21 Μαρτίου, 2014

ΤΗΝ ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΗΣ Γ' ΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΩΝ ΤΕΛΕΣΕ Ο ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΑΘΗΝΩΝ ΚΑΙ ΠΑΣΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ κ. ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ ΣΤΟΝ ΙΕΡΟ ΝΑΟ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΣΤΗΝ ΠΛΑΤΕΙΑ ΜΟΝΑΣΤΗΡΑΚΙΟΥ


Την ακολουθία της Γ' στάσης των χαιρετισμών τέλεσε ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος στον Ιερό Ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου στην πλατεία Μοναστηρακίου. Ο Αρχιεπίσκοπος αναφέρθηκε στην ιστορική σημασία του ναού και επισήμανε πως "πρόκειται για μια μαρτυρία του Ελληνισμού μας".  Μιλώντας για τη σημερινή ακολουθία, τόνισε πως "ακούσαμε σήμερα "χαίρε, δι' ης ελύθη παράβασις" και "χαίρε δι' ης ηνοίχθει Παράδεισος". Δύο έννοιες που είναι αντίπαλες. Από τη μια χαίρε Παναγία που λύνεις την παρανομία και από την άλλη που ανοίγεις το δρόμο να βρούμε το Παράδεισο. Για να κατανοήσουμε αυτές τις φράσεις πρέπει να φέρουμε στο μυαλό μας την Εύα και την Παναγία.

Αυτές οι δύο γυναίκες όσο κι αν απέχουν χρονικά ή τοπικά μεταξύ τους, έχουν σχέση με τη ζωή μας. Συνδέονται με μας. Η παρακοή της Εύας ήταν να μην θέλει να έχει κοινωνία με τον θεό. Ήθελε να είναι ανεξάρτητη. Και σύμφωνα με τον ψαλμωδό έκατσε απέναντι και έκλαψε γιατί θυμήθηκε πως ήταν και πώς κατήντησε. Από την άλλη, έχουμε την επίσκεψη του αγγέλου στη Ναζαρέτ που δεν είπε εύκολα λόγια στην Παναγία και ενώ η Παναγία ταράχτηκε δεν αντέδρασε. Έχουμε, λοιπόν, τη σύγκριση των δύο μορφών.

Η Παναγία θεραπεύει την παρανομία και ανοίγει το δρόμο για τον παράδεισο. Γι' αυτό οι γενεές των ανθρώπων κάθε φορά που θα ακούν την ιστορία της Εύας θα λένε "ουαί τη αθλία", ενώ κάθε φορά που ακούν την ιστορία της Παναγίας θα λένε "Μακαρία, Ευλογημένη".  Ο καθένας από μας φέρει μέσα του δύο κόσμους, της Εύας και της Παναγίας. Κάθε φορά που θέλουμε να ξεκόψουμε και απομακρυνόμαστε από τον Θεό βρισκόμαστε στο δρόμο της Εύας και Τον θυμόμαστε μόνο όταν θέλουμε να κλάψουμε, ενώ όταν ακολουθούμε το δρόμο της Παναγίας είμαστε ευτυχισμένοι και νιώθουμε την ευλογία.

Ας χαραχτεί στο μυαλό μας ότι είμαστε άνθρωποι που αγωνιζόμαστε και παλεύουμε. Η πάλη μας, άλλωστε, είναι και πτώση και ανάσταση. Στις δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε αν έρθει η πτώση μην απογοητευόμαστε, να θυμόμαστε ότι η Παναγία σφουγγίζει τα δάκρυά μας και μας ξεκουράζει. Έτσι να σκεφτόμαστε τη Μεγάλη Σαρακοστή και ακόμη κι αν δεν έχουμε πολλά υλικά αγαθά, όταν έχουμε αυτή τη ψυχική διάθεση, θα ζήσουμε ένα Πάσχα ουσιαστικό, ανάστασης που σημαίνει υψώνομαι, δεν πέφτω χαμηλά κι αν πέσω βρίσκω το κουράγιο και σηκώνομαι".

Ο ιστορικός Ιερός Ναός Κοιμήσεως της Θεοτόκου Μοναστηρακίου, η Παναγία Παντάνασσα η Αθηνιώτισσα, το Μοναστηράκι όπως συνηθίζεται να ονομάζεται, είναι ένας από τους αρχαιότερους εν λειτουργία ναούς της Αθήνας. Χρονολογείται στον 10ο αιώνα, χρονολογία που έχει υποστηριχθεί από τον Ορλάνδο. Σημειώνεται ότι ο Σωτηρίου τον χρονολόγησε στον 7ο – 8ο αιώνα με βάση την τοιχοδομία του, ο Wulff στον 8ο-9ο αι., όπου και θεωρεί ότι ανάγονται όλες οι καμαροσκέπαστες βασιλικές της Αθήνας, ο Ξυγγόπουλος τον 10ο αιώνα, και τέλος ο Millet τον ανήγαγε στον 11ο-12ο αι. βάσει του τύπου των κιονοκράνων του.

