Η ζωή της Παναγίας μας σκιαγραφείται από τους Ευαγγελιστές, τα λειτουργικά βιβλία της Εκκλησίας μας (συναξάρια και τροπάρια των Θεομητορικών εορτών) και τους λόγους των Αγίων Πατέρων. Αυτές είναι οι πηγές για το κείμενο που ακολουθεί.
Οι
γονείς της
Η Θεοτόκος ήταν κόρη
του πλούσιου κτηνοτρόφου Ιωακείμ και της Άννας, που καταγόταν από
το βασιλικό γένος του Δαυίδ. Επειδή ο Ιωακείμ και η Άννα ήταν άτεκνοι
(η Άννα ήταν στείρα), παρακαλούσαν για πολλά χρόνια το Θεό να τους χαρίσει
ένα παιδί, με την υπόσχεση ότι το παιδί που θα γεννηθεί, θα το αφιερώσουν
σ' Αυτόν. Πρέπει να σημειωθεί ότι η ατεκνία την εποχή εκείνη ήταν
ντροπή - κατάρα για ένα ανδρόγυνο και όλοι τους περιφρονούσαν μέσα
στην κοινωνία. Ακόμα και οι ιερείς
δεν δέχονταν τα δώρα που πρόσφεραν στο ναό του Θεού, λόγω της ατεκνίας
τους.
Έξ αιτίας αυτού η μεν Άννα πήγε μέσα στον κήπο τους, ο δε Ιωακείμ
ανέβηκε στο βουνό και εκεί με δάκρυα παρακαλούσαν το Θεό να τους χαρίσει
ένα παιδί και να λύσει την ατεκνία τους. Και ο Θεός τους προμήνυσε με
τον αρχάγγελό Του Γαβριήλ ότι θα συλλάβει η πρώην άγονος και στείρα
Άννα και θα γεννήσει παιδί άγιο. Πράγματι η Άννα συνέλαβε,
και γέννησε τη Βασίλισσα του κόσμου. Η Εκκλησία μας εορτάζει το γεγονός
αυτό της συλλήψεως στις 9 Δεκεμβρίου: «η σύλληψις της Αγίας Άννης,
μητρός της Υπεραγίας Θεοτόκου».
Η
Γέννηση της Θεοτόκου
Έτσι λοιπόν συνελήφθη
και γεννήθηκε η αγία Παρθένος Μαρία· όχι βέβαια χωρίς σαρκική συνάφεια
των γονέων της. Γεννήθηκε σε εννέα μήνες και, ναι μεν ήταν καρπός της
υποσχέσεως του Θεού, αλλά έγινε με σπέρμα ανδρός με τη συνεύρεση
των γονέων της. Μόνο ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός γεννήθηκε από την αγία
Παρθένο Μαρία με τρόπο ανέκφραστο και ανερμήνευτο, όπως Εκείνος
Μόνος γνωρίζει, χωρίς να υπάρχει το σαρκικό θέλημα. Σύμφωνα με την
παράδοση, η Παναγία γεννήθηκε στην Ιερουσαλήμ. Μάλιστα οι πατέρες της αγιοταφικής αδελφότητας
δείχνουν στους προσκυνητές τον τόπο γέννησης της Θεοτόκου, που βρίσκεται
κοντά στην προβατική κολυμβήθρα. Ονομάστηκε Μαριάμ (Μαρία εξελληνισμένο)
που σημαίνει Κυρία, Ελπίδα. Η Εκκλησία μας εορτάζει τη γέννηση
της Θεοτόκου στις 8 Σεπτεμβρίου: «το Γενέθλιον της Υπεραγίας Δεσποίνης
ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας».
