15 Ιανουαρίου, 2010

ΒΑΡΥΣΗΜΑΝΤΟ ΕΠΙΚΑΙΡΟ ΑΡΘΡΟ ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΩΤΑΤΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΘΗΝΩΝ ΚΑΙ ΠΑΣΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ κ.κ. ΙΕΡΩΝΥΜΟΥ Β΄ ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ «ΒΗΜΟΘΥΡΟ» ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2010

ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΣΗΜΕΡΑ

Δέν έχει περάσει ή πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα και τα μηνύματα που παίρνει ή ανθρωπότητα μόνο αισιόδοξα και ελπιδοφόρα δεν μπορούν να χαρακτηριστούν. Εδώ και ένα χρόνο τουλάχιστον, ταλανίζεται ή κοινωνία μας, αλλά και ή πατρίδα μας ειδικότερα, από μιά ισχυρή οικονομική κρίση, πού μας αναγκάζει να επαναπροσδιορίσουμε πολλά από τά «αυτονόητα» πού καθόριζαν τή ζωή μας.

Οί άνθρωποι υποφέρουν. Πολλοί βασανίζονται από τά χρέη ή από τήν αδυναμία να υποστηρίξουν τήν οικογένειά τους. "Ανθρωποι εργατικοί βρίσκονται σέ απόγνωση, καθώς δέν βρίσκουν δουλειά ή ή δουλειά τους δέν επαρκεί. "Ανθρωποι αδύναμοι, ή οί λαοί του τρίτου κόσμου, βρίσκονται ακόμα πιο εκτεθειμένοι σέ τούτο τόν τυφώνα.

Έκτος τής πρόσφατης κρίσης, ή πρώτη δεκαετία τού 21ου αιώνα έχει ήδη να μετρήσει πολλά θύματα στους συνεχείς περιφερειακούς πολέμους. Και ή ίδια ή φύση μοιάζει νά εκδικείται τήν αφροσύνη μας και τήν ξέφρενη κούρσα του καταναλωτισμού και λεηλάτησης τού περιβάλλοντος και τής γης, τού κοινού «σπιτιού» όλων τών ανθρώπων. 

Πολύ σοβαρά ερωτήματα πρέπει νά θέσουμε στον εαυτό μας, για εμάς τούς ιδίους άλλά και για τόν κόσμο πού παραδίδουμε στή νέα γενιά. Μέ τή βαριά κληρονομιά τών δύο Παγκοσμίων Πολέμων του 20ου αί. πού ματοκύλισαν τήν ανθρωπότητα, νιώθουμε στους ώμους μας μιά βαριά κόπωση. Και συνάμα φέρουμε μίαν άκαρπη αμφισβήτηση και το ερώτημα τού θανάτου τού Θεού, εικόνα τής δικής μας απόγνωσης. 

Είμαστε εμείς αυτοί πού θα δώσουμε οράματα και κατεύθυνση στους νεοτέρους; Τά ιδανικά πού μας κινούσαν μέχρι σήμερα και υπαγόρευαν τή συμπεριφορά μας, είναι αυτά πού μπορούν νά μας πάνε και παραπέρα, ή πρέπει νά σταματήσουμε τήν έπιταχυνόμενη πορεία μας, νά αναρωτηθούμε σοβαρά για τήν κατεύθυνσή μας και νά επαναπροσδιορίσουμε τις αξίες μας, τόν πολιτισμό πού θέλουμε, και τόν γενικό προσανατολισμό μας; 

Πιστέψαμε ότι μπορούμε νά ζήσουμε χωρίς τόν Θεό. Και φτιάξαμε μιά κοινωνία κατ' εικόνα και ομοίωσή μας. Ή εξορία τού Θεού και ή αποϊεροποίηση τού κόσμου μας συνδέεται μέ μίαν απατηλή αισιοδοξία πού χαρακτήριζε τόν Δυτικό άνθρωπο.

Οί κυρίαρχες επιλογές αυτών πού γράφουν Ιστορία, δηλαδή τών ευνοημένων και τών νικητών τής Ιστορίας, ήταν στο πνευματικό πεδίο ή αίσθηση τής αυτάρκειας και ή αυτάρεσκη πεποίθηση ότι ό άνθρωπος και τα τεχνολογικά του επιτεύγματα μπορούν να φτιάξουν έναν κόσμο καλύτερο από εκείνον πού έπλασε ό Θεός. Κανείς δέν είναι αντίθετος στην πρόοδο. Πρέπει όμως να συμβαδίζει με αντίστοιχη πνευματική πρόοδο. Διαφορετικά, οί καινούργιες ελπίδες θά διαψεύδονται.

Ό πλούτος πού θά παράγεται δέν θά διανέμεται μέ δικαιοσύνη, αντιθέτως θά συγκεντρώνεται σέ λίγα χέρια και ή αδικία θά είναι ενδημικό χαρακτηριστικό τής κοινωνίας. Νέα φιλοσοφικά ρεύματα και επαναστατικά κινήματα πού κατά καιρούς προσπάθησαν νά αποκαταστήσουν τή δικαιοσύνη και εμπνεύστηκαν οράματα δημιουργίας ενός ένδοκοσμικού παραδείσου, χωρίς Θεό, οδήγησαν γρήγορα τις κοινωνίες σέ μεγάλη κατάρρευση.

Πιστέψαμε ότι μπορούμε νά ζήσουμε χωρίς τόν Θεό. Κάποιες φορές οί άνθρωποι πιστεύουμε guia adsurdum. Και γύρω μας βασιλεύει ένας κακός ανταγωνισμός, μιά μάχη για τήν επικράτηση, ένας φόβος για τόν συνάνθρωπο. Ή εξορία τού Θεού οδήγησε στή θεοποίηση τού άνθρωπου. 

Και ή θεοποίηση τού άνθρωπου, τό νέο λατρευόμενο είδωλο, οδήγησε πάλι πίσω, σέ πολυθεϊστικές εποχές, όπου οί θεοί και οί δαίμονες αντιμάχονταν ό ένας τόν άλλο για τήν επικράτηση. Δέν είναι νά απορεί κανείς γιατί ή βία κυριαρχεί στήν κοινωνία μας.

Γιατί ή νεότερη γενιά, νιώθοντας ότι δέν έχει χώρο για νά ζήσει και ούτε ιδανικά και πρότυπα νά τήν εμπνεύσουν, οδηγείται σέ αδιέξοδο και πολλές φορές θεωρεί ότι πρέπει νά εκφράσει τήν απελπισία και τή σωρευμένη όργή της μέ τρόπους ανοίκειους. Ή πειθαρχία και ή καταστολή ενδέχεται νά περιορίσουν τό σύμπτωμα, δέν πρόκειται όμως νά θεραπεύσουν τό αίτιο. Homo Homini lupus. Ό άνθρωπος φοβάται τόν άνθρωπο.

Ό σύγχρονος άνθρωπος, μέσα στις ευέλικτες εργασιακές του σχέσεις, μέσα στις ευέλικτες οικογενειακές και διαπροσωπικές του σχέσεις, ζει εντέλει στή μοναξιά και τή θλίψη. Και ή κοινωνία δέν είναι κοινωνία. Είναι συνονθύλευμα ατόμων πού συνυπάρχουν. Έχει νά συνεισφέρει ή Εκκλησία κάτι θετικό; 

Ή είναι κί αυτή τμήμα τής κοινωνίας μας και μέρος τού προβλήματος; Οί περισσότεροι άνθρωποι θεωρούν ότι ή Εκκλησία είναι καθρέφτισμα τής κοινωνίας, κί εμείς οί ποιμένες της άνθρωποι γεμάτοι πάθη, πού ενοχλούν περισσότερο από τά πάθη τών άλλων ανθρώπων.

"Αλλοι πάλι πιστεύουν ότι ή Εκκλησία είναι δύναμη οπισθοδρόμησης. Πολλοί πιστεύουν, όπως λένε, στόν Χριστό, αλλά δέν θέλουν νά ακούσουν για τήν Εκκλησία. Σέ μεγάλο βαθμό οί άνθρωποι έχουν δίκιο. Κί εμείς οί ποιμένες φέρουμε μεγάλη ευθύνη και οφείλουμε νά μετανοούμε και νά θεραπεύουμε τις ανεπάρκειές μας ζητώντας τήν επιείκεια αλλά και τή συμμετοχή τού λαού. 

Φέρουμε ευθύνη νά αλλάξουμε τόν τρόπο επικοινωνίας μας, αφού συνειδητοποιήσουμε ότι ή βιωματική σχέση του λαού μας μέ τήν ορθόδοξη παράδοση δέν είναι τόσο ισχυρή όσο ήταν στήν πιο κλειστή κοινωνία του παρελθόντος.

΄Ετσι, έχουμε δρόμο νά κάνουμε για νά συναντήσουμε τήν κοινωνία και νά συμβάλουμε στή διάνοιξη νέων δρόμων και προοπτικών. Αντίθετα, συχνά τρέχουμε ως οπισθοφυλακή και απλοί συντηρητές απαρχαιωμένων και συμπαθητικών, άλλά μουσειακής υφής, αξιών του έθνους. 

Για νά γίνει όμως αυτό πρέπει οί ηγέτες τής Εκκλησίας, και δέν αναφέρομαι μόνο στήν Ιεραρχία και τόν κλήρο, αλλά στόν καθένα στον φυσικό του χώρο και θέση μέ τήν οποία διακονεί τήν Εκκλησία, νά βιώνει γνήσια τήν πίστη του στόν ζωντανό Θεό, και συνάμα νά μήν φοβάται τή γνώση και τήν κριτική σκέψη. 

Επίσης, πρέπει νά διακρίνεται από θάρρος και τόλμη, αυτή πού γεννά ή υγιής πίστη, και όχι νά κυριαρχείται από φοβία για ενδεχόμενα λάθη. "Οταν πορεύεσαι κάπου, είναι πιθανόν νά πέσεις και νά τραυματιστείς, αλίμονο όμως σέ αυτόν πού δέν πορεύεται πουθενά, ή πού δέν ξανασηκώνεται νά συνεχίσει. 

Τό σήκωμα μετά τό πέσιμο θέτει και τό ζήτημα τής αμαρτίας και τής μετάνοιας στις πραγματικές του διαστάσεις. Ό θεάνθρωπος Χριστός είναι ό μόνος άναμάρτητος, άλλά και αυτός πού μάς συγχωρεί και μάς επανατοποθετεί στήν πορεία μας. "Ανθρωπος χωρίς θάρρος δέν έχει πραγματική πίστη, ούτε και υγιή κοινωνικότητα. Γιατί ή κοινωνικότητα είναι οικοδόμηση σχέσης εμπιστοσύνης...

Ή οικοδόμηση μίας τέτοιας σχέσης στηρίζεται ασφαλώς στήν ορθή κρίση αλλά οικοδομείται πάνω στο θεμέλιο τής πίστης και τής εξόδου από τόν μεμψίμοιρο εαυτό μας. Ή Εκκλησία στήν ουσία της είναι ή κατ' εξοχήν κοινωνία. Δέν είναι τυχαίο πού ή Εκκλησία επέλεξε για τόν εαυτό της ένα όνομα πού συνδέεται μέ τήν καρδιά τής Δημοκρατίας στήν αρχαία Αθήνα. 

Ή Εκκλησία τού Δήμου είναι ό κατεξοχήν χώρος έκφρασης τής κοινωνίας. Και ή Εκκλησία μάς καλεί (έκ-κα-λώ) επί τό αυτό, για νά γνωρίσουμε τήν όντως μορφή τής κοινωνίας.

Ό Θεός στόν όποιο πιστεύουμε είναι ό αγιοτριαδικός Θεός. Κάτι μοναδικό και ανεπανάληπτο στόν φυσικό κόσμο, λαμπρό και μυστηριακό, είναι ή έν τριάδι ενότητα του Θεού. Πώς γίνεται τρία πρόσωπα νά είναι συνάμα ό "Ενας Θεός; 'Εδώ ή ανθρώπινη πείρα μένει βουβή. Εμείς γνωρίζουμε ότι συχνά δέν μπορούμε νά συνεννοηθούμε μέ τούς Πιο δικούς μας ανθρώπους, και αυτή ή ενότητα μέσα στήν ετερότητα μάς μοιάζει απροσπέλαστη. 

