19 Οκτωβρίου, 2009

Ανακομιδή των λειψάνων του Αγίου Γερασίμου του εν Κεφαλληνία (20 Οκτωβρίου)

image

Το 1560 ο Άγιος Γεράσιμος έφτασε στα Ομαλά όπου και ανακαίνισε το ξωκκλήσι της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, ιδρύοντας παράλληλα γυναικεία κοινοβιακή Μονή με πολυμελή αδελφότητα ονομάζοντάς την "Νέα Ιερουσαλήμ". Κοιμήθηκε το 1579 και ανακηρύχθηκε άγιος από το Οικουμενικό Πατριαρχείο το 1622.

Το 1582, στις 20 Οκτωβρίου έγινε η Β' ανακομιδή του ιερού λειψάνου του Αγίου, το οποίο έκτοτε παραμένει άφθαρτο και ευωδιάζον προς προσκύνηση και αγιασμό των πιστών. Είναι ενδεδυμένο με άμφια ταφής του Αγίου και εκτίθεται προς προσκύνηση μέσα σε τζαμένια λειψανοθήκη που ενσωματώνεται σε μεγαλύτερη, ασημένια, περίτεχνη λάρνακα, η οποία είναι τοποθετημένη πάνω από τον τάφο του Αγίου.

Μέσα στη μονή υπάρχει η είσοδος για το σπήλαιο που ασκήτευε ο Αγιος, την «Σκήτη», στην οποία μπορεί να περιηγηθεί ο επισκέπτης. Το σπήλαιο διαθέτει δύο χώρους και σε αυτό συμβαίνει ένα παράξενο φαινόμενο:
η τρύπα που ενώνει τους δύο χώρους ενώ είναι πολύ στενή, επιτρέπει την είσοδο σε όλους τους επισκέπτες ανεξαρτήτως διαστάσεων, αλλά και δεν τους λερώνει παρά το ότι είναι λασπώδης.

Στην Μονή σώζονται τα τρία μεγάλα πλατάνια που φύτευσε ο Άγιος, τα τρία πηγάδια και τα 37 μικρότερα που άνοιξε με τα χέρια του επ' ωφελεία της ανύδρου περιοχής καθώς και τα δύο αλώνια που έχτισε και στα οποία εργαζόταν για να εξασφαλίσει τα αναγκαία για τη Μονή. Ο νέος περικαλλής ιερός ναός του Αγίου αποπερατώθηκε με τις ενέργειες του νυν Μητροπολίτη κ.κ. Σπυρίδωνα και εγκαινιάστηκε από τον Μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κυρό Σεραφείμ στις 19 Ιουλίου 1992.

Από το έτος ιδρύσεως της Μονής μέχρι σήμερα τελείται σε αυτήν θεία λειτουργία, τις ώρες 03.00π.μ. έως 07.00π.μ. Η Μονή πανηγυρίζει και στις 16 Αυγούστου (Κοίμηση του Αγίου).

Επίσης, στις 20 και 26 Οκτωβρίου (Ανακομιδή και Απόδοσις Ανακομιδής Αγίου Λειψάνου) σηκώνεται ορθός ο Άγιος και κατά το Μεγάλο Σάββατο και μένει στη Βημόθυρα μέχρι την Κυριακή του Θωμά, οπότε και τελείται Πανηγυρική Αρχιερατική Θεία Λειτουργία.

Ο Άγιος γεννήθηκε το 1509 στα Τρίκαλα της Κορινθίας. Καταγόταν από την επίσημη οικογένεια των Νοταράδων και ήταν γιος του Δημητρίου και της Καλής. Από μικρός έλαβε χριστιανική και αρχοντική ανατροφή και διακρινόταν στο σχολείο για την ευστροφία και την ευφυΐα του μυαλού του. Ευγενική ψυχή ο Γεράσιμος, συμπαθούσε τους φτωχούς συμμαθητές του και τους βοηθούσε με κάθε τρόπο.

Όταν έφτασε σε ώριμη ηλικία, περιηγήθηκε διάφορα μέρη, όπως την Ζάκυνθο, την Κωνσταντινούπολη και τα γύρω απ' αυτή, το Άγιον Όρος, διάφορες Μονές της Ανατολής για να μείνει στην Ιερουσαλήμ. Εκεί υπηρέτησε σαν νεωκόρος για ένα χρόνο στον Ναό της Αναστάσεως και χειροτονήθηκε Διάκονος και αργότερα Πρεσβύτερος, από τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων Γερμανό.

Κατόπιν έφυγε και από εκεί και κατέληξε στην τοποθεσία Ομαλά της Κεφαλονιάς, όπου έκτισε γυναικείο Μοναστήρι και το ονόμασε Νέα Ιερουσαλήμ. Στη Μονή αυτή λοιπόν, αφού έζησε ασκητικά και ανέπτυξε μεγάλες αρετές, βοηθώντας πνευματικά και υλικά τους κατοίκους της Κεφαλονιάς, απεβίωσε ειρηνικά στις 15 Αυγούστου του 1579, σε ηλικία περίπου 70 ετών.

________________________

Των εορταστικών εκδηλώσεων της Ιερά Μονής εφέτος 20/10/2009 θα προεξάρχει ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Κ.Κ. ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ Β΄

ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΥΠΡΟΥ κ.κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΕΙΣ ΤΟ ΣΥΛΛΕΙΤΟΥΡΓΟ ΠΟΥ ΕΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΗΘΗ ΣΤΗΝ ΛΕΥΚΩΣΙΑ ΣΤΟΝ ΙΕΡΟ ΝΑΟ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΦΑΝΕΡΩΜΕΝΗΣ ΕΝΟΨΕΙ ΤΟΥ ΔΙΑΛΟΓΟΥ ΜΕΤΑΞΥ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΚΑΙ ΡΩΜΑΙΟΚΑΘΟΛΙΚΩΝ (18/10/2009)

image

Με ιδιαίτερη χαρά και με την αίσθηση της ευθύνης απέναντι στην Χριστιανική ανθρωπότητα, η παλαίφατη Εκκλησία της Κύπρου, η αρχαιότερη στον Ευρωπαϊκό χώρο, φιλοξενεί φέτος το διάλογο μεταξύ Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών. Ο Θεολογικός αυτός διάλογος είναι ο κυριότερος στα πλαίσια των διμερών επίσημων θεολογικών διαλόγων της Ορθοδοξίας με την ετεροδοξία που γίνονται με συντονιστή το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Καλωσορίζω εκ μέρους της Ιεραρχίας και του πληρώματος της Αποστολικής Εκκλησίας της Κύπρου όλους εσάς τους διακεκριμένους εκπροσώπους των κατά τόπους αυτοκεφάλων Ορθοδόξων Εκκλησιών καθώς και τους εκπροσώπους της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας και εύχομαι ευόδωση των εργασιών σας.

Σ’ ένα κόσμο που, στις μέρες μας, οι Χριστιανοί κινδυνεύουμε να γίνουμε μειονότητα, είναι ανάγκη να συνδιαλεγόμαστε, με σκοπό την άρση των διαφορών και διά της ευρέσεως της προ του χωρισμού μας κοινής πίστεως, να πορευθούμε την κοινήν οδόν της σωτηρίας, εκπληρώνοντας έτσι και την προσευχή του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού προς τον Θεόν – Πατέρα «ίνα πάντες έν ώσι».

Αν σήμερα διαλεγόμαστε για τα πολλά και επικίνδυνα κακά της εποχής μας, – τη μόλυνση της ατμόσφαιρας, τη μείωση της οζονόσφαιρας, την αλλαγή των κλιματολογικών συνθηκών λόγω της ανθρώπινης πλεονεξίας -, οφείλουμε πρωτίστως να διαλεχθούμε και να θεραπεύσουμε το δικό μας κακό, εκείνο της διαίρεσης, για να μπορούμε να ενεργούμε με μεγαλύτερη επιρροή και αξιοπιστία. Η αποφυγή του διαλόγου, όπως γινόταν για αιώνες, καθώς και η αποφυγή αναφοράς στα σημαντικά προβλήματα και δυσκολίες που υπήρχαν ανάμεσα στην Ορθόδοξη και τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, δεν είναι τακτική που μπορεί να αποδώσει αποτελέσματα και να υπηρετήσει την αλήθεια. Όπως είπε σε άλλη συνάφεια ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Περγάμου «όποιος πιστεύει την αλήθεια δεν φοβάται να διαλεχθεί». Και ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός αναφέρει σχετικά: «Ότε διίστανται τινές αλλήλων και ου χωρούσι προς λόγους, δοκεί μείζων είναι η μεταξύ τούτων διαφορά. Ότε δ’ εις λόγους συνέλθωσι και εκάτερον μέρος νουνεχώς ακροάσηται τα παρ’ εκατέρου λεγόμενα, ευρίσκεται πολλάκις ολίγη η τούτων διαφορά.

