20 Ιανουαρίου, 2015

ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΡΚΟΥΣ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ ΠΡΟΣ ΤΑ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ''ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ'' ΤΟΥ ΕΓΚΛΕΙΣΤΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ κ. ΕΙΡΗΝΑΙΟΥ

 

Την σύσταση τριμελούς επιτροπής αρχιερέων από την Εκκλησία της Ελλάδος που θα ενεργήσει για την απελευθέρωση του έγκλειστου Πατριάρχη Ιεροσολύμων αποφάσισε η Ιερά Σύνοδος. Στην επόμενη συνεδρίαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου θα συσταθεί η επιτροπή που θα εξετάσει τους τρόπους να λήξει η πολυετής παραμονή του πρώην Πατριάρχη Ιεροσολύμων κ. Ειρηναίου στο κελί του στο Πατριαρχείο.

Την πρόταση για τη σύσταση της επιτροπής κατέθεσε στα μέλη της Δ.Ι.Σ. ο Μητροπολίτης Καλαβρύτων κ. Αμβρόσιος, ο οποίος έχει δώσει μεγάλο αγώνα για την απελευθέρωση του κ. Ειρηναίου. Ο Μητροπολίτης κ. Αμβρόσιος ζήτησε αρχικά από τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμο να συσταθεί μία τετραμελής επιτροπή με επικεφαλής τον Αρχιεπίσκοπο κάτι που ο Μακαριώτατος δεν απεδέχθη λόγω Εκκλησιαστικής Τάξεως.

Έτσι αποφασίστηκε να οριστεί μία τριμελής επιτροπή, η οποία θα μεταβεί στα Ιεροσόλυμα για να πράξει τα δέοντα ώστε να λήξει το εν λόγω ζήτημα. Στην επόμενη συνεδρίαση της ΔΙΣ αναμένεται να οριστούν και τα μέλη που θα απαρτίζουν την Επιτροπή.
-----------------
Σήμερα όμως εμείς από το Ιστολόγιό μας δημοσιεύουμε κείμενο του κ. Αθανασίου Αγγελοπούλου Ομότιμου Καθηγητή της Εκκλησιαστικής Ιστορίας της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, σχετικά για την πτώση του πρ. Πατριάρχου Ιεροσολύμων κ. Ειρηναίου από τον Πατριαρχικό Θρόνο όπως έγινε με πολλές αντικανονικές παρατυπίες από το Φανάρι υπό την Προεδρία του κ. Βαρθολομαίου. 

Ο πρ. Πατριάρχης Ιεροσολύμων κ. Ειρηναίος μέχρι σήμερα είναι έγκλειστος, σε πλήρη απομόνωση, χωρίς αντικειμενική κανονική ΔΙΚΗ, στο μοναχικό κελί του, εντός της Πατριαρχικής Αυλής Ιεροσολύμων. Τα κλειδιά της φυλακής του βρίσκονται στα χέρια των αντιπάλων δεσμωτών αδελφών του, του Αρχιγραμματέως  και του Πατριάρχου. 

Ουδείς μπορεί να τον επισκεφθεί, χωρίς την έγκριση των δύο ανωτέρω. Στερείται των στοιχειωδών, όπως δικαιούται ακόμη κάθε κοινός παραβάτης, ακόμη και κατεξοχήν της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης,  η απανθρωπιά πάντως απέναντι στον πρ. Πατριάρχη κ. Ειρηναίο στα Ιεροσόλυμα είναι μεγάλη!!!

Π.ΒΟΙΩΤΟΣ

Ακολουθεί το κείμενο του κ. Αθ. Αγγελόπουλου

Επί πανορθοδόξου επιπέδου στην Κωνσταντινούπολη

.......(α)Εν όψει αυτής της ανωμάλου καταστάσεως στο εσωτερικό του Πατριαρχείου, η μόνη κανονική εκκλησιαστική διέξοδος ήταν η σύγκληση Πανορθοδόξου Συνόδου, που και έγινε, με πολλές αντικανονικές πάλι παρατυπίες, στην Κπολη, υπό την προεδρεία του Οικουμενικού Πατριάρχου, που εδρεύει από της Ιδρύσεως της Κωνσταντινουπόλεως στην Πόλη αυτή.

