15 Ιουνίου, 2014

ΤΑ ΣΕΠΤΑ ΟΝΟΜΑΣΤΗΡΙΑ ΤΗΣ Α.Θ.Μ. ΤΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΘΗΝΩΝ ΚΑΙ ΠΑΣΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Κ.κ. ΙΕΡΩΝΥΜΟΥ Β΄

 
«Πας γαρ Αρχιερεύς εις το προσφέρειν δώρα τε  και θυσίας καθίσταται».(Εφέσ. 8,3) και «Έχοντες παρρησίαν εις την είσοδον των Αγίων».  (Εβρ.10,19).
 
Σήμερα 15η Ιουνίου η Εκκλησία μας  εορτάζει και τιμά  τον Όσιο Ιερώνυμο του οποίου το όνομα φέρει ο Προκαθήμενος της Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Ελλάδος Κ.κ. Ιερώνυμος Β΄. Ο σεπτός  Πρωθιεράρχης άγει  σήμερα τα Ονομαστήριά του, του οποίου η φωτεινή  του μορφή γαληνεύει τον ευσεβή λαό και τον γεμίζει με θάρρος στην δύσκολη πορεία της καθημερινότητάς του.  

Όπου πραγματοποιεί ποιμαντικές επισκέψεις ο Μακαριώτατος, ο λαός του αποδίδει με τις εκδηλώσεις του την αγάπη του, διότι γνωρίζει την φρόνησή του, το Εκκλησιαστικό ήθος του, την πολύτιμη πείρα του, την Θεολογική του κατάρτιση, την μαχητικότητά του, και τον δυναμισμό του.  

Το πρόσωπό του μας εμπνέει, ο λόγος του μας ξεκουράζει και η παρουσία του είναι πηγή ελπίδας, αισιοδοξίας και ζωής. Τα στοιχεία αυτά τα έχουμε κατεξοχήν ανάγκη σε αυτούς τους δίσεκτους χρόνους της ένδειας, της ανεργίας, της νεοπτωχείας, και της πείνας.  

Η παρουσία του παντού και πάντα, ακούραστα στους Ιερούς Ναούς, στους μαθητές, στους κρατουμένους των φυλακών, στους πάσχοντας στο κρεβάτι του πόνου, στους εργαζόμενους στο χώρο της εργασίας τους, στους ανέργους, στα στέκια της απελπισίας των νέων και όπου αλλού τον έχουν ανάγκη. 

Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος καθοδηγεί το ποίμνιό του λόγο και έργο και αυτό νοιώθει υπερήφανο για τον Πρωθιεράρχη του.  Έχει κατακτήσει τις καρδιές όσων τον γνωρίζουν και καθημερινά τον πλησιάζουν, γίνεται ο αδελφός, ο πατέρας, ο Ποιμενάρχης και πάρα πολλές φορές σήμερα στις δύσκολες μέρες που περνάμε γίνεται ο ψωμοσώστης. 

Δεν θα αναφερθούμε στο πολυσχιδές  και πολυποίκιλο έργο που επιτελεί γιατί γνωρίζουμε ότι δεν το επιθυμεί, αντίθετα θα δυσαρεστηθεί, άλλωστε το έργο του ομιλεί και η δική μου γραφίδα ίσως δεν αρκεί να το προβάλει.  Με παρρησία όμως μπορούμε να πούμε ότι τον Μακαριώτατο  κοσμούν πολλά χαρίσματα και αρετές όπως π.χ. η άδολη πατρική αγάπη του, η ευγένεια της ψυχής του, η σύνεση και το ανύστακτο ενδιαφέρον του για τον ευσεβή λαό του Θεού.  

Ο Αρχιεπίσκοπος έχει αποδείξει όλα αυτά τα χρόνια της Αρχιερωσύνης του, ότι είναι ο άνθρωπος της αλληλοπεριχώρησης, της αλληλεγγύης και ο συνοδοιπόρος σε κάθε πάσχοντα άνθρωπο, με το παράδειγμά του διδάσκει όλους εμάς να αγαπάμε άνευ όρων και προϋποθέσεων τον Χριστό και την Εκκλησία του. 