Η παρούσα συνάντηση δημιουργεί την ελπίδα της αντιμετώπισης καίριων προβλημάτων στις σχέσεις των δύο Εκκλησιών μας με αίσθημα ευθύνης. Ομολογείται από όλους ότι σήμερα παρήλθεν η εποχή των παγετώνων στις σχέσεις Ορθόδοξης και Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας και ότι ευρισκόμεθα στην περίοδο της τήξεως των πάγων. Είναι, όμως, γεγονός ότι οι σχέσεις των Εκκλησιών μας δηλητηριάστηκαν και δηλητηριάζονται από το πρόβλημα της Ουνίας, που αποτελεί μια εκκλησιολογική εκτροπή, και τυγχάνει για μας μια απαράδεκτη μέθοδος προσηλυτισμού εκ μέρους των Ρωμαιοκαθολικών.

Ακανθώδες πρόβλημα στις συναντήσεις Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών παραμένει και το θέμα του προβαλλόμενου πρωτείου του Πάπα εις την Εκκλησίαν. Γνωρίζω πως μια πτυχή του θέματος, και δη η θέση του επισκόπου της Ρώμης στην Εκκλησία κατά την πρώτη χιλιετία του Χριστιανισμού, θα απασχολήσει την παρούσα συνάντηση. Δεν θα ήθελα, με κανένα τρόπο, να παρέμβω στο διάλογο. Επειδή όμως η ενότης θα προκύψει όχι από τον θεολογικό διάλογο αλλά μετά από απόφαση των Εκκλησιών, είναι σωστό να ακούονται και να λαμβάνονται υπόψη και οι ανησυχίες του πιστού λαού.

Εμείς στην Ανατολή, ανέκαθεν θεωρούσαμε τον Επίσκοπο της Ρώμης, εντός μιας ενωμένης Εκκλησίας, ως τον πρώτο μεταξύ ίσων, στο πλαίσιο της πενταρχίας των πατριαρχών. Η Ρώμη, ως πρωτεύουσα τότε του κράτους, προσέδωσε στον επίσκοπό της την τιμητική αυτή θέση. Γι’ αυτό και όταν στο Annuario pontificio του έτους 2006 απαλείφθηκε ο καθιερωμένος μέχρι το σχίσμα του 1054 εκκλησιαστικός τίτλος του Πάπα ως Πατριάρχη της Δύσεως, ο λαός μας ανησύχησε. Ο τίτλος αυτός συνδέεται άρρηκτα με την κοινή κατά την πρώτη χιλιετία εκκλησιολογία της τοπικής Εκκλησίας, στην οποία θεμελιώθηκε και η όλη κανονική παράδοση για τη διοικητική οργάνωση της Εκκλησίας. Η απάλειψη του τίτλου αυτού δημιούργησε στον Ορθόδοξο λαό την υποψία για προσπάθεια επιβολής του παπικού πρωτείου όπως διαμορφώθηκε στη Δύση κατά τη δεύτερη χιλιετία του Χριστιανισμού.

Η Εκκλησία της Κύπρου μένουσα σταθερά προσηλωμένη στην Ορθόδοξη πίστη της αλλά θεωρούσα την ενότητα ως εντολή του Χριστού, δεν διστάζει μαζί με όλες τις άλλες Ορθόδοξες Εκκλησίες να προσέλθει στο διάλογο με τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, παρά τις πιο πάνω ανησυχίες και παρά την πικρία των καταπιέσεων και μαρτυρίων του ποιμνίου της κατά τους αιώνες της Λατινοκρατίας.

Μαζί με όλες τις άλλες Ορθόδοξες Εκκλησίες υπογραμμίζουμε τη σταθερή εμμονή μας στους καθιερωμένους βασικούς πόλους της εκκλησιαστικής συνείδησης της πρώτης χιλιετίας του ιστορικού βίου της Εκκλησίας. Οι Οικουμενικές Σύνοδοι και οι μεγάλοι Πατέρες της πρώτης χιλιετίας αποτελούν εχέγγυο για την αυθεντική θεολογική ερμηνεία του μυστηρίου της εν Χριστώ Θείας οικονομίας αλλά και για την αυθεντική βίωσή του από τους πιστούς στο μυστήριο της Εκκλησίας, στο οποίο προεκτείνεται, υπό την καθοδήγηση του Αγίου Πνεύματος, η συνεχής και ενεργός παρουσία του Χριστού μέσα στον κόσμο, μέχρι της συντελείας του αιώνος.

Η με ειλικρίνεια και εντιμότητα αναζήτηση εκ μέρους των Εκκλησιών μας, της κοινής πίστεως της αδιαιρέτου Εκκλησίας της πρώτης χιλιετίας, θα πρέπει να είναι η μόνη επιδίωξη και ο μόνιμος στόχος μας.

