07 Οκτωβρίου, 2014

Η «ΕΙΣΠΗΔΗΣΗ» ΤΟΥ ΦΑΝΑΡΙΟΥ ΣΕ ΜΕΓΑΡΑ ΚΑΙ ΣΑΛΑΜΙΝΑ ΕΙΝΑΙ ΠΕΡΑ ΓΙΑ ΠΕΡΑ ΑΝΤΙΚΑΝΟΝΙΚΗ!

 

Η νέα αντιπαράθεση και όξυνση μεταξύ Φαναρίου και Εκκλησίας της Ελλάδος οφείλεται, στην από καιρού  αντικανονική εισπήδηση ετσιθελικά του Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως κ. Βαρθολομαίου στην Εκκλησία της Ελλάδος και συγκεκριμένα στην Ιερά Μητρόπολη Μεγάρων και Σαλαμίνος.

Και αυτό διότι στην τοπική αυτή εκκλησιαστική επαρχία της Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Ελλάδος επέλεξε το Φανάρι, για να βάλει σε εφαρμογή τα μύχια σχέδιά του, μίας δυναμικής επανόδου του στο εσωτερικό της Εκκλησίας της Ελλάδος το οποίο χρονολογείται από το 2007.

Η μη  ανάδειξη μάλιστα του αποδοκιμασθέντα για την Ιερά Μητρόπολη Ιωαννίνων από την Ι.Σ.Ι., της Εκκλησίας της Ελλάδος Αμφιλόχιου Στεργίου και επιστήθιου φίλου του κ. Βαρθολομαίου με την εκλογή του προ ημερών από το Φανάρι,  σε Μητροπολίτη Ανδριανουπόλεως και Εκπρόσωπό του στην Αθήνα, απαιτεί τους μη χαμηλούς τόνους των Ιεραρχών της Εκκλησίας της Ελλάδος προς το Φανάρι, διότι αν μείνουν σιωπηλοί σε μια τέτοια ενέργεια, ο κ. Βαρθολομαίος πολύ σύντομα θα επαναλάβει αυτό το ολίσθημα κάπου αλλού, το οποίο θα οδηγήσει σε μεγαλύτερη ολέθρια σύγκρουση  την διοίκηση της Εκκλησίας.  

Συγκεκριμένα το Φανάρι και ο Μακαριστός Μητροπολίτης  Μεγάρων και Σαλαμίνος κυρός Βαρθολομαίος κατά παράβαση κάθε έννοιας εκκλησιαστικού Δικαίου και κανονικής τάξεως, συμφώνησαν και προχώρησαν χωρίς την έγκριση της Εκκλησίας της Ελλάδος το 2007, στην ανακήρυξη της Ιεράς Μονής Αγίας Παρασκευής στο Μάζι της Αττικής και του Ιερού Ναού της Παναγίας της Ιμβριώτισσας στη Σαλαμίνα ως σταυροπήγια!

Μάλιστα η συμφωνία αυτή παρανόμως προωθήθηκε και δημοσιεύτηκε στο Φύλλο της Ελληνικής Κυβερνήσεως (ΦΕΚ στις 31/12/2007)* τις ημέρες μάλιστα, που ασθενούσε ο Μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος. Ως ήταν φυσικό από τις εξελίξεις που ακολούθησαν όχι μόνο δεν διατυπώθηκε καμιά διαμαρτυρία και αντίδραση τότε, αλλά το ζήτημα αποσιωπήθηκε. Και στην αντικανονική αυτή ενέργεια «εισπήδησης» του Φαναρίου ήρθαν να προστεθούν και να πολλαπλασιαστούν ξαφνικά  οι επισκέψεις του κ. Βαρθολομαίου στην Ελλάδα σε μια προσπάθεια υποτίθεται ανανέωσης της παραδοσιακής σχέσης με τον ελληνικό πιστό λαό.

Πάντως η δημοσίευση στο ΦΕΚ εκείνης της εποχής θα πρέπει σήμερα να προκαλέσει και πάλι συζήτηση, στην Ιερά Σύνοδο, αφού πλέον πρέπει να ληφθεί από την Ιερά Σύνοδο μία τελική απόφαση, ώστε να κλείσει αυτό το αντικανονικό θέμα.

Πως το Φανάρι έχει συμπεριλάβει, εάν έχει συμπεριλάβει στα επίσημα Πατριαρχικά Σταυροπήγια τα ανωτέρω; Δηλαδή έχει προχωρήσει στην έκδοση Πατριαρχικού Σιγιλλίου!!! άνευ της συνοδικής αποφάσεως της Εκκλησίας της Ελλάδος;

Π. ΒΟΙΩΤΟΣ
*Νομοκανονικόν καθεστώς
Ιεράς Μονής Αγίας Παρασκευής Μαζίου Μεγάρων
και Ιερού Ναού Παναγίας Ιμβριωτίσσης Σαλαμίνος.
Πράξις 769

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΜΕΓΑΡΩΝ ΚΑΙ ΣΑΛΑΜΙΝΟΣ

Έχοντες υπ’ όψιν: α)τα υπό των θείων και ιερών Κανόνων (γ τς Β , θ , ιζ καί κη τς Δ΄ Οκουμενικς Συνόδου) και της ιεράς παραδόσεως διακελευόμενα περί της ηυξημένης, δεσποζούσης και υπεραρχικής θέσεως του Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως, Νέας Ρώμης και Οικουμενικού Πατριάρχου εν τη καθ’ ημάς Ορθοδόξω Εκκλησία και των εξ αυτών αδιαστάτως και καθολικώς ισχυόντων Πατριαρχικών ευθυνών, δικαιωμάτων και προνομίων, εξ ων ιδία το διδόναι απαντοχή Σταυροπήγια,

β)τας, συμφώνως τω προρρηθέντι Πατριαρχικώ προνομίω, Σταυροπηγιακάς καθιερώσεις, ενώπιον ημών αυτών, των εν τη καθ’ ημάς εκκλησιαστική Επαρχία κανονικώς και νομίμως ιδρυμένων και λειτουργούντων:

α)της Ιεράς Μονής Αγίας Παρασκευής Μαζίου Μεγάρων και

β)του εν Σαλαμίνι Ιερού Ναού Παναγίας Ιμβριωτίσσης του ομωνύμου Πνευματικού Κέντρου Ιμβρίων υπ’ Αυτού τούτου του Οικουμενικού Πατριάρχου, 

γ)τα υπ’ αριθμ. 944/17.10.1988 και 66/10.2.2000 σεπτά Πατριαρχικά και Συνοδικά Γράμματα, 

δ) τα διαλαμβανόμενα εν άρθροις:

1.3 παρ. 1 και 2 του εν ισχύι Συντάγματος,

2.1 παρ. 1,2,4, 29 παρ. 1 και 39 παρ. 1 του ν. 590/1977, «περί του καταστατικού χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος» (Φ.Ε.Κ. 146/τ.Α ),

3.27 του νόμου 3467/2006, «επιλογή στελεχών πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, ρύθμιση θεμάτων διοίκησης και εκπαίδευσης και άλλες διατάξεις» (Φ.Ε.Κ. 128/τ.Α ),

4.μόνω του π.δ/τος 281/1988, «Ίδρυση της Ιεράς Ανδρικής Κοινοβιακής Μονής Αγίας Παρασκευής Μαζίου Μεγάρων» (Φ.Ε.Κ. 127/τ.Α ),
5.μόνω του «Καταστατικού Μοναστικού Κανονισμού της Ιεράς Μονής Αγίας Παρασκευής Μαζίου Μεγάρων» εις την ως έχει υπ’ αριθμ. 1/2007 Κανονιστικήν Πράξιν αυτής (Φ.Ε.Κ. 718, 11347/τ.Β /2007) ως και

ε)1.το υπ’αριθμ. 831/18.11.1988 ημέτερον έγγραφον και2. τας υπ’ αριθμ.619/22.6.2001 και 765/10.5.2007 (Φ.Ε.Κ 1356/τ.Β /2007) ημετέρας Πράξεις, βεβαιούμεν: ότι τη ημετέρα παρακλήσει η Ιερά Μονή Αγίας Παρασκευής Μαζίου Μεγάρων και ο εν Σαλαμίνι Ιερός Ναός Παναγίας Ιμβριωτίσσης, καθιερώθησαν ανεκκλήτως τη επικλήσει του Παναγίου Πνεύματος την 26.5.1999 και 20.10.2000 αντιστοίχως, υπό της Α.Θ.Π. του Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως, Νέας Ρώμης και Οικουμενικού Πατριάρχου Βαρθολομαίου, συνωδά τω αυτοδικαίω Αυτού προνομίω, εις Πατριαρχικά Σταυροπήγια

Όθεν, απολαύουσι μεν διηνεκώς των ιδιαζόντων και αρχαιόθεν ισχυόντων δια τα τοιαύτα εκκλησιαστικών δεσμίων, εξ ων και το μνημονεύειν εν τοις διατεταγμένοις του κανονικού ονόματος του εκάστοτε Οικουμενικού Πατριάρχου και το μηδεμίαν προς ουδένα έτερον πλην Αυτού έχειν εσαεί οίαν δη τίνα αναφοράν η και υποχρέωσιν διέπονται δε μετά και των εν αυτοίς προσηρτημένων μετοχιών(Φ.Ε.Κ. 1356/τ.Β /2007) αποκλειστικώς και μόνον υπό των καταστατικών αυτών κανονισμών (Φ.Ε.Κ.718, 1134/τ.Β /2007).