Εμείς από το Ιστολόγιό μας ευχόμεθα στον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Κ.κ. Ιερώνυμον
  
Όπως Κύριος ο Θεός ανταποδίδει εκατονταπλασίως τις θυσίες και τους κόπους της πολύχρονης και καλλίκαρπης διακονίας του στην Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών ώστε έτσι να συνεχίσει για πολλά έτη ακόμα να δίδει το σημείο της παρουσίας του Θεού εν μέσω του λαού, ώστε όλοι μαζί όπως έχει πει και ο ίδιος να πορευόμαστε αυτήν την οδό, που είναι η οδός της Εκκλησίας, της σωτηρίας, η  οδός της ζωής μας η καταφυγή μας. 

Τα έτη σας πολλά και ευλογημένα Μακαριώτατε.

Π. ΒΟΙΩΤΟΣ
 











ΛΑΜΠΡΟ ΠΟΛΥΑΡΧΙΕΡΑΤΙΚΟ ΣΥΛΛΕΙΤΟΥΡΓΟ ΠΡΟΕΞΑΡΧΟΝΤΟΣ ΤΗΣ Α.Μ. ΤΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΘΗΝΩΝ ΚΑΙ ΠΑΣΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΣΤΗΝ ΝΗΣΟ ΜΗΛΟ

 
Πολυαρχιερατική Θεία Λειτουργία τελέστηκε σήμερα, Κυριακή, στον Ιερό Ναό του Αγίου Νικολάου Τρυπητής Μήλου. Της πανηγυρικής Θείας Λειτουργίας προεξήρχε ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Κ.κ. Ιερώνυμος, συλλειτουργούντων των Μητροπολιτών Διδυμοτείχου κ. Δαμασκηνού, Βρεσθένης κ. Θεοκλήτου, Καισαριανής κ. Δανιήλ, Πειραιώς κ. Σεραφείμ, Σιδηροκάστρου κ. Μακαρίου, Χαλκίδος κ. Χρυσοστόμου, Ζιχνών κ. Ιεροθέου, Κορίνθου κ. Διονυσίου, Μεσσηνίας κ. Χρυσοστόμου, Θηβών κ. Γεωργίου, Παροναξίας κ. Καλλινίκου, Ιλίου κ. Αθηναγόρα, Κηφισίας κ. Κυρίλλου, Λαγκαδά κ. Ιωάννου, Ιερισσού κ. Θεοκλήτου και του Θεοφιλ. Επισκόπου Διαυλείας κ. Γαβριήλ.
 
Να σημειωθεί ότι σήμερα ο Αρχιεπίσκοπος άγει τα Ονομαστήριά του, ο οποίος τα εόρτασε μαζί με την ιστορική ημέρα της ανακηρύξεως της Μήλου σε Ιερό Νησί. Προ του πέρατος της Θείας Λειτουργίας ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Σύρου και Μήλου κ. Δωρόθεος Β’ προσφώνησε τον Μακαριώτατο και από του Άμβωνος, ενώπιον και του Εκπροσώπου της Κυβερνήσεως, θα αναγνωσθούν: τα Συνοδικά Έγγραφα και το σχετικό Προεδρικό Διάταγμα περί ανακηρύξεως της Μήλου ως ΙΕΡΑΣ ΝΗΣΟΥ.

Να αναφερθεί ότι στον Ιερό Ναό βρίσκονται σε προσκύνηση οι περίπυστες Θεομητορικές εικόνες της Παναγίας Κορφιάτισας, Προστάτιδος της νήσου Μήλου, και της Παναγίας Οδηγητρίας, Πολιούχου Κιμώλου, ως και τα ιερά λείψανα του Αγ. Παντελεήμονος (τιμία κάρα) και της Οσίας Μεθοδίας (τιμία κάρα), τα οποία θα διακομιστούν προς ευλογία των πιστών από την Άνδρο και την Κίμωλο.
 
Τους εόρτιους ύμνους απέδωσε η χορωδία «ΕΥΦΩΝΟΝ» του Ιερού Ναού Αγίου Φωτίου Θεσσαλονίκης. Μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο προσεφώνησε ο Μητροπολίτης Σύρου κ. Δωρόθεος, ο οποίος αναφέρθηκε στην ιστορική σημερινή ημέρα.Στη συνέχεια ο κ. Δωρόθεος προσέφερε στον Προκαθήμενο της Ελλαδικής Εκκλησίας, μια εικόνα του Αγίου Ιερωνύμου από την Ιερά Μονή Ξενοφώντος.
Το Αρχιεπισκοπικό Συλλείτουργο αναμεταδόθηκε απευθείας από την ΝΕΡΙΤ.
 

