25 Απριλίου, 2012

ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΟ ΑΓΙΟ ΟΡΟΣ. 2η) ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ MEΓΙΣΤΗΣ ΛΑΥΡΑΣ



Βρίσκεται στους ΝΑ. Πρόποδες του Άθω σε υψομ.160 και σε απόσταση 20’ από την παραλία. Η ίδρυση της μονής το 963, από τον όσιο Αθανάσιο τον Αθωνίτη συνδέεται με την αρχή του οργανωμένου μοναχικού βίου στο Άγιον Όρος, του οποίου αποτελεί και το αρχαιότερο παράδειγμα. Στη θέση της σημερινής μονής υπήρχε μια από τις αρχαίες πόλεις της χερσονήσου του Άθω, ίσως η πόλη Ακρόθωοι, από την οποία κατά πάσαν πιθανότητα προέρχονται οι σαρκοφάγοι που βρίσκονται στην  αποθήκη λαδιού της μονής και τα ευρήματα της φωτογραφίας που αποκαλύφθηκαν, κοντά στο καθολικό της μονής, κατά τη διάρκεια εργασιών. Η ιστορία της Λαύρας είναι η πληρέστερη των μονών του Αγίου Όρους, γιατί το ιστορικό αρχείο της μονής διατηρήθηκε σχεδόν ακέραιο, και είναι βέβαιο  ότι η μελέτη του αρχειακού υλικού της Λαύρας θα συμβάλλει ουσιαστικά και στη γνώση της ιστορίας των άλλων μονών, οι οποίες ταλαιπωρήθηκαν περισσότερο στο πέρασμα των αιώνων και έχασαν τα αρχεία τους ή μέρος απο αυτά. Η Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας, εορτάζει την κοίμηση του Οσίου Αθανασίου του Αθωνίτη στις 5 Ιουλίου.

Ο ιδρυτής της Λαύρας Αθανάσιος άρχισε την ανοικοδόμηση των κτιρίων το 963, σύμφωνα με την επιθυμία του φίλου του αυτοκράτορα Νικηφόρου Φωκά, ο οποίος χρηματοδοτούσε το έργο. Ο ί­διος είχε υποσχεθεί στον όσιο Αθανάσιο ότι θα γι­νόταν σύντομα μοναχός της Λαύρας, αλλά οι περι­στάσεις και ο ξαφνικός θάνατός του ματαίωσαν τα σχέδιά του. Ωστόσο, μια μόνιμη αυτοκρατορι­κή χορηγία, που διπλασιάστηκε από τον διάδοχο του Νικηφόρου, Ιωάννη Τσιμισκή, επέτρεψε τη συνέχιση και ολοκλήρωση των εργασιών. Οι ίδιοι αυ­τοκράτορες παραχώρησαν επίσης στη Λαύρα πλούσια μετόχια, μεταξύ των οποίων το νησί του Αγίου Ευστρατίου (των Νέων) και τη Μονή του Αγί­ου Ανδρέα των Περιστερών στη Θεσσαλονίκη, γεγονός που επέτρεψε την αύξηση των μοναχών από 80 σε 120. Ανάμεσα στις προσωπικότητες που σχε­τίζονται με τη ζωή της Λαύρας είναι και ο Ιωάννης ο Ίβηρας, ο οποίος αργότερα έγινε ο ιδρυτής της Μονής των Ιβήρων. Οι εργασίες της ανοικοδόμησης, σύμφωνα με τον βιογράφο του αγίου Αθανασίου (11ος αιώνας), άρχισαν από τον οχυρωματικό περίβολο και συνε­χίστηκαν στο καθολικό και στα κελιά των μοναχών, μια τακτική που φαίνεται αναγκαία, αν υπολογίσει κανείς τους κινδύνους που απειλούσαν τότε τις μο­νές του Αγίου Όρους.
   

Η Λάρνακα εις την οποίαν φυλάσσεται
το σκήνωμα του Οσίου Αθανασίου του έν Άθω

Μετά  τον θάνατο του οσίου Αθανασίου (ίσως λίγο μετά το 1000), η μονή συνέ­χισε κανονικά την ιστορική της πορεία. Οι αυτοκρά­τορες ευνοούσαν την ανάπτυξή της, και τον 11ο αι­ώνα αριθμούσε 700 μοναχούς, ενώ της είχαν στο μεταξύ παραχωρηθεί μικρότερες μονές, όπως του Μονοξυλίτου, των Βουλευτηρίων, των Αμαλφινών κ.λ.π. Τον 14ο αιώνα ακολούθησε τη μοίρα των άλ­λων μονών και υπέφερε από τις επιθέσεις των Καταλανών και των άλλων πειρατών. Αποτέλεσμα της παρακμής, στην οποία είχε τότε περιπέσει, ήταν να εμφανιστεί ο ιδιόρρυθμος βίος, παρά τις αντιρρή­σεις της επίσημης Εκκλησίας και των αυτοκρατόρων. Με ενέργειες του πατριάρχη Αλεξανδρείας  Σιλβέστρου, το 1574, η μονή μετατράπηκε σε κοι­νόβιο, αλλά η παρακμή έφερε και πάλι τον ιδιόρ­ρυθμο βίο. Το 1655 έγινε μία ακόμη προσπάθεια επιστροφής στο κοινοβιακό σύστημα  από τον πα­τριάρχη Διονύσιο τον Γ’, ο οποίος μόνασε σ’ αυτή και βοήθησε με τη διάθεση της προσωπικής του περιουσίας στην οικονομική της  ανόρθωση. 


