07 Νοεμβρίου, 2009

ΣΥΝΑΞΗ ΑΡΧΑΓΓΕΛΩΝ ΜΙΧΑΗΛ ΚΑΙ ΓΑΒΡΙΗΛ και των λοιπών Ασωμάτων και ουράνιων ταγμάτων 8 Νοεμβρίου

taksiarxes

Κατά την Αγία Γραφή οι άγγελοι στέλνονται από το Θεό με μορφή ορατή (οι άγγελοι είναι αόρατα αγαθά πνεύματα κοντά στο Θεό) σε σπουδαίες ιστορικές περιστάσεις, που πρόκειται να εκδηλωθεί ή να εκτελεσθεί κάποια μεγάλη θεία θέληση. Τη σχέση, τώρα, που έχουν οι άγγελοι με το Θεό και τους ανθρώπους, καθώς και την αποστολή τους, βλέπουμε επίσης μέσα στην Αγία Γραφή.

Και ιδιαίτερα, αγαπητέ αναγνώστη, αν διαβάσεις τους Ψαλμούς 33, στιχ. 8 και 90, στιχ. 10 – 12, στη δε Καινή Διαθήκη, Ματθ. ιη΄ στιχ. 10, καθώς επίσης και στην προς Εβραίους επιστολή, κεφ. α΄ στιχ. 14, όπου ο συγγραφέας αναφωνεί: «ουχί πάντες εισί λειτουργικά πνεύματα εις διακονίαν αποστελόμενα δια τους μέλλοντας κληρονομείν σωτηρίαν;».

Δηλαδή δεν είναι όλοι οι άγγελοι πνεύματα υπηρετικά, τα οποία ενεργούν όχι από δική τους πρωτοβουλία, αλλ΄ αποστέλλονται από το Θεό για να υπηρετήσουν εκείνους που μέλλουν να κληρονομήσουν την αιώνια ζωή; Επικεφαλής δε των αγγελικών δυνάμεων είναι οι αρχάγγελοι Μιχαήλ και Γαβριήλ. Τον Μιχαήλ συναντάμε στην Παλαιά Διαθήκη. Π.χ. όταν ο Αβραάμ μέλλει να θυσιάσει τον Ισαάκ, στον Ιησού του Ναυή, στον Ηλία και αλλού.

Τον Γαβριήλ συναντάμε στην Καινή Διαθήκη, όπως στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου και αλλού. Στη μνήμη, λοιπόν, των αποστόλων και του έργου που επιτελούν οι άγγελοι, η Εκκλησία μας όρισε τη γιορτή της 8ης Νοεμβρίου.

ΠΡΟΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ Για Διαβούλευση «Ενίσχυση Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Εισφορά Κοινωνικής Ευθύνης των μεγάλων επιχειρήσεων και της μεγάλης ακίνητης περιουσίας»

clip_image002

Άρθρο 1

Έκτακτη Ενίσχυση Κοινωνικής Αλληλεγγύης

1 Καταβάλλεται έκτακτη ενίσχυση κοινωνικής αλληλεγγύης, για τη στήριξη των οικογενειών των μισθωτών και αγροτών με πολύ χαμηλό εισόδημα και των ευπαθών κοινωνικών ομάδων, ύψους από τριακόσια ευρώ (300) έως και χίλια τριακόσια ευρώ (1.300).

2 Δικαιούχοι του επιδόματος είναι:

Α) Φορολογούμενοι, οι οποίοι κατά το οικονομικό έτος 2009, βαρύνονταν φορολογικά από ένα τουλάχιστον πρόσωπο των περιπτώσεων β,γ,δ,ε, και η, του άρθρου 7 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 2238/1994 ΦΕΚ Α΄ 151), εφόσον το συνολικό οικογενειακό εισόδημά τους εμπίπτει κατά ποσοστό τουλάχιστον πενήντα τοις εκατό (50%) στις κατηγορίες Ε΄ και ΣΤ΄ (εισόδημα από μισθωτή εργασία ή και αγροτικές εκμεταλλεύσεις) του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος και δεν υπερβαίνει τα ποσά που ορίζονται στον πίνακα που ακολουθεί.

Το ύψος της ενίσχυσης καθορίζεται ανάλογα με τον αριθμό των προσώπων που βαρύνουν φορολογικά τον δικαιούχο ως εξής:

ΑΡΙΘΜΟΣ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΠΟΥ ΒΑΡΥΝΟΥΝ ΤΟΝ ΔΙΚΑΙΟΥΧΟ

ΑΝΩΤΑΤΟ ΥΨΟΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ

ΥΨΟΣ ΕΠΙΔΟΜΑΤΟΣ

1

14.000,00

700,00

2

15.500,00

800,00

3

17.000,00

1.000,00

4

18.500,00

1.100,00

5

20.000,00

1.200,00

6 και άνω

21.500,00

1.300,00

Β) Οι συνταξιοδοτούμενοι από τον Οργανισμό Γεωργικών Ασφαλίσεων, εφόσον δεν υπερβαίνουν τα εισοδηματικά κριτήρια χορήγησης του Επιδόματος Κοινωνικής Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΚΑΣ), όπως ισχύουν.

Γ) Οι συνταξιοδοτούμενοι από οποιοδήποτε ασφαλιστικό οργανισμό, εφόσον τους καταβάλλεται κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, το ΕΚΑΣ.

