18 Ιανουαρίου, 2010

«Δεν είμαι ούτε Ν.Δ., ούτε ΠΑΣΟΚ»

clip_image002

ΔΙΠΛΟ, ΞΕΚΑΘΑΡΟ μήνυμα στην κυβέρνηση αλλά και στο εσωτερικό της Ιεραρχίας στέλνει ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος μέσω της «R». «Δεν είμαστε αντίθετοι στη φορολόγηση. Αυτό που ζητάμε όμως είναι να φορολογηθούμε δίκαια. Θα πρέπει η κυβέρνηση και ο αρμόδιος υπουργός Οικονομικών να αναλογιστούν και τα χρήματα που δίνει η Εκκλησία στο σημαντικό κοινωνικό έργο που προσφέρουμε», τόνισε ο Αρχιεπίσκοπος στην «R».

Ο κ. Ιερώνυμος αντιλαμβάνεται τις δύσκολες στιγμές που περνά η χώρα μας λόγω της οικονομικής κρίσης και είναι διατεθειμένος να βοηθήσει, αρκεί -όπως λένε οι συνεργάτες του- την κρίση να μην πληρώσει η Εκκλησία. Ο Αρχιεπίσκοπος βαδίζει σε τεντωμένο σχοινί και προσπαθεί να ισορροπήσει. Από τη μία είναι η κυβέρνηση που πιέζει -για επικοινωνιακούς λόγους, πιστεύουν στην Αρχιεπισκοπή- την Εκκλησία και από την άλλη βρίσκονται ορισμένοι μητροπολίτες οι οποίοι σε κάθε ευκαιρία αφήνουν αιχμές εναντίον του κ. Ιερώνυμου για τις πολύ καλές σχέσεις που φέρεται να έχει με τον πρωθυπουργό.

Ναι στη φορολόγηση, αλλά με δίκαιο τρόπο, διαμηνύει ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος μέσω της «R»

Ρεπορτάζ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΗ ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΥ

έλεγχο: «Πρώτα πρέπει να δούμε τι γίνεται μέσα στο σπίτι μας προκειμένου να είμαστε έτοιμοι να συζητήσουμε με την κυβέρνηση», δήλωσε ο Αρχιεπίσκοπος, στοιχεία: Ο κ. Ιερώνυμος Ζήτησε από όλους τους προϊστάμενους των ιερών Ναών που ανήκουν στην Αρχιεπισκοπή να στείλουν αναλυτικά τα περιουσιακά του: στοιχεία, τα ακίνητα που έχουν στην κατοχή τους, τα έσοδα από ενοίκια κ.ο.κ. 1 εκατ. μετοχές της Εθνικής Τράπεζας έχει στην ιδιοκτησία της η Εκκλησία της Ελλάδος.

«ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ ΟΥΤΕ Ν.Δ., ούτε ΠΑΣΟΚ. Ο μόνος μου στόχος είναι να προσφέρω και να αφήσω έργο στην Εκκλησία. Δεν με απασχολούν τα όσα λένε», απαντά με ξεκάθαρο και κατηγορηματικό τρόπο ο Αρχιεπίσκοπος. «Το άγχος μου και η αγωνία μου είναι να προλάβω και να κάνω όλα αυτά που οραματίζομαι για την Εκκλησία. Να αφήσω έργο και να κάνω ευτυχισμένους όσο περισσότερους ανθρώπους μπορώ. Ελπίζω να μου δώσει αυτή τη χαρά και τη δύναμη ο Θεός», λέει ο κ. Ιερώνυμος. Οι επικρίσεις που δέχεται συχνά πυκνά ο Αρχιεπίσκοπος από ιεράρχες οφείλονται κυρίως -όπως υποστηρίζουν συνεργάτες του κ. Ιερώνυμου - στο γεγονός πως ορισμένοι μητροπολίτες αρνούνται να φορολογηθούν. Αυτό δημιουργεί προβλήματα στη συνοχή της Ιεραρχίας, που σε μια τέτοια δύσκολη στιγμή θα έπρεπε να ήταν ενωμένη. Ωστόσο, η πλειονότητα των μητροπολιτών τάσσεται στο πλευρό του Αρχιεπισκόπου.

