11 Φεβρουαρίου, 2010

ΠΕΡΙ ΠΑΡΑΙΤΗΣΕΩΣ ΑΡΧΙΕΡΕΩΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΡΟΝΟ ΤΟΥ Η ΟΡΙΟΝ ΗΛΙΚΙΑΣ

image

ΑΡΘΡΟ

ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ

ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ & ΑΓΙΟΥ ΒΛΑΣΙΟΥ κ. ΙΕΡΟΘΕΟΥ

ΣΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΟΣΜΟΣ»

ΠΕΡΙ ΠΑΡΑΙΤΗΣΕΩΣ ΑΡΧΙΕΡΕΩΣ

ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΡΟΝΟ ΤΟΥ Η ΟΡΙΟΝ ΗΛΙΚΙΑΣ

Κατά καιρούς αναφύεται τό θέμα της θεσπίσεως ορίου ηλικίας για τούς ηλικιωμένους Αρχιερείς ή ακόμη γίνεται λόγος για παραίτηση Άρχιερέως άπό την Μητρόπολη την οποία διαποιμαίνει. Τελευταία, μάλιστα, τό θέμα αυτό τέθηκε μέ οξύτερο τρόπο, πού προκάλεσε ποικίλες συζητήσεις.

Ή θέσπιση ορίου ηλικίας κατά τρόπο έμμεσο συνδέεται καί μέ την παραίτηση των ηλικιωμένων Αρχιερέων άπό τόν μητροπολιτικό θρόνο. Μιά τέτοια ενέργεια, δυστυχώς, γίνεται μέ επιπόλαιο καί συνθηματολογικό τρόπο. Δυστυχώς, είδαμε στό πρόσφατο παρελθόν διάφορους εκβιασμούς καί πιέσεις για παραιτήσεις Μητροπολιτών, καθώς επίσης Αρχιερείς πού τελείωσαν τήν ζωή τους τελούντες σέ αγανάκτηση για όσα εκβιαστικά υπέστησαν.

Μερικοί θά αντιτάξουν τό επιχείρημα ότι δέν είναι δυνατόν στήν σύγχρονη εποχή, μέ τόσες προκλήσεις καί τόσα έντονα ποιμαντικά ενδιαφέροντα, νά παραμένουν Μητροπόλεις άποίμαντες άπό υπέργηρους Αρχιερείς.

Πρόκειται για έναν έντονο προβληματισμό, άλλά δέν πρέπει νά λησμονούμε ότι ή Εκκλησία διευθύνεται άπό τό Κανονικό της Δίκαιο καί είμαστε υποχρεωμένοι νά σεβόμαστε τούς ιερούς Κανόνες της, για τούς οποίους δώσαμε ιερή υπόσχεση πρό της χειροτονίας μας ότι θά τούς διαφυλάσσουμε, καθώς επίσης δέν πρέπει νά παραβλέπουμε τήν προσφορά τών πρεσβυτέρων αδελφών μας Επισκόπων στήν Εκκλησία.

Έπί πλέον, όσοι υποστηρίζουν τέτοιες θέσεις, αγνοούν τήν ουσία της ορθοδόξου ποιμαντικής ενός Επισκόπου καί τήν ταυτίζουν μέ έναν ακτιβισμό, για τόν οποίο χρειάζονται νέοι στήν ηλικία για νά έχουν δυνάμεις νά εργασθούν. Επειδή τό θέμα της άπομακρύνσεως ενός Άρχιερέως άπό τόν θρόνο του αντιμετωπίσθηκε στό παρελθόν άπό τούς ιερούς Κανόνες της Εκκλησίας, πού αποτελούν τό κανονικό πλαίσιο δίακυβερνήσεώς της, γί' αυτό μελέτησα τό θέμα.