Σύντομα όμως επανήλθε στον ιδιόρρυθμο βίο και παρέ­μεινε  έτσι μέχρι το 1980, οπότε οι μοναχοί αποφάσισαν να ανακηρύξουν τη Μονή κοινόβιο, αφού εν τω μεταξύ στις  αρχές  του  αιώνα  μας (1914), νέες προσπάθειες που έγιναν για την επαναφορά του κοινοβίου  δεν είχαν αποτέλεσμα. (Σπυρίδων Ιατρός Καμπανάος-Ευλόγιος Κουρίλας). Το καθολικό ιδρύθηκε από τον όσιο Αθανάσιο, ο οποίος, κατά την Παράδοση, έχασε τη ζωή του μαζί με άλλους 6 τεχνίτες, όταν ένας από τους τρούλους κατέπεσε κατά την κατασκευή του. Χαρακτηριστικό του αρχιτεκτονικού τύπου που εφάρμοσε ο όσιος στον καθολικό ναό είναι οι δύο ευρύχωροι χοροί των ψαλτών και η λιτή για την ανάλογη ακολουθία ο οποίος, κατά την Παράδοση, έχασε τη ζωή του μαζί με άλλους 6 τεχνίτες, όταν ένας από τους τρούλους κατέπεσε κατά την κατασκευή του. Χαρακτηριστικό του αρχιτεκτονικού τύπου που εφάρμοσε ο όσιος στον καθολικό ναό είναι οι δύο ευρύχωροι χοροί των ψαλτών και η λιτή για την ανάλογη ακολουθία
   
Ο τύπος αυτός καθιερώθηκε από εκεί και ύστερα ως αγιορείτικος και στις γενικές γραμμές του αντιγράφηκε στα καθολικά των άλλων μονών που ιδρύθηκαν στους επόμενους αιώνες. Ο ναός τοιχογραφήθηκε το 1535 από τον μεγάλο ζωγράφο Θεοφάνη και είναι ένα από τα καλύτερα δείγματα ζωγραφικής τόσο του Θεοφά- νη, όσο και της εποχής που σημάδεψε η καλλιτεχνική του δημιουργία. Τα έξοδα της τοιχογράφησης ανέλαβε ο τότε μητροπολίτης Βέροιας Νεόφυτος. Ο νάρθηκας ωστόσο ζωγραφίστηκε μόλις το 1854 με έξοδα του αρχιμανδρίτη της μονής Βενιαμίν. Το σημερινό τέμπλο του καθολικού της Μονής είναι μαρμάρινο και είναι έργο του μεγάλου γλύπτη Γιαννούλη Χαλεπά. Στα βόρεια της λιτής βρίσκεται το παρεκκλήσι των 40 Μαρτύρων, μέρος του οποίου καταλαμβάνει ο τάφος του οσίου Αθανα- σίου. Στα νότια της λιτής βρίσκεται το παρεκκλήσι του Αγίου Νικολάου, τοιχογραφημένο από τον ζωγράφο Φράνκο Κατελάνο το 1560. Η τράπεζα, απέναντι από την κεντρική είσοδο του καθολικού, έχει σχήμα σταυρού και είναι η μεγαλύτερη σε διαστάσεις μέσα στο Άγιον Όρος. To εσωτερικό της είναι κατάγραφο με τοιχογραφίες που αποδί-δονται στον Θεοφάνη ή στη Σχολή του και έγιναν με έξοδα του μητροπολίτη Σερρών Γενναδίου, ο οποίος χρηματοδότησε και τη στέγασή της, γιατί οι τρούλοι που τη σκέπαζαν ως τότε είχαν πάθει ζημιές από τους σεισμούς. Η φιάλη δίπλα στο κυπαρίσσι, που κατά την παράδοση φύτεψε ο ίδιος ο όσιος Αθανάσιος, είναι κτίσμα του 11ου αιώνα. Ο θόλος στηρίζεται σε κίονες και τα διαστήματα μεταξύ των κιόνων κλείνουν θωράκια με γλυπτές παραστάσεις. Οι τοιχογραφίες που καλύπτουν τον θόλο έγιναν το 1635.
  
Το οχυρωματικό τείχος του περιβόλου από την είσοδο της μονής μέχρι τη μέση περίπου της νότιας πτέρυγας διατηρήθηκε, κατά την παράδοση, όπως ήταν στα χρόνια του κτήτορα. Τη ΝΔ. γωνία του τείχους καταλαμβάνει ο λεγόμενος πύργος του Τσιμισκή, ο οποίος ανακαινίστηκε, σύμφωνα με μια επιγραφή, το 1688. Αξιοσημείωτο γεγονός είναι η διατήρηση των τάφων τριών πατριαρχών στη Ν. πτέρυγα των κελιών: Ανθίμου (1623), Διονυσίου (1696) και Ιερεμία (1735). Η βιβλιοθήκη και το σκευοφυλάκιο στεγάζονται σε χωριστό κτήριο πίσω από το καθολικό. Η βιβλιοθήκη περιλαμβάνει περισότερα από 2.000 χειρόγραφα και ειλητάρια και είναι μια από τις πλουσιότερες συλλογές του κόσμου. Ανάμεσα στα άλλα, ξεχωρίζουν τα εικονογραφημένα με λαμπρές μικρογραφίες, που καλύπτουν χρονικά την τέχνη της δεύτερης χιλιετίας. Στο σκευοφυλάκιο σώζονται: χειρόγραφο Ευαγγέλιο με χρυσό κάλυμμα, δώρο του αυτοκράτορα Νικηφόρου Φωκά, αμφίων, ο λεγόμενος «σάκος του Νικηφόρου Φωκά», διάφορα εκκλησιαστικά σκεύη, εγκόλπια και ο περίφημος Κουβαράς, χειρόγραφο με τα ονόματα των μοναχών από την εποχή του οσίου Αθανασίου μέχρι σήμερα. Η συλλογή επίσης των εικόνων της μονής είναι από τις σπάνιες και περιλαμβάνει περισσότερες φορητές εικόνες, που καλύπτουν με πολλά παραδείγματα την τέχνη σχεδόν ολόκληρης της δεύτερης χιλιετίας.Μέσα στη Λαύρα βρίσκονται ακόμη τα εξής παρεκκλήσια: της Παναγίας της Κουκουζέλισσας, του Αγίου Μιχαήλ Συνάδων, του Αγίου Αθανασίου, του πρωτομάρτυρα Στεφάνου στον πύργο του Τσιμισκή κ.ά., συνολικά 17. Έξω από τη μονή υπάρχουν, 19 παρεκκλήσια,5 καθίσματα και 10 κελιά στις Καρυές. Β.Δ της Μονής και σε απόσταση περίπου τετρακοσίων (400) μ. και κοντά σε υπάρχουσες βραχογραφίες, ευρίσκεται το ασκητήριο (Σπήλαιο) του Οσίου Κουκουζέλου. {( Σημ.)Λαύρα σήμαινε ανοικτός χώρος, δρόμος. (εκκλ.) Έτσι ονομάζονταν εγκατάσταση μοναχών, την οποία αποτελούσε σύνολο από καλύβες ή κελιά. Οι μοναχοί κατοικούσαν και ζούσαν πλησίον αλλήλων. Το μοναστικό αυτό σύστημα της μοναχικής ζωής προϋπήρξε των κοινοβίων, τα οποία πρώτος ίδρυσε ο όσιος Παχώμιος}. Η Μονή Μεγίστης Λαύρας είναι η ποιό μακρυνή μονή, από τη Δάφνη.

Ο προσκυνητής μπορεί να μεταβεί στη Μονή:
 α. με λεωφορείο (συνιστάται), ακολουθώντας το δρομολόγιο: Δάφνη-Καρυές (αλλαγή λεωφορείου)-Μονή Μεγίστης Λαύρας.
 β. με πλοίο στη Σκήτη της Αγίας Άννης και απ‘ εκεί, την επόμενη μέρα, με τα πόδια, ακολουθώντας το υφιστάμενο μονοπάτι, το οποίο είναι τραχύ, δύσβατο, με απότομη ανηφόρα και κατά συνέπεια κουραστικό να μεταβεί στη Μ.Μ.Λαύρας. Ο χρόνος μεταβάσεως εκτιμάται στις πέντε (5) έως έξι (6) ώρες.
 γ. με ταχύπλωο, από την Ιερισσό.

Εξαρτήματα της Ι. Μονής :
1. Η Σκήτη του Τιμίου Προδρόμου
2. Η Σκήτη  των Καυσοκαλυβίων
3. Η Σκήτη   της Αγίας Άννης και
4. η Ερημος


Αύριο η συνέχεια.


Δεν υπάρχουν σχόλια: