04 Σεπτεμβρίου, 2012

ΝΕΕΣ ΣΥΝΟΔΙΚΕΣ ΕΠΙΤΡΟΠΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΤΟΣ 2012 – 2013.


Η Νέα Διαρκής Ιερά Σύνοδος της 156ης Συνοδικής Περιόδου σήμερα υπό την Προεδρία του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Κ.κ. Ιερωνύμου συγκρότησε σε σώμα ως Συνοδικούς Συνδέσμους των Συνοδικών Επιτροπών τους κάτωθι Σεβασμιωτάτους Μητροπολίτας:

-Στην Συνοδική Επιτροπή επί της Αρχιγραμματείας ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Λευκάδος και Ιθάκης κ. Θεόφιλος.

-Στην Συνοδική Επιτροπή Εκκλησιαστικής Τεχνης και Μουσικής ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Δράμας κ. Παύλος.

- Στην Συνοδική Επιτροπή Θείας Λατρείας και Ποιμαντικού Έργου ο 
Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πολυανής και Κιλκισίου κ. Εμμανουήλ.

-Στην Συνοδική Επιτροπή Δογματικών και Νομοκανονικών Ζητημάτων ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Λαγκαδά, Λητής και Ρεντίνης κ. Ιωάννης.

- Στην Συνοδική Επιτροπή επί του Μοναχικού Βιου ο Σεβασμιώτατος 
Μητροπολίτης Γόρτυνος κ. Ιερεμίας.

- Στην Συνοδική Επιτροπή Χριστιανικής Αγωγής της Νεότητος ο 
Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Σισανίου και Σιατίστης κ. Παύλος.

-Στην Συνοδική Επιτροπή Διορθοδόξων και Διαχριστιανικών Σχέσεων ο
 Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Φιλίππων, Νεαπόλεως και Θάσου κ.
 Προκόπιος.

- Στην Συνοδική Επιτροπή Εκκλησιαστικής Εκπαιδεύσεως και 
Επιμορφώσεως Εφημεριακού Κλήρου ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης 
Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομος.

- Στην Συνοδική Επιτροπή Τύπου, Δημοσίων Σχέσεων και  Διαφωτίσεως ο 
Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κορίνθου κ. Διονύσιος.

- Στην Συνοδική Επιτροπή επί των Αιρέσεων ο Σεβασμιώτατος
 Μητροπολίτης Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ. Κοσμάς.

- Στήν Συνοδική Επιτροπή Κοινωνικής Προνοίας και Ευποιίας ο
 Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Τριφυλίας και Ολυμπίας κ. Χρυσόστομος.

- Στην Συνοδική Επιτροπή επί των Οικονομικών ο Σεβασμιώτατος
 Μητροπολίτης Χίου, Ψαρών και Οινουσσών κ. Μάρκος.

Εκπρόσωπος Τύπου της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου ορίσθηκε
ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κορίνθου κ. Διονύσιος.

ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΩΤΑΤΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΤΙΡΑΝΩΝ, ΔΥΡΡΑΧΙΟΥ ΚΑΙ ΠΑΣΗΣ ΑΛΒΑΝΙΑΣ κ. ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ.


Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών
Κεντρική Επιτροπή
Κρήτη, 3.9.2012

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ – Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

1. Η οικονομική κρίση που ζούμε σε πολλές χώρες του κόσμου, και ιδιαίτερα εμείς στον Νότο της Ευρώπης, έχει οδηγήσει εκατομμύρια ανθρώπων σε κατάθλιψη και συχνά σε απόγνωση. Σήμερα όλο και περισσότερο συνειδητοποιείται ότι η οικονομική αυτή κρίση είναι αποτέλεσμα μιας γενικότερης κοινωνικής κρίσεως, μιας κρίσεως αξιών. Αποτελεί συνέπεια μιας θεωρητικής αντιλήψεως σχετικά με τον άνθρωπο και τη φύση, η οποία, στην εποχή του ευδαιμονισμού, κινήθηκε σε εντελώς διαφορετική κατεύθυνση από τη χριστιανική.

Απωθώντας από τη συνείδηση των ανθρώπων και της κοινωνίας την πίστη στον Θεό, στον Θεό της αλήθειας, της δικαιοσύνης και της αγάπης, ο σύγχρονος άνθρωπος κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, αφού δεν υπάρχει Θεός, όλα επιτρέπονται. Ο σεβασμός προς το ανθρώπινο πρόσωπο αντικαταστάθηκε από τη δεσποστεία  απροσώπων θεσμών και δυνάμεων. Ο τονισμός της ελευθερίας του ανθρώπου υπεχώρησε δίνοντας την έμφαση στην απόλυτη ελευθερία της αγοράς.