Ο Ναός της Παντάνασσας ήταν καθολικό (κεντρικός ναός) Μονής του "Μεγάλου Μοναστηριού" όπως ονομαζόταν. Καταλάμβανε τη σημερινή πλατεία Μοναστηρακίου και ένα κομμάτι της οδού Αθηνάς, μέχρι την οδό Αγ. Ειρήνης. Σε αυτή τη μονή, όταν ήταν ανδρώα, τον 9ο αιώνα, εκάρη μοναχός ο Όσιος Λουκάς ο Στειριώτης. Επίσης, το 1551,εκάρη μοναχή από τον Μητροπολίτη Αθηνών Κάλλιστο η Οσιομάρτυς Φιλοθέη η Αθηναία. Από το 1881 έως το 1885 υπηρέτησε ως διάκονος ο Άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως, ο οποίος κατά το ίδιο διάστημα διακονούσε και στην Αγία Ειρήνη Αιόλου. Σ' αυτό το ναό λειτουργούσε τακτικά και ο Άγιος Νικόλαος ο Πλανάς και έψαλλαν ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης και ο Αλέξανδρος Μωραϊτίδης.

Υπήρξε μία από τις δέκα πρώτες ενορίες των Αθηνών, όταν ανακηρύχθηκε επί Όθωνος η πόλη, ως επίσημη πρωτεύουσα. Το 1870-80 κατεδαφίστηκαν όσα της κτίσματα της Μονής είχαν απομείνει. Η πλατεία διαμορφώθηκε και ο ναός ανακαινίστηκε και παραμορφώθηκε σύμφωνα με τα νεοκλασικά πρότυπα της εποχής. Ο σεισμός του 1999 και η διάνοιξη της σήραγγας του μετρό προξένησαν ζημιές στο Ναό και αποφασίσθηκε η αναστήλωση του. Ο Ναός έκλεισε για 12 χρόνια, συντηρήθηκε, στερεώθηκε, καθαρίστηκε η εξωτερική όψη του ναού και φάνηκε η τοιχοδομία του. Με εντολή του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου από τον Σεπτέμβριο του 2011 ο Ναός λειτουργεί ως ενοριακός. 

Γ΄ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

 
«ΧΑΙΡΕ ΣΤΟΛΗ ΤΩΝ ΓΥΜΝΩΝ ΠΑΡΡΗΣΙΑΣ

ΧΑΙΡΕ ΣΤΟΡΓΗ ΠΑΝΤΑ ΠΟΘΟΝ ΝΙΚΩΣΑ»

Γ΄ Στάση των Χαιρετισμών σήμερα της Υπεραγίας Θεοτόκου και γινόμεθα όλοι μάρτυρες του δέους και του σεβασμού όχι μόνο του ανθρωπίνου γένους, αλλά και αυτών των Αγγελικών δυνάμεων στο πρόσωπό Της, καθώς, όπως  γνωρίζουμε, ο Ακάθιστος Ύμνος είναι ο ακατάπαυστος Αγγελικός Ύμνος στην Παρθένο Μαρία. 

Ανάμεσα στα Αρχαγγελικά «Χαίρε», που ακούμε σήμερα είναι και εκείνο που χαρακτηρίζει την Παναγία «αμφίβολο άκουσμα για τους απίστους και αναμφίβολο άκουσμα για τους πιστούς» Η συγκεκριμένη αναφορά μάς δίδει την ευκαιρία να καταθέσουμε μερικές απλές σκέψεις για το φαινόμενο της απιστίας, που παρατηρείται όλες τις εποχές και το μεγάλο γεγονός της πίστης, που χαρακτηρίζει τις καρδιές των ανθρώπων του Θεού. Η απιστία, παρά την αρνητική φόρτιση που την διακρίνει, είναι δικαίωμα και μάλιστα, απολύτως σεβαστό σε μια δημοκρατικά διαρθρωμένη Πολιτεία. Ο κάθε άνθρωπος είναι ελεύθερος να τοποθετείται θρησκευτικά όπου θέλει ή και να διατηρεί το δικαίωμα της απιστίας ή της αθεΐας. 

Η ίδια η Εκκλησία μας, η οποία πάντας ανθρώπους θέλει σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν διερμηνεύοντας το θέλημα του Θεού, σέβεται την προσωπική επιλογή του καθενός, τη στιγμή, μάλιστα, που ο Ίδιος ο Κύριος διεκήρυξε το ει τις θέλει οπίσω μου ελθείν. Οι Άγιοι της Εκκλησίας μας, αλλά και οι πνευματικοί άνθρωποι που έζησαν και αναπτύχθηκαν στους κόλπους Της, έχοντας μελετήσει το φαινόμενο της απιστίας και αναγνωρίζοντας το δικαίωμα σ’ αυτήν, αποκαλύπτουν ότι η αυτοπαράδοση του ανθρώπου στα δίχτυα της μόνο καταστροφικά αποτελέσματα μπορεί να έχει τόσο για τον ίδιο ως πρόσωπο, όσο και για την κοινωνία στην οποία ζει συνολικά. 