"Οχι όμως όταν ό Θεός, πού είναι αγάπη, και λειτουργώντας ακριβώς επειδή είναι αγάπη ώς αγιοτριαδική κοινωνία, έρχεται και προσφέρεται. Προσφέρεται ολόκληρος. Εμείς μέσα στήν Εκκλησία κατά τήν ώρα τής Λειτουργίας Τόν μερίζουμε, Αυτός όμως δέν διαιρείται. 

Ο μεριζόμενος και μή διαιρούμενος Χριστός χορηγείται ολόκληρος στόν κάθε άνθρωπο πού κοινωνεί και τόν αξιώνει νά γίνει ένα μαζί Του. Κί εμείς οί ιερείς είμαστε τά εργαλεία, τά δοχεία τής Χάριτός Του. Ο αρχιεπίσκοπος και ό τελευταίος πιστός γινόμαστε ένα μπροστά στό Άγιο Ποτήριο. 

Και ό Χριστός είναι αυτός πού μάς ενώνει και μάς δίνει τή ζωή και τήν ανάσταση. "Ετσι, ή κοινωνία δέν κυριαρχείται από τή διχόνοια και τόν θάνατο άλλά άπό τήν ενότητα και τή ζωή. Ό θάνατός σου δέν είναι ή ζωή μου, άλλά ή ζωή παρέχεται απλόχερα από τόν Χορηγό τής ζωής. «Ό σίτος πολύς», λέει ό ιερός Χρυσόστομος, «ουδείς εξέλθει πεινών».

Κί αυτή ή αναστάσιμη χαρά, ή αναστάσιμη πλησμονή και αφθονία, διαχέεται σέ όλη τήν κοινωνία, για νά είναι όντως κοινωνία, δηλαδή ή από κοινού μετοχή, ή συμμετοχή. Χαρακτηριστική τής σημασιολογικής έντασης τής λέξης κατά τήν αρχαιότητα είναι ή χρήση της για να δηλώσει τήν ένωση άλλά και τόν γάμο. 

Μέσα στήν Εκκλησία ζούμε τήν πλησμονή τής κοινωνίας στήν αρχέγονή της διάσταση, εισερχόμαστε εις γάμου κοινωνίαν μέ τόν νυμφίο Χριστό, εισερχόμαστε στόν χαρούμενο κόσμο τής Βασιλείας Του. Τά παραπάνω δέν είναι άπλά ωραίες σκέψεις, ωραίες εικόνες. Σχετίζονται μέ τήν πολύ συγκεκριμένη πραγματικότητα του άρτου και του οίνου πού έχουν μεταβληθεί σέ σώμα και αίμα Χριστού. 

Τό μυστήριο αυτό δέν περιορίζεται στό χώρο του ναού και στό χρόνο τής τέλεσής του. Αντίθετα, εμπνέει, καθοδηγεί και διαχέει όλη τή ζωή. Από τις πρώτες μέρες τής αρχιερατικής διακονίας μου εξέφρασα δύο βασικές επιθυμίες για τή σχέση τής Εκκλησίας μέ τήν κοινωνία σέ πιο πρακτικό επίπεδο.

Το ένα ζήτημα είναι ή ανοιχτή πρόσκληση στήν κοινωνία και ιδίως στή νεολαία νά εισέλθει στόν χώρο τής Εκκλησίας, όπως είναι, χωρίς προϋποθέσεις. Ή Εκκλησία δέν είναι χώρος δικαστηρίου, όπου κρίνονται οί ψυχές. Αντίθετα, είναι χώρος νοσοκομείου, όπου προσερχόμαστε ασθενείς για νά βρούμε τή θεραπεία.

Ή Εκκλησία είναι τό σπίτι μας- ή πατρική μας εστία. Αλλά άν οί άνθρωποι δέν μπορούν νά βρουν τό δρόμο τους ή διστάζουν νά χτυπήσουν τήν πόρτα, εμείς οί ποιμένες έχουμε τήν υποχρέωση νά βγούμε νά τούς συναντήσουμε και νά τούς προϋπαντήσουμε. 

΄Ετσι, ερχόμαστε στό άλλο ζήτημα, πού είναι ή συμμετοχή τής Εκκλησίας στόν πόνο τής κοινωνίας. Δέν υπάρχει πτυχή τοϋ ανθρώπινου πόνου πού νά μάς αφήνει αδιάφορους.

"Οχι γιατί ό σκοπός τής Εκκλησίας εξαντλείται στό κοινωνικό της έργο. Αλλά γιατί είναι ασύμβατο νά ονομάζεσαι χριστιανός και νά μήν νοιάζεσαι για τόν άρρωστο, τόν φυλακισμένο, τόν αναξιοπαθούντα, τόν γυμνό, τόν πεινασμένο, τόν φτωχό, τόν βασανισμένο, τόν πρόσφυγα, τόν μετανάστη, τόν στιγματισμένο για τήν ψυχική του αρρώστια. 

Τόν κάθε ταλανίζόμενο αδελφό μας. Κί αυτό για έναν και μοναδικό λόγο: "Ο,τί προσφέρουμε σέ καθέναν άπό αυτούς πού ό ίδιος ό Κύριος αποκαλεί ελαχίστους αδελφούς Του, τό προσφέρουμε στόν ίδιο τό Χριστό (Ματθ. 25, 35-37). Υποχρέωση έχουμε επίσης σέ μιάν αλληλοδιδαχή, οί ποιμένες και ό λαός.

Ή Εκκλησία έχει καθήκον νά διατυπώνει τόν λόγο της και νά εκφράζει τήν αγωνία της, όταν αισθάνεται ότι ή έκπτωση τών άρχων και τών αξιών υποθηκεύει τό μέλλον τού λαού του Θεού και απαξιώνει τά ουσιώδη του βίου του. Ή δική μας δουλειά είναι νά παράγουμε πνευματικά αντισώματα, προστατευτικά του κοινωνικού οργανισμού από κάθε φθοροποιό νόσο πού εκφυλίζει τό ανθρώπινο πρόσωπο και οδηγεί σέ εκπτωτικά φαινόμενα τόν κοινό μας βίο.