Η παρούσα ημών Πράξις προσκομισθήτω μεν πανευλαβώς τη Α.Θ.Π. τω Οικουμενικώ Πατριάρχη Βαρθολομαίω, επιδοθήτω δε τοις προδιαληφθείσιν Ιεροίς Πατριαρχικοίς Σταυροπηγίοις και διαφυλαχθήτω εν τω παρ’ ημίν Αρχείω προς μόνιμον και διηνεκή την παράσταση. 

Η παρούσα να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Εν Μεγάροις, 13 Αυγούστου 2007
    
                Ο Μητροπολίτης
† Ο Μεγάρων και Σαλαμίνος Βαρθολομαίος



 

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ ΤΗΣ ΙΕΡΑΡΧΙΑΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ

 

Συνήλθε σήμερα Τρίτη, 7 Οκτωβρίου 2014, σε πρώτη τακτική Συνεδρία η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, υπό την Προεδρία του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου, στην Αίθουσα Συνεδριών της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας.

Προ της Συνεδρίας ετελέσθη Αρχιερατική θεία Λειτουργία στο Καθολικό της Ιεράς Μονής Ασωμάτων Πετράκη, ιερουργήσαντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Θεσσαλιώτιδος και Φαναριοφερσάλων κ. Τιμοθέου. Περί την 9η πρωινή, στη μεγάλη Αίθουσα των Συνεδριών της Ιεράς Συνόδου, εψάλη η Ακολουθία για την έναρξη των εργασιών της Ιεράς Συνόδου.

Αναγνωσθέντος του Καταλόγου των συμμετεχόντων Ιεραρχών, διεπιστώθη η απουσία των Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτών Φιλίππων, Νεαπόλεως και Θάσου κ. Προκοπίου και Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού κ. Δανιήλ, οι οποίοι απουσίασαν ητιολογημένα. Ακολούθως, συνεκροτήθη η Επιτροπή Τύπου από τούς Σεβασμιωτάτους Μητροπολίτες Ξάνθης και Περιθεωρίου κ. Παντελεήμονα, Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ. Ιερόθεο και Σύρου, Τήνου, Άνδρου, Κέας και Μήλου κ. Δωρόθεο.

Στη συνέχεια ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος ως Πρόεδρος του Σώματος της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας προσεφώνησε τα Μέλη Αυτής. Αρχικά ευχαρίστησε τους Σεβασμιωτάτους Αρχιερείς για την προσέλευσή τους στην Συνεδρίαση, η οποία, όπως είπε, αν και δεν διαθέτει ένα κοινό θέμα, έχει όμως βαρύνουσα σημασία. Ο Μακαριώτατος αναφερόμενος στην κρίση που διέρχεται η χώρα μας είπε ότι ευθύνη της Εκκλησίας είναι να μεταφέρει την φωνή όσων προσφεύγουν σε Αυτή, εκφράζοντας την αγωνία τους και δίνοντάς τους δύναμη και ελπίδα. Τόνισε επίσης, την ανάγκη για ενότητα του λαού και πολιτική σταθερότητα της κοινωνίας

Επίσης συνεχάρη τους Σεβασμιωτάτους Μητροπολίτες για το πολυσχιδές έργο, τόσο εκείνων όσο και των κληρικών και λαϊκών συνεργατών τους, και τους προέτρεψε να συμβάλουν στο μέτρο που τους αναλογεί στην κοινή προσπάθεια για την πολυπόθητη έξοδο της πατρίδας μας από τον οικονομικό ζυγό, επισημαίνοντας ότι, αν και η Εκκλησία αφίσταται της πολιτικολογίας, δεν δύναται ωστόσο να αποστεί και της ευθύνης Της έναντι των ανθρώπων, διότι οφείλει να μεταφέρει τις αγωνίες τους στα ώτα των κυβερνώντων και να μην εγκαταλείψει τον Λαό.

Στην συνέχεια ο Μακαριώτατος ευχαρίστησε την Ελληνική Πολιτεία που συνεργάστηκε με την Εκκλησία για συγκεκριμένα θέματα και εκκρεμότητες, δίνοντας λύσεις σε χρονίζοντα προβλήματα.  Τόνισε ότι ήταν καιρός η Ελληνική Πολιτεία να κατανοήσει στην πράξη ότι η συνεργασία με την Εκκλησία ενέχει πολλαπλά οφέλη τόσο εντός, όσο και εκτός Ελλάδος. Ακολούθως αναφέρθηκε στην έκρυθμη κατάσταση στην Εγγύς Ανατολή, καλώντας τους Σεβασμιωτάτους να συμπροβληματιστούν και να προτρέψουν τον πιστό λαό να ενώσει την φωνή του μαζί τους, προσευχόμενοι στον Θεό να διαφυλάξει τους δοκιμαζόμενους αδελφούς μας.

Ο Μακαριώτατος μίλησε και για την ανάγκη επανεξετάσεως του τρόπου εκλογής Αρχιερέων, σημειώνοντας ότι δεν αποτελεί αποκλειστικά δική του ευθύνη να προβεί σε αλλαγές, αλλά απαιτείται να πηγάσει από όλο το Σώμα η τάση για αναθεωρήσεις, γι αυτό και άνέφερε ότι ίσως χρειασθεί να αφιερωθεί μία ολόκληρη Σύνοδος της Ιεραρχίας για το θέμα αυτό. Τόνισε ιδιαίτερα στους Σεβασμιωτάτους Αρχιερείς ότι απαιτείται να υπάρχει ομοφωνία στο θέμα της αξιοποιήσεως της Εκκλησιαστικής Περιουσίας, γιατί η οικονομική ανεξαρτησία αποτελεί αναγκαίο όρο για την απρόσκοπτη συνέχεια της διακονίας μας προς τον Λαό.

Ανέφερε επίσης ότι σε λίγους μήνες θα είναι έτοιμος ο Νόμος για την Εκκλησιαστική Εκπαίδευση και τους προέτρεψε να υποστηρίξουν το υπό ψήφιση Σχέδιο Νόμου και να αφοσιωθούν στην ορθή εκκλησιαστική παιδεία των υποψηφίων Κληρικών. Κλείνοντας την προσφώνησή του ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος είπε: «Ως ανώτατο θεσμικό Της όργανο, η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας έχει χρέος να μη σταματήσει να προβάλλει προς τους εγγύς και τους μακράν την οικουμενικότητα του μηνύματος του Ευαγγελίου – την ενοποιό αγάπη, την ειρηνική συνύπαρξη και πρωτίστως την πίστη ότι η Εκκλησία είναι ο εύδιος λιμήν όπου οι άνθρωποι μπορούν να βρουν εγγύηση και σωτηρία».

Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Καρυστίας και Σκύρου κ. Σεραφείμ, ως αντιπρόεδρος της Ιεραρχίας, αντεφώνησε εκ μέρους των Σεβασμιωτάτων Ιεραρχών. Κατόπιν ανεγνώσθη, σύμφωνα με την Ημερησία Διάταξη, η Εισήγηση του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης κ. Ανθίμου με θέμα: «Εκκλησία και νέος Ελληνισμός».