(15 ΙΟΥΝΙΟΥ) ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ - ΙΕΡΩΝΥΜΟΥ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ - ΑΜΩΣ ΚΑΙ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ

 

Σήμερα, Κυριακή των Αγίων Πάντων, η Εκκλησία τιμά την ιερή μνήμη όλων των απ’ αιώνος ευαρεστησάντων τον Θεό αγίων. Επειδή υπάρχουν και πρόσωπα που δεν έγιναν γνωστά και δεν συμπεριλήφθηκαν τα ονόματά τους στο αγιολόγιο, με τη σημερινή εορτή των Αγίων Πάντων, όλες οι μορφές που καταξιώθηκαν να εισέλθουν στο πεδίο της αγιότητας απολαμβάνουν της τιμής που προσφέρει η Εκκλησία.

Εμπειρία του μαρτυρίου: Με το μαρτύριο που εκφράζεται μέσα από την πορεία που τη χαρακτηρίζει το θυσιαστικό ήθος και ύφος, ο άγιος εκφράζει μια εμπειρία ζωής. Η θυσία του, μέσα από κόπους, ιδρώτες, θλίψη και το θάνατο ακόμα, ως έκφραση της παντοδύναμης αγάπης του Θεού “κατηγωνίσθη” τις ισχυρότερες εγκόσμιες εξουσίες. Καμία εξουσία δεν μπόρεσε να λυγίσει τις άγιες αυτές μορφές, επειδή η αγάπη τους αγκάλιασε ακόμα και τους διώκτες και τους δημίους που έστηνε κάθε φορά απειλητικά μπροστά τους.

Ο δυναμισμός της μεγάλης πίστης των αγίων, ξεπερνούσε κάθε εμπόδιο και τους έκανε να ορθώνουν αγέρωχα το ανάστημα τους μπροστά στα μαρτύρια των διωγμών. Όπως μας βεβαιώνει το ανάγνωσμα της ημέρας, “έφραξαν στόματα λεόντων, έσβεσαν δύναμιν πυρός, έφυγον στόματα μαχαίρας, ενεδυναμώθησαν από ασθενείας, εγεννήθησαν ισχυροί εν πολέμω”. Εδώ ο άνθρωπος της πίστεως ενώνεται με το Θεό και ανακαινίζεται εν Χριστώ η ύπαρξή του. Ακόμα και στην Παλαιά Διαθήκη βλέπουμε τη δύναμη της πίστης να μεγαλουργεί.

Είναι γνωστή η ιστορία του προφήτη Δανιήλ, που ο βασιλιάς Δαρείος τον έριξε στο λάκκο των λεόντων και διεσώθη με τρόπο θαυμαστό με τη ζωντανή πίστη που επέδειξε. Άλλωστε ο ίδιος ο Κύριος διαβεβαιώνει ότι «εάν έχητε πίστιν, ως κόκκον σινάπεως, ερείτε τω όρει τούτω, μετάβηθι εντεύθεν εκεί, και μεταβήσεται, και ουδέν αδυνατήσει υμίν”.

Ζωή εν Χριστώ:Το νέφος των αγίων της Εκκλησίας παραπέμπει σε μια μεγάλη αλήθεια, η οποία επιβάλλεται να διαποτίζει και τη δική μας ζωή. Ότι δηλαδή η πίστη δεν συνιστά μια αφηρημένη έννοια, αλλά μια βιωματική πραγματικότητα που εκπηγάζει από την ένωση του ανθρώπου με τον Χριστό. Συνήθως από το εκκοσμικευμένο πνεύμα που επικρατεί σήμερα, αποκομίζουμε την εντύπωση ότι πίστη είναι απλώς η παραδοχή μερικών αληθειών ή ένα ιδεολογικό σύστημα το οποίο πρέπει να παραδεχθούμε και ίσως να το κατανοήσουμε με εγκεφαλικές διεργασίες.