Τα του οίκου μας

Η Εκκλησία τηρεί στάση αναμονής απέναντι στην κυβέρνηση, ετοιμάζει τη στρατηγική της και θα περιμένει την πρόσκληση από το Μαξίμου. Συνεργάτες του Αρχιεπισκόπου απέκλειαν το ενδεχόμενο να ζητήσει από μόνη της η Εκκλησία συνάντηση με τον πρωθυπουργό και ετοιμάζεται να ρίξει όλα τα θέματα στο τραπέζι. Εκκλησιαστική περιουσία, φορολόγηση, εκπαίδευση, σχέσεις Εκκλησίας - πολιτείας και νέες τεχνολογίες είναι τα βασικά θέματα τα οποία θα θίξει η Εκκλησία. «Πρώτα πρέπει να δούμε τι γίνεται μέσα στο σπίτι μας προκειμένου να είμαστε έτοιμοι να συζητήσουμε με την κυβέρνηση», φέρεται να είπε ο Αρχιεπίσκοπος στην τελευταία συνεδρίαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου.

Ο κ. Ιερώνυμος έδωσε εντολή στους επικεφαλής των επιτροπών που σύστησε η Εκκλησία να εξετάσουν τα θέματα που απασχολούν τις δύο πλευρές και να είναι έτοιμοι το αργότερο μέχρι το Πάσχα. Παράλληλα, ο κ. Ιερώνυμος ζήτησε από όλους τους προϊστάμενους των Ιερών Ναών που ανήκουν στην Αρχιεπισκοπή να στείλουν αναλυτικά τα περιουσιακά τους στοιχεία, τα ακίνητα που έχουν στην κατοχή τους, τα έσοδα από ενοίκια κ.ο.κ. Επίσης και για τον ίδιο λόγο, άρχισαν από την Παρασκευή συσκέψεις με τους υπεύθυνους των μοναστηριών. Πρώτη ήταν η Μονή Πεντέλης και ακολουθεί αυτή την εβδομάδα η Μονή Πετράκη.

Η μοναστηριακή περιουσία είναι ο μεγάλος πονοκέφαλος για την διοίκηση της Εκκλησίας. Εκτιμούν ότι πολύ δύσκολα μπορεί να υπολογιστεί, καθώς υπάρχουν σε αρκετές περιπτώσεις τα λεγόμενα χρυσόβουλα, που οι περισσότεροι τα γνωρίσαμε στην υπόθεση Βατοπεδίου. Επίσης οι ίδιες πηγές υποστηρίζουν πως η μοναστηριακή περιουσία είναι κατά πολύ μεγαλύτερη της εκκλησιαστικής όσον αφορά πάντα τα ακίνητα.

Η Εκκλησία διεκδικεί 24 εκατ. από μερίσματα

Σύμφωνα με πληροφορίες, ο πρωθυπουργός δεν έκανε δεκτό το αίτημα του Αρχιεπισκόπου να πάρει η Εκκλησία το 2% του ΕΣΠΑ (περίπου 520 εκατ. ευρώ) προκειμένου να το αξιοποιήσει σε έργα που έχουν να κάνουν με την πρόνοια. Ο Γιώργος Παπανδρέου τόνισε ότι λόγω της οικονομικής κρίσης το ΕΣΠΑ έχει πάει για αναθεώρηση στις Βρυξέλλες. Μετά την άρνηση του πρωθυπουργού, η Εκκλησία πλέον θα διεκδικεί έργα τα οποία την ενδιαφέρουν, καταθέτοντας στις αρμόδιες υπηρεσίες όλα τα δικαιολογητικά και τα απαραίτητα έγγραφα, όπως κάνουν και όλοι οι άλλοι οργανισμοί.