Επί της Εισηγήσεως ακολούθησε διεξοδική συζήτηση, στην οποία εξέθεσαν τις θέσεις τους οι Σεβασμιώτατοι Αρχιερείς Σταγών και Μετεώρων κ. Σεραφείμ, Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ. Ιερόθεος, Περιστερίου κ. Χρυσόστομος, Καρυστίας και Σκύρου κ. Σεραφείμ, Χίου, Ψαρών και Οινουσσών κ. Μάρκος, Ύδρας, Σπετσών και Αιγίνης κ. Εφραίμ, Πατρών κ. Χρυσόστομος, Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως κ. Ιερεμίας, Ξάνθης και Περιθεωρίου κ. Παντελεήμων, Λαγκαδά, Λητής και Ρεντίνης κ. Ιωάννης, Σιδηροκάστρου κ. Μακάριος, Κυθήρων κ. Σεραφείμ, Άρτης κ. Ιγνάτιος, Κίτρους και Κατερίνης κ. Γεώργιος, Σερρών και Νιγρίτης κ. Θεολόγος, Γουμενίσσης, Αξιουπόλεως και Πολυκάστρου κ. Δημήτριος και Αιτωλοακαρνανίας κ. Κοσμάς.

Ο Μακαριώτατος πρότεινε, η εισήγηση του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης να εκδοθεί από την Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος και να διανεμηθεί στους Ιερούς Ναούς. Κατόπιν έγινε ενημέρωση του Σώματος της Ιεραρχίας για τα πεπραγμένα των Συνοδικών Επιτροπών της παρελθούσης Συνοδικής Περιόδου (Σεπτέμβριος 2013 έως Αύγουστος 2014) και ακολούθησε συζήτηση. Η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας θα συνεχίσει τις εργασίες Της αύριο, Τετάρτη 8 Οκτωβρίου ε.ε.

Εκ της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας

 

ΠΡΟΣΦΩΝΗΣΗ ΤΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ Κ.κ. ΙΕΡΩΝΥΜΟΥ ΣΤΗΝ ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟ ΤΗΣ ΙΕΡΑΡΧΙΑΣ 7/10/2014

 

Ἀγαπητοί ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

Χά­ριτι Θεοῦ συ­νέρ­χε­ται συ­νο­δι­κῶς ἡ Ἱε­ραρ­χία τῆς Ἐκ­κλη­σίας τῆς Ἑλ­λά­δος στίς ἀρχές μιᾶς ἀκόμη ἐκ­κλη­σι­α­στικῆς πε­ριόδου. Κατά τόν λό­γο τοῦ Με­γά­λου Βα­σι­λείου (Ἀνε­πί­γρα­φος περί Συ­νό­δου), «Τί γὰρ ἂν γέ­νοιτο χα­ρι­έ­στε­ρον, ἢ τοὺς το­σούτῳ τῷ πλή­θει τῶν τό­πων δι­ῃ­ρη­μέ­νους τῇ διὰ τῆς ἀγά­πης ἑνώ­σει κα­θο­ρᾶν εἰς μίαν με­λῶν ἁρ­μο­νίαν ἐν σώ­ματι Χρι­στοῦ δε­δέ­σθαι;». Ὀφεί­λουμε να δο­ξά­ζουμε τόν ἐν Τρι­άδι Θεό πού μᾶς ἀξι­ώ­νει αὐ­τῆς τῆς εὐ­λο­γίας. Θά ἤθελα νά ὑπεν­θυ­μίσω ὅτι τό γε­γο­νός αὐτό κα­θε­αυτό τῆς συγ­κλή­σεως δέν εἶ­ναι ἱστο­ρι­κῶς αὐ­το­νό­ητο.

Ἡ Ἱερά Σύ­νο­δος τῆς Ἱε­ραρ­χίας συ­νέρ­χε­ται τα­κτι­κῶς καί ἐλευ­θέ­ρως, κάτι τό ὁποῖο δέν ἦταν δυ­να­τόν γιά τά πρῶτα 70 καί πλέον ἔτη τῆς ἱστο­ρίας Της. Κατά τή μα­κρά πε­ρί­οδο μεταξύ τῶν ἐτῶν 1834 καί 1907 δέν ἐδί­δετο ἡ ἄδεια νά συγ­κλη­θεῖ ἡ Ἱε­ραρ­χία ἀπό τήν τότε Πο­λι­τει­ακή Ἀρχή, ὑπό τόν φόβο τῆς δυ­νά­μεως καί τῆς βα­ρύ­τη­τος πού μπο­ρεῖ νά ἔχει ἡ ἑνό­τητα, ἡ συ­νο­δι­κό­τητα, ἡ φωνή καί ἡ μαρ­τυ­ρία τῆς Ἐκ­κλη­σίας πρός τήν κοι­νω­νία.

Σᾶς εὐ­χα­ρι­στῶ γιά τήν προ­σέ­λευσή σας στήν πα­ροῦσα Συ­νε­δρί­αση, ἡ ὁποία δέν δι­α­θέ­τει, ὅπως τά τε­λευ­ταῖα ἔτη, κεν­τρικό θέμα, ἔχει ὅμως πάν­τοτε βα­ρύ­νουσα ση­μα­σία. Πε­ρι­λαμ­βά­νει τρεῖς εἰ­ση­γή­σεις, τίς ὁποῖες ἀνα­μέ­νουμε μέ ἐν­δι­α­φέ­ρον. Τόν κύ­κλο τους πρό­κει­ται νά ἀνοί­ξει ὁ Σε­βα­σμι­ώ­τα­τος Μη­τρο­πο­λί­της Θεσ­σα­λο­νί­κης κ. Ἄν­θι­μος μέ θέμα: «Ἐκ­κλη­σία καί νέος Ἑλ­λη­νι­σμός». Τήν ἐπαύ­ριον, ὁ Σε­βα­σμι­ώ­τα­τος Μη­τρο­πο­λί­της Μεσ­ση­νίας κ. Χρυ­σό­στο­μος θά μᾶς ἐνη­με­ρώ­σει «Περί τῆς μελ­λού­σης Ἁγίας καί Με­γά­λης Συ­νό­δου, ἥτις θά συ­νέλθῃ κατά τό ἔτος 2016».

Καί τέ­λος, ὁ Σε­βα­σμι­ώ­τα­τος Μη­τρο­πο­λί­της Με­σο­γαίας καί Λαυ­ρε­ω­τι­κής κ. Νι­κό­λαος θά πα­ρου­σι­ά­σει τό θέμα: «Ὀρ­θό­δο­ξος βι­ο­η­θι­κός προ­βλη­μα­τι­σμός». Θά ὑπάρ­ξει ἱκα­νός χρό­νος γιά συ­ζή­τηση καί ἀνταλ­λαγή ἀπό­ψεων. Θά πα­ρα­κα­λοῦσα μόνον οἱ το­πο­θε­τή­σεις σας ἐπ’ αὐ­τῶν νά εἶ­ναι κατά τό δυνατόν καί­ριες καί σύν­το­μες, ὥστε νά ἀπο­μεί­νει ἀπα­ραί­τη­τος χρό­νος γιά νά κα­τα­λή­ξουμε σέ συγ­κε­κρι­μέ­νες ἀπο­φά­σεις πρός ὑλο­ποί­η­σιν ὑπό τῆς Δι­αρ­κοῦς Ἱε­ρᾶς Συ­νό­δου. Οἱ και­ροί ὑπο­δει­κνύ­ουν τήν ἀναγ­και­ό­τητα λή­ψεως ἀπο­φά­σεων, μέ τίς ὁποῖες θά ἐκ­φρα­σθεῖ καί ἐν τῇ πρά­ξει ἡ ἑνό­τητα τῆς Ἐκ­κλη­σίας.

Ἡ τέταρτη ἡμέρα εἶ­ναι ἀφι­ε­ρω­μένη στίς ἐπι­σκο­πι­κές ἐκλο­γές πρός πλή­ρω­σιν τῶν τριῶν κε­νω­θει­σῶν Ἱε­ρῶν Μη­τρο­πό­λεων Γρε­βε­νῶν, Με­γά­ρων καί Σα­λα­μῖνος, καί Νέας Ἰω­νίας καί Φι­λα­δελ­φείας. Ἐπιπροσθέτως, ἡ Σύ­ν­οδος κα­λεῖ­ται νά κα­λύ­ψει τήν δημιουργηθεῖσα θέση βο­η­θοῦ Ἐπι­σκό­που.