Περίληψη όλου του προβλήματος άπό θεολογικής καί εκκλησιολογικής πλευράς συναντά κανείς στόν Κανονολόγο Ματθαίο Βλάσταρη.  Σχετικό υλικό βρίσκει στόν 10o Κανόνα τού Πέτρου Αλεξανδρείας, στήν επιστολή του αγίου Κυρίλλου στόν Δόμνο, στήν επιστολή της Γ΄ Οικουμενικής Συνόδου πρός τήν Εκκλησία της Παμφυλίας καί στόν 16° Κανόνα της Πρωτοδευτέρας Συνόδου. Συνεκτιμώντας κανείς τά κείμενα αυτά, μέ τίς σχετικές ερμηνείες των Κανονολόγων, μπορεί νά κατάληξη στά έξης βασικά σημεία:

1 - Υπάρχει στενή σχέση του Έπίσκόπου-Μητροπολίτου μέ τήν Έπισκοπή-Μητρόπολή του καί δέν νοείται Επίσκοπος άνευ Επισκοπής. Οι ιεροί Κανόνες προϋποθέτουν για μέν τόν Επίσκοπο συγκεκριμένο ποίμνιο, για δέ τόν Πρεσβύτερο Θυσιαστήριο.

Εκείνος δέ πού παραιτείται άπό τό ποίμνιο της πόλεως στό όποιο «έπεκηρύχθη», «πώς επίσκοπος κληθήσεται του λοιπού τίνας επισκοπών;». "Ετσι. ό Επίσκοπος ποιμαίνει λαό καί δέν νοείται νά έχη τίτλο χωρίς ποίμνιο: «Πώς δε και ιεράρχης κληθήσεται ό κλήρον μη κεκτημένος ύφ' εαυτού, μήτε μην άρχων ιερωμένων;».

2 - Ό Μητροπολίτης είναι ισόβιος καί δέν παραιτείται ή δέν απομακρύνεται άπό τόν θρόνο του, χωρίς καταδικαστική κανονική απόφαση. «Το παραιτείσθαι τους ίερουργούντας τάς εαυτών Έκκλησίας ουχ άρέσκει θεσμοίς», διότι όσοι είναι άξιοι νά λειτουργούν «ουδείς ποιείσθε παραίτησιν». Έάν είναι ανάξιοι νά λειτουργούν, τότε δέν απομακρύνονται δια της παραιτήσεως. «άλλ έκ των άποδειχθέντων κατ' αυτών έγκλημάτων», διότι, εάν κανείς δέν είναι άξιος νά προΐσταται τού Θυσιαστηρίου, τότε «μηδέ έπίσκοπον λέγεσθαι».

Καί φυσικά, δέν εκλέγεται νέος Μητροπολίτης σέ μιά Μητρόπολη, ζώντος τού προηγουμένου Μητροπολίτου, ό όποιος δέν έχει καταδικασθή κανονικώς. Δέν επιτρέπεται νά καθίσταται Επίσκοπος στήν Εκκλησία «ης έτι ό προεστώς ζή», έκτος καί εάν «αυτός εκών την έπισκοπήν παραιτήσεται».

3 - Ό Επίσκοπος δέχεται τήν αρχιερωσύνη. άλλά συγχρόνως αναλαμβάνει καί τό έπίμοχθο έργο τής επισκοπικής διακονίας καί δέν νοείται νά άποποιήται τήν διακονία αυτή. Αυτό είναι «άγνωμον» καί «ούκ αν είη δίκαιον». Θεωρείται δέ «άνοια» τό νά μπορούν οί Αρχιερείς «τάς μεν έπισκοπάς παραιτείσθαι, την δέ ίερωσύνην και αύθις παρακατέχειν».Μάλιστα χαρακτηρίζονται «αναίσθητοι» «οι ζητούντες την λειτουργίαν, ης εθελοντί έκπεπτώκασι». Διότι «τό της έπισκοπής όνομα, πράγματός έστι καί ένεργείας δηλωτικόν, ό δ΄ άποσεισάμενος εκοντί την ενέργειαν, εκπέπτωκε δηλαδή και της κλήσεως».