Βέβαια, είναι και αυτά, αλλά η αληθινή πίστη είναι κάτι βαθύτερο και ουσιαστικότερο. Υποδηλώνει μια βαθιά υπαρκτική κατάσταση. Προσφέρει ένα μοναδικό βίωμα και μια εμπειρία ζωής που υφαίνεται μέσα από τη λειτουργική πράξη της Εκκλησίας, που είναι το ίδιο το Σώμα του Χριστού. Ο Απόστολος Παύλος, δίνοντας τον ορισμό της πίστεως λέγει: “Έστι δε πίστις ελπιζομένων υπόστασις, πραγμάτων έλεγχος ου βλεπομένων”. Τα κύρια γνωρίσματα της πίστεως στον ορισμό αυτόν είναι το “υπόστασις” και το “έλεγχος”. Αυτή η υπόσταση και ο έλεγχος, πέρα από κάθε άλλη ερμηνεία, είναι ο Ίδιος ο Χριστός και ένωση μαζί του.

Το πιο πάνω χωρίο κάτω από το πρίσμα της διδασκαλίας των αγίων Πατέρων αποκαλύπτει και προβάλλει την πραγματική σημασία της πίστεως. Ο άγιος Ιγνάτιος λέει ότι “τελεία πίστις εστίν ο Χριστός”. Ο δε άγιος Μάξιμος επιγραμματικά λέει ότι “Χριστόν είναι φαμέν την ενυπόστατον πίστιν”.  Μπορεί σήμερα ως μέλη της Εκκλησίας να λεγόμαστε πιστοί, αλλά πολλοί από μας όχι μόνο δεν έχουμε κοινωνία με τον Χριστό, αλλά ούτε καν γνωρίζουμε τις αλήθειες που μας αποκάλυψε. Αγνοούμε βασικές διδασκαλίες της Εκκλησίας, τελούμε υπό άγνοια και ταυτόχρονα αδυνατούμε να συναισθανθούμε την αδυναμία μας αυτή.

Δεν διαθέτουμε τον απαιτούμενο ζήλο για να ζήσουμε την αλήθεια που μας σώζει. Αντίθετα, οι άγιοι είχαν αυτή την πίστη και γι’ αυτό διέθεταν πολλές εσωτερικές δυνάμεις, έκαναν αρκετά θαύματα, ανεδείχθησαν “ισχυροί εν πολέμω”, “επέτυχον επαγγελιών”. Ας τους παρακαλούμε λοιπόν, να πρεσβεύουν για μας για ν’ αποκτήσουμε αυτή τη ζωντανή πίστη που θα είναι ισχυρό στήριγμα στο δικό μας πνευματικό αγώνα.

Ο ΟΣΙΟΣ ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ


Α.ΒΙΟΣ:Τα παλαιότερα γραμματολογικά εγχειρίδια προσέδιδαν στον Ιερώνυμο και την διπλή ονομασία Σωφρόνιος Ευσέβιος. Οι νεότερες έρευνες απέδειξαν ότι η προσθήκη της διπλής αυτής ονομασίας οφειλόταν σε παρανοήσεις και αυθαίρετες προσθήκες των αρχαίων αντιγραφέων και δεν ανταποκρινόταν στην αλήθεια.

Ο Όσιος Ιερώνυμος (Hieronymus) ήταν ιλλυρικής καταγωγής. Γεννήθηκε το έτος 347 στη Στριδώνα της Δαλματίας. Οι γονείς του ήταν Χριστιανοί και αρκετά εύποροι. Σε ηλικία επτά ετών τον έστειλαν για σπουδές στη Ρώμη, όπου παρέμεινε για 15 περίπου χρόνια. Εκεί, σπούδασε φιλολογία και ρητορική κοντά σε επιφανείς διδασκάλους. Μελέτησε τη φιλοσοφία και συνδέθηκε φιλικά με τον Ρουφίνο. Ύστερα, όμως, από αρκετά χρόνια, θα ερίσει με το επιστήθιο φίλο του, επειδή ο Ιερώνυμος αποκήρυξε την ωριγένεια θεολογία, ενώ ο Ρουφίνος τη θαύμαζε. 

