19 Απριλίου, 2013

Ο ΑΚΑΘΙΣΤΟΣ ΥΜΝΟΣ

Ακάθιστος ύμνος επικράτησε να λέγεται ένας ύμνος «Κοντάκιο» της Ορθόδοξης Εκκλησίας, προς τιμήν της Υπεραγίας Θεοτόκου, από την όρθια στάση, που τηρούσαν οι πιστοί κατά τη διάρκεια της ψαλμωδίας του.  Οι πιστοί έψαλλαν τον Ακάθιστο ύμνο όρθιοι, υπό τις συνθήκες που θεωρείται ότι εψάλη για πρώτη φορά, ενώ το εκκλησίασμα παρακολουθούσε όρθιο κατά την ακολουθία της γιορτής του Ευαγγελισμού, με την οποία συνδέθηκε ο ύμνος.

Ψάλλεται ενταγμένος στο λειτουργικό πλαίσιο της ακολουθίας του Μικρού Αποδείπνου, σε όλους τους Ιερούς Ναούς, τις πέντε πρώτες Παρασκευές της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, τις πρώτες τέσσερις τμηματικά, και την πέμπτη ολόκληρος. Είναι ένας ύμνος που αποτελείται από προοίμιο και 24 οίκους (στροφές) σε ελληνική αλφαβητική ακροστιχίδα, από το Α ως το Ω (κάθε οίκος ξεκινά με το αντίστοιχο κατά σειρά ελληνικό γράμμα), και είναι γραμμένος πάνω στους κανόνες της ομοτονίας, ισοσυλλαβίας και εν μέρει της ομοιοκαταληξίας.

Θεωρείται ως ένα αριστούργημα της βυζαντινής υμνογραφίας, η γλώσσα του είναι σοβαρή και ποιητική και είναι εμπλουτισμένος από κοσμητικά επίθετα και πολλά σχήματα λόγου (αντιθέσεις, μεταφορές, κλπ). Το θέμα του είναι η εξύμνηση της ενανθρώπισης του Θεού μέσω της Θεοτόκου, πράγμα που γίνεται με πολλές εκφράσεις χαράς και αγαλλίασης, οι οποίες του προσδίδουν θριαμβευτικό τόνο. 

Κατά το έτος 626 μ. Χ., και ενώ ο Αυτοκράτορας Ηράκλειος μαζί με το βυζαντινό στρατό είχε εκστρατεύσει κατά των Περσών, η Κωνσταντινούπολη πολιορκήθηκε αιφνίδια από τους Αβάρους. Οι Άβαροι απέρριψαν κάθε πρόταση εκεχειρίας και την 6η Αυγούστου κατέλαβαν την Παναγία των Βλαχερνών. Σε συνεργασία με τους Πέρσες ετοιμάζονταν για την τελική επίθεση, ενώ ο Πατριάρχης Σέργιος περιέτρεχε τα τείχη της Πόλης με την εικόνα της Παναγίας της Βλαχερνίτισσας και ενθάρρυνε το λαό στην αντίσταση.  

Τη νύχτα εκείνη, φοβερός ανεμοστρόβιλος, που αποδόθηκε σε θεϊκή επέμβαση, δημιούργησε τρικυμία και κατάστρεψε τον εχθρικό στόλο, ενώ οι αμυνόμενοι  προξένησαν τεράστιες απώλειες στους Αβάρους και τους Πέρσες, οι οποίοι αναγκάστηκαν να λύσουν την πολιορκία και να αποχωρήσουν άπρακτοι. Στις 8 Αυγούστου, η Πόλη είχε σωθεί από τη μεγαλύτερη, ως τότε, απειλή της ιστορίας της. 

Ο λαός, θέλοντας να πανηγυρίσει τη σωτηρία του, την οποία απέδιδε σε συνδρομή της Θεοτόκου, συγκεντρώθηκε στο Ναό της Παναγίας των Βλαχερνών. Τότε, κατά την παράδοση, όρθιο το πλήθος έψαλλε τον από τότε λεγόμενο «Ακάθιστο Ύμνο»,  ευχαριστήρια ωδή προς την υπέρμαχο στρατηγό του Βυζαντινού κράτους, την Παναγία, αποδίδοντας τα «νικητήρια» και την ευγνωμοσύνη του «τη υπερμάχω στρατηγώ». Κατά την επικρατέστερη άποψη, δεν ήταν δυνατό να συνετέθη ο ύμνος σε μία νύκτα.