Η
είσοδος της Θεοτόκου στον Ναό
Όταν η Μαρία έφθασε
τον τρίτο χρόνο της ηλικίας της, την έφεραν οι γονείς της - σύμφωνα
με την υπόσχεσή τους-στο Ναό, και την παρέδωσαν στους ιερείς. Σύμφωνα
με το έθιμο, τη συνόδευσαν λαμπαδοφορούσες «παρθέναι των Εβραίων».Αφού
την παρέλαβε ο ιερέας και προφήτης Ζαχαρίας, πατέρας του Ιωάννου
Προδρόμου, κινούμενος από τη θεία βουλή, την οδήγησε στο εσωτερικό
και αγιώτερο μέρος του Ναού, στα άγια των Αγίων. Εκεί έζησε δώδεκα
χρόνια και αξιωνόταν καθημερινά θείες φανερώσεις, ενώ θείος άγγελος
- ο Αρχάγγελος Γαβριήλ της έφερνε συνεχώς ουράνια τροφή. Έτσι,
ζώντας μέσα στο χώρο της αγιότητας, ετοιμαζόταν ο «έμψυχος ναός
εις κατοίκησιν του Κυρίου».Η Εκκλησία μας εορτάζει το γεγονός με
την εορτή των Εισοδίων στις 21 Νοεμβρίου: «μνήμη της εν τω Ναώ Εισόδου
της Θεομήτορος»
Ο
Ευαγγελισμός της Θεοτόκου
Όταν η Μαρία έγινε
δεκαπέντε ετών, οι γονείς της είχαν κοιμηθεί, γι' αυτό οι ιερείς
φρόντισαν να την αποκαταστήσουν. Προέκριναν ως καταλληλότερο τον
δίκαιο Ιωσήφ. Η Γραφή τον ονομάζει Δίκαιο: «Ιωσήφ δε ο ανήρ αυτής,
δίκαιος ων...» (Ματθ. α';19), που σημαίνει πως είχε όλες τις αρετές.
Ο Γέροντας Ιωσήφ ήταν χήρος και πατέρας με επτά παιδιά από άλλη γυναίκα.
Αυτά είναι τα «θετά» άδέλφια του Ιησού και όχι παιδιά
της Θεοτόκου, η οποία είναι Αειπάρθενος, παρέμεινε δηλαδή Παρθένος
και μετά τη γέννηση του Κυρίου και ποτέ δεν ήλθε σε σαρκική επαφή με
τον Ιωσήφ, όπως βλάσφημα διδάσκουν οι προτεστάντες και άλλοι αιρετικοί. Έτσι ο αρραβώνας ήταν
απαραίτητος, για να καλυφθεί η υπερφυσική γέννηση του Ιησού με
την παρουσία του Ιωσήφ. Ο Ιωσήφ παρέλαβε τη Μαριάμ και ήρθε στη Ναζαρέτ.
Τον τέταρτο μήνα μετά την έξοδό της απ' το Ναό, ο Αρχάγγελος Γαβριήλ
παρουσιάστηκε μπροστά της λέγοντάς: «Χαίρε, κεχαριτωμένη, ο Κύριος
μετά σου, ευλογημένη συ εν γυναιξί...».Η Μαριάμ ακούγοντας
το χαιρετισμό ταράχτηκε. «Μη φοβάσαι» της λέγει ο Αρχάγγελος «Μη φοβού
Μαριάμ εύρες γαρ χάριν παρά τω Θεώ» (Λουκ. α'28-30).
Γι' αυτό θα
συλλάβεις και θα γεννήσεις Υιό και θα τον ονομάσεις Ιησού. «Και ιδού
συλλήψη εν γαστρί και τέξη υιόν, και καλέσεις το όνομα αυτού Ιησούν»
(Λουκ. α'31). Η Παρθένος στο άκουσμα
αυτό ρωτάει τον άγγελο: «Πως έσται μοι τούτο; Επεί άνδρα ου γινώσκω;»
(Πως θα γίνει αυτό, αφού δεν γνωρίζω σαρκικά άντρα;). Καί ο άγγελος
της λύνει την απορία λέγοντάς της: «Πνεύμα Άγιον επελεύσεται επί
σε και δύναμις Υψίστου επισκιάσει σοι» (Λουκ. α'35) (Θα έλθει σε σένα
το Άγιο Πνεύμα και θα σε σκεπάσει η Δύναμη του Υψίστου).Τότε η Παρθένος, αποκρίθηκε
προς τον άγγελο: «Ιδου η δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου».(Λουκ.
α'37) (Να η δούλη του Κυρίου, ας γίνει σ' εμένα σύμφωνα με τον λόγο
σου).Από εκείνη τη στιγμή ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός σαρκώθηκε στη
μήτρα της αειπαρθένου Μαρίας γία τη σωτηρία του ανθρώπινου γένους. Η Εκκλησία μας εορτάζει
τον Ευαγγελισμό στις 25 Μαρτίου: «ο Ευαγγελισμός της Υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου
Μαρίας».