(β)Δυστυχώς, ούτε η Πανορθόδοξος Σύνοδος έδωσε λύση στην βάση της ειρηνεύσεως και του συμβιβασμού, που ήθελαν εκπρόσωποι τοπικών Εκκλησιών και ο Πατριάρχης Ειρηναίος ορθώς, κατά τους κανόνες της Εκκλησίας, αλλά αρνούνταν οι αντίπαλοί του, που είχαν, εν τω μεταξύ, αποκτήσει πλειοψηφία, που συγκροτήθηκε όμως σιγά σιγά μέσω φατρίας και όχι εντός της Συνόδου και με την συμπαράσταση της Κυβερνήσεως της Ελλάδος και του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κπόλεως.

Ήταν πλειοψηφία, γέννημα, όμως, φατρίας και συνομωσίας, και όχι συνοδικής διεργασίας, υπό την αυτονόητη προεδρεία του Πατριάρχου, τον οποίον, όμως, συνοδικώς μπορούσαν να εγκαλέσουν τα μέλη της Συνόδου. Στη Σύνοδο, όμως, οι πάντες τηρούσαν σιγήν ιχθύος, ενώ εκεί έπρεπε να ορθώσουν το ανάστημά των.

(γ)Για διαφόρους λόγους, ξένους προς τα εκκλησιαστικά και κανονικά δέοντα γενέσθαι, η Πανορθόδοξος απέτυχε στην αποστολή της, αφού μετέθεσε και πάλι το πρόβλημα για λύση του στην Τοπική Εκκλησία Ιεροσολύμων, αλλά ανέθεσε στην πλειοψηφία των αντιπολιτευομένων τον Πατριάρχη, που εξωνόμασε Σύνοδο (χωρίς βέβαια Πατριάρχη και Πρόεδρο Συνόδου), να προχωρήσει κατά τους κανόνες στα περαιτέρω για Δικαστήριο εις βάρος του Πατριάρχου, θέσασα αυτόν, Πατριάρχη όντα και Πρόεδρο Συνόδου, σε ακοινωνησία, δηλ. σε διακοπή των πνευματικών σχέσεων του Πανορθοδόξου Συστήματος με αυτόν. Η τελευταία πράξη κατέστησε την πλειοψηφία της Συνόδου Ιεροσολύμων «κανονική», καίτοι από φατρίας προκύψασα, κατά τα ανωτέρω.

(δ)Το αιτιολογικό της στάσεως της Πανορθοδόξου Συνόδου Κπόλεως (Μάϊος 2005) έναντι του προσώπου του Πατριάρχου Ειρηναίου υπήρξε άδικο, ακατανόητο ως αντιφατικό και προκύψαν δια ψηφοφορίας, που δεν απέδωσε σαφή πλειοψηφία. Του ζήτησε η Πανορθόδοξος Σύνοδος την υποβολή της παραιτήσεως ως πράξη θυσιαστική, χωρίς να γίνει εκεί η από τους κανόνες της Εκκλησίας προβλεπόμενη δίκη για Πατριάρχη, όπως σαφώς επιτάσσουν οι κανόνες της Εκκλησίας, ώστε να υποστεί κανονικώς τη θυσία.

Επειδή στην Κπολη δεν προσκομίσθησαν, διότι δεν υπήρχαν, συγκεκριμένα αποδεικτικά στοιχεία εναντίον του Πατριάρχου Ειρηναίου ότι πώλησε έδαφος πατριαρχικό στην παλαιά Ιερουσαλήμ (πύλη Γιάφας) και εισέπραξε ο ίδιος προς ίδιο όφελος ποσά από τις πωλήσεις ή διαπραγματεύσεις αυτές (αυτό ήτο το δημοσιογραφικό και πολιτικό κατηγορητήριο),η Πανορθόδοξος δήλωσε στο επίσημο ανακοινωθέν της ότι δεν συνήλθε ως δικαστήριο.

Παρά ταύτα, η απόφαση ήταν καταδικαστική για τον Πατριάρχη, αφού τάχθηκε με τους αντιπάλους του και τον έθεσε σε ακοινωνησία. Στην ουσία η Πανορθόδοξος Σύνοδος λειτούργησε, εκ του αποτελέσματός της, ως δικαστήριο αλλά απέφυγε να δηλώσει ότι μετατράπηκε σε δικαστήριο, υποδηλώνουσα έτσι έμμεσα ότι ήταν όντως Δικαστήριο, πλην αντικανονικό, με τις μεθοδεύσεις που ακολουθήθηκαν. Γιατί μια δικαστική διαδικασία, εις βάρος Πατριάρχου μάλιστα, τίθεται επί άλλων βάσεων. Εδώ το ζητούμενο ήταν να πεισθεί ο Πατριάρχης Ειρηναίος να υποβάλει παραίτηση για να λυθεί έτσι εύκολα το ζήτημα. Ήταν όρος της Ελληνικής Κυβερνήσεως η λύση της παραιτήσεως. 

