12 Απριλίου, 2011

Το Αρχιεπισκοπικό ζήτημα (1900-1910) ως έκφαση του Ενωτικού Κινήματος: Η Βρετανική Θεώρηση ‏(ΣΤ΄ΜΕΡΟΣ)

image

Παρά το ότι ο Haynes-Smith δεν είχε δώσει περισσότερες λεπτομέρειες για το πλαίσιο της διεξαγωγής «εκλογών», η άποψη του ήταν πως αυτές θα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν στη βάση αυτών που πρέσβευε η Ιερά Σύνοδος, έχοντας κατά νου ότι ένα χρόνο προηγουμένως είχε εκφράσει την πρόθεσή του να εργαστεί με τη Σύνοδο, αναγνωρίζοντας ότι ορθά απαρτίστηκε[118].

Η στάση του θα μπορούσε να θεωρηθεί πως υποδεικνύει τη βρετανική πολιτική υποστήριξης στον Κυρηνείας και την πρόθεση να υποβαθμίσει τις ενστάσεις των Κιτιακών. Μολαταύτα, οι Βρετανοί δεν είχαν εντελώς αγνοήσει το επιχείρημα των Κιτιακών ότι είναι απαραίτητη η παρουσία τριών επισκόπων για τη σύσταση της Συνόδου, πράγμα που αποδεικνύουν, αφενός μεν η επισύναψη τηλεγραφήματος από τον Κιτίου ο οποίος εξέφραζε τις δικές του απόψεις στο ζήτημα και αφετέρου το ότι έλαβαν υπόψη μια άποψη υπέρ των Κιτιακών, που δημοσιεύτηκε από τον Αθανάσιο Ευταξία, πρώην υπουργό Θρησκευμάτων της Ελλάδας[119].

Παρά την απόφαση να υποστηρίξουν τη Σύνοδο, εντούτοις οι Βρετανοί συνέχισαν να προβληματίζονται έντονα για το εάν συντάχθηκε ή όχι νομότυπα, αφού για εκείνους αυτό το ζήτημα ήταν ένα εξ αυτών που εμφανίζονταν αναγκαία για να αποφασίσουν[120]. Φαίνεται πως δεν είχαν άλλη επιλογή παρά να αναγνωρίζουν τη Σύνοδο ως τη μόνη εκκλησιαστική αρχή με τη δυνατότητα να χειριστεί και να διευθετήσει το ζήτημα, υποστηρίζοντας ότι δεν είχαν άλλη εναλλακτική λύση[121].

Σε κάθε περίπτωση, οι Βρετανοί, μέχρι τα τέλη του 1901 είχαν διαμορφώσει το συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει πρακτικά καμιά αμφιβολία πως ο Επίσκοπος Κιτίου θα εκλεγεί[122]. Η άποψη που έχει εκφραστεί από τον Haynes-Smith  έχει ξεχωριστή αξία αφού αποκαλύπτει τη βρετανική στάση σε μια ενδεχόμενη εκλογή του Επισκόπου Κιτίου. Η ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα άποψη είχε ως εξής:

Δεν μπορούμε να τον κρατήσουμε μακριά [εκτός της μάχης για εκλογή] και πιθανόν να μας δημιουργήσει λιγότερα προβλήματα ως αρχιεπίσκοπος παρά εάν τον σταματούσαμε από του να πραγματοποιήσει τη μεγάλη του επιθυμία[123]. Όπως παραδέχονταν οι ίδιοι Βρετανοί, ο Επίσκοπος Κιτίου έχει την πλειοψηφία μαζί του, αλλά είναι υπέρ της ένωσης με την Ελλάδα[124].

Δεν είχαν, παρόλα αυτά, εγκαταλείψει την προσπάθειά τους να εμποδίσουν την εκλογή του ενθαρρύνοντας τον Οικουμενικό Πατριάρχη να προκαλέσει την επιλογή ενός τρίτου ικανού προσώπου, ο οποίος θα συνεργαζόταν με τη βρετανική διοίκηση. Η επιλογή ενός κατάλληλου «τρίτου» από τον Πατριάρχη είχε εκληφθεί ως ατυχής.

