως, θα έχωσι το δικαίωμα να συναποκομίσωσιν ελευθέρως ή να μεταφέρωσι την εις την εαυτών κοινότητα ανήκουσαν κινητήν αυτών περιουσίαν.

Υπό των Αρχών των δύο χωρών θέλει παρασχεθή πάσα ευκολία μεταφοράς, τη συστάσει της Μικτής Επιτροπής, της προβλεπομένης υπό του άρθρου 11.

Οι μετανάσται οίτινες δεν ήθελον δυνηθή να συναποκομίσωσι πάσαν ή μέρος της κινητής αυτών περιουσίας δύνανται ν’ αφήσωσι ταύτην επί τόπου. Εν τη περιπτώσει ταύτη, αι τοπικαί αρχαί υποχρεούνται να καθορίσωσι, παρισταμένου και του μετανάστου, την άξιον της παρ’ αυτών εγκαταλειπομένης κινητής περιουσίας. Τα πρωτόκολλα, περιέχοντα τον κατάλογον και την άξιον της υπό του μετανάστου εγκαταλειπομένης κινητής περιουσίας, θα συντάσσωνται εις 4 αντίτυπα, ων το εν θα φυλάσσηται παρά των τοπικών Αρχών, το δεύτερον θα παραδίδηται εις την εν τω άρθρω 11 προβλεπομένην Μικτήν επιτροπήν ίνα χρησιμεύση ως βάσις διά την εν τω άρθρω 9 προβλεπομένην εκκαθάρισιν, το τρίτον αντίτυπον θα παραδίδηται εις την Κυβέρνησιν της εις ην μεταναστεύει χώρας και το τέταρτον εις τον μετανάστην.

Άρθρον 9

Η ακίνητος αγροτική ή αστική περιουσία, η ανήκουσα εις τους μετανάστας, εις τας εν τω άρθρω 9 αναφερομένας κοινότητας, ως και η παρά των μεταναστών ή των κοινοτήτων εγκαταλειπομένη κινητή περιουσία, θέλουσιν εκκαθαρισθή συμφώνως προς τας κατωτέρω διατάξεις υπό των μικτών επιτροπών των προβλεπομένων εν άρθρω 11. Αι περιουσίαι, αι κείμεναι εις τα εδάφη τα υπαγόμενα εις την υποχρεωτικήν ανταλλαγήν, ανήκουσαι δε εις εκκλησιαστικά ή εις ευαγή καθιδρύματα κοινοτήτων εγκατεστημένων εις έδαφος μη υπαγόμενον εις την ανταλλαγήν, ανήκουσαι δε εις εκκλησιαστικά ή εις ευαγή καθιδρύματα κοινοτήτων εγκατεστημένων εις έδαφος μη υπαγόμενον εις την ανταλλαγήν, θέλουσιν ομοίως εκκαθαρισθή υπό τους αυτούς όρους.

Άρθρον 10

Η εκκαθάρισις της κινητής και ακινήτου περιουσίας της ανηκούσης εις πρόσωπα εγκαταλείψαντα ήδη τα εδάφη των Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών, θεωρούμενα δε δυνάμει του άρθρου 3 της παρούσης Συμβάσεως ως υπαγόμενα εις την ανταλλαγήν των πληθυσμών, θέλει συντελεσθή συμφώνως προς το άρθρον 9 και ανεξαρτήτως παντός μέτρου οιουδήποτε χαρακτήρος, όπερ, συμφώνως προς τους νόμους ή άλλα διοικητικά μέτρα πάσης φύσεως, θεσπισθέντα από της 18ης Οκτωβρίου 1912 εν Ελλάδι ή εν Τουρκία ή καθ’ οιονδήποτε άλλον τρόπον, έσχεν ως αποτέλεσμα οιονδήποτε περιορισμόν του δικαιώματος της ιδιοκτησίας επί της περιουσίας ταύτης, οίον κατάσχεσις, αναγκαστική πώλησις και άλλα.

Εν περιπτώσει καθ’ ην εις τας εν τω παρόντι ή εν τω άρθρω αναφερομένας περιουσίας είχεν επιβληθή μέτρον τοιαύτης φύσεως, η αξία τούτων θέλει καθορισθή υπό της εν τω άρθρω 9 προβλεπομένης Επιτροπής, ως εάν δεν είχον εφαρμοσθή τα εν λόγω μέτρα. Όσον αφορά τας απαλλοτριωθείσας περιουσίας, η Μικτή Επιτροπή θέλει προβή εις νέαν εκτίμησιν των από της 18 Οκτωβρίου 1912 απαλλοτριωθεισών τούτων περιουσιών, αίτινες ανήκον εις πρόσωπα υποκείμενα εις την ανταλλαγήν των δύο χωρών και αίτινες κείνται εις τα υποκείμενα εις ανταλλαγήν εδάφη. Η Επιτροπή θα καθορίση υπέρ των ιδιοκτητών αντιστάθμισμα προς επανόρθωσιν της ζημίας, ην θέλει βεβαιώσει.

