15 Αυγούστου, 2013

ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΙΚΟ ΣΥΛΛΕΙΤΟΥΡΓΟ ΣΤΗΝ ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΜΕΓΑΛΟΥ ΣΠΗΛΑΙΟΥ


Στην Ιερά Μονή Μεγάλου Σπηλαίου Καλαβρύτων τέλεσε το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος.  Στο κήρυγμά του ο Αρχιεπίσκοπος αναφέρθηκε στα πρόσωπα της Εύας και της Παναγίας λέγοντας πως "η Εύα ζούσε σε ένα περιβάλλον εκπληκτικό που είχε τη δυνατότητα να έχει επικοινωνία με τον Αδάμ, αλλά ήθελε να ανεξαρτητοποιηθεί, και με τη δική της θέληση απομονώθηκαν. Η Θεοτόκος ζούσε στη Ναζαρέτ με πολλές δυσκολίες. Δύο διαφορετικές γυναίκες με διαφορετικές συμπεριφορές. Δύο πρόσωπα που είναι τόσο μακριά από εμάς χρονικά, αλλά διαπιστώνουμε και σήμερα ότι υπάρχουν μέσα μας. Κάθε φορά που ο εαυτός μας θέλει να φύγει μακριά από τον Θεό μιλάει ο κόσμος της Εύας, εξουσιάζει αυτό το κομμάτι μας, ενώ κάθε φορά που θέλουμε να είμαστε πλάι στον Θεό μιλάει το κομμάτι της Παναγίας".

Σε άλλο σημείο του κηρύγματός του ο Αρχιεπίσκοπος επισημαίνει "Κάθε στιγμή που ξεχνάμε τον Θεό, το μετανιώνουμε, ενώ κάθε στιγμή που ζητάμε να είμαστε κάτω από τη σκέπη της Παναγίας, νιώθουμε την πραγματική αγάπη της μάνας, την χαρά. Αυτός ο διχασμός φαίνεται και στην κοινωνία μας". Με αφορμή την εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου και την εικόνα της Παναγίας ο Αρχιεπίσκοπος υπογράμμισε πως "βλέποντας την εικόνα της Παναγίας προσκυνούμε και συγκινούμαστε, αλλά πολλές φορές τις εικόνες τις αποϊεροποιούμε, τις κάνουμε εκμεταλλεύσιμες, εμπορεύσιμες. Διαπιστώνουμε πως ακόμη και την μεγαλύτερη εικόνα, τον άνθρωπο που είναι εικόνα του Θεού, τον έχουμε αποϊεροποιήσει και έχει γίνει αντικείμενο εκμεταλλεύσιμο, πλάσμα χωρίς αξίες".

"Είναι μια ευκαιρία σήμερα που οδηγήσαμε τα βήματά μας σ' αυτόν τον ιερό χώρο και προσκυνήσαμε την Παναγία να ψάξουμε μέσα μας, όπως εμείς ξέρουμε τον εαυτό μας και όχι όπως μας ξέρουν οι άλλοι, πόσες φορές είμαστε με την Εύα και πόσες με την Παναγία. Η χάρη της Παναγίας, ωστόσο, είναι αυτή που νικάει διότι δεν είμαστε για την πτώση, γίναμε για μεγάλα πράγματα και αυτοί που πέφτουμε σηκωνόμαστε και προχωρούμε, φτάνει μόνο να είναι η διάθεσή μας σε προσπάθεια ανοδική".

Ολοκληρώνοντας το κήρυγμά του ο Μακαριώτατος αναφέρθηκε στις δυσκολίες της εποχής και τόνισε πως με τη βοήθεια της Παναγίας θα ξεπεραστούν τα προβλήματα. "Αν βρισκόμασταν σε ένα σχολείο και ζητούσαμε από μαθητές να κάνουν εικόνα τον χαιρετισμό "χαίρε Παναγία, των δακρύων της Εύας η λύτρωση", επισήμανε ο Αρχιεπίσκοπος "τότε θα μας παρουσίαζαν την Εύα με δάκρυα και την Παναγία να απλώνει το χέρι της να τις σκουπίσει τα μάτια. Σε μία εποχή, λοιπόν, που περισσεύουν τα δάκρυα και ο πόνος χρειάζεται η Παναγία μας να τα σφουγγίσει".

ΚΟΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ (15 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ)

«ΤΟΝ ΚΟΣΜΟΝ ΟΥ ΚΑΤΕΛΙΠΕΣ ΘΕΟΤΟΚΕ»

Εν τή Γεννήσει τήν παρθενίαν εφύλαξας, έν τή Κοιμήσει
τόν κόσμον ού κατέλιπες Θεοτόκε, Μετέστης πρός τήν
ζωήν, μήτηρ υπάρχουσα τής ζωής, καί ταίς πρεσβείαις
ταίς σαίς λυτρουμένη, εκ θανάτου τάς ψυχάς ημών.


Γεμάτοι από ιερό δέος ψάλλουμε τον ωραιότατο ύμνο της Εκκλησίας μας «εν τη Κοιμήσει τον κόσμον ου κατέλιπες, Θεοτόκε». Δηλαδή, ενώ έφυγες από την γη με την αγία κοίμησή σου, εν  τούτοις δεν εγκατέλειψες τον κόσμο, αλλ εξακολουθείς να είσαι κοντά μας. Η εορτή αυτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου και της μη εγκαταλείψεως των ανθρώπων από την Παναγία είναι η μεγαλύτερη από τις θεομητορικές εορτές, η οποία και μας συναθροίζει και συναγείρει όλους τους πιστούς και τους αγαπώντες τη μάνα  Παναγία μας.

Αλλ αυτή η εορτή, η τόσο λαοφιλής και λαμπρά πέρα από λαογραφικές παραδόσεις και περιγραφές κρύβει και ένα βαθύτερο νόημα για τον άνθρωπο. Tα σημεία που μπορούν να μας βοηθήσουν στη συνειδητοποίηση της εορτής και στη βιωματική βεβαιότητα της πανηγύρεως, είναι δυο.
            
Το πρώτο σημείο είναι η γνώση για το γεγονός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Ο φυσικός θάνατος της Θεοτόκου ονομάζεται από την Εκκλησία «κοίμηση», όπως και για όλους τους αγίους και τους πιστούς, διότι έτσι εφαρμόζεται απόλυτα ο θείος λόγος για τον θάνατο, ότι είναι ένας ύπνος (Ιω. ια´ 11). Ωραιότατα μάλιστα ο Ι. Δαμασκηνός λέγει ότι της Θεοτόκου «ο τόκος παράδοξος, η γέννησις υπέρ φύσιν και έννοιαν και τω κόσμω σωτήριος, η δε κοίμησις ένδοξος και όντως ιερά και πανεύφημος» (Ομιλία Α´ PG 96, 704Α).
             
Η Θεοτόκος υπέστη φυσικόν θάνατον και η μεν ψυχή Της παρεδόθη στα χέρια του Θεού, το δε σώμα Της τάφηκε και τέθηκε σε μνήμα. Όταν λοιπόν η Θεοτόκος παρέδωσε το πνεύμα Της οι Απόστολοι κήδευσαν με επιτάφιους ύμνους και μεγάλη ευλάβεια το θεοδόχο σώμα Της στο χωριό Γεθσημανή, όχι πολύ μακριά από τα Ιεροσόλυμα. Αλλά το συγκλονιστικό και όλως εξαιρετικόν γεγονός είναι ότι το σώμα της Παναγίας που κηδεύτηκε και τάφηκε δεν υπέστη διαφθοράν.

