01 Σεπτεμβρίου, 2011

ΕΞΕΡΧΕΤΑΙ ΤΟ ΜΕΣΗΜΕΡΙ Ο ΜΑΚΑΡΙΩΤΑΤΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΑΤΤΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ

 
Εξέρχεται σήμερα το μεσημέρι από το Αττικό Νοσοκομείο ο Μακαριώτατος, μετά από κύκλο προγραμματισμένων εξετάσεων. Οι εξετάσεις δεν έδειξαν ουδέν το ανησυχητικό. Σήμερα το απόγευμα ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Κ. κ. Ιερώνυμος θα παραστεί κανονικά σε εκδήλωση στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο, όπου και θα τον τιμήσουν για το συγγραφικό του έργο και τη συμβολή του στη διάσωση των τοιχογραφιών στη Στενή Ευβοίας.

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ 1/9/2011


ΓΕΓΟΝΟΤΑ 1919 έπειτα από ενέργειες της Ελληνικής Αρμοστείας στην Κωνσταντινούπολη, επανέρχονται στη Θράκη 130.000 πρόσφυγες.
1922 η Σμύρνη καταστρέφεται ολοσχερώς.
1923 σεισμός 7,9 Ρίχτερ συγκλονίζει την Ιαπωνία, καταστρέφοντας εντελώς τη Γιοκοχάμα και το μεγαλύτερο μέρος του Τόκιο. Τουλάχιστον 142.000 άνθρωποι σκοτώνονται και 2,5 εκατομμύρια μένουν άστεγοι.
1930 ο Έντισον πραγματοποιεί στις ΗΠΑ την πρώτη πειραματική δοκιμή ηλεκτροκίνητης επιβατικής αμαξοστοιχίας, εκτελώντας το δρομολόγιο από το Χόμποκεν μέχρι το Μοντκλέρ του Νιου Τζέρσεϊ.
1933 ο Χίτλερ δηλώνει από τη Γερμανία ότι θα συνεχίσει τη διακυβέρνηση της χώρας με βάση τα ''περί Αρείας φυλής''.
1939 η Γερμανία εισβάλλει στην Πολωνία, είναι η αρχή του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.
1945 με την παράδοση της Ιαπωνίας, λήγει και επισήμως ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος.
1946 οι Έλληνες με δημοψήφισμα αποφασίζουν την επάνοδο του βασιλιά Γεώργιου Β', που είναι εξόριστος στη Βρετανία.
1948 ιδρύεται ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας.
1979 το American Pioneer 11 γίνεται το πρώτο διαστημόπλοιο που επισκέπτεται τον Κρόνο όταν περνάει από τον πλανήτη σε απόσταση 21.000 χλμ.
1985 μια αμερικανο-γαλλική επιχείρηση εντοπίζει το ναυάγιο του Τιτανικού.
1993 στο Ισραήλ, ανακαλύπτεται ο πρώτος σκελετός Σταυροφόρου στην περιοχή των Αγίων Τόπων.
1994 στη Λιβύη, πραγματοποιείται στρατιωτική παρέλαση για τα 25 χρόνια εξουσίας του Καντάφι.

ΓΕΝΝΗΣΕΙΣ 
το 1946 γεννιέται ο Αμερικανός τραγουδιστής Μπάρι Γκιμπ.
το 1957 γεννιέται η τραγουδίστρια Γκλόρια Εστέφαν.

ΘΑΝΑΤΟΙ

το 1970 πεθαίνει ο Γάλλος συγγραφέας Φρανσουά Μοριάκ.

ΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΛΙΘΟΥ ΕΩΣ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ.

 
Η ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΡΩΜΑΪΚΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ Η ιδιαίτερη φυσιογνωμία του γεωγραφικού χώρου, όπως καθορίστηκε από τη διανομή του 395 και διαμορφώθηκε από τις μετέπειτα εξελίξεις,  αποτελεί έναν από τους κύριους παράγοντες της κοινωνικής εξέλιξης της νέας αυτοκρατορίας. Από το τέλος του 4ου αιώνα, ο χώρος αυτός έφθανε ανατολικά ως την Αρμενία, νότια ως τον πρώτο καταρράκτη του Νείλου στην Αίγυπτο, βορειοδυτικά -περικλείοντας την Κυρηναϊκή- ως τη Μεσόγειο και τα παράλια της Μεγάλης Σύρτεως. 

Τα ευρωπαϊκά σύνορα του ανατολικού ρωμαϊκού κράτους διαμορφώθηκαν οριστικά με τη συμφωνία του 437 και περιέλαβαν το μεγαλύτερο και σημαντικότερο, οικονομικά και κοινωνικά, τμήμα της χερσονήσου του Αίμου. Ο γεωγραφικός αυτός χώρος, αν και βρισκόταν υπό τη συνεχή απειλή άλλων γειτονικών λαών που συχνά τον κατέκλυζαν, προσωρινά ή μονιμότερα, αποτέλεσε για την Πρώιμη Βυζαντινή περίοδο την ιδιαίτερη περιοχή του νέου κράτους, όπου εκτεινόταν η εξουσία -πραγματική ή θεωρητική- του αυτοκράτορα και όπου διαβιούσε, δραστηριοποιούνταν και εξελισσόταν κοινωνικά το πλήθος των υπηκόων του. 

Η περιοχή αυτή χαρακτηριζόταν από την ύπαρξη ενός παλιού (ελληνορωμαϊκού) πολιτισμού και της αντίστοιχης οικονομικής και κοινωνικής οργάνωσης. Επίσης, γνώριζε μια οργάνωση σε αυτόνομες πόλεις. Σ' αυτές κυριαρχούσε μια ελληνική ή εξελληνισμένη αστική τάξη που εμπλουτιζόταν συνεχώς με ιθαγενή στοιχεία και που είχε επωφεληθεί από τη ρωμαϊκή ειρήνη για να δημιουργήσει οικονομική ευρωστία και κοινωνική υποδομή. Tέλος στο συγκεκριμένο χώρο είχε διεισδύσει η χριστιανική θρησκεία, ένα από τα κύρια συστατικά στοιχεία του βυζαντινού πολιτισμού.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΙΣ Η ΝΕΑ ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑ Όταν ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος αναζήτησε τη θέση όπου θα ίδρυε και θα εγκαθιστούσε τη νέα κεντρική διοικητική,  οικονομική, πολιτική και στρατιωτική βάση του κράτους του, διάλεξε την ελληνορωμαϊκή πόλη Βυζάντιο. Ήταν μια πόλη που υπήρχε για τουλάχιστον χίλια χρόνια πριν την εποχή του Κωνσταντίνου και που ποτέ δεν είχε αναπτυχθεί σε ιδιαίτερο αστικό κέντρο. 

Το πλεονέκτημα που μάλλον ενθάρρυνε την επιλογή του Κωνσταντίνου πρέπει να ήταν η θέση του Βυζαντίου στη διασταύρωση των δύο κυριότερων εμπορικών αρτηριών της εποχής, δηλαδή από τη μια του χερσαίου δρόμου που οδηγούσε από την Ευρώπη στη Μεσοποταμία και από την άλλη του θαλάσσιου περάσματος του Βοσπόρου που ένωνε τη Μεσόγειο με τη Μαύρη Θάλασσα. Η επιλογή του όμως εμπεριείχε και πολύ μεγάλο ρίσκο, αφού η πόλη είχε επίσης σημαντικά μειονεκτήματα. 

Τα κυριότερα ήταν ότι ήταν ευάλωτη σε εχθρικές επιθέσεις από την ενδοχώρα της, αφού δεν διέθετε κάποια φυσική οχύρωση, και ότι δεν είχε επάρκεια σε πόσιμο νερό. Επίσης, η αγροτική έκταση που την περιέβαλλε όχι μόνο ήταν επίσης ευάλωτη σε επιθέσεις, αλλά ήταν και ανεπαρκής να συντηρήσει τον πληθυσμό της, πράγμα που εξηγεί τη συνεχή μεταφορά τόνων σταριού και καλαμποκιού από την Αίγυπτο ως τον 7ο αιώνα: όταν τα πλοία καθυστερούσαν, στην πόλη προκαλούνταν λιμός και εξεγέρσεις των κατοίκων.

 Ωστόσο, οι ενέργειες τόσο του Κωνσταντίνου όσο και των διαδόχων του οδήγησαν το ρίσκο σε επιτυχία. Η νέα πρωτεύουσα δεν κτίστηκε επάνω στον πολεοδομικό ιστό κάποιας προϋπάρχουσας ρωμαϊκής πόλης, αλλά ήταν ένα νέο, εξ ολοκλήρου τεχνητό κατασκεύασμα, όπως είναι για παράδειγμα στην εποχή μας η Washington DC ή η 'Αγκυρα. Παρόλ' αυτά, δεν είχε τίποτε να ζηλέψει από τις άλλες πρωτεύουσες της Τετραρχίας (το Σίρμιο, τη Νικομήδεια ή το Μιλάνο). Το σχέδιό της σεβάστηκε και ακολούθησε το σχέδιο της ελληνορωμαϊκής πόλης όπως γινόταν σε όλες τις Πρώιμες Bυζαντινές πόλεις. Χτίστηκαν ισχυρά τείχη και άρχισε η εξέλιξη του τόπου σε σημαντικό αστικό κέντρο και η προσέλκυση όλο και περισσότερου πληθυσμού. 

Έχει υπολογιστεί ότι την εποχή του Ιουστινιανού η πόλη φιλοξενούσε περίπου μισό εκατομμύριο ψυχές. Το κέντρο της πόλης ανοικοδομήθηκε με πολυτέλεια. Υλικά ήταν το ξύλο από τα δάση του Βελιγραδίου και το μάρμαρο από το κοντινό νησί της Προκοννήσου, ενώ εργάστηκαν εργάτες και τεχνίτες που ο Κωνσταντίνος έφερε από παντού. Σύγχρονη πηγή αφηγείται ότι η νέα πρωτεύουσα απέκτησε μεγάλες "αγορές, δύο θέατρα, πενήντα δύο στοές, σχολή, τέσσερα δικαστήρια, δεκατέσσερα παλάτια και 4388 επαύλεις" και κοσμήθηκε με εντυπωσιακά έργα τέχνης. 

Σ' αυτά πρέπει να προσθέσουμε και την ίδρυση στην περιοχή μεγάλου αριθμού εκκλησιών, αλλά και μοναστηριών που μέχρι τα μέσα του 5ου αιώνα έφθασαν τον εντυπωσιακό αριθμό των 80! Η Κωνσταντινούπολη, από τον 4ο ως τον 7ο αιώνα, αποτελούνταν συνολικά όχι μόνο από την κυρίως πόλη, αλλά και τους οικισμούς του λόφου του Έβδομου και του Γαλατά, την ανεξάρτητη πόλη της Χαλκηδόνας και από διάφορα προάστια και εμπορεία του Βοσπόρου.

ΟΙ ΠΡΩΪΜΕΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΕΣ ΠΟΛΕΙΣ Οι αρχαιολογικές ανασκαφές στην Ελλάδα και αλλού μας έχουν αποκαλύψει ένα σημαντικό αριθμό πόλεων που ταυτίζονται με τα μεγάλα  αστικά κέντρα της Πρώιμης Βυζαντινής περιόδου: τους Φιλίππους, την Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη, την Κόρινθο, τη Νικόπολη, την Αλεξάνδρεια, την Αντιόχεια, την Έφεσο, τη Μίλητο, τις Σάρδεις, την Αφροδισιάδα, την Απάμεια, τη Σεβάστεια, τη Γάζα, την Ταρσό, την Καισάρεια της Καππαδοκίας, το Σίρμιο, τη Σερδική και άλλα πολλά. Η εικόνα που παρουσίαζαν έδειχνε πόλεις ζωντανές και ακμάζουσες. 