Αλλ’ ο Πατριάρχης Ειρηναίος στην Πανορθόδοξη Σύνοδο απέρριψε τις σε βάρος του κατηγορίες. Προσκόμισε αποδεικτικά στοιχεία, που αποδείκνυαν ότι έκαμνε το αντίθετο: Αντί να πωλάει περιουσία την επαύξησε με νέες αγορές ακινήτων υπέρ του Πατριαρχείου ή την κατοχύρωνε από καταπατητές και οι αποδιδόμενες σ’ αυτόν αγοραπωλησίες δεν έγιναν, αφού δεν πέρασαν από την Σύνοδο. Και όντως αποδεικνύεται ότι είναι ημιτελείς οι αγοραπωλησίες αυτές, λόγω του διαβοήτου Παπαδήμα, που καλείται ο Θεόφιλος να ολοκληρώσει, αν θέλει την αναγνώριση από το Ισραήλ, όπως φαίνεται από την ακρόασή του με τους πληρεξουσίους δύο δικηγόρους του ενώπιον της Διυπουργικής Επιτροπής, κατ’ Ιούλιο του 2007.

(ε)Επειδή όμως η απόφαση ήταν ήδη δεδομένη στα παρασκήνια πριν την σύγκληση της Συνόδου, τα επιχειρήματα Ειρηναίου ήσαν εις ώτα μη ακουόντων. Όμως το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας απέβη σημαδιακό. Επί συνόλου 14 μελών του Πανορθοδόξου Συστήματος, μόνο οι 7, συμπεριλαμβανομένης και της ψήφου του Προέδρου, δηλαδή μόνο οι μισοί, ζήτησαν την παραίτηση Ειρηναίου, χωρίς δίκη (Κπόλεως, Αλεξανδρείας, Μόσχας, Αθήνας, Τιράνων, Βουκουρεστίου, Λευκωσίας).

Από τους άλλους 7, τρεις δεν προσήλθαν στην Σύνοδο (Βελιγραδίου, Σόφιας, Πράγας), ενώ οι υπόλοιποι 4, συμπεριλαμβανομένου και του Ειρηναίου, απέσχαν ή ζήτησαν συμβιβασμό (Δαμασκού, Τιφλίδος, Ιεροσολύμων και Βαρσοβίας). Το αποτέλεσμα παρεστάθη ως πλειοψηφία, ενώ ήταν ισοψηφία. Η ψήφος του Πατριάρχου Ιεροσολύμων δεν μετρούσε για τους εκδόσαντες το επίσημο Ανακοινωθέν. Κακώς, κάκιστα. Κατά τα άλλα, δεν υπήρξε Δικαστήριο.

Επί τόπου στα Ιεροσόλυμα, το δεύτερον

(α)Επιστρέψαντες όλοι στα Ιεροσόλυμα, Πατριάρχης και Σύνοδος, και άπασα η Αγιοταφική κουστωδία, συνέβαλαν όλοι στο βάθεμα του σχίσματος και του χάσματος, πρώτιστα οι πήξαντες φατρία, κατά τους εκκλησιαστικούς κανόνες, όπως απέδειξαν δύο ειδικοί καθηγητές, που κλήθηκαν να γνωματεύσουν σχετικά, η συνομωσία, κατά τους κοσμικούς ορισμούς της φατρίας.

(β)Οι αντίπαλοι του Πατριάρχου συγκροτούν 12 μελές Δικαστήριο. Η σύνθεσή του όμως ήταν παράτυπη, παράνομη και αντιεκκλησιαστική για δύο λόγους, έναν ουσιαστικό, νομίμου συνθέσεως, και άλλο ηθικό.
 
Πρώτον, απεκλείσθησαν της μετοχής του Δικαστηρίου μητροπολίτες με ποίμνιο, που ex officio μετέχουν, εκ των κανονισμών και των νόμων, στην σύνθεση. Π.χ. απεκλείσθη ο μητροπολίτης Ναζαρέτ, με το περισσότερο ποίμνιο στην επαρχία του, επειδή προφορικά και γραπτά δήλωσε πίστη και αφωσίωση στον Πατριάρχη του. Και μόνη η ενέργεια αυτή αποκλεισμού από την σύνθεση του δικαστηρίου δείχνει ότι πρόκειτο περί δικαστηρίου φατριαστών και παρανόμων, πάσχοντος λόγω κακής συνθέσεως.