«Αδιάφθορος κύησις - αδιάφθορος και η κοίμησις», λέγουν οι Πατέρες της Εκκλησίας. Το ανέπαφον σώμα Της «επήρθη» στα ουράνια. Ο τάφος της μετά τρεις ημέρες βρέθηκε κενός. Εδώ χρησιμοποιείται από την διδασκαλία της Εκκλησίας μας ο όρος «μετάστασις». Είναι το μεγάλο δώρο που χάρισε ο Υιός της, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, στην Παναγία Μητέρα Του.

Από τον 5ο αιώνα καθιερώνεται επίσημα η μεγάλη αυτή εορτή που για την πατερική διδασκαλία οι όροι «κοίμηση» και «μετάσταση» συμβαδίζουν στη θεολογική γλώσσα γι’ αυτό και ομιλούν για «θνητότητα αείζωον» (Ανδρέας Κρήτης), «παλινζωΐας μυστήριον» (Θεόδωρος Στουδίτης), «ζωοπάροχον ενταφίασιν» (Ιω. ο Δαμασκηνός), «ζωοκοίμητον μετάστασιν» (Γερμανός Κων/λεως). Η τιμητική όντως αυτή ύψωση της Παναγίας στον ουρανό και ο δοξασμός Της να καθήσει «εκ δεξιών» του Υιού Της κατά την προφητική προτύπωση «παρέστη η Βασίλισσα εκ δεξιών Σου» (Ψαλμ. μδ´ 10) φέρνει ενώπιον μας το δεύτερο σημείο που θίγουμε στο άρθρο μας αυτό. Πρόκειται για την αγιότητα της Θεοτόκου.

Η Μαρία, η Μητέρα του Χριστού, η Θεοτόκος είναι η Παναγία. Κατά δε την ένδοξη κοίμησή Της είχε φθάσει στο αποκορύφωμα της αγιότητός Της. Γι αυτό και οι ουράνιες αγγελικές δυνάμεις  δεν κάμνουν τίποτα άλλο παρά να υμνούν, να δοξολογούν και να χαίρονται απαύστως. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι Πατέρες της Εκκλησίας στους λόγους τους για την κοίμηση της Θεοτόκου εξαίρουν με θαυμαστό τρόπο την αγιότητά Της. 

Οι λόγοι τους είναι εγκώμια στο σύνολο των αρετών της Παναγίας, στην απαστράπτουσα αγνότητά Της, στη σεμνότητά Της, στην ταπείνωσή Της, στην υπακοή Της στο θείο θέλημα, στην αφοσίωσή Της στον Θεό. Εγκωμιάζουν την όντως «κιβωτόν του αγιάσματος». Παραθέτουμε ενδεικτικά τα λόγια δύο μεγάλων πατερικών μορφών.

Ο πρώτος που εγκωμιάζει είναι ο Σωφρόνιος Ιεροσολύμων (7ος αι.). Λέγει: «Ευρήκες κοντά εις τον Θεόν αθάνατον και υπέρλαμπρον και σωτήριον χάριν, την οποίαν καμμία από τας μυριάδας των γυναικών δεν ευρήκε ποτέ. Χάριν, την οποίαν κανείς άνθρωπος δεν είδε και κανείς δεν έλαβε ποτέ. Πολλοί, βέβαια, πριν από σε είχαν γίνει άγιοι. Κανείς όμως όπως σύ δεν είχε χαριτωθεί. Κανες δεν είχε μακαρισθεί.

Σύ όλα τα εξαίρετα, που υπάρχουν στους ανθρώπους, τα υπερβαίνεις.

Σύ ξεπερνάς όλα τα δωρήματα, που εδώρησεν εις τους ανθρώπους ο Θεός».Και ο άλλος εγκωμιασμός είναι ο πατέρας της Δογματικής, ο Ιερός Δαμασκηνός (8ος αι.), ο οποίος λέγει: «Ω κόρη άγιωτάτη του Ιωακείμ και της Άννης, που διέφυγες τας αρχάς και τας εξουσίας και τα πεπυρωμένα βέλη του πονηρού, που έμεινες η πάναγνος, δια να γίνης νύμφη του Θεού και μητέρα κατά το ανθρώπινον του Χριστού.