Πρόκειται για τις ίδιες, τις παλιότερες ελληνορωμαϊκές, στις οποίες η ζωή συνεχίστηκε όπως πριν, με ελάχιστες αλλαγές. Οι κάτοικοι επισκεύασαν τα ρωμαϊκά κτήρια και τα ξαναχρησιμοποίησαν, έμεναν στα σπίτια και δούλευαν στα μαγαζιά και τα εργαστήρια. Επίσης, διατήρησαν όσα κτήρια εξυπηρετούσαν δημόσιες λειτουργίες. Στα θέατρα έδιναν παραστάσεις παντομίμας, στα λουτρά φρόντιζαν την προσωπική τους υγιεινή, στις αποθήκες φύλαγαν την τροφή τους και στις δεξαμενές το νερό που έφερναν στην πόλη μέσω των υδραγωγείων. 

Στις πλατείες θαύμαζαν έργα τέχνης, όπως σιντριβάνια και αγάλματα των πολιτικών αρχόντων, και διάβαζαν τις πληροφορίες που ανακοινώνονταν με επιγραφές, ενώ οι ιππόδρομοι έγιναν μάρτυρες των αγώνων μεταξύ ιππικών αρμάτων αλλά και… αντίπαλων κοινωνικών ομάδων. Εμπορικό κέντρο της πόλης ήταν η αγορά που βρισκόταν πάντα σε κεντρική θέση. Σε πολλές περιπτώσεις χτίστηκε νέα αγορά δίπλα στη ρωμαϊκή, ενώ σε άλλες η ρωμαϊκή επισκευάστηκε και ξαναχρησιμοποιήθηκε. Τις συνοικίες συνέδεσαν οι παλιές οδικές αρτηρίες που επισκευάστηκαν και κάποιες φορές οι νέες που κατασκευάστηκαν. 

Στη θρησκευτική ζωή των κατοίκων εστιάζεται η μεγαλύτερη αλλαγή στις πρώιμες βυζαντινές πόλεις. Χτίστηκαν τόποι λατρείας για τη νέα χριστιανική θρησκεία, εκκλησίες και μοναστήρια, και κοντά τους οι κατοικίες των επισκόπων, ενώ οι παλιοί αρχαίοι ναοί είτε εγκαταλείφθηκαν είτε μετατράπηκαν σε εκκλησίες. Επίσης, πολυτελείς κολυμβητικές δεξαμενές και νυμφαία μετατράπηκαν σε βαπτιστήρια. Τέλος, μετά τη Ρωμαϊκή Ειρήνη (Pax Romana) οι νέες, λιγότερο ασφαλείς συνθήκες επέβαλλαν την οχύρωση των πόλεων με ισχυρά τείχη, τα περισσότερα της εποχής του Μεγάλου Θεοδοσίου (408-450) και του Ιουστινιανού A΄(527-565).

 Έτσι κύλησε η ζωή μέχρι την αναστάτωση που έφερε το τέλος του 5ου και ο 6ος αιώνας. Οι ανασκαφές μάς δείχνουν καταστροφές και πυρκαγιές και οι γραπτές πηγές μιλούν για σειρά καταστρεπτικών σεισμών και αλλεπάλληλων εχθρικών επιδρομών και λεηλασιών. Τα περισσότερα από τα αστικά κέντρα, που είχαν απλωθεί και αναπτυχθεί στις κοιλάδες και τα παράλια της Μεσογείου και των Βαλκανίων για περίπου μια χιλιετία, δεν μπορούσαν πια να επιβιώσουν. Μετά την καταστροφή τους εγκαταλείφθηκαν και ο πληθυσμός τους σταδιακά, μέσω μιας διαδικασίας που θα εξελιχθεί στη Μεσοβυζαντινή περίοδο, κατέφυγε σε φυσικά οχυρές και δυσπρόσιτες τοποθεσίες κοντά στην παλιά πόλη, όπου έχτισε τα σπίτια του -με τις πέτρες που έφερε από τα κατεστραμμένα κτήρια- και οργάνωσε τη ζωή του με μεγαλύτερη ασφάλεια.
  __________________________________
 
Η συνέχεια αύριο με την ενότητα ΧΩΡΙΑ