Βαπτίστηκε Χριστιανός σε ηλικία δεκαεννέα ετών από τον Λιβέριο Ρώμης. Το έτος 367 αποφάσισε να συνεχίσει τις σπουδές του στα Τρεβήρους. Ακολούθως, το 372, μετέβη για τον ίδιο λόγο στην Ιταλία, στην πόλη της Ακυλείας (Τεργέστη). Στις περιοχές αυτές μυήθηκε στην ασκητική ζωή, αλλά οι απολαύσεις της νεανικής ηλικίας δεν του επέτρεψαν ακόμα την οριστική αφοσίωση σε αυτή. Το έτος 373 αποφάσισε να επισκεφθεί τους Αγίους Τόπους, αλλά καθηλώθηκε στην Αντιόχεια, εξαιτίας μίας σοβαρής ασθένειας. Θεραπεύτηκε με την επέμβαση του Θεού και μετανόησε για τον προηγούμενο έκλυτο βίο του.

Από τη στιγμή εκείνη αφιερώθηκε ολόψυχα στην εν Χριστώ ζωή. Μόνασε στην έρημο της Συρίας και το 378 πήγε στην Αντιόχεια, όπου το επόμενο έτος (379) χειροτονήθηκε πρεσβύτερος από τον επίσκοπο της πόλης Παυλίνο. Η ιεροσύνη του όμως υπήρξε ανενέργητη, αφού ποτέ στη ζωή του δε διακόνησε το θυσιαστήριο του Κυρίου. Το 380 ο Ιερώνυμος βρέθηκε στην Κωνσταντινούπολη, όπου παρέμεινε για δύο χρόνια. Εκεί, συνδέθηκε φιλικά με το Γρηγόριο Νύσσης και τον Αμφιλόχιο Ικονίου.

Η παραμονή του στην Ανατολή υπήρξε καθοριστική τόσο για την πνευματική του ανάνηψη όσο και για την εκμάθηση της ελληνικής και εβραϊκής γλώσσας. Από το έτος 382 μέχρι και το 384 εγκαταστάθηκε στη Ρώμη, όπου έγινε γραμματέας του πάπα Δάμασου και δίδαξε την ασκητική ζωή σε Χριστιανές κυρίες της ρωμαϊκής αριστοκρατίας. Από αυτές, συνδέθηκε περισσότερο πνευματικά με την Παύλα, την Ευστοχία και τη Μαρκέλλα. Πίστεψε πως θα διαδεχόταν το Δάμασο στον επισκοπικό θρόνο της Ρώμης. Αυτό όμως δε συνέβη, εξαιτίας κάποιων διαβολών από μερίδα του ρωμαϊκού κλήρου.

Πικραμένος, τότε, ξαναγύρισε στην Ανατολή, συνοδευόμενος από τις τρεις παραπάνω κυρίες. Το έτος 385 εγκαταστάθηκαν στη Βηθλεέμ, όπου με τη χρηματική προσφορά της Παύλας ίδρυσαν δύο μοναστήρια. Ένα ανδρικό υπό τον Ιερώνυμο και ένα γυναικείο με ηγουμένη την Παύλα. Μέχρι το τέλος της ζωής του, 30 Σεπτεμβρίου του έτους 420, παρέμεινε στη μονή ως ηγούμενος και επιδόθηκε στη μελέτη, τη συγγραφή και τη διδασκαλία. Οι κρίσεις των γραμματολόγων για το πρόσωπο του Ιερώνυμου ποικίλλουν.

Πολλοί τον θεωρούν εριστικό και εμπαθή, άλλοι μισαλλόδοξο και εγωιστή, ενώ άλλοι αγνό, σοφό, ζηλωτή και εραστή της άσκησης. Η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία του απένειμε τον κατεξοχήν τιμητικό χαρακτηρισμό τού Μεγίστου Διδασκάλου. Η προσφορά του υπήρξε αληθινά μεγάλη και ουσιαστική, χωρίς νόθευση της Καθολικής πίστης. Η Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά τη μνήμη του στις 15 Ιουνίου και η Ρωμαιοκαθολική την ημέρα της κοίμησής του.

Β.ΕΡΓΑ: Η συγγραφική παραγωγή του Ιερώνυμου υπήρξε πολύ πλούσια. Η χρήση της λατινικής γλώσσας ήταν υποδειγματική και συνέβαλε καθοριστικά στη μεταγενέστερη εξέλιξή της. Ασχολήθηκε κυρίως με το μεταφραστικό έργο, αλλά και με συγγραφές ιστορικές, αγιολογικές, ερμηνευτικές, δογματικές, αντιαιρετικές, καθώς και με την επιστολογραφία. Διασώζεται ικανός αριθμός Επιστολών του, μερικές από τις οποίες αποτελούν είδος πραγματείας.