Η
Μαριάμ επισκέπτεται την Ελισάβετ
Η μακαρία Παρθένος
Μαριάμ, έχοντας μέσα στα σπλάχνα της Αυτόν που δεν τον χωράει το σύμπαν,
έφυγε βιαστικά από τη Ναζαρέτ για κάποια πόλη στα ορεινά της Ιουδαίας,
όπου κατοικούσε το ευλογημένο ανδρόγυνο, ο Ζαχαρίας με την Ελισάβετ. Σκοπός της ήταν να
βρει την Ελισάβετ, που ήταν συγγενής της, και να την συγχαρεί για την
εγκυμοσύνη της γεροντικής της ηλικίας, την οποία πληροφορήθηκε
από τον άγγελο «και ιδού Ελισάβετ η συγγενής σου και αυτή συνειληφυία
υϊόν εν γήρει αυτής, και ούτος μην έκτος εστίν αυτή τη καλουμένη στείρα»(Λουκ. α 38) (και να που
η Ελισάβετ η συγγενής σου έχει συλλάβει και αυτή γιο στα γηρατειά
της, και αυτός είναι ο έκτος μήνας της εγκυμοσύνης γι' αυτήν που τη φωνάζανε
στείρα). Περισσότερο όμως ήθελε
να της διηγηθεί τα μεγάλα και θαυμαστά που ευδόκησε και έκαμε σ' αυτήν
ο παντοδύναμος Θεός. «Και εγένετο ως ήκουσεν η Ελισάβετ τον ασπασμόν
της Μαρίας, εσκίρτησε το βρέφος εν τη κοιλία αυτής». Η Ελισάβετ μόλις
άκουσε τον χαιρετισμό της Παρθένου αισθάνθηκε ότι το εξάμηνο βρέφος
στα σπλάχνα της σκίρτησε από χαρά.
Και με το σκίρτημα αυτό ο Ιωάννης
ο Πρόδρομος, πριν ακόμα δει το φως του αισθητού ηλίου, προφητεύει
την ανατολή του νοητού Ηλίου (του Χριστού). Αμέσως τότε η γερόντισσα
Ελισάβετ, με το φωτισμό του Αγίου Πνεύματος, αναγνώρισε την Παρθένο
Μαριάμ σαν Μητέρα του Κυρίου και Θεού μας και δοξολόγησε μεγαλόφωνα
το Χριστό που έφερε στα σπλάχνα της: «και πόθεν μοι τούτο ίνα έλθη η μήτηρ
του Κυρίου μου πρός με;» (Λουκ. α 43). Και η Παρθένος Μαρία
πλημμυρισμένη από την αγαλλίαση που της έδωσε το Άγιο Πνεύμα, έψαλλε
την - ονομασθείσα - ωδή της Θεοτόκου: «Μεγαλύνει η ψυχή μου τον Κύριον
και ηγαλλίασε το πνεύμα μου επί τω Θεώ τω σωτήρί μου...» (Λουκ. α 46-47). Στη συνέχεια η Μαριάμ
έμεινε τρεις μήνες κοντά στην Ελισάβετ, και έπειτα επέστρεψε στο
σπίτι της. «Έμεινε δε Μαριάμ συν αυτή ωσεί μήνας τρεις και υπέστρεψεν
εις τον οίκον αυτής» (Λουκ. α'56).
Οι
αμφιβολίες του Ιωσήφ και η διάλυσή τους από τον άγγελο.
Ο Ιωσήφ, μετά από
λίγο καιρό, προβληματίζεται έντονα διότι «πριν η συνελθείν αυτούς
ευρέθη εν γαστρί έχουσα εκ Πνεύματός Αγίου»(Ματθ.α 18). Ανθρώπινα
ερμηνεύοντας την αδικαιολόγητη εγκυμοσύνη της Παναγίας, αποφασίζει
να την διώξει μυστικά. Επειδή ήταν «δίκαιος», δεν ήθελε να την διαπομπεύσει
παραδειγματικά, όπως προέβλεπε ο νόμος. «Ιωσηφ δε ο ανήρ αυτής,
δίκαιος ων και μη θέλων αυτήν παραδειγματίσαι, εβουλήθη λάθρα απολύσαι
αυτήν»(Ματθ. α'19). Τότε παρουσιάζεται
στον Ιωσήφ άγγελος Κυρίου και του λέει: «Ιωσήφ, υιός Δαυίδ μη
φοβηθής παραλαβείν Μαριάμ την γυναίκα σου, το γαρ εν αυτή γεννηθέν εκ
Πνεύματος εστίν Αγίου»(Ματθ. α'20).
Έτσι ο Ιωσήφ έκανε όπως τον διέταξε
ο άγγελος και, αφού παρέλαβε την Παρθένο στο σπίτι του, «ουκ εγίνωσκεν
αυτήν» (Ματθ. α'25), δεν την γνώρισε σαρκικά ποτέ ως σύζυγο, ούτε
και όταν γέννησε τον πρωτότοκο και μοναδικό γιο της, τον Ιησού.
ΑΥΡΙΟ Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ.......