Έτσι, από κοινωνία ελευθέρων προσώπων φθάσαμε στο σημείο ολόκληροι λαοί να γίνονται υποψήφιοι δούλοι απροσώπων ομάδων, ανωνύμων εμπόρων του χρήματος που ρυθμίζουν βασικά τις οικονομίες των λαών, οι οποίοι είναι γνωστοί ως “αγορές”. Αυτές αυτονομούν το χρήμα σαν αφηρημένη “λογιστική” αξία και το εμπορεύονται. Στους πολυσυνθέτους δαιδάλους της παγκοσμιοποιήσεως έχουν δημιουργηθεί νέες δομές του χρηματοπιστωτικού συστήματος μιας “εικονικής οικονομίας” που κανείς κρατικός η άλλος πολιτικός θεσμός δεν ελέγχει. 

Αντιθέτως, οι αποφάσεις των αγνώστων αυτών παραγόντων, που δρουν με καλυμμένα πρόσωπα, μπορούν να ανατινάξουν κράτη και έθνη και να καταδικάσουν εκατομμύρια ανθρώπους στην ανεργία και την κοινωνία στην εξαθλίωση. Έτσι, όλη η παγκόσμια οικονομία ζει πλέον μια τρομερή δομική κρίση του χρηματοπιστωτικού συστήματος, η οποία αποτελεί την πιο πειστική απόδειξη της κρίσεως αξιών της κοινωνίας. Η αδικία σε παγκόσμιο επίπεδο κορυφώνεται στο γεγονός ότι το 20% του πληθυσμού του πλανήτη, που ζει στις πλούσιες χώρες, καταναλώνει το 80% του πλούτου της γης. 

Συγχρόνως, η οικονομική αυθαιρεσία, η διαφθορά, η αδικία και αναλγησία, που άνθησαν με όποιο οικονομικό μοντέλο και αν επεβλήθηκε – καπιταλιστικό η σοσιαλιστικό, έχει οδηγήσει εκατομμύρια ανθρώπων στην κοινωνική περιθωριοποίηση και εν πολλοίς στην εξαθλίωση.

2. Στην οδυνηρή αυτή οικονομική κρίση, η Εκκλησία δεν μπορεί να μείνει απλός θεατής. Είναι υποχρεωμένη να αρθρώσει με σθένος λόγο προφητικό, προς τρεις κατευθύνσεις.

α) Σθεναρή κριτική στα μέλη των Εκκλησιών μας για την ασυνεπή προς τις αρχές του Ευαγγελίου στάση, για τη, μικρή η μεγάλη, συμμετοχή στην αδικία και την κοινωνική διαφθορά. Κινητοποίηση, με δημιουργικές πρωτοβουλίες των ενοριών, των διαφόρων εκκλησιαστικών ομάδων και οργανισμών, για την άμεση ανακούφιση και βοήθεια των ασθενεστέρων μελών της κοινωνίας μας. Δόξα τω Θεώ, στον τομέα αυτόν υπάρχουν ήδη σοβαρές εκκλησιαστικές δράσεις.

β) Άσκηση θαρρετής κριτικής στα υλιστικά ιδεώδη και συστήματα που απεργάζονται την αδικία γενικότερα και την οικονομική κρίση ειδικότερα.Προσπάθεια να επηρεασθούν οι πολιτικές ηγεσίες. Πρόσκληση σε διακεκριμένους επιστήμονες και οικονομολόγους να επεξεργασθούν λύσεις, με σεβασμό στόν άνθρωπο και την ταυτότητα των λαών και συμπαράσταση στις προσπάθειές τους. Η γενική αντίληψη περί ανθρώπου και κτίσεως έχει ριζικά υποκύψει σέ ευδαιμονιστικές αντιλήψεις.

Η Εκκλησία καλείται να υπερασπισθεί την αξιοπρέπεια του ανθρωπίνου προσώπου ως εικόνος του προσωπικού Θεού- και επίσης την ιερότητα της κτίσεως ως δημιουργήματος του Θεού. Η νοοτροπία ότι ο άνθρωπος είναι ο αφέντης της κτίσεως και άρα δικαιούται να καταχράται το φυσικό περιβάλλον δεν είναι απλώς λανθασμένη, από απόψεως ορθοδόξου είναι αμαρτία. Σύμφωνα με τη χριστιανική πίστη, ο άνθρωπος είναι οργανικό μέρος της κτίσεως και οφείλει να τη χρησιμοποιεί με σεβασμό.

γ) Οι κατά τόπους Εκκλησίες έχουν την ευκαιρία να δείξουν ευρύτερη αλληλεγγύη μεταξύ τους επιδρώντας στις κοινωνίες μέσα στις οποίες ζουν. Π.χ. επηρεάζοντας τους λαούς της Βορείου Ευρώπης για κατανόηση και αλληλεγγύη προς τις δοκιμαζόμενες κοινωνίες της Νοτίου Ευρώπης. Και αντιστρόφως, περιορίζοντας τα αισθήματα πικρίας και αγανακτήσεως των οικονομικώς ασθενεστέρων λαών του Νότου, για την υπεροπτική συμπεριφορά ορισμένων οικονομικά ευρώστων ευρωπαϊκών κρατών.

Τα παραδείγματα, προφανώς, μπορεί να πολλαπλασιασθούν λόγω των αντιθέσεων που υφίστανται στην υφήλιο μεταξύ οικονομικώς ισχυρών και αδυνάτων κρατών. Οι Εκκλησίες στις πλούσιες κοινωνίες δεν δικαιούνται να σιωπούν - κάποτε και να συμπλέουν - και να αφήνουν να δεσπόζουν υπεροπτικές φωνές που προσβάλλουν τους ευρισκομένους σε δοκιμασία λαούς.

3. Αλλά ας επανέλθουμε στον οικείο, κοινωνικό μας χώρο. Πρωταρχικό μας χρέος είναι η σοβαρή αυτοκριτική. Δυστυχώς, η έννοια της κρίσιμης αυτής λέξης έχει αλλοιωθεί. Χρησιμοποιρείται συνήθως για να επισημανθούν τα λάθη των άλλων. Όμως, μαζί με τις αναμφισβήτες ευθύνες της πολιτικής και οικονομικής ηγεσίας, επιβάλλεται να συνειδητοποιήσουμε τα λάθη που έχουμε διαπράξει ως πολίτες. 

Ασφαλώς, δεν είναι αλήθεια ότι όλοι συλλήβδην έχουν τις ίδιες ευθύνες. Πολλοί απλοί άνθρωποι είναι θύματα και δεν έχουν ωφεληθεί από την ευημερία που δημιουργήθηκε με χρήματα δανεικά. Όμως, αν ψάξουμε με διεισδυτική ματιά, οι περισσότεροι θα ανακαλύψουμε και ατομικά σφάλματα και παραλείψειες.

Περιπτώσεις στις οποίες δεν αντισταθήκαμε στη διάχυτη ασυδοσία και την κραυγαλέα παραβατικότητα. Επαναλαμβάνοντας απλώς τη φράση “κρίση αξιών”, κινδυνεύουμε να χαθούμε στην αοριστία. Η Εκκλησία, “έτι και έτι”, καλείται να ονομάζει, να τονίζει, να επισημαίνει αύτές τις παγκοσμίου κύρους διαχρονικές αξίες: τη δικαιοσύνη, με τη σαφή έννοια: “Πάντα ουν όσα αν θέλητε ίνα ποιώσιν υμίν οι άνθρωποι, ούτω και υμείς ποιείτε αυτοίς” (Ματθ. 7:12). Επίσης, την αλήθεια, την αξία του μέτρου, τη συμφιλίωση, την αγάπη σε όλες της τις εκφράσεις και διαστάσεις.

4.Η αυτοκριτική όμως δεν αρκεί. Ούτε ο ρόλος της Εκκλησίας επιτρέπεται να περιορισθεί σε περιγραφές που στηλιτεύουν αόριστα τους παραβάτες. Ο προφητικός της λόγος πρέπει, χωρίς περιστροφές, να καλεί σε μετάνοια. Για πολλούς συγχρόνους, η λέξη “μετάνοια” ηχεί πολύ θρησκευτική, παρωχημένη. Εν τούτοις, παραμένει διαχρονικά επίκαιρη και επαναστατική, από τότε που την ανέδειξε πυρήνα του Ευαγγελίου Του ο Κύριός μας, ο Ιησούς Χριστός: “Μετανοείτε” (Μαρκ. 1:15), αλλάξετε νου, συμπεριφορά, τρόπο με τον οποίο αντικρύζετε τη ζωή, επαναλαμβάνει.