Συ­νε­δρι­ά­ζουμε γιά μίαν εἰ­σέτι φορά σέ κρί­σιμη συγ­κυ­ρία γιά τή χώρα μας. Οἱ οἰ­κο­νο­μι­κές δυ­σκο­λίες πα­ρα­μέ­νουν, ἡ ἀπελ­πι­σία καί ἡ ἀνερ­γία ἐξα­κο­λου­θοῦν νά μα­στί­ζουν τόν ἀγα­πητό λαό μας. Ἐπικρατεῖ βαθειά ἀγω­νία γιά τό ἐνδεχόμενο οἱ συνεχιζόμενες θυ­σίες του νά μεί­νουν ἐν τέλει χω­ρίς ἀν­τί­κρι­σμα. Εὐ­θύνη τῆς Ἐκ­κλη­σίας εἶ­ναι νά με­τα­φέ­ρει τή φωνή τῶν προ­σφευ­γόν­των εἰς Αὐ­τήν, νά δι­α­κη­ρύξει αὐτή τήν ἀγω­νία γιά ὅσα δο­κι­μά­ζουν τόν λαό τοῦ Θεοῦ, νά τόν δι­α­κο­νεῖ καί νά τόν στη­ρί­ζει μέ ὅλες Της τίς δυ­νά­μεις.

Ἡ Ἐκ­κλη­σία δέν μπο­ρεῖ παρά νά ἐκ­φρά­σει αὐτή τήν ἀγω­νία, δι­ότι εἶ­ναι ἐκείνη πού ἀπορ­ροφᾶ ὅλους αὐ­τούς τούς κρα­δα­σμούς, τόν πόνο, τίς ἀνάγ­κες, τήν ἀπό­γνωση τῶν ἀν­θρώ­πων, καί προ­σπα­θεῖ νά τεί­νει χεῖρα βο­η­θείας καί νά δώ­σει δύ­ναμη καί ἐλ­πίδα, νά ἐμ­πνεύ­σει τό ὅραμα. Θέλω νά εὐ­χα­ρι­στήσω στά πρό­σωπά σας ὅλες τίς Ἱε­ρές Μη­τρο­πό­λεις γιά τό πο­λυ­σχι­δές ἔργο τους καί νά ζη­τήσω νά δι­α­βι­βά­σετε καί στούς κλη­ρι­κούς σας καί τούς λοι­πούς συ­νερ­γά­τες τίς εὐ­χα­ρι­στίες καί τήν ἀνα­γνώ­ριση γιά τήν ὑπο­στή­ριξή τους στόν κοινό ἀγώνα τῆς δι­α­κο­νίας.

Χω­ρίς τή συμ­βολή τους μέσα ἀπό τά ζωτικά μας κύτ­ταρα, τίς ἐνο­ρίες ἀνά τήν ἑλ­λη­νική ἐπι­κρά­τεια, τοῦτο τό ἔργο δέν θά ἦταν δυ­να­τόν νά πρα­γμα­το­ποι­η­θεῖ. Εὐ­χα­ρι­στίες ὀφεί­λον­ται καί πρός τά μέλη τῆς πα­ρελ­θού­σης Δι­αρ­κοῦς Ἱε­ρᾶς Συ­νό­δου, πού συ­νέ­βα­λαν κο­πι­ω­δῶς στήν ἐπί­λυση καί­ριων προ­βλη­μά­των. Πρέ­πει ὅλοι, ἡ κάθε Ἱερά Μη­τρό­πολη, νά συμ­βά­λουμε στό μέ­τρο πού μᾶς ἀνα­λο­γεῖ, δι­ότι μέ τήν κοινή προ­σπά­θεια πι­στεύω ἀκρα­δάν­τως ὅτι θά ἐπέλ­θει καί ἀνά­πτυξη στόν τόπο αὐτό καί ἡ πο­λυ­πό­θητη ἔξο­δος ἀπό τόν οἰ­κο­νο­μικό ζυγό πού ὅλα αὐτά τά χρό­νια ἐπι­κρέ­μα­ται ὡς σταυ­ρός στούς ὤμους μας.

Ἰδιαίτερη προσοχή ἀπαιτεῖται στίς μεταξύ μας σχέσεις. Δι­ότι κατά τό πα­ρελ­θόν ἐκ­κλη­σι­α­στι­κές ἔρι­δες συ­νε­τέ­λε­σαν στό νά ἐπα­κο­λου­θή­σουν ἐθνι­κές κα­τα­στρο­φές. Ἐπι­τρέψτε μου νά δι­α­τυ­πώσω τή γνώμη ὅτι στήν κρί­σιμη αὐτή στι­γμή ὁ τό­πος δέν ἀν­τέ­χει ἐπι­πρό­σθε­τους τα­λα­νι­σμούς. Ἔχει ἀνάγκη πο­λι­τι­κῆς στα­θε­ρό­τη­τας του­λά­χι­στον γιά τά ἔτη πού ἀκο­λου­θοῦν. Ἀπαι­τεῖ­ται πο­λι­τική ἑνό­τητα γιά τά ἑπό­μενα χρό­νια ἐν μέσῳ τῶν συν­θη­κῶν πού ἔχουν ἀνα­πτυ­χθεῖ γύρω μας. Ὁ ρό­λος μας καί ἡ θέση μας δέν εἶ­ναι ἀσφα­λῶς νά πο­λι­τι­κο­λο­γοῦμε. 

Δέν νο­εῖ­ται Ἐκ­κλη­σία ὡς θε­σμός προ­σό­μοιος τῶν πο­λι­τι­κῶν. 

Δέν γνω­ρί­ζει κομ­μα­τι­κές πα­ρα­τά­ξεις οὔτε ἀναμειγνύεται σέ πο­λι­τι­κές ἀν­τι­πα­ρα­θέ­σεις.

Δέν δύ­να­ται ὡστόσο καί νά ἀγνο­ή­σει τά πο­λι­τικά δρώ­μενα, κλεί­νον­τας τά μά­τια μπρο­στά στά κοι­νω­νικά προ­βλή­ματα. Ἀν­τι­θέ­τως, ἔχει τήν ἀπο­στολή νά μαρ­τυ­ρεῖ στήν πράξη ἔναντι τῶν πο­λι­τι­κῶν ἀρ­χῶν, ὅταν αὐ­τές ἐνερ­γοῦν εἰς βά­ρος τοῦ λαοῦ ἤ ἐρήμην του. Χω­ρίς λοι­πόν τήν ἑνό­τητα τῶν πο­λι­τι­κῶν μας και τή στα­θε­ρό­τητα τῶν βου­λευ­τι­κῶν δο­μῶν, οἱ θυ­σίες τοῦ ἑλ­λη­νι­κοῦ λαοῦ κιν­δυ­νεύ­ουν νά πᾶνε χαμένες, νά πέσουν στό κενό, γε­γο­νός τό ὁποῖο θά ὀξύ­νει ἔτι πε­ραι­τέρω τίς κοι­νω­νι­κές ἀνι­σό­τη­τες καί θά δώ­σει χῶρο σέ ὅσους ἐπι­βου­λεύ­ον­ται τό μέλ­λον τῆς χώ­ρας μας. 

Ἐπα­να­λαμ­βάνω ὅτι ἡ Ἐκ­κλη­σία, ἄν καί ἀφί­στα­ται τῆς πο­λι­τι­κο­λο­γίας, δέν δύ­να­ται ὡστόσο νά ἀπο­στεῖ καί τῆς εὐ­θύ­νης της ἔναντι τῶν ἀν­θρώ­πων, δι­ότι ὀφείλει νά με­τα­φέ­ρει τίς ἀγω­νίες τοῦ λαοῦ μας στά ὦτα τῶν κυ­βερ­νών­των. Κά­ποιος νέος μου εἶπε: «Ἄς κά­νουν ὅ,τι θέ­λουν· γι­ατί ὑπο­θη­κεύ­ουν ὅμως τό μέλ­λον μας; Ἐμεῖς ἁπλά θέ­λουμε νά ἔχουμε μιά εὐ­και­ρία νά φτι­ά­ξουμε τή δική μας Ἑλ­λάδα». Σέ αὐ­τήν ἀκριβῶς τήν κραυγή ἀγω­νίας πρέ­πει νά στα­θοῦμε. Στό­χος μας δέν εἶ­ναι νά ἐπι­κρί­νουμε, ἀλλά νά ἀνα­δεί­ξουμε τίς ἀρ­χές καί τίς ἀξίες μέ τίς ὁποῖες γαλουχηθήκαμε, τοῦ Χρι­στι­α­νι­σμοῦ καί τοῦ Ἑλ­λη­νι­σμοῦ, οἱ ὁποῖες κρά­τη­σαν καί πρέ­πει νά συ­νε­χί­σουν νά κρα­τοῦν αὐ­τόν τόν τόπο ὄρ­θιο στήν ἱστο­ρία.