«Δεν ενδιαφέρουν την Εκκλησία πλέον τα αναπτυξιακά έργα. Αυτά ανήκαν σε άλλη εποχή. Εμάς -και κυρίως τον Αρχιεπίσκοπο- μας ενδιαφέρουν το κοινωνικό και φιλανθρωπικό έργο», τονίζουν συνεργάτες του κ. Ιερώνυμου. Την ίδια στιγμή και ενώ η κυβέρνηση πιέζει φορολογικά την Εκκλησία, η Οικονομική Υπηρεσία ψάχνει να βρει έσοδα. Ο διευθυντής της ΕΚΥΟ Αντ. Ζαμπέλης ζήτησε από την Εθνική Τράπεζα, στην οποία είναι μέτοχος η Εκκλησία της Ελλάδος, 23,8 εκατ. ευρώ, που είναι η αξία των μερισμάτων των περίπου 11 εκατ. μετοχών που έχει.

Η αλλαγή της απόφασης

Το 2008, ο τότε υπουργός Οικονομίας Γ. Αλογοσκούφης, με την ενίσχυση των 28 δισ. ευρώ προς τις τράπεζες, είχε αποφασίσει τα μερίσματα να μειωθούν στο 35% των κερδών. Ο νέος υπουργός της κυβέρνησης Καραμανλή, Γιάννης Παπαθανασίου, άλλαξε όμως την απόφαση του προκατόχου του και έκοψε τα κέρδη από τα μερίσματα μέχρι τον Μάρτιο του 2010. Ο χρόνος σε λιγότερο από δύο μήνες εκπνέει και η Εκκλησία είναι έτοιμη -αν δεν της δοθούν τα χρήματα- να τα διεκδικήσει, ακόμη και με δικαστικό τρόπο.

Παράλληλα, η Ιερά Σύνοδος ζητά να μετέχει ο διευθυντής της ΕΚΥΟ στις συνεδριάσεις του Δ.Σ. της Εθνικής Τράπεζας. Τα αιτήματα αυτά θα θέσει και επίσημα η Εκκλησία της Ελλάδος στη γενική συνέλευση της Εθνικής Τράπεζας τον Απρίλιο. Στενοί συνεργάτες του Αρχιεπισκόπου, που γνωρίζουν πολύ καλά τα οικονομικά, υποστηρίζουν πως μέσα σε δύο χρόνια τα κέρδη της Εθνικής ανέρχονται περίπου στα 2,6 δισ. Στα ταμεία της Εκκλησίας μπαίνουν από ενοίκια περίπου 12 εκατ. ευρώ, ενώ ο προϋπολογισμός ανέρχεται στα 22 εκατ. ευρώ τον χρόνο.

Πηγή: Real News 17/1/2010

ΚΕΙΜΕΝΟ ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑΣ ΠΟΛΙΤΩΝ ΤΗΣ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑΣ ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ ΑΠΟΚΑΘΗΛΩΣΗΣ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ ΣΥΜΒΟΛΩΝ 16/1/2010

clip_image002

Εξοχώτατον

κο Γέρζυ Μπούζεκ
Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
Εξοχώτατε  κ. Πρόεδρε,

Ως ενεργός πολίτης της Ευρωπαϊκής Ένωσης διαφωνώ πλήρως με τις προτάσεις ψηφίσματος B7‑0275/2009, B7‑0277/2009 για την συνεδρία  της 20ης Ιανουαρίου και ζητώ να μην γίνουν δεκτές για τους παρακάτω λόγους: 1. Η ύπαρξη και η θέα θρησκευτικών συμβόλων σε δημόσιους χώρους δεν συνιστά αυτή καθεαυτήν, εκ μέρους των χωρών της Ε.Ε. παραβίαση του ατομικού δικαιώματος της θρησκευτικής ελευθερίας, ιδίως στις χώρες εκείνες, όπως η Ελλάδα, όπου η ανάρτηση των θρησκευτικών συμβόλων στους δημόσιους χώρους έχει καθιερωθεί βάσει εθίμου και όχι νομοθετικής διάταξης.

2.Όσοι θεωρούν ότι προσβάλλεται η θρησκευτική τους ελευθερία από την θέα θρησκευτικών συμβόλων σε δημόσιους χώρους, σημαίνει ότι δεν ανέχονται και τις διαφορετικές θρησκευτικές πεποιθήσεις της πλειοψηφίας των συμπολιτών τους στην ΕΕ, παραβιάζοντας το άρθρο 9 της ΕΣΔΑ, στάση που εγκυμονεί κίνδυνο μισαλλοδοξίας.

3.Η ύπαρξη και η θέα θρησκευτικών συμβόλων σε δημόσιους χώρους σε χώρες της ΕΕ, αποτελεί μέρος της πολιτισμικής και πνευματικής παράδοσής τους, που διαμορφώθηκαν ιστορικά από αιώνες μέσα από κάθε είδους μνημεία και συνήθειες. Επομένως μια οποιασδήποτε μορφής υπόδειξη της ΕΕ στις χώρες -  μέλη της περί του ζητήματος τούτου, παραβιάζει το άρθρο 61 παρ. 1, 167 και 16γ’ της Συνθήκης της Λισσαβόνας.

Με τον οφειλόμενο σεβασμό

Ψήφισμα

Του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την υπεράσπιση της αρχής της επικουρικότητας

Mario Mauro, Simon Busuttil, Manfred Weber{PPE} εξ ονόματος της Ομάδας PPE

B7‑0273/2009

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

– έχοντας υπόψη τις υφιστάμενες Συνθήκες της ΕΕ και τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

- έχοντας υπόψη το άρθρο 5.1 της Συνθήκης της Λισαβόνας, που ορίζει ότι "η άσκηση των αρμοδιοτήτων της Ένωσης διέπεται από τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας",

- έχοντας υπόψη το άρθρο 5.3 της Συνθήκης της Λισαβόνας, περί της αρχής της επικουρικότητας, που ορίζει ότι "στους τομείς οι οποίοι δεν υπάγονται στην αποκλειστική της αρμοδιότητα, η Ένωση παρεμβαίνει μόνον εφόσον και κατά τον βαθμό που οι στόχοι της προβλεπόμενης δράσης δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη",

– έχοντας υπόψη το άρθρο 115, παράγραφος 5, και το άρθρο 110, παράγραφος 2, του Κανονισμού του,

A. λαμβάνοντας υπόψη ότι το δικαίωμα άσκησης των θεμελιωδών ελευθεριών, όπως είναι η ελευθερία της σκέψης, της συνείδησης και της θρησκείας, είναι κατοχυρωμένο στο Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ και κατά συνέπεια αναγνωρίζεται από όλα τα κράτη μέλη,

Β. λαμβάνοντας υπόψη ότι, βάσει του άρθρου 2 της Συνθήκης της Λισαβόνας, "η Ένωση είναι θεμελιωμένη στις αξίες του σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, της ελευθερίας, της δημοκρατίας, της ισότητας, του κράτους δικαίου, καθώς και του σεβασμού των ανθρώπινων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων των προσώπων που ανήκουν σε μειονότητες",

Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 6.3 της Συνθήκης της Λισαβόνας ορίζει πως "τα θεμελιώδη δικαιώματα, όπως κατοχυρώνονται από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών και όπως απορρέουν από τις κοινές συνταγματικές παραδόσεις των κρατών μελών, αποτελούν μέρος των γενικών αρχών του δικαίου της Ένωσης",

1. επιβεβαιώνει την ελευθερία της θρησκείας, όπως και κάθε άλλης αστικής ή κοινωνικής ελευθερίας, ως θεμελιώδους αξίας που συμμετέχει στη συγκρότηση των βάσεων κάθε σύγχρονης και δημοκρατικής κοινωνίας και δεν μπορεί να λογοκριθεί·