4 - Δικαιολογείται για διαφόρους λόγους, ήτοι λόγω «νόσου χαλεπής» ή πατριαρχικής διακονίας, νά άπέχη άπό την Επαρχία του καί πέραν των έξι μηνών. Όταν, όμως, ένας Επίσκοπος παραμένη μακράν τής Επισκοπής του «καί υπέρ του εξαμηνιαίου χρόνου» χωρίς νά υπάρχουν οί λόγοι πού προαναφέρθηκαν, τότε «της του έπισκόπου τιμής τε και αξίας αλλοτριωθήσεται παντελώς». Επομένως, ό Κανόνας επιτρέπει στους Αρχιερείς καί «πλέον του ένιαυτού άποδημείν, παρά βασιλέων ή πατριαρχών κατεχομένοις η δια νόσον βαρείαν κωλυομένοις».

5 - Επίσκοπος πού παραιτείται τής προεδρείας τής Επισκοπής για τό μοχθηρό καί επίπονο τής επισκοπικής διακονίας καί κρατά τήν ίερωσύνη. δηλαδή τήν «τιμήν» καί τό «σέβας», δέν μπορεί νά δικαιολογηθή κανονικώς. Αυτό σημαίνει ότι παραίτηση Επισκόπου άπό τόν θρόνο του γίνεται για κανονικούς λόγους, άλλά συνδέεται απαραιτήτως καί μέ τήν εγκατάλειψη τής Άρχιερωσύνης. Παραιτείται, δηλαδή, άπό τόν θρόνο, λόγω κανονικών παραπτωμάτων, καί συγχρόνως στερείται καί τής Άρχιερωσύνης.

«Ου δεκτέον άπλώς την παραίτησιν, ει μη άνάξιον τις εαυτόν της ιερωσύνης όμολογήσει τούτου δέ άποδεδιγμένου, άμα τη παραιτήσει, και πάσης ίερατικής αξίας ό παραιτούμενος έκπεσείται». Εκείνος πού παραιτείται τού θρόνου, άλλά επιθυμεί νά λειτουργή, τό κάνει άπό κενοδοξία. «Το γάρ την λειτουργίαν διά κενοδοξίαν γίνεται».

6 - Ό παραιτούμενος του αρχιερατικού θρόνου, χωρίς κανονικούς λόγους, έπιτιμάται άπό τήν Σύνοδο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ή περίπτωση του Ευσταθίου Παμφυλίας, ό όποιος όταν παραιτήθηκε «άπό μικροψυχίας καί άπραγμοσύνης» άπό τήν Επισκοπή του, ή τοπική Σύνοδος του επέβαλε τήν έκπτωση καί των δύο, καί τής Έπισκοπής καί τής Άρχιερωσύνης. Αυτή ήταν αρχαία συνήθεια, διότι, όσοι παραιτούνταν άπό τίς Έπισκοπές τους, «πάντων έξέπιπτον. καί ούτε άρχιερατικόν τι δίκαιον μετά τηνν παραίτησιν είχον, ούτε έπίσκοποι ώνομάζοντο».

"Ετσι, στήν θέση τού Ευσταθίου εξελέγη άλλος Έπίσκοπος, διότι δέν ήταν δυνατόν νά διατελούν «του Σωτήρος τά ποίμνια» «έπιστάτου δίχα». Όμως, ό Ευστάθιος προσήλθε στους Πατέρες πού συγκροτούσαν τήν Γ' Οικουμενική Σύνοδο κλαίγοντας καί ζήτησε «τέως την του έπισκόπου τιμήν καί κλήσιν». Οί Πατέρες συνήλγησαν για τήν περίπτωση αυτή, πληροφορήθηκαν ότι παραιτήθηκε άπό αμέλεια καί άπό επιπολαιότητα, άλλά καί αγάπη στήν ησυχία καί όχι άπό κάποιο κανονικό παράπτωμα καί αποφάσισαν κατ' οικονομία νά έχη τό όνομα τής επισκοπής, τήν τιμή καί τήν κοινωνία, άλλά νά μή χείροτονή ουτε νά ίερουργή μέ δική του αυθεντία, χωρίς τήν άδεια του οικείου Επισκόπου.