Αλλά και ό λαός στήν Εκκλησία βρίσκεται στό σπίτι του. Κί όταν τό βλέπει νά φλέγεται από δικές μας αμέλειες ή αναξιότητες άς μή στέκει απέναντι ασκώντας εύκολη κριτική. Ας μπει μέσα για να σώσουμε ό,τί μπορούμε από τόν πολύτιμο θησαυρό τής πνευματικής μας κληρονομιάς. Καλωσορίζουμε τήν πρωτοβουλία και ζητούμε από τό λαό νά συμμεριστεί τις κοινές μας ευθύνες.

Χωρίς εσάς και τήν έμπρακτη άρωγή σας, χωρίς τήν αγάπη σας και τήν αφοσίωσή σας στή διακονία τού λαού μας, ό Αρχιεπίσκοπος δέν θά είναι παρά ένας μοναχικός άνθρωπος μέ προσωπικές ευαισθησίες. Σήμερα είναι εποχή μεγάλων εξαγγελιών και ρητορείας. 

Επιθυμία μας είναι νά μιλήσουν τά έργα, όχι τά λόγια. Και γί' αυτό χρειάζεται ν' ανακαλύψουμε τήν ουσία τής κοινωνίας, πού είναι ή συμμετοχή. Ή συμμετοχή στόν Χριστό πού τόν βλέπουμε στή Θεία Ευχαριστία και ή συμμετοχή στόν Χριστό πού τόν βλέπουμε στό πρόσωπο τού κάθε συνανθρώπου μας. 

Έτσι θά διαπιστώσουμε εμπειρικά μίά χαρμόσυνη και ελπιδοφόρο πραγματικότητα. Πώς ανεξάρτητα από τήν αμφιλεγόμενη πορεία τών σχέσεων κράτους και Εκκλησίας, ή σχέση τής τελευταίας μέ τήν κοινωνία είναι θεμελιώδες χαρακτηριστικό τής ίδιας τής φύσης της. Γνωρίζοντας τήν κοινωνία, γνωρίζουμε τήν Εκκλησία. Και γνωρίζοντας τήν Εκκλησία μεταμορφωνόμαστε σέ κοινωνία γνήσια και αληθινή.



ΒΑΡΥΣΗΜΑΝΤΟ ΕΠΙΚΑΙΡΟ ΑΡΘΡΟ ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΩΤΑΤΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΘΗΝΩΝ ΚΑΙ ΠΑΣΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Κ.Κ. ΙΕΡΩΝΥΜΟΥ Β΄ ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ «ΒΗΜΟΘΥΡΟ» ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2010

clip_image001

ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΣΗΜΕΡΑ

Δέν έχει περάσει ή πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα και τα μηνύματα που παίρνει ή ανθρωπότητα μόνο αισιόδοξα και ελπιδοφόρα δεν μπορούν να χαρακτηριστούν. Εδώ και ένα χρόνο τουλάχιστον, ταλανίζεται ή κοινωνία μας, αλλά και ή πατρίδα μας ειδικότερα, από μιά ισχυρή οικονομική κρίση, πού μας αναγκάζει να επαναπροσδιορίσουμε πολλά από τά «αυτονόητα» πού καθόριζαν τή ζωή μας.

Οί άνθρωποι υποφέρουν. Πολλοί βασανίζονται από τά χρέη ή από τήν αδυναμία να υποστηρίξουν τήν οικογένειά τους. "Ανθρωποι εργατικοί βρίσκονται σέ απόγνωση, καθώς δέν βρίσκουν δουλειά ή ή δουλειά τους δέν επαρκεί. "Ανθρωποι αδύναμοι, ή οί λαοί του τρίτου κόσμου, βρίσκονται ακόμα πιο εκτεθειμένοι σέ τούτο τόν τυφώνα.

Έκτος τής πρόσφατης κρίσης, ή πρώτη δεκαετία τού 21ου αιώνα έχει ήδη να μετρήσει πολλά θύματα στους συνεχείς περιφερειακούς πολέμους. Και ή ίδια ή φύση μοιάζει νά εκδικείται τήν αφροσύνη μας και τήν ξέφρενη κούρσα του καταναλωτισμού και λεηλάτησης τού περιβάλλοντος και τής γης, τού κοινού «σπιτιού» όλων τών ανθρώπων. Πολύ σοβαρά ερωτήματα πρέπει νά θέσουμε στον εαυτό μας, για εμάς τούς ιδίους άλλά και για τόν κόσμο πού παραδίδουμε στή νέα γενιά. Μέ τή βαριά κληρονομιά τών δύο Παγκοσμίων Πολέμων του 20ου αί. πού ματοκύλισαν τήν ανθρωπότητα, νιώθουμε στους ώμους μας μιά βαριά κόπωση. Και συνάμα φέρουμε μίαν άκαρπη αμφισβήτηση και το ερώτημα τού θανάτου τού Θεού, εικόνα τής δικής μας απόγνωσης. Είμαστε εμείς αυτοί πού θα δώσουμε οράματα και κατεύθυνση στους νεοτέρους;

Τά ιδανικά πού μας κινούσαν μέχρι σήμερα και υπαγόρευαν τή συμπεριφορά μας, είναι αυτά πού μπορούν νά μας πάνε και παραπέρα, ή πρέπει νά σταματήσουμε τήν έπιταχυνόμενη πορεία μας, νά αναρωτηθούμε σοβαρά για τήν κατεύθυνσή μας και νά επαναπροσδιορίσουμε τις αξίες μας, τόν πολιτισμό πού θέλουμε, και τόν γενικό προσανατολισμό μας; Πιστέψαμε ότι μπορούμε νά ζήσουμε χωρίς τόν Θεό. Και φτιάξαμε μιά κοινωνία κατ' εικόνα και ομοίωσή μας. Ή εξορία τού Θεού και ή αποϊεροποίηση τού κόσμου μας συνδέεται μέ μίαν απατηλή αισιοδοξία πού χαρακτήριζε τόν Δυτικό άνθρωπο.