2. δηλώνει ότι η ΕΕ και οι διεθνείς οργανισμοί δεν μπορούν να προασπίζονται δικαιώματα απορρίπτοντας παράλληλα τις αξίες που τα δημιούργησαν·

3. σέβεται την αρχή της επικουρικότητας και ζητεί από όλα τα ευρωπαϊκά όργανα και όλους τους διεθνείς οργανισμούς να την αναγνωρίσουν, όπως επίσης να αναγνωρίσουν και την ελευθερία των κρατών μελών να προβάλλουν θρησκευτικά σύμβολα στους δημόσιους χώρους, όταν τα σύμβολα αυτά αντιπροσωπεύουν την παράδοση και την ταυτότητα των λαών τους, καθώς και ένα ενωτικό στοιχείο μιας εθνικής κοινότητας·

4. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στα κοινοβούλια και τις κυβερνήσεις των κρατών μελών, και στο Συμβούλιο της Ευρώπης.

===============================

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την προάσπιση της αρχής της επικουρικότητας

Mario Borghezio, {EFD}εξ ονόματος Ομάδας EFD

B7‑0274/2009

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

– έχοντας υπόψη τα άρθρα 4 και 6 της Συνθήκης της Λισαβόνας,

– έχοντας υπόψη τα πρωτόκολλα 1 και 2 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωσης και τον ρόλο των εθνικών κοινοβουλίων καθώς και τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας,

– έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των εθνικών κοινοβουλίων με βάση τη Συνθήκη της Λισσαβόνας, – έχοντας υπόψη την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην υπόθεση Lautsi κατά Ιταλίας (προσφυγή αριθ. 30814/06),

– έχοντας υπόψη το ερώτημα που υπεβλήθη στις 4 Δεκεμβρίου 2009 προς την Επιτροπή σχετικά με την προάσπιση της αρχής της επικουρικότητας,

– έχοντας υπόψη τα άρθρα 115, παράγραφος 5 και 110, παράγραφος 2 του Κανονισμού του,

A. λαμβάνοντας υπόψη ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στο Στρασβούργο απεφάνθη ότι η παρουσία σταυρών στις ιταλικές σχολικές αίθουσες συνιστά παραβίαση της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου,

B. λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 6, παράγραφος 2 της νέας Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ), που μόλις ετέθη σε ισχύ, καθορίζει το νομικό πλαίσιο για την προσχώρηση της ΕΕ στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών (ΕΣΑΔ),

Γ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 6, παράγραφος 3 της ΣΕΕ αναφέρει ότι τα θεμελιώδη δικαιώματα, όπως κατοχυρώνονται από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών και όπως απορρέουν από τις κοινές συνταγματικές παραδόσεις των κρατών μελών, αποτελούν μέρος των γενικών αρχών του δικαίου της Ένωσης,

Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 1 της ΣΕΕ «η Ένωση αναγνωρίζει τα δικαιώματα, τις ελευθερίες και τις αρχές που περιέχονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 7ης Δεκεμβρίου 2000, όπως προσαρμόσθηκε στις 12 Δεκεμβρίου 2007, στο Στρασβούργο, ο οποίος έχει το ίδιο νομικό κύρος με τις Συνθήκες»,

1. επισημαίνει ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων δεν αποτελεί μέρος του δικανικού συστήματος της ΕΕ

2. καλεί την Επιτροπή να αναγνωρίσει ότι μια τέτοια απόφαση συνιστά σοβαρή παραβίαση της θεμελιώδους αρχής της επικουρικότητας στο νομικό πλαίσιο της ΕΕ

3.  επιμένει ότι η Επιτροπή πρέπει να απόσχει από οιαδήποτε ενέργεια που θα μπορούσε να συνιστά παραβίαση του πλήρους σεβασμού των εθνικών ταυτοτήτων των κρατών μελών και των περιφερειών που τα απαρτίζουν, όπως ορίζει το άρθρο 4, παράγραφος 2 της ΣΕΕ

4. καλεί την Επιτροπή να αμφισβητήσει ρητώς τη δυνατότητα εφαρμογής μιας τέτοιας απόφασης, δηλώνοντας σαφώς ότι το θέμα των σταυρών στις σχολικές αίθουσες αποτελεί ζήτημα που εμπίπτει αποκλειστικά στην αρμοδιότητα των κρατών μελών και των περιφερειών τους και να διασφαλίσει ότι δεν θα υπάρξει παραβίαση της αρχής της επικουρικότητας από την προσχώρηση της ΕΕ στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών

5. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, στα κοινοβούλια και στις κυβερνήσεις των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το Συμβούλιο της Ευρώπης.

-============================

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τα θρησκευτικά σύμβολα και την επικουρικότητα

Judith Sargentini, Ral Romeva i Rueda, Hlne Flautre{VERT}εξ ονόματος της Ομάδας Verts/ALE

B7‑0275/2009

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

– έχοντας υπόψη την ελευθερία σκέψης, συνείδησης και θρησκείας, το δικαίωμα στην εκπαίδευση και την απαγόρευση διακρίσεων όπως αυτά προστατεύονται από τα διεθνή και ευρωπαϊκά όργανα για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες και συγκεκριμένα από τα άρθρα 9 και 14 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (ΕCΗR), το άρθρο 2 του Πρωτοκόλλου αριθμός 1 της Σύμβασης αυτής και τα άρθρα 10, 14 και 21 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

– έχοντας μεταξύ άλλων υπόψη την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα στην υπόθεση Lautsi εναντίον Ιταλίας,

– έχοντας υπόψη τη Συνθήκη της Λισσαβόνας και τη μελλοντική προσχώρηση της ΕΕ στην ΕCΗR,

– έχοντας υπόψη το άρθρο 108, παράγραφος 5, και το άρθρο 110, παράγραφος 2, του Κανονισμού, A. λαμβάνοντας υπόψη ότι η απόφαση στην υπόθεση Lautsi εναντίον Ιταλίας ελήφθη από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα βάσει της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα την οποία έχουν υπογράψει όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ, περιλαμβανομένης της Ιταλίας,

Β. λαμβάνοντας υπόψη ότι σύμφωνα με τα κριτήρια της Κοπεγχάγης, προϋπόθεση για συμμετοχή στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι το ενδιαφερόμενο κράτος να αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος στην ΕCΗR και ότι η ΕΕ βασίζει το διεθνή της διάλογο σε σχέση με τα ανθρώπινα δικαιώματα μεταξύ άλλων στην ΕCΗR και τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων,

Γ. λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Ευρωπαϊκός Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων συντάχτηκε με βάση την ΕCΗR και τη σχετική νομολογία και ότι είναι δεσμευτικός για όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ βάσει του άρθρου 6.1 ΣΕΕ που αναφέρει ότι "Η Ένωση αναγνωρίζει τα δικαιώματα, ελευθερίες και αρχές που παρατίθενται στο Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 7ης Δεκεμβρίου 2000, όπως αυτός ενεκρίθη στο Στρασβούργο, στις 12 Δεκεμβρίου 2007 και έχει την ίδια νομική ισχύ με τις Συνθήκες",

Δ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα σέβεται πλήρως την αρχή της επικουρικότητας δεδομένου ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα παρεμβαίνει μόνον αφού εξαντληθούν τα εσωτερικά ένδικα μέσα και μόνον όταν ένα κράτος που είναι συμβαλλόμενο μέρος της Σύμβασης παραβιάζει τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες που κατοχυρώνονται στη Σύμβαση και τα συνημμένα σε αυτήν πρωτόκολλα,

Ε. λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕCΗR προβλέπει μηχανισμούς προσφυγής και ότι η Ιταλία χρησιμοποίησε την ευκαιρία αυτή προσφεύγοντας στην ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ζητώντας μια αναθεώρηση της απόφασης,

