18 Νοεμβρίου, 2009

Στο πλευρό των αδιόριστων θεολόγων ο Aρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ.κ. Ιερώνυμος (17/11/2009).

 

1311132

Τη συμπαράστασή του εξέφρασε ο Μακαριώτατος Aρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ.κ. Ιερώνυμος  απαντώντας στο Υπόμνημα των αδιόριστων θεολόγων της Πανθεσσαλικής Επιτροπής με Επιστολή του, όπου μεταξύ άλλων γράφει:

Ελαβα την επιστολή σας στην οποία εισηγείσθε σειρά προτάσεων για την επίλυση του προβλήματος αδιοριστίας των μελών του κλάδου σας. Σας πληροφορώ ότι με το θέμα σας ασχολείται η Διαρκής Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος και σας ευχαριστώ για την εμπιστοσύνη που αποπνέει η επιστολή σας προς το ταπεινό πρόσωπό μου.

Ευχόμενος την ευλογία του Κυρίου στους οίκους σας, διατελώ.

Με ευχές πατρικές

Ο Αρχιεπίσκοπος

† Ο Αθηνών Ιερώνυμος

ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΚΡΑΤΟΣ

psychi_exomol_med

Ο Θεός και ο Καίσαρας ορίζουν δυο ξε­χωριστές πραγματικότη­τες σε διαρκή διαλεκτική σχέση μέσα στην Ιστο­ρία. Ό Ιησούς Χριστός αποκάλυψε την αγάπη, την κένωση και τη δια­κονία ως τρόπο υπάρξεως του Θεού. Αντίθετα ο τρό­πος του Καίσαρα, σύμφωνα με τα Ευαγγέλια, είναι ή καταδυνάστευση και ή κυριαρχία, ο φόβος και ή εξουσία.

Ή Εκκλησία και η πολιτική δεν μοιράζονται η πρώτη την πνευματική λε­γόμενη σφαίρα της ζωής του άνθρωπου και η δεύ­τερη την υλική-κοσμική. Ή Εκκλησία, πιστή στη θεολογία τής Ενσάρκω­σης, θέλει να μεταμορ­φώσει και να σώσει τον όλο άνθρωπο, την ανθρώ­πινη φύση και Ιστορία, άρα και την πολιτική, κοι­νωνική, οικονομική ζωή.

Ή Εκκλησία, εντού­τοις, δεν μπορεί να προ­δώσει την ουσία και την αποστολή της μεταβαλλόμενη σε σχήμα και εξου­σία του αιώνος τούτου. Το ζητούμενο για την Εκκλησία είναι ή ανακαί­νιση και μεταμόρφωση του σύμπαντος κόσμου, και όχι ή με κάθε μέσο και τρόπο παρουσία της στο δημόσιο χώρο, επι­καλούμενη την προσφορά της στους αγώνες του έθνους ή προβάλλοντας την κοινωνική της χρησι­μότητα, καλλιεργώντας έτσι τη σύγχυση ανάμεσα στην ιδιότητα του πολίτη και του πιστού.

Ή προσέγγιση αυτή μπορεί ίσως να γονιμο­ποιήσει το διάλογο πού άνοιξε και πάλι στον τόπο μας για τον χωρισμό ή τη νέα ρύθμιση των σχέσεων Κράτους και Εκκλησίας. "Αν ή τελευταία οφείλει το ταχύτερο δυνατόν να απαλλαγεί από τα βαρί­δια πού τής κληροδότη­σαν ή εξιδανίκευση της βυζαντινής «συναλληλίας» και ο έθναρχικός της ρό­λος κατά την Τουρκο­κρατία, ή κοσμική δια­νόηση οφείλει απ’ την πλευρά της να πάψει να σκέφτεται μεταφυσικά, με βάση αφηρημένες αρχές, και να προσεγγίσει με φαν­τασία και δημιουργικό­τητα την σύνθετη νεο­ελληνική πραγματικότητα, πού σε αρκετά σημεία δια­φέρει από την αντίστοιχη δυτικοευρωπαϊκή, και μά­λιστα τη γαλλική.

Ή πολιτική και νομο­θετική όμως κατοχύρωση τής διάκρισης μεταξύ κο­σμικής και θρησκευτικής σφαίρας δεν μπορεί να γίνει υπό την πίεση τής επικαιρότητας, ούτε δια­κινδυνεύοντας έναν νέο πολιτικό και πολιτισμικό διχασμό. Πρέπει να προ­ετοιμαστεί προσεκτικά και από τις δύο πλευρές, λαμ­βάνοντας τη μέριμνα όχι απλώς να απαλλαγεί ή πολιτεία από την Εκκλη­σία, άλλά και να μην πα­ραδοθεί ή Εκκλησία στα πλέον συντηρητικά και φονταμενταλιστικά στοι­χεία.