Μάλλον είχε συντεθεί νωρίτερα και μάλιστα θεωρείται ότι ψαλλόταν στο συγκεκριμένο ναό, στην αγρυπνία της 15ης Αυγούστου κάθε χρόνου. Απλώς, εκείνη την ημέρα ο ύμνος εψάλη «ορθοστάδην», ενώ αντικαταστάθηκε το ως τότε προοίμιο («Το προσταχθέν μυστικώς λαβών εν γνώσει»), με το ως σήμερα χρησιμοποιούμενο «Τη υπερμάχω στρατηγώ τα νικητήρια», το οποίο έδωσε τον δοξολογικό και εγκωμιαστικό τόνο, στον ως τότε διηγηματικό και δογματικό ύμνο.

Σύμφωνα, όμως, με άλλες ιστορικές πηγές, ο Ακάθιστος Ύμνος συνδέεται και με άλλα παρόμοια γεγονότα, όπως τις πολιορκίες και τη σωτηρία της Κωνσταντινούπολης επί των Αυτοκρατόρων Κωνσταντίνου του Πωγωνάτου (673), Λέοντος του Ισαύρου (717-718) και Μιχαήλ Γ΄ (860). Δεδομένων των τότε ιστορικών συνθηκών (εικονομαχική έριδα, κλπ.), δεν θεωρείται απίθανο, η Παράδοση να έχει αλλοιώσει την ιστορική πραγματικότητα, με αποτέλεσμα να καθίσταται πολύ δύσκολο να λεχθεί μετά βεβαιότητας ποιο ήταν το ιστορικό περιβάλλον της δημιουργίας του Ύμνου. 

Σε όλη τη χειρόγραφη παράδοση, ο ύμνος φέρεται ως ανώνυμος, ενώ ο Συναξαριστής που τον συνδέει με τα γεγονότα του Αυγούστου του 626 δεν αναφέρει ούτε το χρόνο της σύνθεσής του, ούτε τον μελωδό του.Το περιεχόμενό του πάντως απηχεί τις δογματικές θέσεις της Γ΄ Οικουμενικής Συνόδου, που συνήλθε στην Έφεσο, στη βασιλική της Θεοτόκου, το 431 από τον Αυτοκράτορα Θεοδόσιο Β΄. Σε αυτήν συμμετείχαν 200 επίσκοποι, ανάμεσα στους οποίους ο Άγιος Κύριλλος Αλεξάνδρειας.

 Καταδίκασε τις διδαχές του Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως Νεστόριου, ο οποίος υπερτόνιζε την ανθρώπινη φύση του Ιησού έναντι της θείας, υποστηρίζοντας ότι η Μαρία γέννησε τον άνθρωπο Ιησού και όχι τον Θεό. Η Σύνοδος διακήρυξε ότι ο Ιησούς είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, με πλήρη ένωση των δύο φύσεων και απέδωσε επίσημα στην Παρθένο Μαρία τον τίτλο «Θεοτόκος».

Επομένως, η χρονολογία σύγκλησής της, το 431, αποτελεί μία σταθερή ημερομηνία, καθώς είναι σίγουρο ότι ο ύμνος δεν είχε συντεθεί νωρίτερα.  Από την άλλοι, κάποιοι ερευνητές θεωρούν ότι από το περιεχόμενό του συνάγεται ότι ο ύμνος αναφέρεται σε κοινό εορτασμό του Ευαγγελισμού και των Χριστουγέννων, εορτές οι οποίες χωρίστηκαν κατά τη βασιλεία του Ιουστινιανού (527-565), πράγμα που, αν ισχύει, αφενός σημαίνει ότι ο ύμνος γράφτηκε το αργότερο επί Ιουστινιανού, αφετέρου ενισχύει την άποψη ότι προϋπήρχε των γεγονότων του 626.