Σύμφωνα με τους Βρετανούς, εάν ο Πατριάρχης ηγηθεί του κινήματος της Ορθόδοξης Εκκλησίας προς την κατεύθυνση του αγώνα για ένωση με την Ελλάδα και προσδώσει την επιρροή του για να ξεσηκώσει και να ενδυναμώσει εχθρικά αισθήματα εναντίον των Βρετανών στην Κύπρο, θα  έφερνε σε αμηχανία τη Βρετανική διοίκηση.

Ως αποτέλεσμα, ο Μέγας Αρμοστής αποφάσισε ότι οι Βρετανοί θα έπρεπε να μην παραμείνουν άλλο απλοί θεατές στο ζήτημα, ακολουθώντας την αλλαγή που επήλθε στην κατάσταση με την επικράτηση των «Αδιάλλακτων» που στρέφονταν πλέον φανερά κατά της βρετανικής διοίκησης. Κατά συνέπεια, εισηγήθηκε ότι: Η στιγμή έχει πλέον φτάσει, για να κάνουμε ορισμένα βήματα και να ελέγξουμε την αναστάτωση.

Οι εκλογές έφεραν ως αποτέλεσμα το θρίαμβο της ακραίας παράταξης, υπό την αρχηγία του Επισκόπου Κιτίου, και η εκλογή του έχει γίνει από λανθασμένες και παράτυπες αντιπροσωπεύσεις [...]. Θα πρέπει να μελετήσουμε σοβαρά τι μπορούμε να πράξουμε για να ρίξουμε «κρύο νερό» στον αγώνα[125].

Ο Haynes-Smith δικαιολόγησε την αγωνία του κάνοντας αναφορά στον Κιτίου και στις πράξεις του στο παρελθόν˙ «έχει προκαλέσει σε μας πολλά προβλήματα στο παρελθόν και η στάση του απέναντι στην κυβέρνηση θα καθοριστεί σε μεγάλο βαθμό από τον τρόπο με τον οποίο θα αντιμετωπίσουμε τον ίδιο και την ταραχή που έχει επιφέρει».

Συνεπώς, οι Βρετανοί σχεδίαζαν να πάρουν ορισμένα πρακτικά μέτρα για να αντιμετωπίσουν την αναταραχή. Συγκεκριμένα, ο Μέγας Αρμοστής πρότεινε να δοκιμάσουν κάποιες τεχνικές κατευνασμού των λαϊκών μαζών σε Λάρνακα και Λεμεσό, προβαίνοντας σε εκδηλώσεις στις δύο πόλεις[126]  κατά το πανάρχαιο «άρτος και θεάματα».

Ένα δεύτερο μέτρο ήταν μετατροπές στο Φόρο Υποτελείας[127], ενώ το τρίτο, στοχεύοντας όπως και το προηγούμενο σε οικονομική ανακούφιση του πληθυσμού, ήταν μια εμπορική συνθήκη με την Τουρκία που θα παρείχε «προνομιακή μεταχείριση» για τα κυπριακά προϊόντα.

Μια ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα πρόταση έκανε λόγο στο να αποκτήσει η Κύπρος τη δική της σημαία, πιθανόν είναι η πρώτη φορά στην ιστορία της Κύπρου που συναντούμε αναφορά σε μια «κυπριακή σημαία». Αρχικά η «κυπριακή σημαία» ήταν μια αναγκαιότητα εκ μέρους των Βρετανών για να καταστήσουν δυνατή την εγγραφή της κυπριακής ναυτιλίας, αφού μέχρι τότε τα κυπριακά πλοία έπρεπε να φέρουν την τουρκική σημαία.

Ωστόσο, το μέτρο αυτό ήταν ένας ευφυής τρόπος να καθιερώσουν μια σημαία[128] ως ένα νέο σύμβολο σε αντιπερισπασμό με το συμβολισμό της ελληνικής σημαίας. Όπως οι Βρετανοί οι ίδιοι ομολογούσαν: Εάν η σημαία παραχωρηθεί, τότε μπορεί να χρησιμοποιηθεί για σκοπούς επιδείξεων και, αυτό είναι το ευκταίο, θα υποσκελίσει την ελληνική σημαία[129].

Πάνω απ’ όλα, οι Βρετανοί πρότειναν την εγκαθίδρυση ενός κυπριακού συντάγματος με γενικές αρμοδιότητες στην υπηρεσία του βρετανικού στρατού και επίσης τη διασφάλιση συμφωνίας με το νέο αρχιεπίσκοπο, όσο αφορά τις λαϊκές εξουσίες που του αναλογούσαν. Όλα αυτά τα μέτρα λήφθηκαν υπόψη υπό το φως των φόβων που είχαν εκφραστεί από τον Haynes-Smith.