Είναι χαρακτηριστικός ο λόγος του Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς σχετικά με την απιστία και την αποστασία από το θέλημα του Θεού και αποκαλύπτει τις τραγικές 1 Α΄ Τιμ. 2,4 2 Ματθ. 16,24 συνέπειές τους: «όποιος χάνει το Θεό από το νου και την καρδιά του, αισθάνεται ξαφνικά απολυμένος από τα καθήκοντά του, απογυμνωμένος απ’ όλες τις ελπίδες του, συσκοτισμένος στο νου και δηλητηριασμένος στην καρδιά. Η δολοφονία είναι τότε το ίδιο δικαιολογημένη, όπως και η αυτοκτονία, ο γάμος είναι κωμωδία, η αγάπη προς τα παιδιά ανοησία, η φιλία συνεταιρισμός, αφού όλος ο κόσμος για τους απίστους είναι η στάνη των ζώων χωρίς ποιμένα, ενώ η ζωή τυχαία μούχλα στην πλάτη της γης. Όλα τούτα είναι συνεπή για εκείνον που έχει αποστατήσει από τον Θεό». 

Αξίζει, όμως, να προσέξουμε και μια άλλη διάσταση που δίδει ο μεγάλος Ρώσος φιλόσοφος Αλέξανδρος Σολζενίτσιν, ο οποίος αποδίδει στην απιστία τα δεινά της πατρίδας του κατά τον 20ό αιώνα: «θυμάμαι την εξήγηση που έδιναν μερικοί γέροντες για τις μεγάλες συμφορές που είχαν πέσει στη Ρωσία: οι άνθρωποι εγκατέλειψαν το Θεό, γι’ αυτό συνέβησαν όλα αυτά. Από τότε πέρασα 50 ολόκληρα χρόνια μελετώντας την ιστορία της ρωσικής επανάστασης… στην προσπάθεια να ξεκαθαριστούν τα χαλάσματα που άφησε πίσω της η μεγάλη αυτή εξέγερση. Αλλά, αν μού ζητούσε κάποιος να διατυπώσω, όσο πιο επιγραμματικά γίνεται, τη βασική αιτία της καταστροφικής αυτής επανάστασης, που εξολόθρευσε 60 περίπου εκατομμύρια συμπατριωτών μου, δεν θα έβρισκα φράση πιο ταιριαστή από εκείνη: οι άνθρωποι εγκατέλειψαν τον Θεό!   

Γι’ αυτό συνέβησαν όλα αυτά. Ο ξεπεσμός της ανθρώπινης συνείδησης, που στερήθηκε τη Θεία της διάσταση, είναι ένας από τους αποφασιστικούς παράγοντες όλων των μεγάλων εγκλημάτων του αιώνα…» Αυτές είναι οι τραγικές συνέπειες της απιστίας και της αποστασίας από την Θεό στην ανθρώπινη ζωή και την ιστορία των κοινωνιών. Στον αντίποδα αυτής της καταστροφικής επιλογής η Εκκλησία μας προβάλλει την καθαρή και απροκατάληπτη πίστη, ως προϊόν του ελεύθερου δικαιώματος του ανθρώπου να βρίσκεται κάτω από την σκέπη του Θεού. Αυτή η πίστη, σε αντίθεση με την απιστία, έχει ευεργετικά αποτελέσματα για εκείνον που την βιώνει: την ειρήνη της ψυχής, την αγάπη προς τον κάθε άνθρωπο, την διαρκή κοινωνία και βίωση της παρουσίας του Θεού. 

Αυτή την πίστη ας καλλιεργήσουμε, έτι περισσότερο, αρνούμενοι τον πειρασμό της απιστίας, που το πνεύμα της εποχής προτείνει ως στοιχείο δήθεν προόδου και εκσυγχρονισμού. Ας προσέξουμε, όμως και έναν άλλο πειρασμό· να θεωρήσουμε την πίστη ως ατομικό μας προνόμιο και όχι ως αποκάλυψη του Θεού στη ζωή μας. 

 
 Αυτή η εκτροπή μπορεί να οδηγήσει σε φαρισαϊκές πρακτικές, στην έξαρση του θρησκευτικού φανατισμού, που περιφρονεί και πολεμά όποιον πρεσβεύει διαφορετικές απόψεις, ενώ αποστρέφεται και μισεί όποιον δεν πιστεύει. Η Εκκλησία μας καταδικάζει τέτοιες ανορθόδοξες νοοτροπίες, ενώ ευαγγελίζεται τον αγώνα της αγάπης, που είναι ικανή να οδηγήσει τους πλανεμένους στην οδό της σωτηρίας.