Δ) Συνταξιούχοι, λόγω γήρατος ή θανάτου, των ασφαλιστικών οργανισμών κυρίας ασφάλισης αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, ανεξαρτήτως ηλικίας, καθώς και οι συνταξιούχοι δυνάμει των διατάξεων της παρ. 5 του άρθρου 2 του ν. 3029/2002 (ΦΕΚ Α΄ 160) και των άρθρων 4 και 16 του ν. 3232/2004 (ΦΕΚ Α΄ 48 ), όπως ισχύουν, εφόσον δεν υπερβαίνουν τα εισοδηματικά κριτήρια χορήγησης του ΕΚΑΣ.

Ε) Τα Άτομα με Ειδικές Ανάγκες (Α.Μ.Ε.Α) που λαμβάνουν προνοιακά επιδόματα.

ΣΤ) Οι νεφροπαθείς που λαμβάνουν το διατροφικό επίδομα.

Ζ) Όσοι λαμβάνουν , κατά την 3η Νοεμβρίου 2009 την ενίσχυση απροστατεύτων παιδιών, που προβλέπεται από τις διατάξεις του ν. 4051/1960 (ΦΕΚ Α΄68) και του Π.Δ. 108/1983 (ΦΕΚ Α΄ 49) , εφόσον δεν υπερβαίνουν τα εισοδηματικά κριτήρια χορήγησης του ΕΚΑΣ.

Η) Οι κάτοχοι κατά την 3η Νοεμβρίου 2009, βιβλιαρίου ανασφαλίστου, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν.Δ. 57/1973 (ΦΕΚ Α΄ 149) και της υπ’ αριθμ.Π2α/139491/16.11.2006 Κ.ΥΑ. (ΦΕΚ Β΄ 1747).

Θ) Οι εγγεγραμμένοι κατά την 3η Νοεμβρίου 2009 στα μητρώα του Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού ως άνεργοι, εφόσον δεν υπερβαίνουν τα εισοδηματικά κριτήρια χορήγησης του ΕΚΑΣ.

3. Το ύψος της ενίσχυσης κοινωνικής αλληλεγγύης για τις περιπτώσεις Β έως και Θ ορίζεται για κάθε δικαιούχο ως εξής:

α) Για τις περιπτώσεις Β και Γ : τριακόσια ευρώ (300).

β) Για τις περιπτώσεις Δ, Ε, ΣΤ , Ζ , Η και Θ: τετρακόσια ευρώ (400).

4. Η ενίσχυση του άρθρου αυτού καταβάλλεται σε δύο ισόποσες δόσεις , από τις οποίες η πρώτη μέχρι 31.12. 2009, και η δεύτερη μέχρι 30.6.2010, είναι αφορολόγητη και δεν υπολογίζεται στα εισοδηματικά όρια για την καταβολή του ΕΚΑΣ, του πολυτεκνικού επιδόματος και οποιασδήποτε άλλης παροχής κοινωνικού ή προνοιακού χαρακτήρα.

5 . Κάθε δικαιούχος λαμβάνει το επίδομα από μία και μόνο πηγή.

Άρθρο 2

Έκτακτη Εισφορά Κοινωνικής Ευθύνης στα μεγάλα κέρδη των επιχειρήσεων

1 Επιβάλλεται έκτακτη, εφάπαξ εισφορά, κοινωνικής ευθύνης, στο συνολικό καθαρό εισόδημα, οικονομικού έτους 2009, των επιχειρήσεων, με εξαίρεση τις ατομικές επιχειρήσεις, όπως αυτό προσδιορίζεται στις ισχύουσες διατάξεις των παραγράφων 7 του άρθρου 105 και 19 του άρθρου 31 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν.2238/1994, ΦΕΚ Α΄ 151).

Για τις επιχειρήσεις που τήρησαν τα βιβλία τους σύμφωνα με τους κανόνες των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων (Δ.Λ.Π.), η έκτακτη εισφορά επιβάλλεται στα καθαρά κέρδη που προκύπτουν από την εφαρμογή τους, εφόσον αυτά είναι μεγαλύτερα από το συνολικό καθαρό εισόδημα.

1 Η έκτακτη εισφορά που επιβάλλεται στο συνολικό καθαρό εισόδημα ή στα καθαρά κέρδη της προηγουμένης παραγράφου, υπολογίζεται ως εξής:

α) Από πέντε εκατομμύρια ευρώ (5.000.000) έως και δέκα εκατομμύρια ευρώ (10.000.000), η έκτακτη εισφορά ισούται με το γινόμενο του συνολικού καθαρού εισοδήματος ή των καθαρών κερδών της προηγουμένης παραγράφου, επί συντελεστή πέντε τοις εκατό (5%).

β) Για τη διαφορά του συνολικού καθαρού εισοδήματος ή των καθαρών κερδών από δέκα εκατομμύρια ένα ευρώ (10.000.001) έως και είκοσι πέντε εκατομμύρια ευρώ (25.000.000), η έκτακτη εισφορά υπολογίζεται με συντελεστή επτά τοις εκατό (7%) και

γ) Για τη διαφορά του συνολικού καθαρού εισοδήματος ή των καθαρών κερδών από είκοσι πέντε εκατομμύρια ένα ευρώ (25.000.0001) και άνω, η έκτακτη εισφορά υπολογίζεται με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%).