Οί κυρίαρχες επιλογές αυτών πού γράφουν Ιστορία, δηλαδή τών ευνοημένων και τών νικητών τής Ιστορίας, ήταν στο πνευματικό πεδίο ή αίσθηση τής αυτάρκειας και ή αυτάρεσκη πεποίθηση ότι ό άνθρωπος και τα τεχνολογικά του επιτεύγματα μπορούν να φτιάξουν έναν κόσμο καλύτερο από εκείνον πού έπλασε ό Θεός. Κανείς δέν είναι αντίθετος στην πρόοδο. Πρέπει όμως να συμβαδίζει με αντίστοιχη πνευματική πρόοδο. Διαφορετικά, οί καινούργιες ελπίδες θά διαψεύδονται.

Ό πλούτος πού θά παράγεται δέν θά διανέμεται μέ δικαιοσύνη, αντιθέτως θά συγκεντρώνεται σέ λίγα χέρια και ή αδικία θά είναι ενδημικό χαρακτηριστικό τής κοινωνίας. Νέα φιλοσοφικά ρεύματα και επαναστατικά κινήματα πού κατά καιρούς προσπάθησαν νά αποκαταστήσουν τή δικαιοσύνη και εμπνεύστηκαν οράματα δημιουργίας ενός ένδοκοσμικού παραδείσου, χωρίς Θεό, οδήγησαν γρήγορα τις κοινωνίες σέ μεγάλη κατάρρευση.

Πιστέψαμε ότι μπορούμε νά ζήσουμε χωρίς τόν Θεό. Κάποιες φορές οί άνθρωποι πιστεύουμε guia adsurdum. Και γύρω μας βασιλεύει ένας κακός ανταγωνισμός, μιά μάχη για τήν επικράτηση, ένας φόβος για τόν συνάνθρωπο. Ή εξορία τού Θεού οδήγησε στή θεοποίηση τού άνθρωπου. Και ή θεοποίηση τού άνθρωπου, τό νέο λατρευόμενο είδωλο, οδήγησε πάλι πίσω, σέ πολυθεϊστικές εποχές, όπου οί θεοί και οί δαίμονες αντιμάχονταν ό ένας τόν άλλο για τήν επικράτηση. Δέν είναι νά απορεί κανείς γιατί ή βία κυριαρχεί στήν κοινωνία μας.

Γιατί ή νεότερη γενιά, νιώθοντας ότι δέν έχει χώρο για νά ζήσει και ούτε ιδανικά και πρότυπα νά τήν εμπνεύσουν, οδηγείται σέ αδιέξοδο και πολλές φορές θεωρεί ότι πρέπει νά εκφράσει τήν απελπισία και τή σωρευμένη όργή της μέ τρόπους ανοίκειους. Ή πειθαρχία και ή καταστολή ενδέχεται νά περιορίσουν τό σύμπτωμα, δέν πρόκειται όμως νά θεραπεύσουν τό αίτιο. Homo Homini lupus. Ό άνθρωπος φοβάται τόν άνθρωπο.

Ό σύγχρονος άνθρωπος, μέσα στις ευέλικτες εργασιακές του σχέσεις, μέσα στις ευέλικτες οικογενειακές και διαπροσωπικές του σχέσεις, ζει εντέλει στή μοναξιά και τή θλίψη. Και ή κοινωνία δέν είναι κοινωνία. Είναι συνονθύλευμα ατόμων πού συνυπάρχουν. Έχει νά συνεισφέρει ή Εκκλησία κάτι θετικό; Ή είναι κί αυτή τμήμα τής κοινωνίας μας και μέρος τού προβλήματος; Οί περισσότεροι άνθρωποι θεωρούν ότι ή Εκκλησία είναι καθρέφτισμα τής κοινωνίας, κί εμείς οί ποιμένες της άνθρωποι γεμάτοι πάθη, πού ενοχλούν περισσότερο από τά πάθη τών άλλων ανθρώπων.

"Αλλοι πάλι πιστεύουν ότι ή Εκκλησία είναι δύναμη οπισθοδρόμησης. Πολλοί πιστεύουν, όπως λένε, στόν Χριστό, αλλά δέν θέλουν νά ακούσουν για τήν Εκκλησία. Σέ μεγάλο βαθμό οί άνθρωποι έχουν δίκιο. Κί εμείς οί ποιμένες φέρουμε μεγάλη ευθύνη και οφείλουμε νά μετανοούμε και νά θεραπεύουμε τις ανεπάρκειές μας ζητώντας τήν επιείκεια αλλά και τή συμμετοχή τού λαού. Φέρουμε ευθύνη νά αλλάξουμε τόν τρόπο επικοινωνίας μας, αφού συνειδητοποιήσουμε ότι ή βιωματική σχέση του λαού μας μέ τήν ορθόδοξη παράδοση δέν είναι τόσο ισχυρή όσο ήταν στήν πιο κλειστή κοινωνία του παρελθόντος.

΄Ετσι, έχουμε δρόμο νά κάνουμε για νά συναντήσουμε τήν κοινωνία και νά συμβάλουμε στή διάνοιξη νέων δρόμων και προοπτικών. Αντίθετα, συχνά τρέχουμε ως οπισθοφυλακή και απλοί συντηρητές απαρχαιωμένων και συμπαθητικών, άλλά μουσειακής υφής, αξιών του έθνους. Για νά γίνει όμως αυτό πρέπει οί ηγέτες τής Εκκλησίας, και δέν αναφέρομαι μόνο στήν Ιεραρχία και τόν κλήρο, αλλά στόν καθένα στον φυσικό του χώρο και θέση μέ τήν οποία διακονεί τήν Εκκλησία, νά βιώνει γνήσια τήν πίστη του στόν ζωντανό Θεό, και συνάμα νά μήν φοβάται τή γνώση και τήν κριτική σκέψη. Επίσης, πρέπει νά διακρίνεται από θάρρος και τόλμη, αυτή πού γεννά ή υγιής πίστη, και όχι νά κυριαρχείται από φοβία για ενδεχόμενα λάθη.

"Οταν πορεύεσαι κάπου, είναι πιθανόν νά πέσεις και νά τραυματιστείς, αλίμονο όμως σέ αυτόν πού δέν πορεύεται πουθενά, ή πού δέν ξανασηκώνεται νά συνεχίσει. Τό σήκωμα μετά τό πέσιμο θέτει και τό ζήτημα τής αμαρτίας και τής μετάνοιας στις πραγματικές του διαστάσεις. Ό θεάνθρωπος Χριστός είναι ό μόνος άναμάρτητος, άλλά και αυτός πού μάς συγχωρεί και μάς επανατοποθετεί στήν πορεία μας. "Ανθρωπος χωρίς θάρρος δέν έχει πραγματική πίστη, ούτε και υγιή κοινωνικότητα. Γιατί ή κοινωνικότητα είναι οικοδόμηση σχέσης εμπιστοσύνης...

Ή οικοδόμηση μίας τέτοιας σχέσης στηρίζεται ασφαλώς στήν ορθή κρίση αλλά οικοδομείται πάνω στο θεμέλιο τής πίστης και τής εξόδου από τόν μεμψίμοιρο εαυτό μας. Ή Εκκλησία στήν ουσία της είναι ή κατ' εξοχήν κοινωνία. Δέν είναι τυχαίο πού ή Εκκλησία επέλεξε για τόν εαυτό της ένα όνομα πού συνδέεται μέ τήν καρδιά τής Δημοκρατίας στήν αρχαία Αθήνα. Ή Εκκλησία τού Δήμου είναι ό κατεξοχήν χώρος έκφρασης τής κοινωνίας. Και ή Εκκλησία μάς καλεί (έκ-κα-λώ) επί τό αυτό, για νά γνωρίσουμε τήν όντως μορφή τής κοινωνίας.

Ό Θεός στόν όποιο πιστεύουμε είναι ό αγιοτριαδικός Θεός. Κάτι μοναδικό και ανεπανάληπτο στόν φυσικό κόσμο, λαμπρό και μυστηριακό, είναι ή έν τριάδι ενότητα του Θεού. Πώς γίνεται τρία πρόσωπα νά είναι συνάμα ό "Ενας Θεός; 'Εδώ ή ανθρώπινη πείρα μένει βουβή. Εμείς γνωρίζουμε ότι συχνά δέν μπορούμε νά συνεννοηθούμε μέ τούς Πιο δικούς μας ανθρώπους, και αυτή ή ενότητα μέσα στήν ετερότητα μάς μοιάζει απροσπέλαστη. "Οχι όμως όταν ό Θεός, πού είναι αγάπη, και λειτουργώντας ακριβώς επειδή είναι αγάπη ώς αγιοτριαδική κοινωνία, έρχεται και προσφέρεται.

Προσφέρεται ολόκληρος. Εμείς μέσα στήν Εκκλησία κατά τήν ώρα τής Λειτουργίας Τόν μερίζουμε, Αυτός όμως δέν διαιρείται. Ο μεριζόμενος και μή διαιρούμενος Χριστός χορηγείται ολόκληρος στόν κάθε άνθρωπο πού κοινωνεί και τόν αξιώνει νά γίνει ένα μαζί Του. Κί εμείς οί ιερείς είμαστε τά εργαλεία, τά δοχεία τής Χάριτός Του. Ο αρχιεπίσκοπος και ό τελευταίος πιστός γινόμαστε ένα μπροστά στό Άγιο Ποτήριο. Και ό Χριστός είναι αυτός πού μάς ενώνει και μάς δίνει τή ζωή και τήν ανάσταση. "Ετσι, ή κοινωνία δέν κυριαρχείται από τή διχόνοια και τόν θάνατο άλλά άπό τήν ενότητα και τή ζωή. Ό θάνατός σου δέν είναι ή ζωή μου, άλλά ή ζωή παρέχεται απλόχερα από τόν Χορηγό τής ζωής. «Ό σίτος πολύς», λέει ό ιερός Χρυσόστομος, «ουδείς εξέλθει πεινών».

Κί αυτή ή αναστάσιμη χαρά, ή αναστάσιμη πλησμονή και αφθονία, διαχέεται σέ όλη τήν κοινωνία, για νά είναι όντως κοινωνία, δηλαδή ή από κοινού μετοχή, ή συμμετοχή. Χαρακτηριστική τής σημασιολογικής έντασης τής λέξης κατά τήν αρχαιότητα είναι ή χρήση της για να δηλώσει τήν ένωση άλλά και τόν γάμο. Μέσα στήν Εκκλησία ζούμε τήν πλησμονή τής κοινωνίας στήν αρχέγονή της διάσταση, εισερχόμαστε εις γάμου κοινωνίαν μέ τόν νυμφίο Χριστό, εισερχόμαστε στόν χαρούμενο κόσμο τής Βασιλείας Του.

Τά παραπάνω δέν είναι άπλά ωραίες σκέψεις, ωραίες εικόνες. Σχετίζονται μέ τήν πολύ συγκεκριμένη πραγματικότητα του άρτου και του οίνου πού έχουν μεταβληθεί σέ σώμα και αίμα Χριστού. Τό μυστήριο αυτό δέν περιορίζεται στό χώρο του ναού και στό χρόνο τής τέλεσής του. Αντίθετα, εμπνέει, καθοδηγεί και διαχέει όλη τή ζωή. Από τις πρώτες μέρες τής αρχιερατικής διακονίας μου εξέφρασα δύο βασικές επιθυμίες για τή σχέση τής Εκκλησίας μέ τήν κοινωνία σέ πιο πρακτικό επίπεδο.

Το ένα ζήτημα είναι ή ανοιχτή πρόσκληση στήν κοινωνία και ιδίως στή νεολαία νά εισέλθει στόν χώρο τής Εκκλησίας, όπως είναι, χωρίς προϋποθέσεις. Ή Εκκλησία δέν είναι χώρος δικαστηρίου, όπου κρίνονται οί ψυχές. Αντίθετα, είναι χώρος νοσοκομείου, όπου προσερχόμαστε ασθενείς για νά βρούμε τή θεραπεία.

Ή Εκκλησία είναι τό σπίτι μας- ή πατρική μας εστία. Αλλά άν οί άνθρωποι δέν μπορούν νά βρουν τό δρόμο τους ή διστάζουν νά χτυπήσουν τήν πόρτα, εμείς οί ποιμένες έχουμε τήν υποχρέωση νά βγούμε νά τούς συναντήσουμε και νά τούς προϋπαντήσουμε. ΄Ετσι, ερχόμαστε στό άλλο ζήτημα, πού είναι ή συμμετοχή τής Εκκλησίας στόν πόνο τής κοινωνίας. Δέν υπάρχει πτυχή τοϋ ανθρώπινου πόνου πού νά μάς αφήνει αδιάφορους.