Η παράδοση, όμως, αποδίδει τον Ακάθιστο ύμνο στο μεγάλο βυζαντινό υμνογράφο του 6ου αιώνα, Ρωμανό τον Μελωδό. Την άποψη αυτή υποστηρίζουν πολλοί ερευνητές, οι οποίοι θεωρούν ότι οι εκφράσεις του ύμνου, η γενικότερη ποιητική του αρτιότητα και δογματική του πληρότητα δεν μπορούν παρά να οδηγούν στον Ρωμανό. Ακόμη, σε κώδικα του 13ου αιώνα υπάρχει μεταγενέστερη σημείωση, του 16ου αιώνα, η οποία αναφέρει τον Ρωμανό ως ποιητή του ύμνου.

Όμως, η άποψη αυτή αντικρούεται από πολλούς μελετητές, που βρίσκουν στη δομή, στο ύφος και το περιεχόμενό του πολλά στοιχεία μετά την εποχή του Ρωμανού. Κατά μία άποψη, ο ύμνος ψάλθηκε καλοκαίρι, στη γιορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, και μάλλον αργότερα μεταφέρθηκε στο Σάββατο της Ε΄ εβδομάδος των νηστειών, ίσως από τους εικονόφιλους μοναχούς του Στουδίου. Έτσι πλησίασε τη γιορτή του Ευαγγελισμού. 

Είναι, δε, ενδεχόμενο σε αυτή τη μεταφορά, και πάλι για λόγους σχετικούς με την Εικονομαχία, να αλλοιώθηκε και το ιστορικό του Συναξαριστή, και από το 728, που αυτοκράτορας ήταν ο εικονομάχος Λέων Γ΄ Ίσαυρος, να μεταφέρθηκε στο 626, στα χρόνια του Ηρακλείου, ο οποίος πολεμούσε τους Πέρσες για να επανακτήσει τον Τίμιο Σταυρό.


Επιπλέον υπάρχουν και άλλες δύο εκδοχές για το πρόσωπο του μελωδού του Ακάθιστου Ύμνου. Η μία εκδοχή αναφέρει το όνομα του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Γερμανού Α΄ (715-730), ο οποίος έζησε τα γεγονότα της θαυμαστής λύτρωσης της Κωνσταντινούπολης από την πολιορκία της από τους Άραβες το 718, επί Αυτοκράτορος Λέοντος του Ισαύρου. Η εκδοχή αυτή βασίζεται στο γεγονός, ότι μία λατινική μετάφραση του ύμνου, η οποία έγινε γύρω στο 800 από τον επίσκοπο Βενετίας Χριστόφορο, τον αναφέρει ως δημιουργό του ύμνου.

Η άλλη εκδοχή που υποστηρίζεται βασίζεται σε μια παλαιά αχρονολόγητη εικόνα του Ευαγγελισμού στο παρεκκλήσιο του Αγίου Νικολάου της ονομαστής μονής του Αγίου Σάββα στα Ιεροσόλυμα, όπου εικονίζεται και ένας μοναχός, ο οποίος κρατάει ένα ειλητάριο που γράφει «Άγγελος πρωτοστάτης ουρανόθεν επέμφθη» (αρχή του α΄ οίκου του Ακάθιστου ύμνου). Στο κεφάλι του μοναχού αυτού γράφει «ο άγιος Κοσμάς». 

Πρόκειται για τον Κοσμά τον Μελωδό, ο οποίος έζησε και αυτός τα γεγονότα του 718, καθώς απεβίωσε το 752 ή 754. Άλλες, λιγότερο πιθανές απόψεις θεωρούν ως μελωδό του ύμνου τον Πατριάρχη Σέργιο, τον ιερό Φώτιο, τον Απολινάριο τον Αλεξανδρέα, τον Μητροπολίτη Νικομήδειας Γεώργιο Σικελιώτη,  τον Γεώργιο Πισίδη, και άλλους, που έζησαν από τον Ζ΄ μέχρι τον Θ΄ αιώνα. Βέβαιο, είναι πάντως, ότι οι ειρμοί του Κανόνα του Ακάθιστου Ύμνου είναι έργο του Ιωάννου Δαμασκηνού (676-749), ενώ τα τροπάρια του Ιωσήφ Ξένου του Υμνογράφου. 