Και δεύτερον, γιατί προήδρευε του Δικαστηρίου ο κυριώτερος  συνδιεκδικητής του Πατριαρχικού Θρόνου με τον Ειρηναίο μητροπολίτης Πέτρας, αποτυχών όμως, εκλεγέντος κανονικώς και νομίμως του Ειρηναίου αντ’ αυτού. Με τι ηθικό και αντικειμενικό κύρος θα μπορούσε αυτός να αποδώσει δικαιοσύνη, και δη εκκλησιαστική, προεδρεύων μάλιστα και όχι έστω απλά παρεδρεύων;

Είναι αυτός, ο εν συνεχεία, μετά την καταδίκη Ειρηναίου, υπό τις ανωτέρω προϋποθέσεις απρεπείς κανονικά και ηθικά, ορισθείς Τοποτηρητής, που ζητούσε από την Κυβέρνηση του Ισραήλ αναγνώριση ως Τοποτηρητή. Σ’ ένα τέτοιο παρωδίας Δικαστήριο, φυσικά, δεν προσήλθε ο Ειρηναίος, κληθείς να παρουσιαστεί.

(γ)Κι εδώ το κρίσιμο ζήτημα για την Κυβέρνηση του Ισραήλ. Πως θα μπορούσε να νομιμοποιήσει έναν τέτοιον Τοποτηρητή; Δεν το έπραξε, ορθότατα, γιατί, αν το έπραττε, θα έπρεπε να εγκρίνει και να αποδεχθεί όλες τις προεκτεθείσες, ανώμαλες και αφιλάνθρωπες στοιχειωδώς με τον τρόπο που διεξήχθησαν, θρησκευτικές και εκκλησιαστικές ενέργειες ενός εκκλησιαστικού Δικαστηρίου, εκ συνθέσεως και ηθικής παρανόμου και ανηθίκου.

Στην συνέχεια του παρανόμου και αντικανονικού Δικαστηρίου, θα έπρεπε το Ισραήλ να συμφωνήσει και για τα μετά το Δικαστήριο ακολουθήσαντα περί εκλογής, ενθρονίσεως και αναγνωρίσεως νέου Πατριάρχου. Η Κυβέρνηση προτίμησε στάση αναμονής προς επιτυχία των δικών της σκοπών.

Η διέξοδος στο νομικό και θρησκευτικό αδιέξοδο για το Ισραήλ

α)Το Ισραήλ στο δημιουργηθέν και αναλυθέν ανωτέρω Πατριαρχικό Ιεροσολυμητικό Ζήτημα μέχρι τώρα, επί τρία σχεδόν χρόνια, σταθερά στηρίζει και διαφυλάσσει την νομιμότητα στην ίδια του την Επικράτεια στο πρόσωπο του Πατριάρχου Ειρηναίου. Δια της στάσεώς του αυτής σέβεται και στηρίζει εμμέσως και την εκκλησιαστική και θρησκευτική τάξη έναντι εκείνων των ανθρώπων και θεσμών, που εφατρίασαν εναντίον του Πατριάρχου, για να τον ωθήσουν σε παραίτηση για λόγους ξένους προς τους από τους νόμους προβλεπόμενους (δύο είναι οι λόγοι, που δικαιολογούν παραίτηση Πατριάρχου, κατά το νόμο της Ιορδανίας, του 1958 (πρώτον, απιστίας στις χριστιανικές ορθόδοξες αλήθειες και

Δεύτερον, σωματικής ή ψυχικής ασθενείας) και δη οικονομικής φύσεως, για τους οποίους κατ’ εξοχήν και οι αντιπολιτευόμενοι τώρα τούτον έχουν ευθύνην, εμπλεκόμενοι επί χρόνια εις αυτούς, περισσότερο και από τον Πατριάρχη, γιατί ο ίδιος επί 20 και πλέον χρόνια ζούσα στην Αθήνα, ως Έξαρχος του Παναγίου Τάφου στην Ελλάδα, ξένος προς τα ιδιοκτησιακά και οικονομικά τεκταινόμενα στην έδρα του Πατριαρχείου.

β)Δύο επιλογές λύσεως κείνται ενώπιον της Κυβερνήσεως του Ισραήλ ως προς το Πατριαρχικό Ιεροσολυμιτικό Ζήτημα.