Καί ή απόφαση αυτή «ου κανονικώς είρηται τοίς αγίοις, άλλ' οικονομία χρησαμένοις καί ασυνήθει συγκαταβάσει». Του έδωσαν τήν δυνατότητα νά ίερουργή κατ' ασυνήθιστη συγκατάβαση.

7 - Επειδή προβάλλεται ή άποψη ότι επιτρέπεται ή παραίτηση ενός Έπισκόπου-Μητροπολίτου για λόγους υγείας, χωρίς νά καθαιρήται τής Άρχιερωσύνης του, διότι αυτό έχει καθιερωθή άπό τήν μετέπειτα επικρατήσασα παράδοση, πρέπει νά σημειωθή μιά κανονική άρχή, σύμφωνα μέ τήν οποία «μακρά συνήθεια άγραφος, ού κρατεί ενθα άγράφως νόμω ή κανόνι έναντιούται».

Επομένως, επιτρέπεται κανονικώς ή παραίτηση του Επισκόπου -Μητροπολίτου άπό τόν θρόνο του ή μπορεί νά δικαιολογηθή καί ή θέσπιση ορίου ηλικίας, μέ τήν απαραίτητη, όμως. προϋπόθεση ότι ό παραιτηθείς ή έχδιωχθείς θά στερήται συγχρόνως καί κανονικώς καί τής Άρχιερωσύνης καί δέν θά μπορή νά ίερουργή καί νά ίεροπράττη.

Επειδή ή κανονική αυτή ακρίβεια μπορεί νά φανή αυστηρή, αν καί είναι συνεπής μέ τούς ιερούς Κανόνες, θά μπορούσε νά έφαρμοσθή άπό τήν Διαρκή Ιερά Σύνοδο μέ διάκριση καί σύνεση κατ' οικονομία ή παράγραφος 2 του άρθρου 34 του Νόμου 590/1977 «Περί του Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος», πού διαλαμβάνει: «Μητροπολίτης μη δυνάμενος νά εκτελεί τά καθήκοντα αυτού διά νόσον ή γήρας δικαιούται να ύποβάλλει κανονικήν παραίτησιν.

Ή παραίτησις ύποβάλλεται εγγράφως είς την Δ.Ι.Σ., ήτις, αποδεχομένη την παραίτησιν, ανακοινεί ταύτην τω Υπουργείω Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων δια την έκδοσιν του σχετικού Προεδρικού Διατάγματος. Μητροπολίτης δύναται να παραιτηθεί και δια πάντα άλλον σοβαρόν λόγον, περί του οποίου αποφαίνεται η Δ.Ι.Σ. δι΄ απολύτου πλειονοψηφίας των παρόντων μελών αυτής».

Στήν περίπτωση αυτή ή Διαρκής Ιερά Σύνοδος αποφασίζει σχετικώς καί ως προς τό κατά πόσο θά τού έπιτραπή νά ίερουργή. Προσωπικά είμαι εναντίον κάθε αντικανονικής παρεμβάσεως στά εσωτερικά τής Έκκλησίας. κάθε επιβολής ορίου ηλικίας καί εξασκήσεως έκβιασμών εναντίον ηλικιωμένων Αρχιερέων, όπως καί δέν συμφωνώ μέ ενέργειες κάθε Κληρικού πού εισβαίνει απαράδεκτα καί άκριτα στήν κανονική δομή τής Εκκλησίας καί έν ονόματι του εκσυγχρονισμού τήν έκκοσμικεύει. Επίσης, δέν μπορώ νά αποδεχθώ τήν συνθηματολογία σέ τέτοια σοβαρά θεολογικά καί εκκλησιαστικά ζητήματα.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΗΣ Μ.Κ.Ο. «ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ» ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ κ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΔΗΜΤΣΑ ΣΤΟΝ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΟΥ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΤΥΠΟΥ ΓΙΑ ΑΝΥΠΟΣΤΑΤΟ ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑ ΤΟΥ

image

Κύριε Διευθυντά,

Άνέγνωσα στό φύλλο της εγκρίτου εφημερίδος σας της 1.1.2010 τό σχόλιο σας μέ τίτλο «Συγκαλύπτουν φανερώς τά σκάνδαλα της «Αλληλεγγύης» εξασθενούντες την θέσιν της Εκκλησίας» και ευχαριστώ έκ των προτέρων δια τήν κριτική, πού αναφέρετε, όσον άφορα τήν προσπάθεια της Ιεράς Συνόδου και ιδιαίτερα του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου μέ όλους εμάς τούς υπεύθυνους της ΜΚΟ Αλληλεγγύης δια τήν περίοδο άπό της αναλήψεως τών καθηκόντων μας νά αναβαθμίσουμε τό έργο της ΜΚΟ Αλληλεγγύης.

Αδικείτε όμως τήν Ιερά Σύνοδο τής Ιεραρχίας, τήν Διαρκή Ιερά Σύνοδο, άλλα και τον Μακαρώτατο Αρχιεπίσκοπο κ.κ. Ιερώνυμο ώς και εμάς τούς Διοικούντες αυτήν, αναφέροντας συγκεκριμένα ότι «...Αλλά ουδέποτε θά άποκατασταθή εις τά όμματα του πιστού λαού, άλλά και ολόκληρου του λαού, εάν προηγουμένως ή Διαρκής Ιερά Συνοδός ή ή Ιεραρχία δέν άποστείλη εις τήν Δικαιοσύνη τά σκάνδαλα τής Μή Κυβερνητικής Όργανώσεως, τά όποια διαπίστωσε και επισήμως, κατόπιν τεκμηριωμένης έρευνας και ή Ιερά Σύνοδος κλπ...»

Δέν μπορούμε νά γνωρίζουμε εάν υπάρχουν Αρχιερείς, όπως αναφέρετε στό Δημοσίευμά Σας, πού δέν επιθυμούσαν ή πού δέν επιθυμούν νά αποκαλυφθούν τά σκάνδαλα. Τούτο είναι δικό σας σχόλιο.

Σάς πληροφορώ, όμως, ότι άπό τής αναλήψεως τών καθηκόντων του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου κ. Ιερωνύμου έγιναν, όπως και έσεις τονίζετε, αρκετές προσπάθειες νά αποκαλυφθούν τυχόν, καταχρήσεις - σκάνδαλα και έν συνεχεία εδόθη εντολή από τόν Μακαριώτατο νά αποστείλουμε ώς Αλληλεγγύη πλέον τόν όλο Φάκελο αποτελούμενο άπό δύο μεγάλα χαρτοκιβώτια ώς και τις εκθέσεις - πορίσματα εις τήν αρμόδια Διεύθυνση του Υπουργείου Εξωτερικών, προς καταλογισμό ποσών, πού τυχόν διαπιστωθεί ότι έχει γίνει κατάχρηση και σέ συγκεκριμένα άτομα και αφετέρου νά αποσταλεί ό φάκελος εις τόν αρμόδιο Εισαγγελέα Πλημ/κών Αθηνών πρός τυχόν καταλογισμό ποινικών ευθυνών.

Συμμορφούμενοι πρός τήν ανωτέρω εντολή και μέ απόφαση του Δ.Σ τής Αλληλεγγύης, έγώ, ώς Γενικός Διευθυντής παρέδωσα όλο τόν ανωτέρω φάκελο εις τήν αρμοδία Διεύθυνση του Ύπ Εξωτερικών πρός καταλογισμό ποσών σέ πρόσωπα, πού τυχόν φέρεται νά έχουν καταχρασθεί χρήματα της Αλληλεγγύης και αφετέρου με εντολή μας ό δικηγόρος Αθηνών Διονύσιος Γ. Φίλιππόπουλος, παρέδωσε επίσης στόν Εισαγγελέα Πλημ/κών Αθηνών μέ γενομένη μηνυτήρια αναφορά τόν όλο φάκελο έν αντιγράφω μετά τών εκθέσεων - πρακτικών πορισμάτων, πρός τυχόν καταλογισμό ποινικών ευθυνών σέ άτομα, πού κατά τόν έλεγχο άπό τήν Εισαγγελία διαπιστωθεί ότι φέρεται ότι κατεχράσθησαν.