Γενικό θέμα του ύμνου είναι ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου, ο οποίος πηγάζει από την Αγία Γραφή και τους Πατέρες της Εκκλησίας και περιγράφει τα ιστορικά γεγονότα, αλλά προχωρεί και σε θεολογική και δογματική ανάλυσή τους. Ο πρώτοι δώδεκα οίκοι του (Α-Μ) αποτελούν το ιστορικό μέρος. 

Εκεί εξιστορούνται τα γεγονότα από τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου μέχρι την Υπαπαντή, ακολουθώντας τη διήγηση του Ευαγγελιστή Λουκά. Αναφέρεται ο Ευαγγελισμός (Α, Β, Γ, Δ), η επίσκεψη της εγκύου Παρθένου στην Ελισάβετ (Ε), οι αμφιβολίες του Ιωσήφ (Ζ), η προσκύνηση των ποιμένων (Η) και των Μάγων (Θ, Ι, Κ), η Υπαπαντή (Μ) και η φυγή στην Αίγυπτο (Λ), η οποία είναι η μόνη που έχει ως πηγή το απόκρυφο πρωτευαγγέλιο του Ψευδο-Ματθαίου.

Οι τελευταίοι δώδεκα (Ν-Ω) αποτελούν το θεολογικό ή δογματικό μέρος, στο οποίο ο μελωδός αναλύει τις βαθύτερες θεολογικές και δογματικές προεκτάσεις της Ενανθρώπισης του Κυρίου και το σκοπό της, που είναι η σωτηρία των πιστών. Ο μελωδός βάζει στο στόμα του αρχαγγέλου, του εμβρύου Προδρόμου, των ποιμένων, των μάγων και των πιστών τα 144 συνολικά «Χαίρε», τους Χαιρετισμούς προς τη Θεοτόκο, που αποτελούν ποιητικό εμπλουτισμό του χαιρετισμού του Γαβριήλ(«Χαίρε Κεχαριτωμένη»), που αναφέρει ο Ευαγγελιστής Λουκάς (Λουκ. α΄ 28).

Στα μοναστήρια, αλλά και στη σημερινή ενορία και παλαιότερα κατά τα διάφορα Τυπικά, υπάρχουν και άλλα λειτουργικά πλαίσια για την ψαλμωδία του ύμνου. Η ακολουθία του όρθρου, του εσπερινού, της παννυχίδος ή μιας ιδιόρρυθμης Θεομητορικής Κωνσταντινουπολιτικής ακολουθίας, την πρεσβεία. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, σε ένα ορισμένο σημείο της κοινής ακολουθίας γίνεται μια παρεμβολή. Ψάλλεται ο κανών της Θεοτόκου και ολόκληρο ή τμηματικά το κοντάκιο και οι οίκοι του Ακαθίστου.

Ο Ακάθιστος Ύμνος συνδέθηκε με τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή, προφανώς, εξ αιτίας ενός άλλου καθαρώς λειτουργικού λόγου. Μέσα στην περίοδο της Νηστείας εμπίπτει πάντοτε η μεγάλη γιορτή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Είναι η μόνη μεγάλη γιορτή, που λόγω του πένθιμου χαρακτήρα της Τεσσαρακοστής, στερείται προεορτίων και μεθεορτίων. Αυτήν ακριβώς την έλλειψη έρχεται να καλύψει η ψαλμωδία του Ακαθίστου, τμηματικά κατά τα απόδειπνα των Παρασκευών και ολόκληρος κατά το Σάββατο της Ε΄ εβδομάδας. 

Το βράδυ της Παρασκευής και το Σάββατο είναι μέρες που μαζί με την Κυριακή είναι οι μόνες μέρες των εβδομάδων των Νηστειών, κατά τις οποίες επιτρέπεται ο γιορτασμός χαρμόσυνων γεγονότων, και στις οποίες, μετατίθενται οι γιορτές της εβδομάδας. Σύμφωνα με ορισμένα Τυπικά, ο Ακάθιστος Ύμνος ψαλλόταν πέντε μέρες πριν τη γιορτή του Ευαγγελισμού και κατά άλλα τον όρθρο της μέρας της γιορτής.  