ΣΤ. λαμβάνοντας υπόψη ότι η Συνθήκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης τονίζει στο άρθρο 6.3 ότι "Τα θεμελιώδη δικαιώματα όπως διασφαλίζονται από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών και όπως προκύπτουν από τις κοινές συνταγματικές παραδόσεις των κρατών μελών αποτελούν γενικές αρχές του δικαίου της Ένωσης",

Ζ. λαμβάνοντας υπόψη ότι βάσει του άρθρου 6.2 της ΣΕΕ η ΕΕ αναγνωρίζει τη σημασία της ΕCΗR και της νομολογίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων δεδομένου ότι "η Ένωση θα προσχωρήσει στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προστασία των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των Θεμελιωδών Ελευθεριών" εξασφαλίζοντας ότι η ΕΕ δεν παραβιάζει την ΕCΗR στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της,

1. επισημαίνει ότι τα κράτη μέλη, βάσει της αρχής της επικουρικότητας σέβονται και εφαρμόζουν σε εθνικό επίπεδο τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες όπως κατοχυρώνονται στην ΕCΗR, τη σχετική νομολογία και το Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων·

2. πιστεύει ότι τα κράτη μέλη μπορούν να ρυθμίσουν σε εθνικό επίπεδο θέματα που σχετίζονται με συγκρούσεις μεταξύ ανθρωπίνων δικαιωμάτων, βρίσκοντας τις πλέον ενδεδειγμένες λύσεις για την αντιμετώπιση ατομικών δικαιωμάτων χωρίς διακρίσεις και ελαχιστοποιώντας έτσι τις προσφυγές στα δικαστήρια σε διεθνές και εθνικό επίπεδο·

3. πιστεύει ότι μόνο τα κράτη που βασίζονται στην αρχή του διαχωρισμού εκκλησίας και κράτους - σε αντίθεση με τα θεοκρατικά κράτη - μπορούν να βρουν τις κατάλληλες λύσεις προκειμένου να εξασφαλίζεται το δικαίωμα του καθενός στην ελευθερία της σκέψης, συνείδησης και θρησκείας, το δικαίωμα στην εκπαίδευση και η απαγόρευση των διακρίσεων που αποτελούν στο σύνολό τους θεμελιώδεις αξίες της ΕΕ·

4. καλεί τα κράτη μέλη να σεβαστούν το δικαίωμα στην ελευθερία σκέψης, συνείδησης και θρησκείας και να αναγνωρίσουν πλήρως, όπως επίσης και να σεβαστούν, τη θρησκευτική σημασία και χαρακτήρα των θρησκευτικών συμβόλων·

5. θεωρεί ότι τα δημόσια θεσμικά όργανα σε εθνικό επίπεδο και επίπεδο ΕΕ θα έπρεπε να εκπροσωπούν όλους τους πολίτες ανεξαρτήτως πίστης, θρησκείας ή φιλοσοφικών πεποιθήσεων, χωρίς διακρίσεις και να λαμβάνουν μέτρα για την προστασία των δικαιωμάτων του καθενός·

6. πιστεύει ότι τα θρησκευτικά σύμβολα δεν θα έπρεπε να εμφανίζονται υποχρεωτικά σε κτίρια που χρησιμοποιούνται από τις δημόσιες αρχές ενώ η χρήση τους, είτε στα ενδύματα είτε με την απλή τους εμφάνιση θα έπρεπε να διασφαλίζεται πλήρως στον ιδιωτικό χώρο όπως οι κατοικίες, τόποι λατρείας ή θρησκευτικά σχολεία και στους δημόσιους χώρους· 7.  επισημαίνει ότι αποτελεί εσωτερική, διεθνή και ευρωπαϊκή νομική υποχρέωση των κρατών μελών της ΕΕ να εφαρμόζουν πλήρως τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων τόσο με βάση τις δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί υπογράφοντας και κυρώνοντας την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων όσο και λόγω της συμμετοχής τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση όπως προβλέπεται στο άρθρο 6 της ΣΕΕ·

8. αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στα κράτη μέλη.