Ἡ Ἐκ­κλη­σία ἔχει χρέος νά στη­ρί­ζει τόν λαό καί νά μή δι­χά­ζει τόν λαό. Δι­α­βλέπω ὅτι τά ἑπό­μενα ἔτη θά εἶ­ναι δύ­σκολα. Χρει­ά­ζε­ται κα­θείς ἐξ ἡμῶν νά ἀνα­λά­βει τήν εὐ­θύνη πού τοῦ ἀνα­λο­γεῖ καί νά ἐπι­δεί­ξει ὡρι­μό­τητα καί δι­ά­θεση γιά συ­νερ­γα­σία. Σέ ἀν­τί­θετη πε­ρί­πτωση ἡ κα­τά­ληξη μπο­ρεῖ νά ἀπο­βεῖ ὀλέ­θρια καί ἀντί τῆς ἐξό­δου ἀπό τήν κρίση νά ὁδηγηθοῦμε σέ ἀπευκταῖο τέλμα.
Ὀφείλω πάντως νά εὐ­χα­ρι­στήσω τήν Ἑλ­λη­νική Πο­λι­τεία γιά συγκεκριμένα θέματα. Μέ τή συ­νερ­γα­σία μας καί κατά τήν πα­ρελ­θοῦσα Συ­νο­δική Πε­ρί­οδο δόθηκαν λύσεις σε πολλές ἐκκρεμότητες. Καρ­πός αὐ­τῆς τῆς συ­νερ­γα­σίας εἶναι οἱ νέες νο­μο­θε­τι­κές ρυ­θμί­σεις πού ἐνέ­κρινε ἡ Βουλή πρό ὀλί­γων ἡμε­ρῶν. 

Ἐπι­τρέψτε μου νά τίς ἀνα­φέρω ἐπι­γραμ­μα­τικά:

1.Κα­ταρ­γοῦν­ται τά ἀν­τα­πο­δο­τικά τέλη
ΟΤΑ γιά ὅλους τούς Να­ούς, ἀνε­ξαρ­τή­τως θρη­σκείας ἤ δό­γμα­τος.

2.Ἐπι­τρέ­πε­ται ἡ δω­ρεάν πο­λε­ο­δο­μική τα­κτο­ποί­ηση αὐ­θαί­ρε­των κα­τα­σκευῶν καί βο­η­θη­τι­κῶν χώ­ρων καί γιά τούς Ἱε­ρούς Να­ούς πού ἀνή­κουν σέ Ἱερά Προ­σκυ­νή­ματα, Ἐκ­κλη­σι­α­στικά Ἱδρύ­ματα καί Ἐκ­κλη­σι­α­στικά Μου­σεῖα.

3.Κα­ταρ­γεῖ­ται ἡ ὑπο­χρε­ω­τική συμ­με­τοχή στά Μη­τρο­πο­λι­τικά Συμ­βού­λια Προ­ϊ­στα­μέ­νου τῆς
ΔΟΥ καί δι­κη­γό­ρου τοῦ Νο­μι­κοῦ Συμ­βου­λίου τοῦ Κρά­τους.

4.Ναοί καί πε­ρι­ου­σίες δι­α­λε­λυ­μέ­νων ἤ δι­α­λυ­ό­με­νων Μο­νῶν πα­ρα­μέ­νουν στήν κυ­ρι­ό­τητα τῆς οἰ­κείας Ἱε­ρᾶς Μη­τρο­πό­λεως ἤ πε­ρι­έρ­χον­ται στήν κύ­ρια ἤ ἀνα­συ­νι­στώ­μενη Μονή.

5.Οἱ ἐσω­τε­ρι­κοί καί ἱδρυ­τι­κοί κα­νο­νι­σμοί τῶν Μο­νῶν καί Ἡσυ­χα­στη­ρίων ἐλέγ­χον­ται καί ἐγ­κρί­νον­ται ἀπό τόν ἐπι­χώ­ριο Μη­τρο­πο­λίτη καί τή
ΔΙΣ.

6.Ἐκ­κλη­σι­α­στικά ἀκί­νητα Μη­τρο­πό­λεων, Ἐνο­ριῶν, πα­λαιῶν Ἐπι­σκο­πῶν ἤ τέως ὀρ­θο­δό­ξων χρι­στι­α­νι­κῶν κοι­νο­τή­των, τά ὁποῖα ὑπά­γον­ται πλέον στήν ἐδα­φική πε­ρι­φέ­ρεια νέων Μη­τρο­πό­λεων ἤ Ἐνο­ριῶν, πε­ρι­έρ­χον­ται κατά κυ­ρι­ό­τητα σέ αὐ­τές χω­ρίς ἄλλη πράξη, συμ­βό­λαιο ἤ ἀν­τάλ­λα­γμα.

7.Πα­λαιές Ἐνο­ρίες, Μο­νές καί Ἡσυ­χα­στή­ρια, πού ἱδρύ­θη­καν πρό τῆς ἰσχύος τοῦ Ν. 590/1977, ἄνευ ἐκ­δό­σεως
ΦΕΚ ἱδρύ­σεως, δύ­ναν­ται νά ἀπο­δεί­ξουν τή νό­μιμη ὑπό­στασή τους μέ πράξη τῆς ΔΙΣ κα­τό­πιν εἰ­ση­γή­σεως τοῦ ἐπι­χω­ρίου Μη­τρο­πο­λί­του.

8.Πρά­ξεις συ­στά­σεως καί Κα­νο­νι­σμοί Ἱδρυ­μά­των καί Προ­σκυ­νη­μά­των πού δη­μο­σι­εύ­θη­καν στό δελ­τίο «Ἐκ­κλη­σία» δύ­ναν­ται πλέον νά δη­μο­σι­ευ­θοῦν στό ΦΕΚ μέ ἀνα­δρο­μική ἰσχύ.

9.Τά δι­α­χω­ρι­στικά δι­α­τά­γματα τοῦ
ΟΔΕΠ καί ἕτε­ροι πί­να­κες ἀκι­νή­των ἀπο­τε­λοῦν ἐκ τοῦ νό­μου τίτ­λους ἰδι­ο­κτη­σίας γιά τίς Μο­νές χω­ρίς νά ἀπαι­τεῖ­ται ἡ με­τα­γραφή τους στά ἁρ­μό­δια Ὑπο­θη­κο­φυ­λα­κεῖα.

10.Τό Πα­νελ­λή­νιο Ἱερό Ἵδρυμα Εὐ­αγ­γε­λι­στρίας Τή­νου παύει νά ἐξαι­ρεῖ­ται ἀπό τίς δι­α­τά­ξεις τοῦ Ν. 590/1977 γιά τά Ἱερά Προ­σκυ­νή­ματα καί τούς Ἱε­ρούς Να­ούς.

11.Προ­στί­θε­ται στή συγ­κρό­τηση τοῦ Πο­λυ­με­λοῦς Συμ­βου­λίου τῆς Ρι­ζα­ρείου Σχο­λῆς καί ἐκ­πρό­σω­πος τῆς Ἐκ­κλη­σίας τῆς Ἑλ­λά­δος ἄνευ δι­και­ώ­μα­τος ψή­φου.

12.Ἐπι­τρέ­πε­ται νά με­τα­τάσ­σον­ται δη­μό­σιοι ὑπάλ­λη­λοι οἱ ὁποῖοι εἶναι θε­ο­λό­γοι ἐκ­παι­δευ­τι­κοί σέ κε­νές θέ­σεις ἐκ­κλη­σι­α­στι­κῶν ὑπαλ­λή­λων τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, τῶν Ἱερῶν Μητροπόλεων καί στό Δι­ορ­θό­δοξο Κέν­τρο.

13.Δη­μι­ουρ­γοῦν­ται ἐπι­μέ­ρους θέ­σεις τα­κτι­κῶν ὑπαλ­λή­λων σέ Ἱε­ρές Μη­τρο­πό­λεις.

14.Κα­θί­στα­ται μό­νιμη ἡ Μη­τρό­πολη Γου­με­νίσ­σης, Ἀξι­ου­πό­λεως καί Πο­λυ­κά­στρου.