(1)Η επίσημη διακήρυξη σεβασμού από πάντες στο Ισραήλ πολίτες της εννόμου του Κράτους τάξεως σ’ όλα τα επίπεδα και σ’ όλους τους θεσμούς πολιτικούς και θρησκευτικούς. Εάν για τον Πατριάρχη Ειρηναίο, νομίμως και κανονικώς εκλεγέντα και κατασταθέντα Πατριάρχη, δεν υφίστανται κατηγορίες και αποδείξεις ισχυρές που να θίγουν την έννομη τάξη του Κράτους, τότε η Πολιτεία πρέπει να διακηρύξει επισήμως προς πάσα κατεύθυνση ότι δεν μπορεί άλλως να πράξει παρά να συνεχίσει αναγνωρίζουσα τούτον ως Πατριάρχη του Ελληνορθοδόξου Πατριαρχείου Ιεροσολύμων.

Μια τέτοια σαφής και επίσημος πολιτειακή πράξη θα συνέβαλλε στην αλλαγή του κλίματος εντός της Αγιοταφικής Αδελφότητος και στην προσεκτικότερη προσέγγιση του ζητήματος από την Ελληνική Κυβέρνηση. Σε μια τέτοια περίπτωση ο Θεόφιλος θα συνέχιζε, ενδεχομένως, υπάρχων ως πρώην Πατριάρχης.

(2)Σε περίπτωση, που η επίκληση σεβασμού της εννόμου τάξεως θα είχε μεγάλο κόστος και  θα του προσέδιδε βάρος δυσβάσταχτο για λόγους που η Κυβέρνηση θα στάθμιζε προς διαφύλαξη των δικών της συμφερόντων.
Τότε θα έπρεπε να λειτουργήσει η αρχή, πέραν του νόμου, της πολιτικής βουλήσεως, βάσει της οποίας, για λόγους γενικοτέρου συμφέροντος του Ισραήλ θα αναγνώριζε τον Θεόφιλο, Αρχιεπίσκοπο Θαβωρείου, ως Πατριάρχη, a posteriori, με όρους, φυσικά όπως έκαναν και τα άλλα δύο μέρη με τη διαμεσολάβηση, μάλιστα, του ΥΠΕΞ της Ελλάδος, ένας εκ των οποίων, πολύ βασικός εις σεβασμό της εννόμου και της γενικωτέρας ηθικής τάξεως.

Θα ήταν η ρύθμιση και του μέλλοντος του Πατριάρχου Ειρηναίου, ως πρώην Πατριάρχου, με όλες τις από το νόμο και τις αποφάσεις της Κυβερνήσεως προϋποθέσεις ασφαλούς διαβιώσεως, τόπου και τρόπου διαβιώσεως προς εξάσκηση των προσωπικών εκκλησιαστικών αναγκών και καθηκόντων, εντός του Ισραήλ, και αναλόγου κρατικού και κοινωνικού κύρους και τιμής.

Το δεύτερο αυτό εξαρτάται και από την συγκατάθεση του ιδίου να δεχθεί να υποβάλει παραίτηση. Κάτι παρεμφερές του αντιπρότεινε η Ελληνική Κυβέρνηση μέσω υπεροχικών εκκλησιαστικών προσώπων κατά την Πανορθόδοξο Σύνοδο της Κπόλεως αλλά το απέρριψε, διότι ουδέν έγκλημα διέπραξε, που να τον ανάγκαζε συνειδησιακά να προχωρήσει στην πράξη της παραιτήσεως.

Πολύ περισσότερο ο λόγος των αγοραπωλησιών, γιατί τίποτε δεν ενέκρινε στη Σύνοδο, που τώρα ομολογεί ότι θα συνεχίσει ο Θεόφιλος να ολοκληρώσει για να πάρει την αναγνώριση. Θα προτιμούσε να μείνει παντελώς μόνος, παρά να προχωρήσει στην πράξη αυτή της παραιτήσεως για λόγους αρχής, όπως δήλωσε τότε.

Η δική μας θέση ως εκκλησιαστικού ιστορικού στο ίδιο Ζήτημα

α)Ο θεσμός του Πατριάρχου στην Ορθόδοξη Εκκλησία είναι το ύψιστο διοικητικό υπούργημα, με το οποίο συναρτάται η ισοβιότητα κατά τις εκκλησιαστικές παραδόσεις, που αποδέχονται και τα οικεία Κράτη, καλώς εχόντων των πραγμάτων. Ιδίως οι Πατριάρχες των Πρεσβυγενών Πατριαρχείων της Ανατολής (Κπολη, Αλεξάνδρεια, Αντιόχεια με έδρα τώρα την Δαμασκό, Ιεροσόλυμα) διαθέτουν ύψιστο θρησκευτικό κύρος, λόγω του ότι ο θεσμός αυτός των Πρεσβυγενών Πατριαρχών επικυρώθηκε από Οικουμενικές Συνόδους της πρώτης χριστιανικής Εκκλησίας, των 7 πρώτων αιώνων μ.Χ. 