"Οχι γιατί ό σκοπός τής Εκκλησίας εξαντλείται στό κοινωνικό της έργο. Αλλά γιατί είναι ασύμβατο νά ονομάζεσαι χριστιανός και νά μήν νοιάζεσαι για τόν άρρωστο, τόν φυλακισμένο, τόν αναξιοπαθούντα, τόν γυμνό, τόν πεινασμένο, τόν φτωχό, τόν βασανισμένο, τόν πρόσφυγα, τόν μετανάστη, τόν στιγματισμένο για τήν ψυχική του αρρώστια. Τόν κάθε ταλανίζόμενο αδελφό μας. Κί αυτό για έναν και μοναδικό λόγο: "Ο,τί προσφέρουμε σέ καθέναν άπό αυτούς πού ό ίδιος ό Κύριος αποκαλεί ελαχίστους αδελφούς Του, τό προσφέρουμε στόν ίδιο τό Χριστό (Ματθ. 25, 35-37).

Υποχρέωση έχουμε επίσης σέ μιάν αλληλοδιδαχή, οί ποιμένες και ό λαός.

Ή Εκκλησία έχει καθήκον νά διατυπώνει τόν λόγο της και νά εκφράζει τήν αγωνία της, όταν αισθάνεται ότι ή έκπτωση τών άρχων και τών αξιών υποθηκεύει τό μέλλον τού λαού του Θεού και απαξιώνει τά ουσιώδη του βίου του. Ή δική μας δουλειά είναι νά παράγουμε πνευματικά αντισώματα, προστατευτικά του κοινωνικού οργανισμού από κάθε φθοροποιό νόσο πού εκφυλίζει τό ανθρώπινο πρόσωπο και οδηγεί σέ εκπτωτικά φαινόμενα τόν κοινό μας βίο.

Αλλά και ό λαός στήν Εκκλησία βρίσκεται στό σπίτι του. Κί όταν τό βλέπει νά φλέγεται από δικές μας αμέλειες ή αναξιότητες άς μή στέκει απέναντι ασκώντας εύκολη κριτική. Ας μπει μέσα για να σώσουμε ό,τί μπορούμε από τόν πολύτιμο θησαυρό τής πνευματικής μας κληρονομιάς. Καλωσορίζουμε τήν πρωτοβουλία και ζητούμε από τό λαό νά συμμεριστεί τις κοινές μας ευθύνες.

Χωρίς εσάς και τήν έμπρακτη άρωγή σας, χωρίς τήν αγάπη σας και τήν αφοσίωσή σας στή διακονία τού λαού μας, ό Αρχιεπίσκοπος δέν θά είναι παρά ένας μοναχικός άνθρωπος μέ προσωπικές ευαισθησίες. Σήμερα είναι εποχή μεγάλων εξαγγελιών και ρητορείας. Επιθυμία μας είναι νά μιλήσουν τά έργα, όχι τά λόγια. Και γί' αυτό χρειάζεται ν' ανακαλύψουμε τήν ουσία τής κοινωνίας, πού είναι ή συμμετοχή. Ή συμμετοχή στόν Χριστό πού τόν βλέπουμε στή Θεία Ευχαριστία και ή συμμετοχή στόν Χριστό πού τόν βλέπουμε στό πρόσωπο τού κάθε συνανθρώπου μας. Έτσι θά διαπιστώσουμε εμπειρικά μίά χαρμόσυνη και ελπιδοφόρο πραγματικότητα. Πώς ανεξάρτητα από τήν αμφιλεγόμενη πορεία τών σχέσεων κράτους και Εκκλησίας, ή σχέση τής τελευταίας μέ τήν κοινωνία είναι θεμελιώδες χαρακτηριστικό τής ίδιας τής φύσης της. Γνωρίζοντας τήν κοινωνία, γνωρίζουμε τήν Εκκλησία. Και γνωρίζοντας τήν Εκκλησία μεταμορφωνόμαστε σέ κοινωνία γνήσια και αληθινή.

Ο Μακαριώτατος έθεσε στη διάθεση της Πολιτείας την "Αλληλεγγύη" για την Αϊτή 15/1/2010

clip_image002

Ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος μετά την ισχυρότατη σεισμική δόνηση στην Αϊτή που προκάλεσε το θάνατο εκατοντάδων χιλιάδων συνανθρώπων μας και άφησε πίσω του δεκάδες χιλιάδες τραυματίες και εκτεταμένες ζημιές, έθεσε τη Μ.Κ.Ο. «Αλληλεγγύη» της Εκκλησίας της Ελλάδος στη διάθεση της Πολιτείας για τη συγκέντρωση και αποστολή ανθρωπιστικής βοήθειας στους πληγέντες.

Ο Γενικός Διευθυντής της Μ.Κ.Ο. «Αλληλεγγύη» κ. Κωνσταντίνος Δήμτσας βρίσκεται σε συνεχή επικοινωνία με την κεντρική διοίκηση της Caritas στην Ιταλία, τη Πρεσβεία του Βατικανού στην Αθήνα, τη διεθνή οργάνωση Sant ‘ Egidio, τη Γαλλική Πρεσβεία καθώς και τους Γιατρούς του Κόσμου  για το συντονισμό κοινών δράσεων.

 

Δήλωση του Γενικού Διευθυντή της Οικονομικής Υπηρεσίας της Εκκλησίας της Ελλάδος κ. Αντωνίου Ζαμπέλη, με αφορμή τη σύγκλιση της Γενικής Συνέλευσης της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος (Ε.Τ.Ε.) την 13η Ιανουαρίου 2010

image

Αθήνησι, 13 Ιανουαρίου 2010

Η Εκκλησία της Ελλάδος αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους μετόχους της ΕΤΕ κατέχοντας έως σήμερον 9.300.000 μετοχές ,δηλαδή το 1,5% του συνολικού μετοχικού κεφαλαίου της Τράπεζας. Εάν κάποιος συνυπολογίσει και τα 2.300.000 μετοχές των κληροδοτημάτων της Ι. Μητροπόλεως Ιωαννίνων και τις περίπου 300.000 μετοχές της Ι. Μητροπόλεως Ηλείας , η Εκκλησία της Ελλάδος καθίσταται ένας από τους τρείς μεγαλύτερους μετόχους της Τράπεζας και ως εκ τούτου ένας σημαντικός διαμορφωτής της εταιρικής διακυβερνήσεως της.