Το ποσό της έκτακτης εισφοράς περιορίζεται αναλόγως, σε κάθε περίπτωση, ώστε το εναπομένον συνολικό καθαρό εισόδημα ή τα καθαρά κέρδη , που απετέλεσαν τη βάση προσδιορισμού της , να μην υπολείπεται του ποσού των πέντε εκατομμυρίων ευρώ (5.000.000).

1 Σε περίπτωση υπερδωδεκάμηνης διαχειριστικής περιόδου, ως συνολικό καθαρό εισόδημα ή καθαρά κέρδη για την εφαρμογή του άρθρου αυτού, λαμβάνεται το ποσό που προκύπτει αναλογικά για τους δώδεκα (12) μήνες.

2 Για τον υπολογισμό της έκτακτης εισφοράς εκδίδεται εκκαθαριστικό σημείωμα, αντίγραφο του οποίου αποστέλλεται στην επιχείρηση. Η έκτακτη εισφορά βεβαιώνεται από τον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας που είναι αρμόδιος για την φορολογία της επιχείρησης κατά την οριζόμενη διαδικασία στον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος.

Σε περίπτωση μετατροπής ή συγχώνευσης της επιχείρησης, η έκτακτη εισφορά βεβαιώνεται στο όνομα της νέας επιχείρησης που προέρχεται από τη μετατροπή ή συγχώνευση. Αν από φορολογικό έλεγχο προκύψει διαφορά του καθαρού εισοδήματος ή των καθαρών κερδών , η έκτακτη εισφορά επιβάλλεται, με το οικείο φύλλο ελέγχου της φορολογίας εισοδήματος.

1 Η προθεσμία άσκησης της προσφυγής ή υποβολής αίτησης για διοικητική επίλυση της διαφοράς, καθώς και η άσκηση της προσφυγής ενώπιον του διοικητικού πρωτοδικείου, δεν αναστέλλει τη βεβαίωση και την είσπραξη της εισφοράς.

2 Οι διατάξεις του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, καθώς και του ν.2717/1999 (ΦΕΚ 97 Α ΄), όπως ισχύουν, εφαρμόζονται αναλόγως και για την έκτακτη εισφορά, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις διατάξεις του άρθρου αυτού.

3 Η έκτακτη εισφορά που βεβαιώνεται, καταβάλλεται σε οκτώ (8) ίσες μηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη μέχρι την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου μήνα από τη βεβαίωση της εισφοράς και η κάθε μία από τις επόμενες, μέχρι την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες, αντίστοιχα. Το ποσό της κάθε δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των είκοσι χιλιάδων ευρώ (20.000).

Aν η καταβολή του συνόλου της έκτακτης εισφοράς γίνει μέσα στην προθεσμία της πρώτης δόσης χορηγείται έκπτωση δύο και μισό τοις εκατό (2,5%), με εξαίρεση την περίπτωση που το σύνολο της έκτακτης εισφοράς πρέπει να καταβληθεί σε μία μόνο δόση.

4 Η έκτακτη εισφορά που καταβάλλεται από την επιχείρηση,δεν αφαιρείται για τον προσδιορισμό του φορολογητέου εισοδήματός της.

5 Η έκτακτη εισφορά επιστρέφεται, κατά το μέρος που αποδεδειγμένα το εισόδημα ή τα κέρδη επί των οποίων επιβλήθηκε, απετέλεσε και εισόδημα ή κέρδη άλλης επιχείρησης, για τα οποία καταβλήθηκε έκτακτη εισφορά σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού.

΄Αρθρο 3

Κοινωνική συνεισφορά της μεγάλης ακίνητης περιουσίας , με αύξηση του συντελεστή ΕΤΑΚ

1. Αντικαθίσταται το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης Α΄ του άρθρου 11 του ν. 3634/2008 (ΦΕΚ Α΄ 9) όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 παρ. 4 του ν. 3763/2009 (ΦΕΚ Α΄ 80) , ως εξής:

«Επί της συνολικής αξίας της ακίνητης περιουσίας, μετά την αφαίρεση των ποσών που προβλέπονται στο άρθρο 9 του νόμου αυτού , επιβάλλεται τέλος με προοδευτικό συντελεστή ως εξής: α) Για αξία μέχρι και εξακόσιες χιλιάδες ευρώ (600.000) , ένα τοις χιλίοις (1%ο),

β) Για αξία από εξακόσιες χιλιάδες ένα ευρώ (600.001) μέχρι και ένα εκατομμύριο ευρώ (1.000.000) , δύο τοις χιλίοις (2%ο),

γ) Για αξία από ένα εκατομμύριο ένα ευρώ (1.000.001) μέχρι και τέσσερα εκατομμύρια ευρώ (4.000.000) , τέσσερα τοις χιλίοις (4%ο),

γ) Για αξία από τέσσερα εκατομμύρια ένα ευρώ (4.000.001) και άνω, έξι τοις χιλίοις (6%ο).»

1 Το δεύτερο εδάφιο της περιπτώσεως Β του άρθρου 11 του ν. 3634/2008 αντικαθίσταται ως εξής:

«Η αξία των ακινήτων των ημεδαπών και των αλλοδαπών , με τον όρο της αμοιβαιότητας, νομικών προσώπων μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, που επιδιώκουν αποδεδειγμένα σκοπούς κοινωφελείς, θρησκευτικούς, φιλανθρωπικούς και εκπαιδευτικούς, καθώς και τα υποκείμενα σε τέλος ακίνητα των περιπτώσεων ι΄ ια΄και ιβ΄ του άρθρου 8 , φορολογείται με συντελεστή τρία επί τοις χιλίοις (3%ο)»

2 Από την υποπερίπτωση γ) της περιπτώσεως Β του άρθρου 11 του ν. 3634/2008 διαγράφονται οι περιπτώσεις ι΄, ια΄και ιβ΄

3 Οι διατάξεις του άρθρου 22 του ν. 3756/2009 (ΦΕΚ Α΄ 53) εξακολουθούν να ισχύουν.