Όταν, λοιπόν, τίθεται θέμα εκθρονίσεως ενός τέτοιου, θρησκευτικού, διοικητικού και ιστορικού κύρους, Πατριάρχου, οι σχετικές διαδικασίες πρέπει να είναι νομικά και κανονικά απολύτως άψογες. Στην προκειμένη περίπτωση – αποδείξαμε – τόσο η διαδικασία εκθρονίσεως του Πατριάρχου Ειρηναίου, όσο και η όμοια ενθρονίσεως ενός άλλου Πατριάρχου, του Θεοφίλου, πάσχουν ουσιωδώς. Το αναλογούν μερίδιο ευθύνης και συμμετοχής του Κράτους του Ισραήλ στο Ζήτημα της αλλαξοπατριαρχείας Ιεροσολύμων είναι ότι το Ισραήλ δια της Κυβερνήσεώς του έχει δικαίωμα και ευθύνη στην πράξη άρσεως ή μη άρσεως αφ’ ενός της αναγνωρίσεως του Πατριάρχου Ειρηναίου και στην πράξη αναγνωρίσεως ή μη αφ’ ετέρου του άλλου, του Αρχιεπισκόπου Θαβωρείου Θεοφίλου.

Η Κυβέρνηση του Ισραήλ επί τρία σχεδόν τώρα χρόνια ουδέν από τα δύο έπραξε. Ούτε στην άρση της πατριαρχικής τιμής από τον Ειρηναίο προέβη, αλλ’ ούτε και στην αναγνώριση της πατριαρχικής τιμής προς Θεόφιλο προχώρησε, πιεζομένη εντούτοις η Κυβέρνηση του Ισραήλ από την εξωτερική πολιτική της Ελληνικής Κυβερνήσεως, η οποία και κατέστη μέρος του προβλήματος, με τις βεβιασμένες διπλωματικές δράσεις τόσο στο εσωτερικό της Αγιοταφικής Αδελφότητος όσο και έναντι των αρμοδίων επιτοπίων τριών Κυβερνήσεων. Αυτή είναι σήμερα η κατάσταση, κατ’ έννομον ακρίβεια.

Γι’ αυτό και πιέζεται η Κυβέρνηση του Ισραήλ να κάμει την πράξη αναγνωρίσεως Θεοφίλου, διότι άλλως είναι μετέωρος αυτός στην Επικράτεια του Ισραήλ, και ευρύτερα, όμως υφίσταται και το ζήτημα Ειρηναίου, όχι μόνο για το Ισραήλ αλλά και για την Ελλάδα και για το Πανορθόδοξο Σύστημα, αφού υπήρξε, ούτως ή άλλως σε κάποια φάση αδιαφιλονικήτως κανονικός Πατριάρχης Ιεροσολύμων.

β)Όμως στην ιστορία της Εκκλησίας, και δη στην ιστορία των Πρεσβυγενών Πατριαρχείων της Ανατολής, έχουμε τα εξής τέσσερα χαρακτηριστικά παραδείγματα. Πρώτον, Αρχιεπίσκοποι ή Πατριάρχες αμφισβητούμενοι, άσχετα από την προσγιγνομένη προς αυτούς κατάφορη αδικία, παραιτούνται για λόγους συνειδήσεως και ευαισθησίας και εφησυχάζουν. Π.χ. αναφερόμαστε στην κλασική περίπτωση του Αρχιεπισκόπου Κπόλεως Αγίου της Εκκλησίας Γρηγορίου του Θεολόγου, του Μεγάλου (4ος αι. μ.Χ.), ο οποίος αμφισβητηθείς υπέβαλε την παραίτησή του και ανεχώρησε.

Δεύτερον παράδειγμα. Αρχιεπίσκοποι ή Πατριάρχες, αμφισβητούμε-νοι από την πολιτική εξουσία και το σώμα της Ιεραρχίας, των συνεπισκόπων, δηλαδή, αρνούνται να παραιτηθούν, επικαλούμενοι την βασική δογματική και εκκλησιαστική αρχή ότι εξελέγησαν και κατεστάθησαν με την Χάρη του Θεού, που την επικαλούνται οι εκλέκτορες, κατά την ώρα της εκλογικής διαδικασίας. Π.χ. αναφερόμαστε στον μεγάλο Άγιο της Χριστιανικής Εκκλησίας Ιερό Χρυσόστομο, Αρχιεπίσκοπο Κπόλεως.