Τό γε­γο­νός ἐπίσης ὅτι ψη­φί­στηκε νό­μος πού δί­νει τή δυ­να­τό­τητα στίς θρη­σκευ­τι­κές κοι­νό­τη­τες νά ἔχουν ἔν­νομη σχέση μέ τό ἑλ­λη­νικό κρά­τος συμ­βάλ­λει ὁπωσ­δή­ποτε θε­τικά στή δι­ε­θνῆ εἰ­κόνα τῆς χώ­ρας μας. Ἦταν και­ρός νά κα­τα­νο­ή­σει στήν πράξη ἡ Ἑλ­λη­νική Πο­λι­τεία ὅτι ἡ συ­νερ­γα­σία μέ τήν Ἐκ­κλη­σία ἐνέ­χει πολ­λα­πλά ὀφέλη τόσο ἐν­τός ὅσο καί ἐκτός Ἑλ­λά­δος.Σᾶς εὐ­χα­ρι­στῶ γιά τήν προ­σοχή σας μέ­χρι στι­γμῆς. Χω­ρίς νά θέλω νά στε­ρήσω πε­ρισ­σό­τερο πο­λύ­τιμο χρόνο ἀπό τόν ἅγιο Θεσ­σα­λο­νί­κης πού ἔχει σή­μερα τήν εἰ­σή­γησή του, ἐπι­τρέψτε μου νά ἀνα­φερθῶ ἐν συ­νό­ψει καί σέ ὁρισμένα ἀκόμη φλέ­γοντα ζη­τή­ματα.

Πα­ρα­κο­λου­θοῦμε καιρό τώρα μέ πόνο ψυ­χῆς τήν ἔκρυ­θμη κα­τά­σταση στήν Ἐγ­γύς Ἀνα­τολή. Εἶ­ναι πράγ­ματι ἐξαι­ρε­τικά ὀδυ­νηρή ἡ δι­α­πί­στωση ὅτι ὅλες αὐ­τές οἱ ἀνα­τα­ρα­χές, ἡ αἱ­μα­το­χυ­σία καί οἱ βι­αι­ό­τη­τες μέ στόχο χρι­στι­α­νούς ἀδελ­φούς μας, ἐκτυ­λίσ­σον­ται σέ ἐπι­φα­νεῖς ἱστο­ρι­κές ἑστίες τοῦ χρι­στι­α­νι­σμοῦ, ὅπως ἡ Αἴ­γυ­πτος καί ἡ Συ­ρία, σέ ἱερούς τόπους καί λί­κνα τῆς Ἐκ­κλη­σίας πού μᾶς πα­ρέ­δω­σαν τό ὄνομα τοῦ χρι­στι­α­νοῦ καί γέν­νη­σαν πλῆ­θος ἁγίων καί Πα­τέ­ρων μέ προ­ε­ξάρ­χοντα τόν ἱερό Χρυ­σό­στομο.

Πρό­κει­ται γιά τρα­γω­δία βα­θύ­τατη, τῆς ὁποίας ἀκόμη δέν γνω­ρί­ζουμε τήν κα­τά­ληξη. Πρέ­πει πάσῃ θυ­σίᾳ νά δρά­σουμε ὑπευ­θύ­νως, ἐάν θέ­λουμε νά πα­ρα­μεί­νουν ἐν ζωῇ οἱ χρι­στι­α­νι­κές κοι­νό­τη­τες τῶν πε­ρι­ο­χῶν αὐ­τῶν. Ἡ Ἐγ­γύς Ἀνα­τολή ἔχει τό παγ­κό­σμιο προ­νό­μιο τρεῖς μο­νο­θε­ϊ­στι­κές θρη­σκεῖες νά συ­νυ­πάρ­χουν εἰ­ρη­νικά ἐπί αἰ­ῶ­νες στό ἔδα­φός της: ὁ χρι­στι­α­νι­σμός, ὁ ἰου­δα­ϊ­σμός καί τό ἰσ­λάμ. Ἄν ἐκλεί­ψει ἤ δι­αρ­ρα­γεῖ αὐτή ἡ τρι­με­ρής ἰσορ­ρο­πία, τό ἀπο­τέ­λε­σμα θά εἶ­ναι τρα­γικό. Ἀπό τή γε­ω­στρα­τη­γική της θέση, ἡ πα­τρίδα μας λει­τουρ­γεῖ ὡς οὐ­σι­α­στι­κός πα­ρά­γον­τας γιά τήν ἐπι­κρά­τηση τῆς εἰ­ρή­νης στό εὐ­ρύ­τερο χῶρο.

Ἄν συ­νε­χι­στοῦν οἱ ἔνο­πλες συρ­ρά­ξεις, με­γά­λος ἀρι­θμός προ­σφύ­γων καί με­τα­να­στῶν ἐν­δέ­χε­ται νά εἰσ­ρεύ­σει καί στή χώρα μας μέ ἀπρό­βλε­πτες συ­νέ­πειες.Εἶ­ναι ἀνάγκη νά προ­βλη­μα­τι­στοῦμε ὅλοι, νά κα­λέ­σουμε τόν πι­στό λαό νά ἑνώ­σει τή φωνή του μαζί μας καί νά προ­σευ­χη­θοῦμε ὁ Θεός νά δι­α­φυ­λά­ξει τούς δο­κι­μα­ζό­με­νους ἀδελ­φούς μας. Οἱ θη­ρι­ω­δίες πού δι­α­πράτ­τον­ται εἰς βά­ρος τους ὑπό τό νέ­φος τοῦ πο­λέ­μου ἐφορ­μοῦν­ται ἀπό θρη­σκευ­τικό φα­να­τι­σμό.

Αὐτή ἡ και­νο­φα­νής νε­ο­ϊσ­λα­μική ἀπειλή πού ἁπλώ­νε­ται ἀπό τή Μέση Ἀνα­τολή ὥς τά Βαλ­κά­νια πρέ­πει νά ἀν­τι­με­τω­πι­στεῖ καί­ρια καί μέ σο­βα­ρό­τητα. Πρέ­πει νά κα­τα­δι­κά­ζον­ται θρη­σκεῖες καί ζη­λω­τές θρη­σκειῶν πού προ­ω­θοῦν τόν φα­να­τι­σμό, τή βία, τή μι­σαλ­λο­δο­ξία, τόν πό­λεμο. Δέν εἶ­ναι δυ­να­τόν θρη­σκεῖες νά γί­νον­ται μέσα προ­βο­λῆς καί προ­κλή­σεως πο­λέ­μων, κα­τα­στρο­φῆς, δι­ω­γμῶν, ὑπο­τι­μή­σεως καί εὐ­τε­λι­σμοῦ τῆς ἀξίας τοῦ ἀν­θρώ­που.

Γιά τήν οἰ­κο­νο­μική κρίση – δη­λαδή γιά τήν κρίση, ὅπως ἐκ­δη­λώ­θηκε στήν οἰ­κο­νο­μία – πολλά ἔχουν εἰ­πω­θεῖ. Ἕνα μόνο ἀκόμη: νά μήν ἐγ­κα­τα­λεί­ψουμε τόν λαό μας, νά στα­θοῦμε κοντά του. Ἀγάπη, καρ­τε­ρία, τα­πει­νό­τητα, συ­νερ­γα­σία καί ἀλ­λη­λεγ­γύη εἶ­ναι οἱ ἀρε­τές πού θά λει­τουρ­γή­σουν σω­στικά καί θά τόν ὁδη­γή­σουν νά δη­μι­ουρ­γή­σει. Ὑπο­γραμ­μίζω καί ξε­χω­ρίζω μίαν ἐξ αὐ­τῶν, τήν ὁποία θά ἐξα­κο­λου­θήσω νά ἐπα­να­λαμ­βάνω ὅσο ὁ Θεός μου δί­νει ζωή, τήν ἀξία τῆς ἑνό­τη­τας τοῦ λαοῦ μας, ἡ ὁποία καί πρέ­πει νά ξε­κινᾶ μέσα ἀπό τή δική μας ἑνό­τητα.

Ἡ ἑνό­τητα συ­νι­στᾶ τήν ταυ­τό­τητα τῆς Ἐκ­κλη­σίας: τό γε­γο­νός ὅτι τά πρό­σωπα πού τήν συ­να­πο­τε­λοῦν δέν ὑπάρ­χουν ἀφ’ ἑαυ­τῶν, με­μο­νω­μένα, καί τά χα­ρί­σματα μέ τά ὁποῖα τούς προί­κισε καί ἐξα­κο­λου­θεῖ νά τούς παρ­έ­χει ὁ Θεός εἶ­ναι κοινά καί δέν ἀπο­τε­λοῦν ἀτο­μικό κτῆμα τοῦ κα­θε­νός. Ἡ Χά­ρις τοῦ Κυ­ρίου συ­νέ­χει τήν Ἐκ­κλη­σία, δι­ότι δέν μο­νο­πω­λεῖ­ται, ἀλλά ἐκ­κλη­σι­ο­ποι­εῖ­ται. Ἡ οἰ­κο­δομή λοι­πόν τῆς Ἐκ­κλη­σίας εἶ­ναι ἔργο κοινό ὅλων τῶν με­λῶν Της. Μέσα ἀπό τήν ποι­κι­λία τῶν χα­ρι­σμά­των καί τῶν ἐνερ­γειῶν ἀνα­δει­κνύ­ε­ται ἡ ἑνό­τητα καί ἡ ἐνο­ποιός λει­τουρ­γία Της. 


Ὅλα τά μέλη, ἔστω κι ἐάν ἔχουν δι­α­φο­ρές με­ταξύ τους, συ­νι­στοῦν τό ἑνω­μένο τῇ πί­στει, τῇ ἀγάπῃ καί τῇ ὁμο­λο­γίᾳ Σῶμα τοῦ Χρι­στοῦ. Λέ­γει ὁ Κύ­ριος εἰς το κατά Ἰω­άν­νην: «Ἐν τούτῳ γνώ­σον­ται πάν­τες ὅτι ἐμοὶ μα­θη­ταί ἐστε, ἐὰν ἀγά­πην ἔχητε ἐν ἀλ­λή­λοις» (Ἰω. ιγ΄, 35). Χα­ρα­κτη­ρι­στικό γνώ­ρι­σμα τῶν Ἀπο­στό­λων δέν εἶ­ναι ἡ δι­ε­νέρ­γεια θαυ­μά­των, οὔτε οἱ θαυ­μα­στοί λό­γοι, ἀλλά ἡ ἐν Χρι­στῷ ἀγάπη καί ἑνό­τητα.

«Τοῦτο κε­φά­λαιον τῆς καθ' ἡμᾶς πο­λι­τείας ἐστί», ση­μει­ώ­νει σχετικῶς ὁ ἱε­ρός Χρυ­σό­στο­μος, «τοῦτο γνώ­ρι­σμα, τὸ μὴ τὰ ἑαυ­τῶν σκο­πεῖν μό­νον [...]· τοῦτο δεῖ­γμα τῆς πί­στεως μέ­γι­στον· Ἐν τούτῳ γὰρ γνώ­σον­ται, φησί, πάν­τες ὅτι μα­θη­ταί μού ἐστε, ἐὰν ἀγα­πᾶτε ἀλ­λή­λους. Ἀγά­πην δὲ δεί­κνυσι γνη­σίαν οὐ κοι­νω­νία τρα­πέ­ζης, οὐδὲ πρόσ­ρη­σις ψιλή, οὐδὲ κο­λα­κεία ῥη­μά­των, ἀλλὰ τὸ δι­ορ­θῶ­σαι καὶ σκο­πῆ­σαι τὸ συμ­φέ­ρον τοῦ πλη­σίον, τὸ τὸν πε­πτω­κότα δι­α­να­στῆ­σαι, τὸ τῷ κει­μένῳ χεῖρα ὀρέ­ξαι τῆς οἰ­κείας ἀμε­λή­σαντι σω­τη­ρίας, καὶ πρὸ τῶν οἰ­κείων ἀγα­θῶν τὰ τοῦ πλη­σίον ζη­τῆ­σαι.

Τοῦτο ἀγά­πης γνη­σίας. Ἡ γὰρ ἀγάπη τὰ αὑ­τῆς οὐ βλέ­πει, ἀλλὰ πρὸ τῶν αὑ­τῆς τὰ τοῦ πλη­σίον ὁρᾷ, ἵνα δι' ἐκεί­νων τὰ αὑ­τῆς ἴδῃ». Ἀπό πολ­λούς ἁγί­ους Ἀδελ­φούς ἔχουν θι­γεῖ κατά δια­στή­ματα ποικίλα θέ­ματα πού χρή­ζουν με­λέ­της καί ἐπε­ξερ­γα­σίας. Φρονῶ κύ­ριο μέ­λημά μας εἶ­ναι νά συνεχί­σουμε τήν ἀπο­στολή μας, τή δι­α­κο­νία τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, τή δι­α­κο­νία τῶν ἀν­θρώ­πων, καί νά δώ­σουμε ἰδι­αί­τερο βά­ρος στήν πνευ­μα­τική καλ­λι­έρ­γεια.

Ἄν­θρω­πος χω­ρίς καλ­λι­έρ­γεια καί ἐσω­τε­ρική ἀνα­φορά στόν Θεό δέν μπο­ρεῖ νά ἀν­τα­πο­κρι­θεῖ στίς δυ­σκο­λίες καί τίς προ­κλή­σεις τῆς σύγ­χρο­νης ἐπο­χῆς. Περί τοῦ ζη­τή­μα­τος τῆς ἐπα­νε­ξε­τά­σεως τοῦ τρό­που ἐκλο­γῆς τῶν Ἀρ­χι­ε­ρέων, γιά τό πῶς πρέ­πει κά­ποιος νά ὁδη­γεῖ­ται στήν δι­α­ποί­μανση μιᾶς Ἱε­ρᾶς Μη­τρο­πό­λεως, ἔχω το­πο­θε­τη­θεῖ ἀρ­κε­τές φο­ρές στό πα­ρελ­θόν. Δέν ἀπο­τε­λεῖ ὅμως ἀπο­κλει­στικά δική μου εὐ­θύνη νά προβῶ αὐτή τή στι­γμή σέ ἀλ­λα­γές οὔτε αἰ­σθά­νο­μαι ἕτοι­μος νά δι­α­τυ­πώσω προ­τά­σεις.

Ἀπαι­τεῖ­ται νά πη­γά­σει ἀπό ὅλους μας ἡ τάση γιά ἀνα­θε­ω­ρή­σεις στό συγ­κε­κρι­μένο θέμα. Φρονῶ ὅτι ἴσως χρειαστεῖ νά ἀφι­ε­ρώ­σουμε μίαν ὁλό­κληρη Ἱερά Σύ­νοδο τῆς Ἱε­ραρ­χίας πρός συ­ζή­τη­σιν. Πρός στι­γμήν, αὐτό πού ἐμεῖς δι­α­τρα­νώ­νουμε καί πι­στεύ­ουμε εἶ­ναι πώς ὅ,τι πρα­γμα­το­ποι­εῖ­ται ἐν τῇ Ἐκ­κλη­σίᾳ συν­τε­λεῖ­ται μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ. Χρει­ά­ζε­ται νά τό ἀν­τι­λη­φθεῖ καί ὁ λαός μας πλή­ρως αὐτό, ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἐν πρώτοις συ­νι­στᾶ μυ­στή­ριο, τό ὁποῖο τε­λε­σι­ουρ­γεῖ­ται στό πρό­σωπο κα­θε­νός ἐξ ἡμῶν. Εἶ­ναι ὁ ἱε­ρός χῶ­ρος ὅπου ὁ ἄν­θρω­πος κα­ταλ­λάσ­σε­ται μέ τόν Θεό, μέ τόν ἑαυτό του καί μέ τόν κό­σμο, μυ­στα­γω­γεῖ­ται καί ἁγι­ά­ζε­ται, βρί­σκον­τας τήν ἀλή­θεια, τή γαλήνη καί τήν πλη­ρό­τητα.

Ἀπαι­τεῖ­ται ἐπί­σης νά ὁμο­νο­ή­σουμε στό θέμα τῆς ἀξι­ο­ποι­ή­σεως τῆς Ἐκ­κλη­σι­α­στι­κῆς Πε­ρι­ου­σίας. Ἀρ­κετά βή­ματα ἔχουν γί­νει πρός αὐτή τήν κα­τεύ­θυνση, μέ πιό πρό­σφατο τήν προ­ει­ρη­μένη τρο­πο­λο­γία, ἡ ὁποία ἔρ­χε­ται εἰς ἐπι­στέ­γα­σμα μα­κρᾶς πο­ρείας ἑδραι­ώ­σεως τοῦ ἀπα­ραί­τη­του νο­μι­κοῦ πλαι­σίου. Ἐμ­πι­στευ­ό­μα­στε τήν Οἰ­κο­νο­μική μας Ὑπη­ρε­σία, πρέ­πει ὅμως νά ὁμο­νο­οῦμε καί με­ταξύ μας, δι­ότι τό ζή­τημα θέ­λει πολλή προ­σοχή.

Ἡ οἰ­κο­νο­μική ἀνε­ξαρ­τη­σία ἀπο­τε­λεῖ ἀναγ­καῖο ὄρο γιά τήν ἀπρό­σκο­πτη συ­νέ­χεια τῆς δι­α­κο­νίας μας πρός τόν λαό. Ὅσο πιό γρή­γορα λοι­πόν δο­θεῖ ἡ δυ­να­τό­της στήν Ἐκ­κλη­σία νά ἀπο­κτή­σει οἰ­κο­νο­μική ἀνε­ξαρ­τη­σία, τόσο κα­λύ­τερα θά εἶ­ναι γιά ὅλους μας καί τόν τόπο. Ἀνα­μέ­νουμε νά δι­α­τυ­πω­θοῦν προ­τά­σεις ἀπό ἐξει­δι­κευ­μένα πρό­σωπα μέ γνώ­μονα τό κοινό καλό καί ὄχι με­μο­νω­μένα συμ­φέ­ροντα.Στό ση­μεῖο αὐτό ζητῶ τή στή­ριξη καί τή συμ­βολή σας. Παρα­καλῶ νά ἀφή­σουμε στήν ἄκρη κάθε ἴχνος κα­χυ­πο­ψίας, μι­κρό­νοιας καί πα­ρα­φι­λο­λο­γίας.

Ἀπα­ραί­τη­τος κα­νό­νας εἶ­ναι ἡ δι­α­φά­νεια καί ἡ ἐνη­μέ­ρωση πάντων ὑμῶν περί πάσης πι­θανῆς προτάσεως. Δέν γνω­ρί­ζουμε τίς ἐπο­χές πού θά ἔλ­θουν. Χω­ρίς οἰ­κο­νο­μική ἀνε­ξαρ­τη­σία θά εἴ­μα­στε δι­αρ­κῶς οὐ­ρα­γοί στίς ἐξε­λί­ξεις. Στό­χος μας δέν εἶ­ναι ἡ οἰ­κο­νο­μική δύ­ναμη, ἀλλά, δι’ αὐ­τῆς, ἡ δι­α­κο­νία καί ἐνί­σχυση τοῦ λαοῦ μας. Σᾶς εὐ­χα­ρι­στῶ ἀπό τήν καρ­διά μου, γι­ατί ὅλη αὐτή ἡ ἐργώδης προ­σπά­θεια δέν θά ἦταν δυ­νατή χω­ρίς τή δική σας ἀρωγή. Βο­η­θῆ­στε λοι­πόν νά προ­χω­ρή­σουμε καί στήν ὑλο­ποί­ηση αὐ­τῶν τῶν ὁρα­μα­τι­σμῶν.

Σέ λί­γους μῆ­νες εὐ­ελ­πι­στοῦμε νά ἔχουμε ἕτοιμο τόν νόμο γιά τήν Ἐκ­κλη­σι­α­στική Ἐκ­παί­δευση. Ὅλα τά ἁρ­μό­δια Συ­νο­δικά ὄρ­γανα κα­λοῦν­ται νά συν­το­νι­στοῦν καί νά ἐν­τεί­νουν τήν προ­σή­λωσή τους, ὥστε νά κα­τα­λή­ξουμε σέ αἴ­σιο καί οὐ­σι­α­στικό ἀπο­τέ­λε­σμα. Οἱ και­ροί ἐπι­τάσ­σουν τήν ἀναγ­και­ό­τητα ἐπεν­δύ­σεως στόν τρόπο ἀνα­δεί­ξεως ἀξίων κλη­ρι­κῶν, μέ ζῆλο Θεοῦ καί γνώση, οἱ ὁποῖοι νά δύ­ναν­ται νά ἀν­τα­πο­κρι­θοῦν στά σύγ­χρονα προ­βλή­ματα.

Συ­χνά ἡ Ἐκ­κλη­σία χρη­σι­μο­ποι­εῖ­ται ὡς εὔ­κολο θύμα κατά τή δι­ά­θεση τῶν κυ­βερ­νών­των, μέ στόχο τήν πα­ρα­πλη­ρο­φό­ρηση τοῦ λαοῦ ἀπό τίς ἑκά­στοτε δυ­σά­ρε­στες πο­λι­τι­κές ἐξε­λί­ξεις καί ἄλλα ἀνα­φυ­ό­μενα ζη­τή­ματα. Δέν εἶ­ναι ὥρα μι­κρο­ψυ­χίας καί προσ­κολλήσεως σέ προ­κα­τα­λή­ψεις. Ἀπαι­τεῖ­ται νά ὑπο­στη­ρί­ξουμε τό ὑπό ψή­φι­σιν σχέ­διο νό­μου καί νά ἀφο­σι­ω­θοῦμε στήν ὀρθή ἐκ­κλη­σι­α­στική παι­δεία τῶν ὑπο­ψη­φίων κλη­ρι­κῶν μας.

Αἰ­σθά­νο­μαι ὅτι σᾶς ἔχω κου­ρά­σει καί ὅτι ἔθεσα πολλά θέ­ματα στή δι­ά­θεση τῆς ἀγά­πης σας. Ἀσφαλῶς θά στα­θοῦμε στίς προ­γραμ­μα­τι­σμέ­νες εἰ­ση­γή­σεις τῶν ἁγίων Ἀρ­χι­ε­ρέων, θά τίς πα­ρα­κο­λου­θή­σουμε μέ προ­σοχή καί θά τίς σχο­λι­ά­σουμε μέ συν­το­μία καί σα­φή­νεια, γιά νά ὁδη­γη­θοῦμε σέ σω­στές κα­τευ­θύν­σεις καί ἀπο­φά­σεις γιά τή δι­α­κο­νία, τήν ἑνό­τητα καί τήν οἰ­κο­δομή τοῦ ἐκ­κλη­σι­α­στι­κοῦ σώ­μα­τος.

Πε­ραί­νον­τας, νι­ώθω τήν ἀνάγκη νά ἐπα­νέλθω στίς θε­με­λι­ώ­δεις ἀρ­χές, στήν κοινή μας πί­στη ὅτι ἡ Ἐκ­κλη­σία τῆς Ἑλ­λά­δος, ὡς αὐ­το­κέ­φαλο τμῆμα τῆς εὐ­ρύ­τε­ρης Ὀρ­θο­δο­ξίας, ἔχει κατά πάντα τίς δυ­να­τό­τη­τες καί τίς προ­ο­πτι­κές νά πο­ρευ­θεῖ στό μέλ­λον.

Ὡς ἀνώ­τατο θε­σμικό Της ὄρ­γανο, ἡ Ἱερά Σύ­νο­δος τῆς Ἱε­ραρ­χίας ἔχει χρέος νά μή στα­μα­τή­σει νά προ­βάλ­λει πρός τούς ἐγ­γύς καί τούς μα­κράν τήν οἰ­κου­με­νι­κό­τητα τοῦ μη­νύ­μα­τος τοῦ Εὐ­αγ­γε­λίου – τήν ἑνοποιό ἀγάπη, τήν εἰ­ρη­νική συ­νύ­παρξη καί πρω­τί­στως τήν πίστη ὅτι ἡ Ἐκ­κλη­σία εἶ­ναι ὁ εὔ­διος λι­μήν ὅπου οἱ ἄν­θρω­ποι μπο­ροῦν νά βροῦν ἐγ­γύ­ηση καί σω­τη­ρία.

Εὔ­χο­μαι οἱ ἐρ­γα­σίες τῆς πα­ρού­σης Συ­νό­δου νά εὐ­ο­δω­θοῦν αἰ­σίως καί δη­μι­ουρ­γι­κῶς ἐν Χρι­στῷ καί ὁ Θεός νά ἐνι­σχύσει τόν κα­θένα στό ἔργο του ἐν­τός καί ἐκτός αὐ­τῆς τῆς αἰ­θού­σης.

Σᾶς εὐχαριστῶ.