Tή υπερμάχω στρατηγώ τά νικητήρια ώς  λυτρωθείσα τών  δεινών 
ευχαριστήρια αναγράφω σοι ή πόλις σου θεοτόκε αλλ΄ ώς
έχουσα τό κράτος απροσμάχητον έκ παντοίων
μέ κινδύνων ελευθέρωσον ίνα κράζω σοι
χαίρε νύμφη ανύμφευτε.

 Και του Χρόνου σε όλους και καλή Πορεία προς το Άγιο Πάσχα!















 





 

ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΓΗ ( Δ΄ ΜΕΡΟΣ)


Το σπίτι του Ευαγγελιστού Ιωάννου (Δ΄ ΜΕΡΟΣ)

Ο καθολικός ναός είναι τεράστιος και όταν εισέλθουμε μέσα θα κατεβούμε  στο υπόγειο. Μπροστά μας σε ιδιαίτερη θέση που βρίσκεται το ομοίωμα αυτό της κεκοιμημένης  Παναγίας που όπως είπαμε βρίσκεται για να δείχνει το σημείο από όπου έφυγε από τον κόσμο αυτό..

Ο τάφος του Δαβίδ.

Όλοι θυμόμαστε των Άγιο αυτό Βασιλέα του Ισραηλιτικού λαού, βεβαίως η Εκκλησία μας τον έχει αναδείξει Άγιο πλην όμως μέχρι και σήμερα για τους Εβραίους αποτελεί μεγάλη προσωπικότητα άλλο χώρο,  εκεί μπροστά πάντα στέκουν πολλοί Εβραίοι, οι οποίοι προσεύχονται, ο  χώρος αυτός θεωρείται από τους σημαντικότερους χώρους προσευχής για τους Εβραίους. 

Το υπερώον.

Εκεί στο υπερώον όπως θυμόμαστε συνέβησαν δύο μεγάλα γεγονότα,  εν πρώτοις λίγο προ του πάθους Του ο Κύριος συναντήθηκε με τους μαθητές του  στον τελευταίο δείπνο.  Είναι ο περίφημος μυστικός δείπνος.  Εκεί επίσης, μετά από αρκετές ημέρες, περίπου δύο μήνες συνέβη το γεγονός της Πεντηκοστής.  Οι μαθητές κατά την εντολή του Κυρίου βρίσκονται στο χώρο αυτό και πενήντα ημέρες ακριβώς μετά την Ανάσταση του Χριστού κατεβαίνει το Πνεύμα το Άγιον εν είδει πυρήνων γλωσσών. Οι μαθητές φωτίζονται και από κει ξεκινούν φωτισμένοι από το Πνεύμα το Άγιον να βγούν στον κόσμο όλο και να κηρύξουν το Ευαγγέλιο του Θεού.

Η Ορεινή.

Η Ορεινή, είναι το μέρος εκείνο όπου  κάποτε ήταν το σπίτι του Ζαχαρίου και της Ελισάβετ.  Είναι το προσκύνημα του συναντήθηκε η Ελισάβετ με την Υπεραγία Θεοτόκο, όταν εκείνη ήλθε από τη Ναζαρέτ να της αναγγείλει τον Ευαγγελισμό.  Εκεί σήμερα υπάρχει καθολικός Ναός και καθολικό μοναστήρι και η προσέλευση είναι δύσκολη αφού το μοναστήρι είναι κλειστό. Σε ένα ύψωμα πάνω από το συγκεκριμένο καθολικό μοναστήρι υπάρχει ένα άλλο ρώσσικο μοναστήρι. 

Είναι ο χώρος πού κάποτε ήταν περιουσιακά στοιχεία, των γονέων του Προδρόμου. Πιο πέρα υπάρχει άλλος καθολικός ναός που εκεί όμως μπορείτε να πάτε. Είναι τα ερείπια του σπιτιού του Ζαχαρίου  και της Ελισάβετ.  Εκεί με ένα χαρακτηριστικό μαρμάρινο ανάγλυφο, εντοπίζεται το σημείο που εγεννήθη ο Τίμιος Πρόδρομος. Η απόσταση που χωρίζει τα προσκυνήματα είναι μικρή γι αυτό μπορείτε να πάτε και με τα πόδια.