Θα ήθελα όμως να απευθυνθώ και προς μία μικρή μερίδα Ορθοδόξων που, καλή τη πίστει, πιστεύω, επαναλαμβάνουν αποσπασματικά και εκτός από τη συνάφεια για την οποία εγράφησαν ή θεσπίστηκαν, κάποιους ιερούς κανόνες και σκανδαλίζονται από την συμπροσευχή με μη Ορθοδόξους. Και τους ερωτώ: Αν την κοινή συμπροσευχή απαγόρευαν οι Κανόνες, τότε η Εκκλησία θα επέτρεπε στους κατηχουμένους, που ήταν αβάπτιστοι ή ενδεχομένως ανήκαν σε άλλες ομολογίες ή αιρέσεις, να συμμετέχουν σ’ ένα μέρος της Θείας Λειτουργίας; Ή, δεν συνιστά συμπροσευχή η τέλεση μικτών γάμων, η τέλεση δηλαδή του μυστηρίου του στεφανώματος σε δύο ανθρώπους εκ των οποίων ο ένας (είτε ο άνδρας είτε η γυναίκα) είναι ετερόδοξος; Άλλη, επομένως, είναι η πρόνοια των Ιερών Κανόνων και άλλος ο σκοπός τους.

Κι από την άλλη, δεν συνιστά εγωϊσμό, και μάλιστα εωσφορικό εγωϊσμό, το να θέτει κάποιος, είτε λαϊκός είτε κληρικός, την γνώμη του πάνω από τη γνώμη και τις αποφάσεις των τοπικών συνόδων όλης της Ορθοδοξίας; Έπαυσε μήπως ο Παράκλητος, να συγκροτεί τον θεσμό της Εκκλησίας, να φωτίζει τη σκέψη και να κατευθύνει τα διαβήματα των εν Συνόδω συνερχομένων και διαβουλευομένων Ιεραρχών, και επιδημεί επιλεκτικά μόνο σ’ αυτούς; Καιρός λοιπόν να ανανήψουν. Να προσγειωθούν και να αποκτήσουν την σώζουσα ταπείνωση. «Έχουσι την γνώσιν οι φύλακες».

Θα ήθελα και πάλιν να καλωσορίσω όλους τους διακεκριμένους εκπροσώπους των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών και της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας και να ευχηθώ τον φωτισμό του Παναγίου Πνεύματος για ευόδωση των εργασιών της συνάντησής τους. Δεν θα μπορούσα όμως να περατώσω τον λόγο αν δεν αναφερόμουν, πολύ σύντομα, στη σημερινή δεινή θέση της Εκκλησίας της Κύπρου και του πληρώματός της, εξ αιτίας της συνεχιζόμενης για 35 χρόνια επίθεσης και κατοχής, από ένα βάρβαρο στην κυριολεξία, γείτονα κατακτητή. Η Τουρκία, εκμεταλλευόμενη την παρουσία 120 χιλιάδων Μουσουλμάνων στην Κύπρο, που αποτελούσαν το 18% του πληθυσμού της νήσου, μας επετέθη βάναυσα και κατέκτησε το 37% του εδάφους μας. Έδιωξε όλους τους Χριστιανούς Έλληνες κατοίκους από τα εδάφη τους και μετέφερε 450.000 εποίκους από την Ανατολία με σκοπό την αλλοίωση του δημογραφικού χαρακτήρα της νήσου μας. Ο εποικισμός συνεχίζεται και σήμερα, ο δε Τούρκος πρωθυπουργός μάς απείλησε με ένα εκατομμύριο εποίκους. Οι Χριστιανοί εκτοπισθέντες (το 40% του πληθυσμού της Κύπρου) υποφέρουν στην προσφυγιά. Κι όλοι μας αγωνιούμε για το μέλλον, αφού ξεκάθαρα φαίνονται οι διαθέσεις της Τουρκίας για κατάληψη και εκτουρκισμό ολόκληρης της Κύπρου, όπως έκαμε στην περίπτωση της Αλεξανδρέττας πριν από λίγα χρόνια. Πεντακόσιοι ναοί μας στα κατεχόμενα καταστράφηκαν. Άλλοι έγιναν μουσουλμανικά τεμένη, άλλοι μάντρες ζώων κι άλλοι εγκαταλείφθηκαν στη φθορά του χρόνου. Σ’ εμάς, τους νόμιμους ιδιοκτήτες τους, δεν μας επιτρέπεται ούτε η επιδιόρθωση ούτε η χρήση τους.

Κάνουμε έκκληση σ’ όλους εσάς. Απευθυνόμαστε στα αδελφικά σας αισθήματα. Θυμηθείτε μας στις προσευχές σας αλλά και πιέστε τους ηγέτες των χωρών σας για απόδοση δικαιοσύνης στην Κύπρο.

Καλωσορίζοντάς σας ξανά στην Κύπρο, εύχομαι ευχάριστη διαμονή στον τόπο μας και ευόδωση των σκοπών της συνάντησής σας.