Σάς γνωρίζω επίσης ότι όσον άφορα τόν έλεγχο άπό πλευράς Εισαγγελίας, ήδη ή υπόθεση ευρίσκεται εις χείρας τής 6ης Πταισματοδίκου Αθηνών και άρχισε ή εξέταση τών μαρτύρων.

Μέ εκτίμηση

ό Γενικός Διευθυντής

Κωνσταντίνος Δήμτσας

ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ ΜΕΓΑ ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ π. ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΤΣΕΤΣΗ ΣΤΟΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ ΑΜΒΡΟΣΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΚΕΙΜΕΝΟΥ ΣΤΟ BLOG ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΕΠΙΣΚΕΨΕΩΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ ΤΗΣ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ.

image

Με  τον άγιο Καλαβρύτων γνωριζόμαστε εδώ  και μια εικοσιπενταετία περίπου. Είναι ένας εύχαρις άνθρωπος, ευχάριστος συνομιλητής, απλός στους τρόπους, ανεπιτήδευτος στην συναναστροφή. Με πολλά που λέγει και γράφει συμφωνώ με την Σεβασμιότητά του. Με άλλα, όμως, όχι. Όπως μ΄αυτά που έγραψε στο προσωπικό του blog σχετικά με την Πατριαρχική επίσκεψη στην Μεσσηνιακή πρωτεύουσα.

Αποκρινόμενος σε ερώτημα κάποιου κληρικού της Διασποράς, αν θα βρίσκεται στη Καλαμάτα για την υποδοχή του Πατριάρχου, ο Μητροπολίτης Καλαβρύτων, αφού πρώτα δήλωνε ότι δεν πρόκειται να μεταβεί διότι δεν προσεκλήθη, προφανώς επειδή «δεν είναι έξ εκείνων που έναντι του Οικουμενικού Θρόνου προσφέρουν ”γην και ύδωρ”», στη συνέχεια προέβαινε σε μια εντονώτατη, εφ΄όλης της ύλης, κριτική κατά του Πατριάρχου Βαρθολομαίου, μη παραλείποντας όμως να περιλούσει παρεμπιπτόντως και σύμπασα την ανά την Οικουμένη Ορθόδοξο Ιεραρχία, στιλητεύοντας την «αντικειμενική αδυναμία» Πατριαρχών, Αρχιεπισκόπων, Μητροπολιτών και Επισκόπων όπως αντιτάξουν ένα σθεναρό «όχι» στον Οικουμενικό Πατριάρχη, προκειμένου να αναχαιτίσουν τα προς τη Ρώμη και γενικά τη Δύση «ανοίγματά» του.

Οίκοθεν νοείται ότι τα στενά περιθώρια  ενός σχολίου δεν επιτρέπουν μια λεπτομερή ανάλυση των όσων εμπεριέχονται στο σκληρό αυτό «μπλογκογράφημα». Ως εκ τούτου, θα ήθελα να σχολιάσω, με άκρα συντομία, μόνο τα σημεία εκείνα που αφορούν στη θέση και το διακόνημα του Οικουμενικού Πατριάρχου μέσα στο Ορθόδοξο Εκκλησιαστικό Πολίτευμα, και στην ιδιάζουσα διαχρονική σχέση που υπάρχει μεταξύ των Εκκλησιών Κωνσταντινουπόλεως και Ελλάδος, μεταξύ Φαναρίου και Αθηνών.

Είναι άτοπος και άδικος ο ισχυρισμός ότι  ο Οικουμενικός Πατριάρχης διεκδικεί δι΄εαυτόν ένα ίσο προς εκείνο του Πάπα Ρώμης «ισχυρό Πρωτείο και ακλόνητο Αλάθητο», καθώς διατείνεται το εν λόγω κείμενο. Ο Κωνσταντινουπόλεως, ως Πρώτος της Ορθοδοξίας Επίσκοπος, δεν είναι ούτε «Δεσπότης», ούτε «Μονάρχης», όπως πολλοί πιστεύουν και διαλαλούν. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης δεν έχει «ελέω Θεού» προνόμια, ούτε την αξίωση να είναι «παγκόσμιος επίσκοπος», όπως ο Ρώμης, έχων απόλυτη δικαιοδοσία εφ΄όλων των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών.