Μπαίνοντας σε όλους αυτούς τους χώρους, έρχονται στη μνήμη μας οι διηγήσεις του Ευαγγελιστή Λουκά ο οποίος περιγράφει τις σκηνές της ζωής του Προδρόμου αλλά και του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Εκεί κοντά είναι και μία πηγή.  Μέχρι σήμερα ονομάζεται η πηγή της Μαριάμ,  εκεί ερχόταν η Υπεραγία  Θεοτόκος να πάρει νερό όσο έμενε κοντά στήν Ελισάβετ και μέχρι σήμερα ο χώρος εκείνος θεωρείται ιδιαιτέρως ευλογημένος.

Το μοναστήρι του Αγίου Ιωάννου Προδρόμου Ορεινής

Μπαίνουμε στο χώρο του ναού τον τόσο κατανυκτικό, εικόνες δείχνουν, το ίδιο το προσκύνημα, εικόνες πρωτότυπες και χαρακτηριστικές! Μία εικόνα δείχνει τους Ζαχαρία και την Ελισάβετ και στη μέση το νεαρό Ιωάννη τον Βαπτιστή.

Ο Ναός προς τιμήν του Αγίου Στεφάνου. 

Συνεχίζοντας ο επισκέπτης θα βρεθεί στον τόπο που μαρτύρησε ο πρωτομάρτυς  Στέφανος. Ο χώρος του προσκυνήματος θυμίζει στα πάντα τον πρωτομάρτυρα. Εικόνες, απεικονίζουν τον θάνατο του πρωτομάρτυρα.  Γονατιστός  και γύρω του οι Εβραίοι με πέτρες μεγάλες στα χέρια τον λιθοβολούν και δίπλα φύλακας στα ρούχα των λιθοβολητών είναι ο μετέπειτα Απόστολος Παύλος. Εκεί που υπάρχει ακόμα ο τόπος,  ο γνήσιος τόπος,  πού μαρτύρησε ο πρωτομάρτυς Στέφανος. Η σκέψη και η φαντασία μας δημιουργεί ίσως ακόμη περισσότερο δέος. Ένα  καντηλάκι, λίγα κεριά καί μιά εικόνα, δείχνουν την ιερότητα του χώρου αλλά και τον τόπο του μαρτυρίου του Πρωτομάρτυρα.  

Ο ιερός τόπος της Γεσθημανή. 

Το δεύτερο προσκύνημα κατά σειράν, μετά τον Πανάγιο τάφο και τη Βηθλεέμ.   Είναι ο χώρος εκείνος στον οποίο εκοιμήθη η Υπεραγία Θεοτόκος.  "Γεθσημανή τω χωρίω κηδεύσατέ μου το σώμα".  Εκεί αφού κατεβαίνουμε αρκετά κάτω από το έδαφος της γης μπαίνουμε στον ιερό χώρο του ναού. Πλησιάζουμε στο ιερό χώρο του τάφου της Υπεραγίας Θεοτόκου. Βγαίνοντας και πίσω από τον τάφο, στέκει μια μεγαλοπρεπής εικόνα, είναι η εικόνα της Παναγίας της Ιεροσολυμίτισσας. Πολυτελέστατα ντυμένη με χρυσάφι, εκεί πάνω στο μάρμαρο θρόνο της.  Κατά την ιστορία η εικόνα αυτή ζωγραφήθηκε... μόνη της. 

Γι αυτόν ακριβώς το λόγο η μορφή της Θεοτόκου έχει μια θεϊκή ουράνια ομορφιά. Βγαίνοντας από το ιερό προσκύνημα δεξιά κι αριστερά υπάρχουν κάποιοι τάφοι.  Αριστερά μας ο τάφος των γονιών της Υπεραγίας Θεοτόκου του Ιωακείμ και της Άννας.  Και δεξιά μας ο τάφος του Μνήστορος Ιωσήφ.  Ο Ιωσήφ όπως όλοι γνωρίζουμε είναι εκείνος ο οποίος αρραβωνιάστηκε την Υπεραγία  Θεοτόκο και την συνόδευε μέχρι το θάνατό του.  Ο Ιωσήφ την έφερε στη Βηθλεέμ όπου γέννησε τον Κύριο και στη συνέχεια εκεί στη Ναζαρέτ που είναι και η πατρίδα του. Έμενε κοντά στην  Θεοτόκο  και σαν μαραγκός που ήταν, είχε κοντά του και τον Κύριο σαν παιδί.  Προχωρώντας εκεί δίπλα είναι ο χώρος της προσευχής του Χριστού. 

Όλοι θυμόμαστε ότι η Γεθσημανή είναι ο αγαπημένος χώρος του Χριστού που τα βράδια ερχόταν και προσευχόταν.  Εκεί ήρθε και το τελευταίο εκείνο βράδυ και έκανε την τελευταία του προσευχή λίγο πριν τη σταύρωση.  Εκεί σε εκείνο το χώρο έτρεξε ο ιδρώτας του όπως μας λέει η Αγία Γραφή σαν σταγόνες από αίμα.  Εκεί υπάρχουν μέχρι σήμερα εκείνες οι γέρικες  ελιές, που μαρτυρούν με την πολυχρονιότητά τους, ότι σε εκείνο το χώρο πράγματι και σε εκείνες τις ελιές ακούμπησε ο Χριστός, κουρασμένος από την προσευχή του την εναγώνια.  Οι εικόνες εναλλάσσονται με τέτοια ταχύτητα, που δυστυχώς κάποιες φορές δεν είμαστε σε θέση να σκεφτούμε και να κατανοήσουμε κάποια γεγονότα στην πραγματική τους διάσταση και στο πραγματικό τους μέγεθος. 

Εκεί βρίσκεται ένας καθολικός ναός μέσα στον οποίο φυλάσσεται οι πέτρα, επάνω στην οποία γονάτισε ο Κύριος και προσευχήθηκε. Βγαίνοντας από το καθολικό ναό και προχωρώντας λίγο πιο ψηλά  συναντάμε ένα ορθόδοξο ρωσικό μοναστήρι, το μοναστήρι της Αγίας Μαρίας της Μαγδαληνής.  Όπως όλοι γνωρίζουμε η Αγία Μαρία η Μαγδαληνή είχε παίξει πρωτεύοντα ρόλο στο πάθος του Κυρίου μας,  ανεβαίνοντας στην μονή συναντάμε τον μεγαλοπρεπέστατο ιερό ναό, που εκεί μπροστά κυριαρχεί μια πολύ ωραία εικόνα. Η εικόνα αυτή εξιστορεί το γεγονός ότι η Αγία Μαρία η Μαγδαληνή μετά το πάθος του Κυρίου και την ανάστασή του , πήγε στη Ρώμη. 

Εκεί συνάντησε αυτοπροσώπως τον αυτοκράτορα Καίσαρα και εζήτησε εκδίκηση για το θάνατο του Χριστού.  Ο αυτοκράτορας την άκουσε αλλά αμφισβητούσε στα λόγια της.  Τότε η Αγία κρατούσε δύο αυγά  στα χέρια της και του είπε: « Άν σου λέω ψέμματα αυτά τα αβγά να μείνουν άσπρα όπως είναι.  Αν όμως σού λέω την αλήθεια τα αβγά να κοκκινίσουν »! Όντως εκείνη τη στιγμή τα αβγά θαυματουργικά κοκκίνισαν.  Γι αυτό και μέχρι σήμερα το Πάσχα υπάρχει έθιμο που θέλει κόκκινα αβγά.  Κατάπληκτος ο αυτοκράτορας βλέποντας το θαύμα, βεβαίωσε την Αγία ότι όντως θα εκδικηθεί για το θάνατο του Κυρίου.

Ειδοποίησε λοιπόν τους πρωτεργάτες του θανάτου του Χριστού, τον Πιλάτο τόν Άννα και το Καϊάφα να έλθουν επειγόντως στη Ρώμη.  Εκεί στη Ρώμη τους εκτέλεσε ο ίδιος με τα ίδια του τα χέρια.  Στο χώρο του Ναού της Μονής, δεξιά κι αριστερά υπάρχουν δύο ολόσωμα σκηνώματα Αγίων γυναικών της ρωσικής Εκκλησίας.  Βγαίνοντας από το Ναό η θέα είναι καταπληκτική.  Το τέμενος του Ομάρ,  Ακριβώς απέναντι στη παλαιά πόλη των Ιεροσολύμων, κυριαρχεί το μεγαλοπρεπέστατο τέμενος του Ομάρ.

Η συνέχεια αύριο.