Το ποσόν του αντισταθμίσματος τούτου θέλει αχθή εις πίστωσιν των ιδιοκτητών τούτων και εις χρέωσιν της Κυβερνήσεως επί του εδάφους της οποίας ευρίσκονται τα απαλλοτριωθέντα ακίνητα. Εις ην περίπτωσιν τα εν τοις άρθροις 8 και 9 αναφερόμενα πρόσωπα δεν ήθελον εισπράξει το εισόδημα των περιουσιών της καρπώσεως, των οποίων είχον κατά τον ένα ή τον άλλον τρόπον στερηθή, η ανταπόδοσις της αξίας των εισοδημάτων θέλει τοις εξασφαλισθή επί τη βάσει της μέσης προπολεμικής αποδόσεως, καθ’ ον τρόπον θέλει ορίσει η Μικτή Επιτροπή.

Η εν τω άρθρω 11 προβλεπομένη Μικτή Επιτροπή κατά την εκκαθάρισιν των εν Ελλάδι περιουσιών των Βακουφιών και των εκείθεν απορρεόντων δικαιωμάτων και συμφερόντων ως και των αναλόγων ιδρυμάτων των ανηκόντων εις Έλληνας εν Τουρκία θέλει εμπνευσθή εκ των καθιερωθεισών αρχών εις τας προηγούμενας Συνθήκας, όπως εξασφαλίση πλήρως τα δικαιώματα και συμφέροντα των ιδρυμάτων τούτων και των ιδιωτών των εχόντων σχετικά συμφέροντα. Η εν τω άρθρω 11 προβλεπομένη Μικτή Επιτροπή θέλει εφαρμόσει τας διατάξεις ταύτας.

Άρθρον 11

Εντός προθεσμίας ενός μηνός από της ενάρξεως της ισχύος της παρούσης Συμβάσεως, θέλει ιδρυθή Μικτή Επιτροπή εδρεύουσα εν Τουρκία ή εν Ελλάδι και συνισταμένη εκ τεσσάρων μελών δι’ έκαστον των Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών, και εκ τριών μελών εκλεγομένων υπό του Συμβουλίου της Κοινωνίας των Εθνών μεταξύ των υπηκόων των Δυνάμεων των μη μετασχουσών εις τον πόλεμον του 1914-1918.

Η προεδρία της Επιτροπής θέλει ασκηθή διαδοχικώς υφ’ ενός εκ των ουδετέρων τριών τούτων μελών. Η Μικτή Επιτροπή θα έχη το δικαίωμα να συνιστά, εις ους ήθελεν εγκρίνει τόπους, Υποεπιτροπάς εργαζομένας υπό τας διαταγάς της. Εκάστη τούτων θ’ αποτελήται εξ ενός Τούρκου, ενός Έλληνος ως μελών και ενός Προέδρου ουδετέρου, υποδειχθησομένου υπό της Μικτής Επιτροπής. Η Μικτή Επιτροπή θα καθορίση την εις τας Υποεπιτροπάς ανατεθησομένην εξουσίαν.

Άρθρον 12

Η Μικτή Επιτροπή θέλει ασκεί την επιτήρησιν και διευκολύνει την υπό της παρούσης Συμβάσεως προβλεπομένην μετανάστευσιν και προβαίνει εις την υπό των άρθρων 9 και 10 εκκαθάρισιν της κινητής και ακινήτου περιουσίας. Θέλει ορίζει τον τρόπον της μεταναστεύσεως και της ως άνω οριζόμενης εκκαθαρίσεως.Εν γένει η Μικτή Επιτροπή θα δύναται να λαμβάνη πάντα τα κατάλληλα μέτρα προς εκτέλεσιν της παρούσης Συμβάσεως και θα λύη παν εκ της Συμβάσεως ταύτης αναφυόμενον ζήτημα. Αι αποφάσεις της Μικτής Επιτροπής θα λαμβάνωνται κατά πλειονοψηφίαν. Πάσα διαφορά αφορώσα τας υπό εκκαθάρισιν περιουσίας δικαιώματα και συμφέροντα θέλει κανονίζηται οριστικώς υπ’ αυτής.