Η βασιλική εξουσία, το παλάτι της Κπόλεως, και η πλειοψηφία των επισκόπων ζητούσαν επισήμως και επιμόνως την παραίτησή του για να απαλλαγούν απ’ αυτόν, γιατί καυτηρίαζε την κακή συμπεριφορά πολιτικής και επισκοπικής εξουσίας. Μη παραιτηθείς ακολούθησε τον δρόμο της εξορίας και των παντοίων ταλαιπωριών, ευχαριστώντας και δοξάζοντας πάντοτε τον Θεό για ό,τι κακό και άδικο του συνέβαινε.

Τρίτον παράδειγμα. Έχουμε περιπτώσεις Πατριαρχών, της περιόδου της οθωμανικής αυτοκρατορίας στην Ανατολή, όπου δρουν τα 4 Πρεσβυγενή Πατριαρχεία, οι οποίοι υποχρεώνονται από τις γενικώτερες πολιτικές εκκλησιαστικές καταστάσεις, καίτοι αδικούμενοι προσωπικά, να παραιτηθούν και μετά κάποιο χρονικό διάστημα να ανακαλούνται πάλι στον ίδιο ή άλλο πατριαρχικό θρόνο από τους ίδιους παράγοντες, που τους ώθησαν σε παραίτηση, γιατί άλλαξαν οι γενικώτερες συνθήκες προς όφελός των. Αυτό, μάλιστα, γίνεται όχι μόνο μια φορά αλλά και δύο και τρεις φορές στο ίδιο πρόσωπο.

Τέταρτο παράδειγμα. Έχουμε περιπτώσεις Πατριαρχών, και μάλιστα στο ίδιο αυτό Πατριαρχείο Ιεροσολύμων, που πιέζονται να εγκαταλείψουν στο Πατριαρχικό Θρόνο από όλη την Αγιοταφική Αδελφότητα και από πολιτικούς παράγοντες στην Οθωμανική Επικράτεια, αυτοί όμως να ανθίστανται, να επιμένουν και να αποδεικνύουν το δίκαιό τους και η πολιτική εξουσία, που τους είχε αναγνωρίσει και τους είχε άρει την αναγνώριση, να τάσσεται τελικά παρά το πλευρόν τους έτσι ώστε να υποχωρούν οι αντιτιθέμενοι Αγιοταφίτες, και άλλοι παράγοντες, να ζητούν συγγνώμη αμοιβαίως και να αποκαθίσταται η ηρεμία. Αυτά μας διδάσκει η Εκκλησιαστική Ιστορία.

(γ)Η δική μας θέση. Έχοντες υπόψει όλα τα ανωτέρω, ρίψαμε παλαιότερα την ιδέα, και περιγράψαμε την ιστορική πείρα, στον νυν Πατριάρχη Ιεροσολύμων Ειρηναίο. Καίτοι ο ίδιος, κατά την δική μας, κατόπιν ερεύνης, πεποίθηση, είναι θύμα φατρίας ή συνομωσίας ευρύτερης, κατ’ εξοχήν αδικηθείς, στα σημεία που έχει όντως δίκαιο, εκτιμούμε ότι, εάν το Ισραήλ είναι αποφασισμένο για την άρση αναγνωρίσεώς του, διά της αναγνωρίσεως Θεοφίλου, να σκεφθεί, εν τούτοις, και την περίπτωση να διαπραγματευθεί την παραίτησή του, υπό έννοια έστω προσωρινότητος, και να εφησυχάσει, και αν στο μέλλον οι συνθήκες το επιτρέψουν, και είναι θέλημα Θεού, ημπορεί και πάλι να κληθεί να συνεχίσει το έργο του, ως εν ενεργεία και πάλι Πατριάρχης Ιεροσολύμων.

Ας κρίνει και ανακρίνει αυτός εαυτόν, πράττων κατά το αγαθόν αυτού συνειδός, εν άκρα ταπεινώσει και πολλή προσευχή, και αποβλέπων στο γενικώτερο συμφέρον του Πατριαρχείου του και της Χώρας, που τον προστατεύει και εισέτι τον αναγνωρίζει στα πλαίσια της εννόμου τάξεως. Δεδομένου ότι η ελληνική πλευρά άπασα και το Πανορθόδοξο Σύστημα τον έχει αποκηρύξει, υπό τις ανωτέρω, όμως, έκννομες και αντικανονικές, αναλυθείσες καταστάσεις.