Βρισκόταν συνεχώς σε επικοινωνία με τους Επαρχιακούς Διοικητές και άλλους Βρετανούς αξιωματούχους με σκοπό πάντα να έχει μια πιο ξεκάθαρη εικόνα σχετικά με την ταραχή γύρω από την ένωση. Κατά τον ίδιο τρόπο, ας σημειωθεί η άποψη που διατυπώθηκε στον Αρμοστή από τον Διοικητή της Αστυνομίας ότι «η στιγμή έχει φτάσει για να θέσουμε το παράνομο κίνημα κάτω από κάποιο έλεγχο» [130] για να αποφύγουμε προβλήματα που ίσως θα ανακύψουν στο μέλλον.

Ο Μέγας Αρμοστής, που παρομοίως είχε εκφράσει την πίστη ότι «σοβαρά προβλήματα θα προκύψουν εάν δεν ληφθούν διακριτικά κάποια σοφά μέτρα»[131], μετέφερε τους φόβους του ότι η ταραχή είναι Καλά οργανωμένη, έχει στη διάθεσή της χρήματα και κινητοποιείται από το εξωτερικό και κυρίως από την Ελλάδα.

[…] Οι οργανωτές […] έχουν κυριεύσει τα σχολεία, τους διευθυντές, ακόμα και τις οδηγίες που δίνονται στα σχολεία, και προσπαθούν τώρα ενεργά να δωροδοκήσουν τους μουχτάρηδες[132] ή τους επικεφαλής των κωμοπόλεων και των χωριών που ως διοικητικές αρχές είναι νομοταγείς και πιστοί στην κυβέρνηση. Και που είναι πολύ χρήσιμοι στη διοίκηση[133].

Πέρα από τον προβληματισμό του ως προς τα μέτρα που έπρεπε να ληφθούν για την αντιμετώπιση της κατάστασης, ο Μέγας Αρμοστής διατηρούσε αδιάλειπτη επικοινωνία και με τις δύο αντιμαχόμενες πλευρές επιχειρώντας να τις φέρει κοντά για να βρεθεί μια λύση. Όμως, αυτό ήταν κάθε άλλο παρά εύκολη διαδικασία˙ σε μια από αυτές τις συναντήσεις κατά το έτος 1902, ο Μέγας Αρμοστής περιέγραψε τις (άκαρπες) προσπάθειές του στον Chamberlain:

Έκανα άμεσα βήματα για να οργανώσω μια διάσκεψη των δύο πλευρών και έκανα κάθε δυνατή προσπάθεια για να τις πείσω να συμφωνήσουν στη διενέργεια νέων εκλογών ή αλλιώς να συμφωνήσουν στο να αφήσουν το ζήτημα εξολοκλήρου στην απόφαση των πατριαρχών. […] Με λύπη μου ομολογώ ότι αυτό δεν κατέστη ακόμα δυνατό να πείσω τις αντίθετες πλευρές σε οποιανδήποτε πορεία για την επίλυση των καβγάδων τους. […]

Στη μια πλευρά είναι η Ιερά Σύνοδος και οι υποστηρικτές του Επισκόπου Κυρηνείας που βλέπουν τη δράση των πατριαρχών με σεβασμό και ευλάβεια. Από την άλλη είναι τα μέλη του Νομοθετικού Συμβουλίου και οι υποστηρικτές του Επισκόπου Κιτίου που δηλώνουν ότι «βλέπουν καθαρά ότι τις σκέψεις και τις πράξεις των πατριαρχών δεν καθοδηγούνται από πνεύμα δικαιοσύνης και αγάπης αλλά από πνεύμα υποδούλωσης της Εκκλησίας μας».

Η παράταση αυτής της διαμάχης είναι σαφώς αξιοθρήνητη˙ Πιστεύω όμως ότι εάν η κυβέρνηση έριχνε στο παρόν στάδιο το βάρος της υπέρ της επίλυσης των συγκρούσεων διά μιας συγκεκριμένης πορείας δράσης, θα είχε ένα πολύ αρνητικό αποτέλεσμα στη μελλοντική βρετανική διοίκηση του νησιού επειδή θα άφηνε πόνο και πληγές στα θρησκευτικά αισθήματα της ηττημένης πλευράς στην Ορθόδοξη Εκκλησία που θα συνέχιζε να  αιμορραγεί για πολύ περισσότερο χρόνο αφότου τα συγκεκριμένα γεγονότα θα έχουν περάσει[134].