Άρθρον 13

Η Μικτή Επιτροπή θα έχη παν δικαίωμα όπως διατάξη την ενέργειαν εκτιμήσεως της κινητής και ακινήτου περιουσίας της εκκαθαρισθησομένης δυνάμει της παρούσης Συμβάσεως, αφού εξετάση τους ενδιαφερομένους ή αφού αρμοδίως καλέση αυτούς προς εξέτασιν. Ως βάσις εκτιμήσεως των υπό εκκαθάρισιν περιουσιών θέλει ληφθή η εις χρυσόν αξία των.

Άρθρον 14

Η Επιτροπή θέλει παραδώσει εις τον ενδιαφερόμενον ιδιοκτήτην δήλωσιν αναγράφουσαν το εις αυτόν οφειλόμενον ποσόν εκ της στερήσεως της περιουσίας του, ήτις περιουσία θέλει παραμείνη εις την διάθεσιν της Κυβερνήσεως επί του εδάφους της οποίας αύτη κείται. Τα επί τη βάσει των ειρημένων δηλώσεων οφειλόμενα ποσά θ’ αποτελέσωσιν οφειλήν της Κυβερνήσεως της χώρας, εις ην θα ενεργηθή η εκκαθάρισις, έναντι της Κυβερνήσεως της χώρας, εις ην ανήκει ο μετανάστης. Ούτος δικαιούται κατ’ αρχήν να λάβη εν τη χώρα, ένθα μεταναστεύει και διά τα ποσά άτινα τω οφείλονται, περιουσίαν ίσης αξίας και της αυτής φύσεως οία η παρ’ αυτού εγκαταλειφθείσα.

Κατά εξ μήνας θέλει καταρτίζηται λογαριασμός των παρά των οικείων Κυβερνήσεων οφειλομένων ποσών, επί τη βάσει των ως άνω εκδιδομένων δηλώσεων. Κατά την γενικήν εκκαθάρισιν, εάν υφίσταται ισοτιμία μεταξύ των αμοιβαίως οφειλομένων ποσών, οι σχετικοί λογαριασμοί θέλουσι συμψηφισθή. Εάν η μία των Κυβερνήσεων είναι οφειλέτις έναντι της ετέρας μετά τον γενόμενον συμψηφισμόν, το χρεωστικόν υπόλοιπον θέλει καταβληθή τοις μετρητοίς. Εάν η οφειλέτις Κυβέρνησις ζητήση προθεσμίας διά την καταβολήν ταύτην, η Επιτροπή δύναται να τη παράσχη ταύτας, υπό τον όρον όπως το οφειλόμενον ποσόν πληρωθή το πολύ εις τρεις ετησίας δόσεις. Η Επιτροπή θέλει ορίζει τους πληρωτέους τόκους κατά τας προθεσμίας ταύτας.

Εάν το πληρωτέον ποσόν είναι αρκούντως σημαντικόν και απαιτεί μακροτέρας προθεσμίας, η οφειλέτις Κυβέρνησις θα πληρώσει τοις μετρητοίς ποσόν καθοριστέον υπό της Μικτής Επιτροπής μέχρι 20% επί του συνόλου του οφειλομένου ποσού και θα εκδώση διά το υπόλοιπον ομολογίας δανείου αποφέρουσας τόκον καθορισθησόμενον υπό της Μικτής Επιτροπής και εξοφλητέας εις διάστημα είκοσι ετών κατά μέγιστον όριον. Διά την υπηρεσίαν του δανείου τούτου η οφειλέτις Κυβέρνησις θα διάθεση εγγυήσεις εγκρινομένας υπό της Επιτροπής.

 Η διαχείρισις των εγγυήσεων τούτων ως και η είσπραξις των προσόδων αυτών θέλει ενεργείται εν Ελλάδι υπό της Διεθνούς Επιτροπής και εν Κων/πόλει υπό του Συμβουλίου του Δημοσίου Χρέους. Εν περιπτώσει ασυμφωνίας όσον αφορά τας εγγυήσεις ταύτας, ο καθορισμός τούτων ανατίθεται εις το Συμβούλιον της Κοινωνίας των Εθνών.

Άρθρον 15

Προς διευκόλυνσιν της μεταναστεύσεως τα ενδιαφερόμενα Κράτη θέλουσι προκαταβάλει χρηματικά ποσά εις την Μικτήν Επιτροπή, κατά τους παρ’ αυτής ορισθησομένους όρους.

Άρθρον 16

Αι Κυβερνήσεις της Τουρκίας και της Ελλάδος θέλουσι συμφωνήσει μετά της εν τω 11 άρθρω προβλεπομένης Μικτής Επιτροπής επί παντός ζητήματος αφορώντος τας γενησομένας γνωστοποιήσεις εις τα πρόσωπα, άτινα δέον να εγκαταλείψωσι τα εδάφη των δυνάμει της παρούσης Συμβάσεως και τους λιμένας εις ους τα εν λόγω πρόσωπα θέλουσι κατευθυνθή, όπως μεταφερθώσιν εις τας χώρας του προορισμού των. Τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη αναλαμβάνουσιν αμοιβαίως την υποχρέωσιν, όπως ουδεμία άμεσος ή έμμεσος πίεσις ασκηθή επί των μελλόντων να ανταλλαγώσι πληθυσμών ίνα εξαναγκασθώσι να εγκαταλείψωσι τας εστίας των ή αποξενωθώσι της περιουσίας των προ της οριζομένης προθεσμίας διά την αναχώρησίν των.

 Αναλαμβάνουσιν ομοίως την υποχρέωσιν, όπως μη υποβάλωσι τους εγκαταλείψαντας ή μέλλοντας να εγκαταλείψωσι την χώραν μετανάστας εις ουδένα φόρον ή τέλος έκτακτον. Ουδέν εμπόδιον θέλει παρεμβληθή διά την παρά των κατοίκων, των δυνάμει του άρθρου 2 εξαιρουμένων της ανταλλαγής περιοχών, ελεύθεραν άσκησιν του δικαιώματος αυτών όπως παραμείνωσιν έχει ή επιστρέψωσιν και απολαμβάνωσιν απωλύτως της ελευθερίας των και των δικαιωμάτων αυτών ιδιοκτησίας εν Τουρκία και εν Ελλάδι. Η διάταξις αύτη δεν θέλει προβληθή ως λόγος παρεμποδίσεως της ελευθέρας αποξενώσεως της περιουσίας της ανηκούσης εις τους κατοίκους των ειρημένων περιοχών των εξαιρουμένων της ανταλλαγής ως και της εκουσίας αναχωρήσεως εκείνων εκ των κατοίκων τούτων, οίτινες επιθυμούσι να εγκαταλείψωσι την Τουρκίαν ή την Ελλάδα.

Άρθρον 17

Αι δαπάναι της συντηρήσεως και λειτουργίας της Μικτής Επιτροπής και των οργάνων αυτής θέλουσιν επιβαρύνει κατά την ορισθησομένην υπό της Επιτροπής αναλογίαν τας ενδιαφερομένας Κυβερνήσεις.

Άρθρον 18

Τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη υποχρεούνται να επιφέρωσιν εις την οικείαν αυτών νομοθεσίαν τας τυχόν αναγκαίας τροποποιήσεις προς εκτέλεσιν της παρούσης Συμβάσεως.

Άρθρον 19

Η παρούσα Σύμβασις θα έχη το αυτό κύρος και την αυτήν ισχύν έναντι των ώδε Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών, ωσεί περιελαμβάνετο αύτη εν τη Συνθήκη Ειρήνης, ήτις θέλει συναφθή μετά της Τουρκίας. Η ισχύς ταύτης άρξεται αμέσως μετά την επιχύρωσιν της ειρημένης Συνθήκης παρά των δυο υψηλών Συμβαλλομένων Μερών.

ΠΡΟΣ ΠΙΣΤΩΣΙΝ ΤΟΥΤΩΝ, οι υπογεγραμμένοι Πληρεξούσιοι, ων τα πληρεξούσια έγγραφα ευρέθησαν εν πλήρει τάξει και κατά τους απαιτουμένους τύπους, υπέγραψαν την παρούσαν Σύμβασιν.

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΝ

ΟΙ ΥΠΟΓΕΓΡΑΜΜΕΝΟΙ ΤΟΥΡΚΟΙ ΠΛΗΡΕΞΟΥΣΙΟΙ, δεόντως εξουσιοδοτημένοι, δηλούσιν ότι η Τουρκική Κυβέρνησις, χωρίς ν’ αναμείνη την έναρξιν της ισχύος της υπό σημερινήν χρονολογίαν μετά της Ελλάδος συναφθείσης Συμβάσεως περί ανταλλαγής των Ελληνικών και Τουρκικών πληθυσμών, και κατ’ εξαίρεσιν του άρθρου 1 της Συμβάσεως ταύτης, θέλει απελευθερώσει, άμα τη υπογραφή της Συνθήκης Ειρήνης, τους ικανούς άρρενας (homines valides) περί ων προνοεί το άρθρον 4 της ρηθείσης Συμβάσεως και εξασφαλίσει την αναχώρησίν των.