Και αστοχούν όσοι, εντός και εκτός Ελλάδος, διαστρέφουν αυτήν την αλήθεια και μιλούν σήμερα περί «Φαναριωτικού Παπισμού», επιχειρώντας να ταυτίσουν τα εκ μέρους Οικουμενικών Συνόδων χορηγηθέντα πρεσβεία του Κωνσταντινουπόλεως προς εκείνα τα οποία διεκδικεί δι΄εαυτόν ο Ρώμης. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης δεν είναι ο «Πάπας της Ανατολής». Είναι όμως, μας αρέσει ή όχι, φύσει και θέσει το ορατό σημείο της Ορθοδόξου ενότητος, και πρωτίστως ο κατ΄εξοχήν «διάκονος» της Μιάς Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας και εγγυητής της ενότητάς της.

Πράγμα το οποίο απέδειξε εμπράκτως κατ΄επανάληψιν κατά τον ρουν της εκκλησιαστικής μας ιστορίας. Και πριν και μετά το Μεγάλο Σχίσμα. Όπως και στις αρχές ακόμη του εικοστού αιώνα, όταν Ιωακείμ ο Γ΄ (το 1902 και 1904) συνηγορούσε υπέρ της αναβιώσεως της συνοδικότητος στην Ορθοδοξία και όταν, λίγο αργότερα, Μελέτιος Δ΄ ο Μεταξάκης εγκαινίαζε το 1923, σε χαλεπούς μάλιστα για Φανάρι καιρούς, την διαδικασία συγκλήσεως της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδοξίας. Αν  οι Πατριάρχαι Κωνσταντινουπόλεως είχαν  όντως τάσεις κυριαρχίας κατά το Παπικό πρότυπο, θα είχαν πρό πολλού καταργήσει τα Πρεσβυγενή Πατριαρχεία της Ανατολής, όταν αυτά είχαν διαλυθεί και πέσει σε αφάνεια κατά τους χρόνους της Οθωμανικής κυριαρχίας.

Η ιστορία μας λέγει ότι όχι μόνο τούτο δεν συνέβη, αλλά τουναντίον οι Προκαθήμενοι των εμπερίστατων αυτών Πατριαρχείων, βρήκαν στέγη και θαλπωρή στην Κωνσταντινούπολη ως φιλοξενούμενοι του Οικουμενικού Πατριάρχου και συμμετείχαν ενεργά στην ζωή συνόλης της Ορθοδοξίας, έως ότου επιστρέψουν στις έδρες τους και ξαναρχίσουν να ποιμαίνουν τους πιστούς των περιοχών οι οποίες ανήκαν στην ιστορική και κανονική τους δικαιοδοσία.

Και στις μέρες μας, την καλλίτερη απάντηση στον ισχυρισμό ότι οι Πατριάρχαι Κωνσταντινουπόλεως διέπονται από Παπικό πνεύμα, δείνει η καινοτόμος πρωτοβουλία του Πατριάρχου Βαρθολομαίου ευθύς μετά την ανάρρηση του στον Οικουμενικό Θρόνο, όπως συγκαλεί κατά καιρούς Ιερές Συνάξεις των Ορθοδόξων Προκαθημένων, υπό τύπον μιάς «άτυπης δεκαπενταρχίας».

Και τούτο προς από κοινού εξέταση των προβλημάτων της Εκκλησίας και της κοινωνίας, και παροχή εν «ενί στόματι και μιά καρδία» μιας υπεύθυνης, πειστικής και παρήγορης Ορθοδόξου μαρτυρίας στον σύγχρονο κόσμο. Άδικος, όμως, είναι και ο ισχυρισμός ότι «πρόθεσις του Φαναρίου είναι η εξάρτησις και υποταγή και υποδούλωσις της Αυτοκεφάλου Ἐκκλησίας της Ελλάδος εις τον Οικουμενικόν Πατριάρχην». Εκείνο το οποίο επιθυμεί το Φανάρι είναι, απλώς, ο πλήρης σεβασμός των όσων είναι κατωχυρομένα στο Σύνταγμα της Ελλάδος και στον Καταστατικό Χάρτη της κατά Ελλάδα Εκκλησίας.