Ο Ιερώνυμος αναθεώρησε αρχικά τις αρχαίες λατινικές μεταφράσεις της Αγίας Γραφής (Vetus Latina), στηριζόμενος στα Εξαπλά του Ωριγένη. Αργότερα, προχώρησε σε νέα μετάφραση, ολόκληρης της Αγίας Γραφής, βασιζόμενος στις πρωτότυπες γλώσσες, την εβραϊκή και ελληνική. Η μετάφραση αυτή ονομάστηκε Βουλγάτα (Vulgata δηλαδή “κοινή, δημώδης”). Προλόγισε όλα τα βιβλία της Αγίας Γραφής, ενώ εκπόνησε ερμηνευτικά υπομνήματα στα περισσότερα βιβλία της Παλαιάς και Καινής Διαθήκης.

Μετέφρασε έργα του Ωριγένη, του Ευσεβίου Καισαρείας, του Διδύμου του Τυφλού, του Παχωμίου και των διαδόχων του, του Επιφανίου Σαλαμίνας Kύπρου, του Θεοφίλου Αλεξανδρείας και αρκετά έργα από την Απόκρυφη γραμματεία.

Γ.ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ:Ο Ιερώνυμος δεν παρουσίασε κάποια θεολογική πρωτοτυπία στη διδασκαλία του, ώστε να θεωρηθεί συμβολή στην προαγωγή της δογματικής διατύπωσης της πίστης. Κινήθηκε αποκλειστικά στη βιβλική θεμελίωση των απόψεών του και στην παράδοση της Εκκλησίας. Υϊοθέτησε την παραδοσιακή εκκλησιολογία του Ιγνατίου Αντιοχείας, του Ειρηναίου Λουγδούνου και του Κυπριανού Καρχηδόνας. Θεώρησε απαραίτητη, για τη σωτηρία, την παραμονή του ανθρώπου στο σώμα της Εκκλησίας και τη μετοχή στα μυστήριά της.

Υπερασπίστηκε την Καθολική πίστη, έναντι των αιρετικών, υποστηρίζοντας πως οι ομάδες τους συνιστούσαν παρασυναγωγή και οδηγούνταν από τον Αντίχριστο. Κατηγορήθηκε από ορισμένους μοναχούς ως Σαβελλιανιστής, επειδή στην τριαδολογία χρησιμοποιούσε τον όρο πρόσωπον και όχι υπόστασις. Η κατηγορία όμως αυτή δεν ίσχυε, γιατί ο Ιερώνυμος δεν υιοθέτησε ποτέ τη διδασκαλία του Σαβέλλιου.Το ίδιο συνέβη και με την ωριγένεια θεολογία. Στην ουσία δεν υπήρξε ποτέ Ωριγενιστής, ασχέτως αν έτρεφε σεβασμό προς το μεγάλο ανάστημα του Αλεξανδρινού θεολόγου.

Αναγκάστηκε για το λόγο αυτό να ερίσει με το φίλο του Ρουφίνο και να καταδικάσει τις θεολογικές επιδράσεις που δέχτηκε από τον Ωριγένη, τόσο αυτός όσο και ο Ιωάννης Ιεροσολύμων. Όταν ανέκυψε το πρόβλημα της αίρεσης του Πελαγιανισμού, ο Ιερώνυμος ακολούθησε την πατερική διδασκαλία της Ανατολής και υποστήριξε πως η σωτηρία του ανθρώπου είναι αποτέλεσμα του έργου της χάρης του Θεού σε συνεργασία με την ελεύθερη βούληση του ανθρώπου. Ο Ιερώνυμος διακρίθηκε ως ερμηνευτής της Αγίας Γραφής.

Στην ερμηνευτική του μέθοδο υιοθέτησε την αλεξανδρινή αλληγορία, αλλά και την ιστορικοφιλολογική προσέγγιση των ιερών κειμένων. Ήταν άνθρωπος της ολόθερμης προσευχής και της αυστηρής άσκησης. Εκτίμησε υπέρμετρα την παρθενία και έφτασε στο σημείο της περιφρόνησης του γάμου, χωρίς όμως ιδιαίτερες ακρότητες.

Π. ΒΟΙΩΤΟΣ