Ως αποτέλεσμα, ο Μέγας Αρμοστής έκανε σκέψεις να απέχει από τη διαμάχη, αφού οι δύο αντιμαχόμενες πλευρές «δεν θα συμφωνήσουν σε τίποτε». Μια βδομάδα μετά, σε ένα τηλεγράφημα της 24ης Μαΐου 1902, οι Κιτιακοί – μέλη του Νομοθετικού Συμβουλίου – ήρθαν σε επικοινωνία, για πρώτη φορά, την πρόθεσή τους να περάσουν ένα νόμο που θα προέβλεπε τη διεξαγωγή νέων εκλογών[135].

Η εισαγωγή νομοθεσίας που θα προνοούσε τη διεξαγωγή αρχιεπισκοπικών εκλογών ήταν ασφαλώς ένα πολύ ριζοσπαστικό μέτρο στην εκκλησιαστική ιστορία και έβαλε ακόμα ένα βέλος στη φαρέτρα των αντιπάλων των Κυρηνειακών. Σχετικά με τις ανησυχίες των Βρετανών, η ιδέα της εισαγωγής νομοθεσίας αντιμετωπίστηκε θετικά δεδομένου ότι όποια και να ήταν η απόφαση, θα έπρεπε πρώτα να εγκριθεί από τον Αρμοστή.

Ο ρόλος των Βρετανών ως διαμεσολαβητών στο ζήτημα, ήταν αρκετά δύσκολος. Δεν ήθελαν με κανένα τρόπο να ξεσηκώσουν ή να αποξενώσουν καμιά από τις δύο πλευρές. Αυτό θα μπορούσε να εξηγήσει για ποιο λόγο το είχαν χειριστεί με μεγάλη προσοχή.

Το γεγονός ότι ο Δικηγόρος του Στέμματος ρωτήθηκε, σε αρκετές περιπτώσεις, να δώσει τη συμβουλή του στον Αρμοστή σε ζητήματα όπως την νομιμότητα της πατριαρχικής παρέμβασης, επιβεβαιώνει την ιδιαίτερη προσοχή που δόθηκε στη διαμάχη.

Παρά το γεγονός αυτό, όταν τον Ιούνιο του 1902 ο Δικηγόρος είχε δηλώσει ότι υπήρξαν προηγούμενα για τη δράση των πατριαρχών, ο Haynes-Smith ήταν ακόμη διστακτικός εφόσον οι υποστηρικτές του Επισκόπου Κιτίου είναι η μεγάλη πλειοψηφία στην παρούσα φάση και όποια συγκεκριμένη κίνηση από τους πατριάρχες πιθανότατα θα οδηγούσε σε σχίσμα στην Εκκλησία[136].

Από την άλλη, οι Κυρηνειακοί που εκπροσωπούνταν από την Ιερά Σύνοδο, αντιδρούσαν στη νομοθεσία ότι ήταν «αντίθετη με τους κανόνες, τις τελετουργίες και τα έθιμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας και καταστρεπτική των δικαιωμάτων της Ιεράς Συνόδου»[137].

Προφανώς οι Βρετανοί είχαν να χειριστούν δύο εκ διαμέτρου αντίθετες θέσεις: αυτή των Κιτιακών που ήταν αφενός μεν υπέρ ενός διακανονισμού μέσα από το Νομοθετικό Συμβούλιο και αφετέρου κατά της πατριαρχικής ανάμειξης και της αντίθετης ακριβώς θέσης των Κυρηνειακών.  Ο Μέγας Αρμοστής ήταν ενήμερος της κατάστασης την οποία μετέφερε στον Chamberlain:

Σημειώσεις:

118. CO 67/125/768: Haynes-Smith στον Chamberlain, 24 Ιανουαρίου 1901. 119.    CO 67/127/8844: Haynes-Smith στον Chamberlain, 28 Φεβρουαρίου 1901. 120.  CO 67/127/9689: Haynes-Smith στον Chamberlain, 7 Μαρτίου 1901. 121.  CO 67/127/9689: Haynes-Smith στον Chamberlain, 7 Μαρτίου 1901. 122.    CO 67/128/39521: Haynes-Smith στον Chamberlain, 31 Οκτωβρίου 1901.