Μόνο με αλλαγή νου και καρδιάς μπορούμε να σταματήσουμε συνήθειες και πάθη που αρρωσταίνουν την κοινωνία μας. Η οικονομική και ηθική κρίση, που παρουσιάζεται στην πλειονότητα των λαών και κρατών, σχετίζεται με σαφή αίτια, που έχουν όνομα και συγκεκριμένες μορφές. Περιορίζομαι να επισημάνω τρεις ρίζες της διαφθοράς η οποία είναι η μητέρα της οικονομικής κρίσεως. α). Πλεονεξία. Αυτή, κατά τον Απόστολο Παύλο, είναι“ειδωλολατρία” (Κολοσ. 3:5),άρνηση της λατρείας προς τον αληθινό Θεό. 

Ο πλεονέκτης αδιαφορεί για τη νομιμότητα των μεθόδων. Η απληστία του παίρνει όλο και νέες ανεξέλεγκτες μορφές. Με εκφραστικό τρόπο, ο Απόστολος των εθνών επισημαίνει:”οι δε βουλόμενοι πλουτείν εμπίπτουσιν εις πειρασμόν και παγίδα και επιθυμίας πολλάς ανοήτους και βλαβεράς, αίτινες  βυθίζουσι τους ανθρώπους εις όλεθρον και απώλειαν. ρίζα γαρ πάντων των κακών εστιν η φιλαργυρία” (Α  Τιμ. 6:9). Ο ιός της φιλαργυρίας στη σύγχρονη εποχή μεταλλάσσεται και μεταδίδεται σε όλα τα κοινωνικά στρώματα. 

Η λεγομένη καταναλωτική κοινωνία έφθασε στην καταναλωτική υστερία. Ιδανικό και σκοπός του συγχρόνου ανθρώπου κάθε τάξεως έγινε η αλόγιστη συσσώρευση υλικών αγαθών, συχνά περιττών, με αδιαφορία για το φυσικό περιβάλλον. 

Την απληστία αυτή, η οποία είναι αιτία και της σύγχρονης οικολογικής κρίσεως, είχε στηλιτεύσει πριν από 16 αιώνες ένας μεγάλος θεολόγος, πατέρας και διδάσκαλος της μιας και αδιαιρέτου Εκκλησίας, ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης, τονίζοντας:“Κάνε χρήση αλλά όχι κατάχρηση. Άφησε τον εαυτό σου να απολαύσει, αλλά με μέτρο. Μη γίνεσαι όλεθρος όλων των ζώων που ζουν στη γη και στη θάλασσα” (Ομιλία περί Ευποιΐας, 383 μ.Χ.).

β)Η επόμενη ρίζα της διαφθοράς είναι το ψέμα. Με το ψέμα επήλθε η πτώση του ανθρωπίνου γένους, μας πληροφορεί το πρώτο κεφάλαιο της Αγίας Γραφής (Γεν. 3:1),ενώ το τελευταίο επιμένει ότι θα μείνει έξω από τη βασιλεία του Θεού “πας ο φιλών και ποιών ψεύδος”(Άποκ. 22:15). Το ψέμα, τελικά, υπονομεύει κάτι το πιο σημαντικό, τη δυνατότητα να αγαπούμε. Φαίνεται ίσως κάπως παράδοξο αυτό. Όπως, διεισδυτικά, ο Ντοστογιέφσκυ εξηγεί, βάζοντας στο στόμα του στάρετς  Ζωσιμά αυτή τη συμβουλή: “Και το κυριότερο απ όλα, μη λέτε ψέματα … 

Το κυριότερο είναι να μην λέτε ψέματα στον ίδιο τον εαυτό σας. Αυτός που λέει ψέματα στον εαυτό του και πιστεύει στο ίδιο του το ψέμα φτάνει στο σημείο να μην βλέπει καμμιάν αλήθεια, ούτε μέσα του ούτε και στους άλλους – και έτσι χάνει κάθε εκτίμηση για τους άλλους και κάθε αυτοεκτίμηση. Μην εκτιμώντας κανέναν, παύει να αγαπάει. Και μην έχοντας την αγάπη, αρχίζει να παρασέρνεται από τα πάθη και την ακολασία …. 

Αυτός που λέει ψέματα στον εαυτό του είναι αυτός που προσβάλλεται πρώτος. Γιατί καμμιά φορά είναι πολύ ευχάριστο να νιώθει κανείς προσβεβλημένος. Έτσι δεν είναι;” (Αδελφοί Καραμαζώφ, Τόμος Α ).

γ)Το κατ εξοχήν, πάντως, επικίνδυνο, είναι η φιλαυτία, ο εγωκεντρισμός, η αιχμαλωσία στο εγώ μας, η λατρεία του ατομικού συμφέροντος, του οικογενειακού, του τοπικού, του εθνικού. Το αντίδοτο σ αυτό παραμένει η δικαιοσύνη μαζί με την αλληλεγγύη και την αυτοθυσία. Το μυστικό για να βρει κανείς τον εαυτό του είναι να τον προσφέρει. Ο τονισμός και η βίωση αυτής της αξίας παραμένει η κατ εξοχήν προσφορά της Εκκλησίας:

Η συμπαράσταση προς τους θλιβομένους, έστω και αν ευθύνονται οι ίδιοι για λάθη και παραλείψεις τους (πβ. Ματθ. 25:35-40). Κανείς άλλος θεσμός δεν μπορεί να εμπνεύσει και να προσφέρει αγάπη και αυτοθυσία. Στο κλασικό ”cognito ergo sum” (“σκέπτομαι, άρα υπάρχω”), η Εκκλησία, αντλώντας από τις καλύτερες σελίδες της ιστορίας της, προσθέτει: “αγαπώ, άρα υπάρχω”, κατά το πρότυπο της εν αγάπη και αλληλοπεριχωρήσει υπάρξεως της Αγίας Τριάδος.

5.Μετά τον κριτικό λόγο και τον τονισμό της προσωπικής ευθύνης, η Εκκλησία οφείλει να προσφέρει ένα μήνυμα αισιοδοξίας και ελπίδος. Η κρίση μπορεί να γίνει μια ιδιαίτερη ευκαιρία πνευματικής ανανεώσεως. Ο πυρετός της οικονομικής κρίσεως καθώς και της οικολογικής αποκαλύπτει ότι υπάρχει μία γενικότερη ασθένεια που απειλεί την επιβίωση της ανθρωπότητος. 

Η σύγχρονη οικονομική κρίση, παρά την οδύνη και την αμηχανία που έχει προκαλέσει σε εκατομμύρια ανθρώπους, τόσο των υπανάπτυκτων όσο και των ανεπτυγμένων κρατών, δίνει μια εξαιρετική δυνατότητα για διορθωτικές αλλαγές σε κρίσιμους τομείς της παγκόσμιας, της εθνικής και προσωπικής μας ζωής.

Οι χριστιανοί καλούμεθα να πρωτοστατήσουμε σ αυτές τις προσπάθειες, όπως το κάναμε (με πρωταγωνιστή το Π.Σ.Ε.) στις περιπτώσεις του ρατσισμού και της βίας. Ασφαλώς, δεν εξαλείφθηκαν με την κριτική και τη δράση μας. Όμως επετεύχθη μια ευρύτερη συνειδητοποίηση της ανάγκη καταπολεμήσεώς τους. Δεν είναι η πρώτη φορά που η Εκκλησία βρίσκεται αντιμέτωπη με κρίσεις.

Οι τραγικές συγκρούσεις και εμπειρίες των παγκοσμίων πολέμων του 20ου αιώνος ξύπνησαν τις συνειδήσεις και οδήγησαν στην κατάργηση της αποικιοκρατίας, των φασιστικών συστημάτων, των ρατσιστικών ιδεολογιών και, τελικά, στην κατάρρευση του κομμουνισμού στις περισσότερες χώρες.

Στη διάρκεια μεγάλων δοκιμασιών, οπότε οι κοινωνίες φθάνουν σε οριακά σημεία αντοχής, αναδύονται σπάνιες αρετές κρυμμένες στην καρδιά των ανθρώπων, όπως η φιλαλήθεια,
η γενναιότητα,
η ανεκτικότητα,
η συγχωρητικότητα,
η αυταπάρνηση, η δικαιοσύνη, η φιλαλληλία. Αυτά και σήμερα αποτελούν πολύτιμα αντισώματα στις λιποθυμικές τάσεις του κοινωνικού μας σώματος. Και αυτά πρέπει, με επιμονή και σύστημα να ενεργοποιήσει σήμερα η Εκκλησία.

Άμεσο χρέος μας είναι να στηρίξουμε την ελπίδα και την αντοχή των μελών μας και των λαών μας, και με ειλικρινή σεβασμό στην αξία του κάθε ανθρωπίνου προσώπου και του κάθε έθνους, να αγωνισθούμε για τη δίκαιη υπέρβαση της οικονομικής κρίσεως, για μια ουσιαστική αλληλεγγύη μέσα στην κοινωνία μας και μεταξύ των λαών της οικουμένης.