Νούν είχες θεοκυβέρνητον και εις μόνον τον Θεόν προσηλωμένον. Κάθε περιττόν και ψυχοβλαβές το απέρριπτες πριν ακόμη γεννηθεί». Παρ ότι η Παρθένος Μαρία, η Θεοτόκος είναι «θυγάτηρ Αδάμ», ως προς την φύσιν της, εν τούτοις η προσωπική της αρετή και αγιότητά Της την καθιστά Παναγία και γίνεται «εκ γενεών αρχαίων εκλελεγμένη». 

Καθίσταται έτσι το αιώνιο πρότυπο της αγιότητος για τον κάθε άνθρωπο, και Το δεύτερο σημείο που ξεδιπλώνεται μπροστά μας με τη γιορτή του Δεκαπενταύγουστου είναι η εξαιρετική τιμή που αποδίδει ο πιστός λαός του Θεού στην Παναγία Μητέρα του Χριστού, μα συγχρόνως και δική μας μητέρα.

Ως είναι γνωστόν, η Όρθόδοξη Εκκλησία «εξαιρέτως» τιμά την Παναγία και συνεχώς αναπέμπει τον ύμνον «Άξιον εστίν ως αληθώς μακαρίζειν Σε την Θεοτόκον, την αειμακάριστον και παναμώμητον και μητέρα του Θεού ημών, την τιμιωτέραν των Χερουβείμ και ενδοξοτέραν ασυγκρίτως των Σεραφείμ, την αδιαφθόρως Θεόν Λόγον τεκούσαν την όντως Θεοτόκον, Σε μεγαλύνομεν».

Σε κάθε ιερή Ακολουθία αναφέρεται το όνομά Της και δεσπόζει πραγματικά στην λατρεία μας. Ο ορθόδοξος ναός είναι γεμάτος, θα λέγαμε, από την παρουσία Της. Κύριες θέσεις της η Ωραία Πύλη (στο Τέμπλο) και η Κόγχη του Ιερού. Στο δεξιό μέρος της Ωραίας Πύλης είναι πάντοτε η εικόνα του Χριστού και στο αριστερό της Παναγίας. Εξ’ άλλου στην κόγχη του Ιερού Βήματος πάλιν η Παναγία ως «Πλατυτέρα των Ουρανών» έχει τη   θέση Της.

Η κόγχη κατά τη συμβολική σημασία της ορθόδοξης αρχιτεκτονικής συμβολίζει το σημείο που ενώνει τη γη (δάπεδο) με τον ουρανό (ο θόλος), έτσι και η Παναγία συνετέλεσε στην επανένωση της γης με τον ουρανό, των ανθρώπων με τον Θεό και κατέστη «η γέφυρα η μετάγουσα τους εκ γης προς Ουρανόν». Είναι πλέον αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι η Παναγία είναι δεμένη με τον λαό μας.

Η εικόνα Της είναι σε κάθε ελληνικό σπίτι και η καταφυγή στις πρεσβείες Της αδιάκοπη ανά τους αιώνες. Και εκείνη είναι πάντοτε δίπλα μας, γιατί, πως τόσο υπέροχα διατυπώνεται στο απολυτίκιο της σημερινής εορτής, η Παναγία παρά την κοίμησίν Της «τον κόσμον ου κατέλιπεν». Η ίδια εγγυάται τη ζωντανή παρουσία Της με τα τόσα θαύματά Της και με την κραταιά προστασία Της.

Κείμενο: του Αρχιμ. π. Χρυσοστόμου Κ. Παπαθανασίου Δρ Ν. & Θ

Ευχόμεθα από το Ιστολόγιό μας Χρόνια Πολλά
σε όλους ιδιαίτερα δε στις Εορτάζουσες και Εορτάζοντες.