Ως εκκλησιαστικός ιστορικός, όταν ομιλούμε για «Πατριαρχείο Ιεροσολύμων», αναφερόμαστε στο ένα και μόνο ιστορικό αυθεντικό Πατριαρχείο Ιεροσολύμων, αυτό που αποκαλείται και διεθνώς και πανορθοδόξως αναγνωρίζεται ως «Ελληνορθόδοξο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων», γιατί τα άλλα Πατριαρχεία Ιεροσολύμων είναι γεννήματα ανωμάλων καταστάσεων, μετά κυρίως τις Σταυροφορίες της Δύσεως, εναντίον της Ανατολής προς «απελευθέρωση» των Παναγίων Παγχριστιανικών και Πανορθοδόξων Προσκυνημάτων, από τον 11ον μ.Χ. κ.ε.

Αθανάσιος Α. Αγγελόπουλος

 


ΕΚΟΙΜΗΘΗ Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ ΚΥΡΟΣ ΣΠΥΡΙΔΩΝ


Η Εκκλησία της Ελλάδος με βαθειά συγκίνηση αναγγέλλει την προς Κύριον εκδημίαν του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Κεφαλληνίας κυρού Σπυρίδωνος. Ο εκλιπών Ιεράρχης εξεδήμησε σήμερα το μεσημέρι σε ηλικία 89 ετών. Ο μακαριστός Μητροπολίτης Κεφαλληνίας κυρός Σπυρίδων (Καλαφατάκης) γεννήθηκε το 1926 στον Πειραιά. Σπούδασε στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, από την οποία απεφοίτησε το 1954. 

Υπηρέτησεν ως Γραμματεύς και Πρωτοσύγκελλος της Ι. Μ. Θεσσαλονίκης, Προϊστάμενος και Ιεροκήρυξ των Ι. Ναών Παναγίας της Δεξιάς και του Μητροπολιτικού Ναού Αγ. Γρηγορίου του Παλαμά (1954-1971), Πρωτοσύγκελλος της Ι. Μητροπόλεως Πειραιώς, Προϊστάμενος και Ιεροκήρυξ του Ι. Ναού Ευαγγελιστρίας Πειραιώς (1971-1976). 

Το 1976 εξελέγη υπό της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου Τιτουλάριος Επίσκοπος Νεοχωρίου, διατηρώντας την θέση του Πρωτοσυγκέλλου της Ι. Μητροπόλεως Πειραιώς. Μητροπολίτης Κεφαλληνίας εξελέγη στις 2 Μαΐου του 1984.

Η Εξόδιος Ακολουθία του μακαριστού Μητροπολίτου Κεφαλληνίας κυρού Σπυρίδωνος θα ψαλεί στον Ι. Ναό Ευαγγελιστρίας Αργοστολίου την Πέμπτη 22 Ιανουαρίου 2015 και ώρα 12.00. Τοποτηρητής της χηρευούσης Μητροπόλεως Κεφαλληνίας ωρίσθη ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ηλείας κ. Γερμανός.

ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ

Κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις ΚΡΗΝΗ το βιβλίο «ΚΑΤΑΛΟΙΠΑ» του Αθανασίου Αλέξ. Κατσίφη. Το Πόνημα αυτό είναι γραμμένο από ένα περισπούδαστο Οινοφύτη Αξιωματικό του Πολεμικού Ναυτικού.

Είναι ένα ξεχείλισμα ενθουσιασμού του συγγραφέα για τον παλιό και απλό αλλά όμορφο κόσμο του χωριού του, όπου έζησε και ανδρώθηκε μαζί τους.

Είναι το βιβλίο που ανήκει στον κάθε Έλληνα, διότι συγκεντρώνει πολλές και άγνωστες πτυχές για το Ελληνικό Έθνος.

Τον Τόμο προλογίζει ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ.κ. Ιερώνυμος Β΄.

Το βιβλίο με τίτλο:«ΚΑΤΑΛΟΙΠΑ Ψηφίδες Ιστορίας και ζωής των Οινοφύτων και της περιοχής τους στη ροή του Χρόνου», μπορείτε να το προμηθευτείτε από τις Εκδόσεις Κρήνη, οδός Βασίλης 6 Αθήνα. Τηλ: 2103475012

Π.ΒΟΙΩΤΟΣ