Και τίποτε περισσότερο. Από τότε που παρεχώρησε στην Εκκλησία της Ελλάδος το Αυτοκέφαλο (1850), η Εκκλησία Κωνσταντινουπόλεως ουδέποτε αμφισβήτησε το αυτοδιοίκητο της κάποτε θυγατρός και στη συνέχεια νέας αυτής αδελφής Εκκλησίας. Να  μη λησμονείται όμως ότι στο πρόσφατο παρελθόν η δική του υπόσταση και οικουμενική διάσταση αμφισβητήθηκαν απροκάλυπτα εκ μέρους των Αθηνών.

Όταν, π.χ., επ΄ευκαιρία μεγάλων εορτών εξαπολύονταν εγκύκλιοι προς την Ελληνορθόδοξο διασπορά και εξεφωνούντο λόγοι, ενώπιον μάλιστα Ιεραρχών του Οικουμενικού Θρόνου, όπου χωρίς επαμφοτερισμούς πνευματικός ηγέτης του αποδήμου Ελληνισμού εμφανιζόταν ο Αθηνών και όχι ο Οικουμενικός Πατριάρχης, στην Εκκλησιαστική δικαιοδοσία του οποίου ανήκει ο χώρος της Διασποράς. (Ευτυχώς scipta manent!). Αντί, λοιπόν, να προβληματίζεται κανείς, πρέπει να χαιρετίζει με άκρα ικανοποίηση την αποκατάσταση των σχέσεων μεταξύ Αθηνών και Φαναρίου.

Με την ενεργοποίηση της Πράξεως του 1928 δεν κινδυνεύει ούτε η Αυτοκεφαλία της Ελλαδικής Εκκλησίας, ούτε η εδαφική ακεραιότητα της Ελλάδας, όπως λέγεται και γράφεται ευκαίρως, ακαίρως. Κάποτε, ο μακαριστός και αλησμόνητος  Μητροπολίτης Πριγκηποννήσων Δωρόθεος, αναφέρομενος στους άρρηκτους δεσμούς  μεταξύ Εκκλησίας και Γένους έλεγε: «Εκκλησία και φυλή δεν είμαστε  δυό ακτές στο ποτάμι της ιστορίας μας, της ζωής μας, αλλ΄αποτελούμε αυτό το ποτάμι. Δυό συνοδείες είμεθα που πάμε αντάμα, που ψέλνουμε μαζύ».

Εμπνεόμενος από την παραπάνω ρήση του χειροτονήσαντός  με αειμνήστου αυτού Ιεράρχου θα έλεγα: Φανάρι και Αθήνα δεν είναι δυο απομακρυσμένες απ΄αλλήλων όχθες του ποταμού της μακράς κοινής των ιστορίας. Αυτό το ποτάμι είναι. Ένα ποτάμι που αναβλύζει από την ίδια πηγή και πορεύεται εκεί όπου το έταξε ο Θεός.

Να  μη το λησμονούμε. Ιδίως κατά τους κρίσιμους τούτους για την Εκκλησία και το Γένος καιρούς.

ΔΙΧΟΤΟΜΗΘΗΚΕ Η ΠΡΩΗΝ ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΑΤΤΙΚΗΣ 9/2/2010

image

Έκθεση επί του Νομοσχεδίου περί της Ίδρυσης των δύο νέων

Ιερών Μητροπόλεων Κηφισιάς και Ιλίου.

Για να ενημερωθείτε για όλα τα κείμενα της ψήφισης του Νομοσχεδίου από τη Βουλή των Ελλήνων για τη διχοτόμηση πατήστε εδώ.