4 Οι διατάξεις του άρθρου 11 του ν. 3634/2008 όπως τροποποιούνται με τις διατάξεις του άρθρου αυτού, εφαρμόζονται από το έτος 2009 και για κάθε επόμενο έτος, για ακίνητη περιουσία που βρίσκεται στην Ελλάδα και ανήκει σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα , την 1η Ιανουαρίου κάθε έτους.

΄Αρθρο 4

Εξουσιοδοτικές διατάξεις – Έναρξη ισχύος

1 Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού μπορεί να ρυθμίζονται, οι ειδικότερες προϋποθέσεις, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, ο φορέας και η διαδικασία καταβολής της ενίσχυσης κοινωνικής αλληλεγγύης στις κατηγορίες των δικαιούχων του άρθρου 1, ο χρόνος καταβολής της δεύτερης δόσης, η διαδικασία καταβολής της έκτακτης εφάπαξ εισφοράς κοινωνικής ευθύνης, οι ειδικότερες προϋποθέσεις και η διαδικασία επιστροφής της εισφοράς για την περίπτωση της παρ. 8 του άρθρου 2, και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια εφαρμογής των διατάξεων του νόμου αυτού.

2 Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από την δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις του.

Αθήνα, 3 Νοεμβρίου 2009

Επιστολή της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος προς τον Υπουργό Οικονομικών κ. Γεώργιο Παπακωνσταντίνου. (6/11/2009)

IMG_3247

Τελικές θέσεις της Δ.Ι. Σ. κατά τη δημόσια διαβούλευση επί του προσχεδίου Νόμου με τίτλο: Ενίσχυση της Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Εισφοράς Κοινωνικής Ευθύνης των μεγάλων επιχειρήσεων και της μεγάλης ακίνητης περιουσίας.

Πρωτ. 4258

Αριθμ. Διεκπ. 2176

Αθήνησι 6ῃ Νοεμβρίου 2009

Προς
Τον Εξοχώτατον κ. Γεώργιον Παπακωνσταντίνου,

Υπουργόν Οικονομικών.

Ενταύθα.

Θέμα : Σχόλια επί του Προσχεδίου Νόμου για την «Ενίσχυση της Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Εισφοράς Κοινωνικής Ευθύνης των μεγάλων επιχειρήσεων και της μεγάλης ακίνητης περιουσίας».

Εξοχώτατε,

Μελετώντας το προσχέδιο Νόμου του ως άνω θέματος το οποίο αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα της Κυβερνήσεως δια διαβούλευσιν με τους κοινωνικούς φορείς και τους πολίτες προχθές την πρωίαν, έχομεν να παραθέσωμεν τα κάτωθι προς ενημέρωσίν Σας :

Το Προσχέδιον Νόμου προς Διαβούλευσιν περιέχει τέσσαρα άρθρα. Το πρώτο άρθρο αναφέρεται στην έκτακτη ενίσχυση κοινωνικής αλληλεγγύης προς «αναξιοπαθούντας (ευπαθείς)» συμπολίτας μας και αναφέρει τις κατηγορίες και το ύψος των επιδομάτων που πρόκειται να δοθούν. Το δεύτερο άρθρο αναφέρεται στην έκτακτη εισφορά που καλούνται να καταβάλλουν οι επιχειρήσεις που επέδειξαν κερδοφορία κατά το 2008 (οικονομικό έτος 2009) . Το τρίτο άρθρο που αποτελεί και το επίμαχο για τα νομικά πρόσωπα της Εκκλησίας της Ελλάδος αναφέρεται στην αύξηση του συντελεστή ΕΤΑΚ, και το τέταρτο άρθρο αναφέρεται στα διαδικαστικά εφαρμογής του Νόμου, δηλαδή στις εξουσιοδοτικές διατάξεις και στην έναρξη ισχύος του Νόμου. Στο τρίτο άρθρο, που μας αφορά άμεσα και ειδικότερα στο 3.2 (και όχι 3.1 που αναφέρεται λανθασμένα) αναφέρεται ότι «Η αξία των ακινήτων των ημεδαπών και των αλλοδαπών, με τον όρο της αμοιβαιότητας, νομικών προσώπων μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, που επιδιώκουν αποδεδειγμένα σκοπούς κοινωφελείς, θρησκευτικούς, φιλανθρωπικούς και εκπαιδευτικούς , καθώς και τα υποκείμενα σε τέλος ακίνητα των περιπτώσεων ι’, ια’ και ιβ’ του άρθρου 8, φορολογείται με συντελεστή τρία επί τοις χιλίοις (3‰ )».

Πρώτον, το σχέδιο νόμου επιβάλλει τριπλασιασμό του ΕΤΑΚ όχι μόνον στην μεγάλη ακίνητη περιουσία των Ν.Π.Δ.Δ. της Εκκλησίας της Ελλάδος, αλλά γενικά σε κάθε ακίνητη περιουσία των εκκλησιαστικών νομικών προσώπων, ακόμα και εάν είναι μικρή. Κατά το σχέδιο νόμου ο τριπλασιασμός του συντελεστή υπολογισμού του ΕΤΑΚ επιβάλλεται εις βάρος όλων των εκκλησιαστικών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου της Εκκλησίας της Ελλάδος (Εκκλησία Ελλάδος, Ι.Μητροπόλεις, Ι.Μονές, Ενορίες), ακόμα και εάν δεν είναι ιδιοκτήτες μεγάλης ακίνητης περιουσίας.

Δεύτερον, θεωρούμε ότι το σχέδιο νόμου προβαίνει σε αντισυνταγματική φορολογική διάκριση σε βάρος των θρησκειών και δογμάτων γενικώς. Δεν είναι κατανοητό σε επίπεδο φορολογικής και εκκλησιαστικής πολιτικής ποιος είναι ο αληθής λόγος δημοσίου συμφέροντος, που συντείνει υπέρ της βαρύτερης φορολόγησης στην Ελλάδα γενικώς των ακινήτων περιουσιών των νομικών προσώπων των γνωστών θρησκειών και δογμάτων σε σχέση με άλλα νομικά πρόσωπα.

Ειδικότερα κατά το προσχέδιο νόμου (άρθρο 3), τα νομικά πρόσωπα των θρησκειών και δογμάτων, με μοναδικό κριτήριο διαφοροποίησης ότι είναι «θρησκευτικά», φορολογούνται βαρύτερα από ένα νομικό πρόσωπο λ.χ. που ασκεί εμπορική δραστηριότητα σε ακίνητο.

Τρίτον, το σχέδιο νόμου προβαίνει σε αντισυνταγματική φορολογική διάκριση σε βάρος των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου της Εκκλησίας της Ελλάδος σε σχέση με τα υπόλοιπα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου του ελληνικού κράτους.

Η παραπάνω διατύπωση του άρθρου 3 πολύ απλά σημαίνει ότι η Εκκλησία της Ελλάδος, που αποτελεί το μόνο Χριστιανικό Δόγμα με υπόσταση Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου, υποβιβάζεται στην κατηγορία των λοιπών δογμάτων και θρησκειών που δεν είναι Ν.Π.Δ.Δ. και εξισώνεται με τις κατηγορίες ια’ και ιβ’ του άρθρου 8, που είναι τα Μουσεία, τα Ιδρύματα και τα μουσουλμανικά βακούφια. Δηλαδή, η επικρατούσα θρησκεία της Ελλάδος κατά το άρθρο 3 του ισχύοντος Ελληνικού Συντάγματος επιεικώς ανατρέπεται. Για μία ακόμη φορά η Ελληνική Πολιτεία μεταχειρίζεται την εν Ελλάδι Ορθόδοξη Εκκλησία ως Ν.Π.Δ.Δ ως προς τις υποχρεώσεις και όχι ως προς τα δικαιώματα, αφού σαφώς εξαιρεί τα υπόλοιπα Ν.Π.Δ.Δ από την καταβολή επαυξημένου Ε.Τ.Α.Κ και τα διατηρεί στο προηγούμενο καθεστώς του 1‰ (επομένη παράγραφος 3.3).

Με το δεδομένο ότι η Εκκλησία της Ελλάδος, οι Ι. Μητροπόλεις, οι Ι. Μονές και Ενορίες, η Αποστολική διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος, το Διορθόδοξο Κέντρο της Εκκλησίας της Ελλάδος κατά το άρθρο 1 παρ. 4 του ν. 590/1977 (Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας της Ελλάδος) είναι Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) «κατά τις νομικές τους σχέσεις» η αύξηση με το άρθρο 3 παράγραφο 2 του προτεινόμενου Σχεδίου Νόμου του συντελεστή του Ενιαίου Τέλους Ακινήτων (Ε.Τ.Α.Κ.).

Από 1‰ σε 3‰, όχι για το Ελληνικό Δημόσιο και για όλα τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, στα οποία περιλαμβάνονται και οι Ο.Τ.Α. (Δήμοι, Κοινότητες, Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις), τα Α.Ε.Ι. και Τ.Ε.Ι. της χώρας, αρκετά από τα Ασφαλιστικά Ταμεία κ.λ.π., ει μόνον για τα παραπάνω Ν.Π.Δ.Δ. του Κλίματος της Εκκλησίας της Ελλάδος (του άρθρου 1 παρ. 4 του ν. 590/1977) αποτελεί αντισυνταγματική διάκριση (παράβαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης, 4 παρ. 1 Συντ.) και παραβίαση της υποχρέωσης ίσης προστασίας της περιουσίας (άρθρο 1 του 1ου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου ΕΣΔΑ) σε βάρος της Εκκλησίας της Ελλάδος και των λοιπών ΝΠΔΔ του άρθρου 1 παρ. 4 του ν. 590/1977.

Το ίδιο βεβαίως ισχύει και για όσα εκκλησιαστικά νομικά πρόσωπα των λοιπών γνωστών εν Ελλάδι θρησκειών είναι και αυτά κατά το ελληνικό δίκαιο Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου (Ισραηλιτικές Κοινότητες του ν. 2456/1920 άρθρο 1, Μουφτείες Δυτ. Θράκης του ν. 1920/1991, άρθρο 7). Εξ άλλου, ήδη έχει διευκρινισθεί κατά την νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (απόφαση της 9.12.1994, Ιερές Μονές κατά Ελλάδος) ότι τα εκκλησιαστικά Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου του ν. 590/1977 ναι μεν είναι οργανισμοί δημοσίου δικαίου, είναι όμως παράλληλα και υποκείμενα ατομικών ελευθεριών έναντι του κράτους με αντικείμενο π.χ. τον ίσο σεβασμό της περιουσίας τους. Συνεπώς παραμένει δεδομένη και ακέραιη, παρά την ιδιότητα τους ως Ν.Π.Δ.Δ., η υποχρέωση του εθνικού νομοθέτη να σέβεται την συνταγματική αρχή της ίσης μεταχείρισης και της ίσης προστασίας της περιουσίας κατά την επιβολή φορολογικών βαρών επί της ακίνητης περιουσίας των νομικών προσώπων του άρθρου 1 παρ. 4 του ν. 590/1977 σε σχέση με τα γενικώς ισχύοντα ως προς την φορολογική επιβάρυνση της ακίνητης περιουσίας των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου.

Τέταρτον, τo άρθρο 3 παρ. 2 του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου παραβιάζει επίσης καταφανώς την αρχή της αναλογικότητας, η οποία απευθύνεται πρωτίστως στο νομοθέτη και η οποία είναι συνταγματικώς κατοχυρωμένη στο αρθ. 25 παρ. 1 Συντάγματος ως προς το συνταγματικώς κατοχυρωμένο (αρθ. 17 Συντάγματος) δικαίωμα ιδιοκτησίας της Εκκλησίας. Το γεγονός πως επιβάλλεται, πολλώ δε μάλλον αυξάνεται, από το νομοθέτη και εκφραστή της εκτελεστικής εξουσίας η φορολογική εισφορά επί της ακίνητης περιουσίας της Εκκλησίας, ενώ παράλληλα περίπου το 60% της εκκλησιαστικής περιουσίας παραμένει παρανόμως δεσμευμένη από το ίδιο το Δημόσιο μέσω απαλλοτριώσεων χωρίς αποζημίωση, χαρακτηρισμένων ως κοινόχρηστων χώρων, των οποίων η άρση έχει διαταχθεί με αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις, οι οποίες δεν εφαρμόζονται από το ίδιο το Δημόσιο και τους αρμόδιους υπουργούς και υπηρεσίες του, όχι μόνο παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας ως προς το νομοθέτη και τη δημόσια εξουσία, όπως αυτή ασκείται από την εκτελεστική εξουσία, αλλά και την αρχή της χρηστής διοίκησης ως προς τα διοικητικά όργανα (Δ.Ο.Υ κτλ.) που θα κληθούν να εφαρμόσουν τη διάταξη.

Παράλληλα, το ως άνω άρθρο παραβιάζει ευθέως το άρθρο 17 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) και το άρθρο 1 του 1ου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου αυτής, όπου κατοχυρώνεται ρητώς το δικαίωμα στην ιδιοκτησία, που περιλαμβάνει το δικαίωμα του ιδιοκτήτη στην χρήση, κάρπωση και άντληση όλων των ωφελειών που απορρέουν από το δικαίωμα αυτό. Όταν το ίδιο το Δημόσιο μέσω διαφόρων διοικητικών εκφάνσεών του (π.χ. Υπουργείων, Δήμων, Υπηρεσιών κτλ.) όχι μόνο δεν επιτρέπει στην Εκκλησία να ασκήσει ως έδει και κατά τη θέλησή Της το δικαίωμα ιδιοκτησίας επί της ακίνητης περιουσίας της, αλλά και της επιβάλλει ΕΤΑΚ και αύξηση μάλιστα αυτού επί της ως άνω περιουσίας, παραβιάζει ευθέως το άρθρο 17 ΕΣΔΑ, που κάνει λόγο για απαγόρευση κατάχρησης δικαιώματος έναντι και κράτους μέλους, όταν παραβιάζεται – μεταξύ άλλων – το άρθρο 1 του 1ου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου ΕΣΔΑ, όπως συμβαίνει εν προκειμένω. Ειδικότερα, ο τριπλασιασμός του ΕΤΑΚ αφορά σε όλα τα ακίνητα των νομικών προσώπων της Εκκλησίας της Ελλάδος, ακόμα και εάν δεν αξιοποιούνται οικονομικά. Τα Ν.Π.Δ.Δ. του άρθρου 1 παρ. 4 του ν. 590/1977 είναι ως εκκλησιαστικά Ν.Π.Δ.Δ. και μη κερδοσκοπικά νομικά πρόσωπα, που δεν διενεργούν εμπορικές πράξεις και δεν έχουν ως σκοπό την παραγωγή ή άσκηση εμπορικής δραστηριότητας, αλλά στην καλύτερη περίπτωση αποκομίζουν κάποιο μίσθωμα. Αντιθέτως, η Εκκλησία της Ελλάδος, πολλές Ι. Μητροπόλεις, Ι.Μονές και Ι. Ναοί αντιμετωπίζουν τα παρακάτω χρόνια προβλήματα :

α) καταπατημένα ακίνητα

β) μη αξιοποιούμενα ακίνητα

γ) χρησιδανεισμένα ακίνητα (κάποιες Ι.Μητροπόλεις, Ι.Μονές και Ι.Ναοί έχουν παραχωρήσει δωρεάν, και μάλιστα για αρκετά μακρό χρόνο, στο ελληνικό Δημόσιο, στους Ο.Τ.Α., σε Σωματεία κλπ., την χρήση μεγάλων ακινήτων τους προκειμένου να ανεγερθούν και να λειτουργούν επ’ αυτών σχολεία, βρεφονηπιακοί σταθμοί, αθλητικές εγκαταστάσεις, νοσοκομεία και κέντρα υγείας κλπ.. Με τον τριπλασιασμό του ΕΤΑΚ κατ’ ουσίαν «τιμωρούνται» για το γεγονός ότι τα παραχώρησαν για κοινωφελείς σκοπούς και δεν τα εκμίσθωσαν, ώστε να εισπράττουν κάποιο έσοδο).

δ) ακίνητα που έχουν ρυμοτομηθεί με τοπικές τροποποιήσεις ρυμοτομικών σχεδίων ως κοινόχρηστα (π.χ. χώροι πρασίνου, αναψυχής), δεν καταβλήθηκε ποτέ η αποζημίωση για να ολοκληρωθούν οι απαλλοτριώσεις, έχουν εκδοθεί αμετάκλητες αποφάσεις που διατάσσουν το Δημόσιο να ανακαλέσει τα ρυμοτομικά βάρη, αλλά τα σχετικά προεδρικά διατάγματα δεν εκδίδονται λόγω της πολιτικής πίεσης τοπικών παραγόντων, που επιθυμούν την διατήρηση ως κοινόχρηστων των ακινήτων της Εκκλησίας, αν και χωρίς αποζημίωσή τους, προκειμένου να αποκτούν έτσι μεγαλύτερη αγοραία αξία τα όμορα ακίνητα ή προκειμένου να μην ρυμοτομηθούν ως κοινόχρηστα ακίνητα ιδιωτών.

Είναι κατανοητό από τα παραπάνω ότι σε πλείστες περιπτώσεις τα νομικά πρόσωπα της Εκκλησίας της Ελλάδος είτε δεν μπορούν λόγω οικονομικής αδυναμίας να αξιοποιήσουν ακίνητά τους, είτε λόγω παρανόμως διατηρουμένων δεσμεύσεων σε αυτά, είτε τα κρατούν προς τον σκοπό παραχώρησής τους αργότερα ή ανοικοδόμησης επ’ αυτών για την λειτουργία προνοιακών δομών της Εκκλησίας ή των Ο.Τ.Α. ή του Δημοσίου.

Πέμπτον, εάν συνυπολογισθεί ότι κατά την διάταξη της υποπερίπτωσης γ΄ της περίπτωσης Β του άρθρου 11 του ν. 3634/2008, ως μέλλει να έχει μετά την απάλειψη της περίπτωσης ι (που αφορά στην Εκκλησία της Ελλάδος και τα λοιπά εκκλησιαστικά Ν.Π.Δ.Δ.), το Ε.Τ.Α.Κ. θα συνεχίσει να υπολογίζεται με συντελεστή 1‰ για τα κτίσματα, που ιδιοχρησιμοποιούνται για την παραγωγή ή άσκηση εμπορικής δραστηριότητας (υποπερ. α), καθίσταται καταφανής ακόμη μια πλευρά της άνισης μεταχείρισης σε βάρος των εκκλησιαστικών Ν.Π.Δ.Δ., τα οποία δεν ασκούν εμπορική δραστηριότητα, αλλά στην καλύτερη περίπτωση αποκομίζουν απλώς ένα μηνιαίο μίσθωμα από την παραχώρηση των ακινήτων τους. Θεωρούμε ότι η προτεινόμενη διαφορετική (δυσμενέστερη) φορολογική μεταχείριση της Εκκλησίας της Ελλάδος δεν θα είναι ανεκτή συνταγματικώς, αλλά και εν όψει των διατάξεων της Ε.Σ.Δ.Α.. Η αρχή αυτή αυτοθρόως ισχύει ενδεχομένης και προκειμένης της υπαγωγής της Εκκλησίας της Ελλάδος σε κάθε φόρο, ο οποίος πρέπει να επιβάλλεται με τήρηση της αρχής της ίσης μεταχείρισης ως προς το ύψος του συντελεστή, το είδος των απαλλαγών και εξαιρέσεων, το αντικείμενο της φορολογίας για όλα τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου.

Σε κάθε περίπτωση αξιώνουμε απλώς ίση μεταχείριση με τα λοιπά Ν.Π.Δ.Δ., η δε διαφοροποίηση των Ν.Π.Δ.Δ. του άρθρου 1 παρ. 4 του ν. 590/1977 από τα λοιπά Ν.Π.Δ.Δ. με μόνο κριτήριο την ιδιότητά τους ως «εκκλησιαστικών», όπως συμβαίνει εν προκειμένω, συνιστά δυσμενή μεταχείριση με κριτήριο εν γένει τις θρησκευτικές πεποιθήσεις, από τις οποίες δεν επιτρέπεται κατά το Σύνταγμα (άρθρο 13 παρ. 1 εδ. 2) να εξαρτάται η ίση ή όχι προστασία της περιουσίας κανενός φυσικού ή νομικού προσώπου.

Η δημιουργία νέων φορολογικών αντικειμένων ή φορολογική επιβάρυνση μόνον για την Εκκλησία της Ελλάδος και εν γένει τα Ν.Π.Δ.Δ. του άρθρου 1 παρ. 4 του ν. 590/1977 και όχι και για όλα τα Ν.Π.Δ.Δ. της ελληνικής επικράτειας αποτελεί εκ μέρους της νομοθετικής εξουσίας συνειδητή έναρξη απορρυθμίσεως των σχέσεων Κράτους και Εκκλησίας της Ελλάδος και εκθεμελίωση της ιδιότητας της τελευταίας ως Ν.Π.Δ.Δ.. Το χειρότερο όμως είναι ότι η Πολιτεία κωφεύει στα χρόνια αιτήματά μας περί αποδεσμεύσεως των εναπομεινάντων ακινήτων μας από την αφαίμαξη της εκκλησιαστικής περιουσίας, και μας ανάγκασε και μας αναγκάζει να πληρώσουμε φόρο κατοχής περιουσίας (ΕΤΑΚ) σε ακίνητα που δεν μπορούμε να αξιοποιήσουμε είτε για φιλανθρωπικούς είτε για εμπορικούς σκοπούς για να εξευρεθούν οι κατάλληλοι πόροι για την στήριξη των κοινωφελών Ιδρυμάτων μας και του τεράστιου προνοιακού μας έργου, το οποίο (βλ. ενδεικτική συνημμένη κατάσταση) καθίσταται υπό τις νέες συνθήκες δυσχερέστατο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η καταβολή του ΕΤΑΚ του περασμένου έτους που ανήλθε μόνο για την Κεντρική Υπηρεσία στο ποσό των 700.000 Ε και από το οποίο το 60% αφορά στα παρανόμως δεσμευμένα ακίνητα της Εκκλησίας. Δεσμευμένα ακίνητα για τα οποία έχει καταβληθεί Ε.Τ.Α.Κ. Ειδικότερα, για τα 123 κάτωθι εκκλησιαστικά ακίνητα συνολικής αντικειμενικής αξίας 413.272.898 Ε, ἡ Εκκλησία της Ελλάδος έχει καταβάλει το 1‰ της αξίας των ως φορολογία Ε.Τ.Α.Κ., καίτοι είναι δεσμευμένα για διάφορους λόγους (χώροι πρασίνου, αρχαιολογικοί χώροι, χώροι ανεγέρσεως σχολικών κτιρίων κλπ).

Συγκεκριμένα και επί παραδείγματι στη Βουλιαγμένη υφίστανται δεσμεύσεις διά τα εκκλησιαστικά ακίνητα επί των οδών Αγ. Νικολάου (ΟΤ 5), Αθηνάς (ΟΤ 9, 26, 30), Ακτής (ΟΤ 100-101), Αμαρυλίδος (ΟΤ 42), Άρεως (ΟΤ 27, 36), Αρμονίας (ΟΤ 1310), Αχιλλέως (ΟΤ 13, 20 ), Γλαύκης (ΟΤ 134), Δανάης (ΟΤ 127, 128, 130), Δεκελείας (ΟΤ 123), Δήμητρας (ΟΤ 26), Διονύσου (ΟΤ 29, 36), Έλλης (ΟΤ 126), Εσπερίδων (ΟΤ 124, 125), Ηούς (ΟΤ 9), Ήρας (ΟΤ 42), Θαλείας (ΟΤ 41), Θησέως (ΟΤ 13, 21, 22, 26, 27, 35, 37), Ιάσονος (ΟΤ 38, 70, 75), Ικάρου (ΟΤ 28), Κενταύρων (ΟΤ 7, 8, 11), Κρόνου (ΟΤ 10 & 11) Λητούς (ΟΤ 47, 53, 55), Μαυρολέοντος (ΟΤ 74, 132), Ουρανού (ΟΤ 8, 9, 10, 11), Πανδώρας (ΟΤ 36), Πάνος (ΟΤ 133), Ποσειδώνος (ΟΤ 79, 149, 150, 151, 152), Φαέθωντος (ΟΤ 22, 23), Φασκομηλιά, ΟΤ 52, ΟΤ74 και λίμνη Βουλιαγμένης. Στη Αθήνα στα επί των οδών Δεινοκράτους (ΟΤ 68035), Βαλσαμώνος (ΟΤ 69062), Ξανθουλίδου (ΟΤ 95113), Χελντεραιχ και Σφιγγός (ΟΤ 47090). Στη Θεσσαλονίκη στα επί των οδών Αντιγονίδων 16, Μεγάλου Αλεξάνδρου 17 και Χατζή, Ολύμπου (ΟΤ 8 ), Βασιλέως Γεωργίου, Μπιζανίου και Εθνικής Αμύνης, Μανουσογιαννάκη και Εθνικής Αμύνης. Στον Πειραιά στο επί της ακτής Ξαβερίου εκκλησιαστικό ακίνητο (ΟΤ 63). Στον Πύργο στο επί της οδού Μανωλοπούλου εκκλησιαστικό ακίνητο.

Εξοχώτατε Κύριε Υπουργέ,

Όπως αντιλαμβάνεσθε εκ των ανωτέρω περιγραφέντων, καθίσταται άδικος και άνισος κάθε επιβολή τέλους ΕΤΑΚ διαφορετικού από τα λοιπά Ν.Π.Δ.Δ και ιδιαίτερα στην Εκκλησία της Ελλάδος που καταχρηστικά προέβη το περασμένον έτος στην πληρωμή ολόκληρου του τέλους αυτού από την στιγμήν που το εξήντα τοις εκατό (60%) της υποκειμένης εις ΕΤΑΚ ακινήτου περιουσίας μας τελεί υπό ομηρεία και δέσμευσιν.

Ο Αρχιγραμματεύς
† Αρχιμ. Κύριλλος Μισιακούλης