Στις 14 Ιανουαρίου 2010 έχει αποφασισθεί η σύγκλισις της Γενικής Συνελεύσεως της ΕΤΕ με τον επισυναπτόμενο κατάλογο θεμάτων . Στα θέματα της ημερησίας διατάξεως και ειδικότερον στα 5,6 και 7 , αναφέρεται η εκλογή νέου Διοικητικού Συμβουλίου δια μίαν τριετία. Η νέα ηγεσία της ΕΤΕ (ο Πρόεδρος κ. Β. Ράπανος και ο Δ. Σύμβουλος κ. Ταμβακάκης) πρότειναν ένα νέο δωδεκαμελές Διοικητικό Συμβούλιο αποτελούμενο από τους κ.κ. Β. Ράπανο, Α. Ταμβακάκη, Ι. Γιαννίδη , Ι. Παναγόπουλο , Αλ. Σταύρου , Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Ιωαννίνων κ.κ. Θεόκλητο (ως εκπρόσωπο των κληροδοτημάτων των Ιωαννίνων – ιδρυτικών μετόχων της ΕΤΕ) , Στ. Βαβαλίδη {υφιστάμενα μέλη εκ του απερχομένου Διοικητικού Συμβουλίου} και πέντε νέα μέλη , ήτοι τις κυρίες Αλεξάνδρα Παπαλεξοπούλου και Μαρία Σκλαβενίτη και τους κ.κ Γ. Ζαννιά , Β. Κωνσταντακόπουλο, Π. Σαμπατακάκη .

Σημειώνεται ότι μένουν τρείς κενές θέσεις στο Διοικητικό Συμβούλιο διότι αυτό είναι δεκαπενταμελές . Αξιοσημείωτον είναι ότι εκτός του Αγίου Ιωαννίνων που εκπροσωπεί ένα σεβαστό αριθμό μετοχών ουδείς εκ των προτεινομένων νέων μελών εμφανίζεται να κατέχει μετοχές της ΕΤΕ. Λόγω της σπουδαιότητος των εταιρικών θεμάτων που έχει να διαχειρισθεί το νέο Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΤΕ , όπως

α) η διανομή μερίσματος κατά την προηγουμένη και τρέχουσα εταιρική χρήση

β) η αποχώρησις της Τράπεζας από το πρόγραμμα του οικονομικού πακέτου στήριξης της Κυβερνήσεως ύψους 28 Δις Ευρώ το οποίο δεν εμφανίζεται να το χρειάζεται λόγω της ιδιαίτερα αυξημένης κεφαλαιακής της επάρκειας

γ) η αυτόνομη πορεία της ΕΤΕ στο ελληνικό τραπεζικό γίγνεσθαι

δ) η διοχέτευση αυξημένης ρευστότητος προς την αγορά και την κατανάλωση

ε) ο καθορισμός των απαραίτητων προβλέψεων στον ισολογισμό της Τράπεζας

στ) η πορεία της Εθνικής Ασφαλιστικής, κλπ, κρίνεται απαραίτητη η όσο το δυνατόν αντιπροσωπευτικότερη εκπροσώπησις των μετόχων στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΤΕ.

Η Εκκλησία της Ελλάδος λόγω της δεσπόζουσας θέσεως της στην μετοχική σύνθεση της ΕΤΕ και πιστεύοντας ότι εκφράζει την πλειονοψηφία των Ασφαλιστικών Ταμείων, των Κοινωφελών Ιδρυμάτων και των Σωματείων που προσδοκούν την διανομή μερίσματος από την ΕΤΕ για την ευόδωση των κοινωφελών σκοπών τους , απαιτεί και παρακαλεί όλους τους μετόχους που έχουν το μέγιστο έννομο συμφέρον, να απαιτήσουν στην Γενική Συνέλευση των Μετόχων :

α) την ρητή και κατηγορηματική δέσμευση του νέου Διοικητικού Συμβουλίου ,όποιου προκύψει από αυτήν , έστω και με δικαστικές ενέργειες ,να προβεί στην διανομή τουλάχιστον του προβλεπόμενου από τον Νόμο μερίσματος (δηλαδή του 35% )

β) στην αποχώρηση της ΕΤΕ από το χρηματοδοτικό πακέτο στήριξης των 28 δις Ευρώ που ούτε το έχει ανάγκη (διότι η ΕΤΕ δανείσθηκε μόνο 350 εκατ Ευρώ και με πολύ υψηλό επιτόκιο) και την Πολιτεία θα ενισχύσει με την επιστροφή του ποσού αυτού για τις αυξημένες δανειακές της ανάγκες

γ) την εκλογή τριών ακόμη μελών στο νέο Διοικητικό Συμβούλιο (ούτως ώστε να γίνει δεκαπενταμελές όπως και τα προηγούμενα έτη ) που θα προέρχονται απευθείας και θα αντιπροσωπεύουν μεγάλο και ικανό αριθμό μετόχων όπως ορίζουν οι αρχές και το πλαίσιο της υγιούς εταιρικής διακυβερνήσεως και της εύρυθμης και αντιπροσωπευτικής λειτουργίας ενός Διοικητικού Συμβουλίου .

δ) την στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και των ιδιωτών με την αναγκαία ρευστότητα (μέσω των καθορισμένων διαδικασιών της Τράπεζας) και όχι την δέσμευση των κεφαλαίων της Τράπεζας .

ε) την αυτόνομη πορεία της Τράπεζας στην Ελλάδα και στην Νοτιοανατολική Μεσόγειο με ότι αυτό συνεπάγεται για την αυτονομία της Τράπεζας και των μετόχων της.

Πιστεύουμε ακράδαντα ότι μόνον και μόνον τότε, η ΕΤΕ θα κατοχυρώσει τα δικαιώματα των μετόχων της που έχουν διαχρονικά πιστέψει στην δυναμική και αυτόνομη πορεία της , όπως έως σήμερα έπραξαν όλες οι προηγούμενες διοικήσεις της.