123.  CO 67/128/39521: Haynes-Smith στον Chamberlain, 31 Οκτωβρίου 1901: We cannot keep him out and he will probably give us less trouble as Archbishop than he would do if we could stop him from obtaining his great desire.
124.    CO 67/128/39521: Haynes-Smith στον Chamberlain, 31 Οκτωβρίου 1901 (η υπογράμμιση είναι δική μου).

125.  CO 67/128/45019: Haynes-Smith στο CO, 28 Νοεμβρίου 1901: the time has come to take some steps and check it [the agitation]. The elections have resulted in a triumph of the extreme party, led by the Bishop of Kitium, and the election has been won by false and disloyal representations. […] We should consider what we can do to throw cold water on the agitation.

126. CO 67/128/45019: Haynes-Smith στο CO, 28 Νοεμβρίου 1901 127. Το ποσό των £92,800 – το χρέος σε αντάλλαγμα για την κατοχή της Κύπρου που συμφωνήθηκε μεταξύ της Βρετανίας και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας το 1878. Βλ. Orr, Cyprus (υποσ. 12), 46-64˙ Panteli, History (υποσ. 11), 75-7.

128. Οι Βρετανοί είχαν προτείνει το ως έμβλημα μια παράσταση που οι ίδιοι περιγράφουν ως το «Σταυρό του Αγίου Γεωργίου» για σημαία, επιδιώκοντας να μην θίξουν ή να προκαλέσουν τη μουσουλμανική κοινότητα της Κύπρου˙ CO 67/128/45019: Haynes-Smith στον Chamberlain, 28 Νοεμβρίου 1901.

129.CO 67/128/45019: Haynes-Smith στο CO, 28 Νοεμβρίου 1901: The flag if granted can be used for purposes of demonstrations and will, it is to be hoped, supersede the Greek flag. 130.    CO 67/128/45019: Haynes-Smith στον Chamberlain, 28 Νοεμβρίου 1901. Βλ., 20-6˙ Coughlan, «Sources» (υποσ. 79), 20-6.

131. CO 67/128/45019: Haynes-Smith στον Chamberlain, 28 Νοεμβρίου 1901. 132.  Οι Μουχτάρηδες ήταν οι τοπικοί άρχοντες των χωρών από την εποχή της οθωμανικής κυριαρχίας. 133.    CO 67/128/45019: Haynes-Smith στον Chamberlain, 28 Νοεμβρίου 1901: well organised, has money at its disposal and is engineered from abroad and principally for Greece. […] The organisers […] have captured the Schools, the Schoolmasters, and, the instructions given in the schools, and they are now actively engaged in endeavouring to corrupt the Mukhtars  or headmen of the Rural Towns and Villages who are as a rule loyal and true to the Government, and who are most useful to the administration.

134. CO 67/131/21183: Haynes-Smith στον Chamberlain, 17 Μαΐου 1902: I immediately took steps to hold a conference with both parties and that I have used my best efforts to induce them to agree to a fresh election or to agree to leave the matter entirely to the decision of the Patriarchs. […] I regret to say that it has not yet been possible to induce the different parties to agree on any course for the settlement of their disputes. […]

On the one side are the Holy Synod and the supporters of the Bishop of Kyrenia who regard the action of the Patriarchs with veneration. […] On the other side are the Members of the Legislative Council and the supporters of the Bishop of Kitium who state that they ‘clearly see that no spirit of justice and affection but a spirit of subjugating our Church guides the thoughts and acts of the Patriarchs’.

The prolongation of this dispute is certainly most lamentable; but I believe that if the Government were at present to give its weight in favour of the disputes being settled by any particular course of action it would have a very bad affect on the future British Administration of the Island because it would leave soreness and wounds in the religious feelings of the defeated party in the Orthodox Church which would continue to fester long after the particular incidents had passed away.

135. CO 67/131/20313: Haynes-Smith στον Chamberlain, 24 Μαΐου 1902. 136.    CO 67/131/24832: Haynes-Smith στον Chamberlain, 9 Ιουνίου 1902: the supporters of the Bishop of Kitium are in a great majority at present and any definite action by the Patriarchs would probably lead to a schism in the Church.

Δεν υπάρχουν σχόλια: