06 Ιουλίου, 2009

Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΑΘΗΝΑΓΟΡΑΣ ο Α΄ (25 ΜΑΡΤΙΟΥ 1886 -7 ΙΟΥΛΙΟΥ 1972 )

athenagoras

ΤΡΙΑΝΤΑ ΔΥΟ ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΟΙΜΗΣΗ ΤΟΥ

1886 - 1972

 Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Αθηναγόρας, κατά κόσμον Αριστοκλής Σπύρου, είναι ένας από αυτούς. Γεννημένος εδώ, στο δικό μας Βασιλικό, στις 25 Μαρτίου 1886, μαθαίνει τα πρώτα του γράμματα στο σχολείο του χωριού του κι εν συνεχεία για 5 χρόνια σπουδάζει στο Σχολαρχείο της Κόνιτσας. Όμως αναγκάζεται να διακόψει για δύο χρόνια τις σπουδές του κάτω από το βάρος της ορφάνιας καθώς έχασε τη μάνα του που ήταν μόλις 36 ετών.

Η εξόφθαλμη όμως κλίση του Αριστοκλή στα γράμματα τον φέρνει, για τη συνέχιση των σπουδών του, στα Γιάννινα και το 1903, με την προτροπή του Μεγάλου Πρωτοσύγκελου Αθηναγόρα Ελευθερίου, του μετέπειτα Μητροπολίτη Παραμυθίας, Φιλιατών και Γηρομερίου, στην Ιερή Θεολογική Σχολή της Χάλκης, όπου φοιτά για μια εφταετία. Εκεί κείρεται μοναχός και το Μάρτιο του 1910 χειροτονείται Διάκονος από το Μητροπολίτη Ελασσόνας Πολύκαρπο και παίρνει το όνομα Αθηναγόρας, με το οποίο πλέον εισέρχεται στην Ιστορία.

Αποφοιτώντας από τη Σχολή της Χάλκης κατευθύνεται προς την Μητρόπολη Πελαγωνίας με έδρα το Μοναστήρι. Όταν όμως (Σεπτέμβριος 1918) η Μητρόπολη αυτή παύει να ανήκει στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, καθώς περιήλθε στη δικαιοδοσία της Σερβικής Εκκλησίας, ο Αρχιδιάκονος Αθηναγόρας με τον Μητροπολίτη περνάει στη Θεσσαλονίκη και από εκεί στο Άγιο Όρος, όπου θα μονάσει για ένα και πλέον έτος.

Στα 1919 προσλαμβάνεται από το Μητροπολίτη Αθηνών Μελέτιο και υπηρετεί ως διάκονος αυτού και Γραμματέας της Ιεράς Μητροπόλεως Αθηνών, ενώ παράλληλα εκτελούσε και τα καθήκοντα του Γραμματέα της Ιεράς Συνόδου. Μετά την Μικρασιατική καταστροφή του 1922, όπου τις τύχες του Έθνους ανέλαβε η Επανάσταση του Πλαστήρα, η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, και μετά το θάνατο του Μητροπολίτη Κερκύρας και Παξών Σεβαστιανού, εκτιμώντας τα προσόντα, τη δράση και την προσωπικότητα του διακόνου Αθηναγόρα, τον επέλεξε, σε ηλικία 36 ετών, ως Μητροπολίτη Κερκύρας και Παξών. Εδώ για οκτώ χρόνια έδειξε το ενδιαφέρον του όχι μόνο για τους κατοίκους της Κέρκυρας αλλά και για τους πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία με μιά σειρά Ιδρυμάτων (Ορφανοτροφεία, Παιδικό Σταθμό, Αρσάκειο Σχολή) που έδειχναν τη ρεαλιστική αντιμετώπιση των κοινωνικών και εκπαιδευτικών προβλημάτων της επαρχίας του. Στη Θεία Λατρεία εισάγει τη χρήση του Οργάνου, ενώ για την άνοδο του μορφωτικού επιπέδου του κλήρου αναβαθμίζει την Ιερατική Σχολή της Κέρκυρας. Συμπεριφέρεται με πολλή ευγένεια προς τους Καθολικούς και τους Αρμένιους της Κέρκυρας και συμμετέχει σε ευρύτερες διορθόδοξες και διαχριστιανικές εκδηλώσεις εκπροσωπώντας την Εκκλησία της Ελλάδος. Στις 12 Αυγούστου 1930 το Οικουμενικό Πατριαρχείο τον επέλεξε Αρχιεπίσκοπο Αμερικής, ενώ και η Ιερά Σύνοδος δίνει τη συγκατάθεση της Εκκλησίας της Ελλάδος.

Ο Αθηναγόρας μιλούσε ή κατανοούσε πλειάδα γλωσσών, πέραν της Ελληνικής : Αγγλικά, Γαλλικά, Ρωσικά, Τουρκικά, Αλβανικά, Ρουμανικά και Ισπανικά. Στην Αμερική βρίσκεται αντιμέτωπος με σωρεία προβλημάτων. Το πόσο πέτυχε ο Αρχιεπίσκοπος, ως χαρισματικός δημόσιος εκκλησιαστικός άντρας, επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι, ενώ, όταν έφθανε στη Νέα Υόρκη (14 Φεβρουαρίου 1931), τον υποδέχθηκαν ελάχιστοι με τον αμερικάνικο τύπο να τον αγνοεί σχεδόν, δεκαοχτώ χρόνια αργότερα φεύγοντας από την ίδια πόλη για τη νέα του έπαλξη, το Οικουμενικό Πατριαρχείο (18 Οκτωβρίου 1948), όχι μόνο πετάει με το ιδιωτικό αεροπλάνο του Προέδρου Harry Trumman αλλά και η φωτογραφία του τίθεται στο εξώφυλλο του περιοδικού Life, ενώ χιλιάδες πιστοί με δάκρια στα μάτια τον κατευοδώνουν για τη νέα του αποστολή.

Στην Αμερική ο Αθηναγόρας επιτέλεσε έργο σοβαρότατο στον τομέα της ενοποίησης και αναδιοργάνωσης της Εκκλησίας. Αλλά και στον εκκλησιαστικό τομέα, το θρησκευτικό, τον πνευματικό, τον κοινωνικό, το φιλανθρωπικό, τον εκπαιδευτικό κ.ά. κατηύθυνε με επιτυχία τη δραστηριότητά του.

Την 1η Φεβρουαρίου 1948 εκλέγεται Οικουμενικός Πατριάρχης σε ηλικία 62 ετών, για να έλθει στην Κωνσταντινούπολη στις 26 Ιανουαρίου 1949. Κι ήρθε ακριβώς την ώρα που οι περιστάσεις στην Πόλη χρειάζονταν «έκτακτον άνδρα, νουν διορατικόν, βούλησιν ισχυράν και ηθικήν, χείρα στιβαράν ….» (Μητροπολίτης Αίνου, Γερμανίας). Ο Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως Αθηναγόρας υπήρξε πρόσωπο εργατικότητας, ενώ παροιμιώδες έμεινε το ενδιαφέρον του για το ιδιαίτερο ποίμνιό του στην πόλη αυτή με επισκέψεις τακτικότατες στις κοινότητες, με ομιλίες, με δεξιώσεις. Μετακινούνταν με κάθε άνεση ή με το αυτοκίνητό του ή πεζός σε διάφορα σημεία της πόλης ή και με τα πλοία της γραμμής όταν κατευθυνόταν σε νησιά. Αισθάνθηκε τη Ρωμιοσύνη της Πόλης «ως το τίμιον ποίμνιον της κατ΄αυτόν Αγιωτάτης Αρχιεπισκοπής και το προσφιλές αντικείμενον της αμέσου πατρικής αυτού μερίμνης».

Αλλά και η ίδρυση της «Πνευματικής Διακονίας» με σκοπό την εσωτερική Ιεραποστολή και τα Ιερατικά Φροντιστήρια για την πνευματική κατάρτιση των μη θεολόγων κληρικών, απετέλεσαν σπουδαίο μέλημα του Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως Αθηναγόρα, ενώ στα επιτεύγματα αυτής του της προσπάθειας εντάσσεται και η έκδοση της εβδομαδιαίας εφημερίδας «Ο Απόστολος Ανδρέας» κι επιπλέον ένα εκτεταμένο κοινωνικό έργο (παροχή υποτροφιών, προικοδότηση απόρων κοριτσιών, ενίσχυση αναξιοπαθούντων αδελφών κ.ά.). Αναδιοργάνωσε τη Θεολογική Σχολή της Χάλκης που αποτέλεσε κομμάτι από τη ζωή του και συνέβαλε στη σύνταξη του νέου κανονισμού λειτουργίας της.

Εκεί όμως όπου κορυφώνεται η δραστηριότητα του Αθηναγόρα ως Οικουμενικού Πατριάρχη είναι ο διορθόδοξος και γενικότερα ο διαχριστιανικός χώρος. Αντιμετώπισε τα προβλήματα των Ορθοδόξων Εκκλησιών με σύνεση και έδωσε λύσεις, άμβλυνε τις μεταξύ τους αντιθέσεις και εργάσθηκε άοκνα για τη σύγκληση αλλεπάλληλων Πανορθοδόξων διασκέψεων(Α΄και Β΄και Γ΄ Ρόδος, 1961 και 1963 και 1964 και Σαμπεζύ Γενεύης 1968) κι ακόμα συνέστησε πληθώρα Θεολογικών Επιτροπών για το διάλογο με τους Αγγλικανούς (Βελιγράδι 1966), τους Παλαιοκαθολικούς (Γενεύη 1970, Βόννη 1971), με τις αρχαίες ανατολικές Εκκλησίες (Αντίς Αμπέμπα 1971) κ. ά.

Τέλος στο θέμα της εξομάλυνσης των σχέσεων της Δυτικής και Ανατολικής εκκλησίας στον 20ον αιώνα η επίδραση της προσωπικότητας του Αθηναγόρα υπήρξε καταλυτική, παρά τις αντιδράσεις που ξεσήκωσε. Η ανεπίσημη συνάντηση Ρωμαιοκαθολικών και Ορθοδόξων στη Ρόδο (1959) ήταν το πρώτο θετικό βήμα για την αναθέρμανση των σχέσεων των δύο Εκκλησιών. Ιστορική θα μείνει η συνάντηση στους Αγίους Τόπους (Ιανουάριος 1964) του Πάπα Παύλου ΣΤ΄ και του Πατριάρχη Αθηναγόρα , για να γίνει αργότερα (Δεκέμβριος 1965) η ταυτόχρονη στη Ρώμη και στο Φανάρι άρση των αναθεμάτων του 1054 (Σχίσμα). Κι όλων αυτών κορύφωση ήταν η ανταλλαγή επισκέψεων επί ανωτάτου επιπέδου του Πάπα στο Οικουμενικό Πατριαρχείο (1967) και ανταπόδοση αυτής στη Ρώμη την ίδια χρονιά από τον Πατριάρχη Αθηναγόρα.

Αλλά και στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών το Οικουμενικό Πατριαρχείο συμμετέχει ως μέλος από το 1954 (Έβανστον Β΄, Νέο Δελχί 1961 Γ΄) και σε σωρεία Επιτροπών, μάλιστα δε είχε ουσιαστική συμβολή στην είσοδο κι άλλων Ορθοδόξων Εκκλησιών σε αυτό (ΠΣΕ).

Όμως ήδη από τα 1970 η υγεία του είναι κλονισμένη και η γενική του κατάσταση έχει περιέλθει σε μεγάλη κατάπτωση. Τα εκκλησιαστικά ζητήματα κατευθύνει με πολλή σύνεση, εκ του αφανούς, ο Χαλκηδόνος Μελίτων. Μια βδομάδα ύστερα, από κάταγμα του μηρού θα υποστεί επιπλοκή νεφρικής παθήσεως, και ταυτόχρονα πτώση της αρτηριακής πίεσης με αποτέλεσμα να επέλθει το μοιραίο, την Παρασκευή 7 Ιουλίου 1972 σε ηλικία 86 ετών, αφού διήνυσε τη μακρότερη θητεία (24 συνεχή έτη) στον Πατριαρχικό θρόνο από τα χρόνια της Άλωσης… Αυτή, υπήρξε, με κάθε δυνατή συντομία, η ιστορική πορεία του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Αθηναγόρα του Α΄.

Επειδή, λοιπόν, από όσα είπαμε ο Πατριάρχης Αθηναγόρας Α΄, υπήρξε μία σπανιότατη προσωπικότητα, πολυσχιδής και ρηξικέλευθη, ένας σπάνιος οραματιστής αλλά και άνθρωπος των έργων, ειρηνοποιός και μέγας Χριστιανός ηγέτης.

Eπειδή, υπήρξε ένας γνήσιος γόνος Ηπειρώτικης γης, ένας πατριώτης που εργάστηκε άοκνα για τη λύση των προβλημάτων του Ελληνισμού, ένας ευσεβής Χριστιανός, που στήριξε με πολλή δουλειά το έργο της Ορθοδοξίας, αλλά και ένας ανθρωπιστής, καινοτόμος και πρωτοποριακός που πάλεψε, και με απόλυτη επιτυχία, για την άμβλυνση των διαφορών των Χριστιανικών Εκκλησιών και κυρίως για τη γεφύρωση του χάσματος (Σχίσμα) Ανατολικής Ορθοδόξου και Δυτικής Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Eπειδή, η Πατριαρχία του Αθηναγόρα του Α΄ αποτελεί ιστορικό σταθμό τόσο για τον Οικουμενικό Θρόνο, όσο και για ολόκληρη την ανθρωπότητα και σηματοδοτεί την απαρχή μιας ιστορίας που γνώρισε μεν αντιδράσεις, αλλά και που ήταν γεμάτη από διορθόδοξες και διαχριστιανικές εκδηλώσεις αγάπης, θυσίας, διακονίας και έργων ανθρωπισμού.

Επειδή, επί των ημερών του αναπτύχθηκε ο δημιουργικός διάλογος της αγάπης, επιδιώχθηκε η λήθη του παρελθόντος, η καλύτερη συνεννόηση Εκκλησιών και η στενότερη συνεργασία πάνω σε σύγχρονα προβλήματα κι επιπλέον η καλλιέργεια και προαγωγή του Θεολογικού διαλόγου με στόχο τη συνεύρεση όλων πάνω στα θεμέλια της πίστεως και της Ελευθερίας.

Επειδή, τέλος, στις μέρες μας δικαιώθηκε η “γραμμή” του Αθηναγόρα Α΄, για να φτάσουμε στην πρόσφατη θεαματική προσέγγιση της Ρωμαιοκαθολικής με την Ορθόδοξη Χριστιανική Εκκλησία επ΄αγαθώ ολόκληρου του Χριστιανικού κόσμου και του κόσμου γενικότερα ολόκληρου.

Γι ΄ αυτό σήμερα, επί τη συμπληρώσει 32 ετών από της κοιμήσεώς του κάνουμε μνεία στο σεπτό πρόσωπο του Μακαριστού Οικουμενικού Πατριάρχη Αθηναγόρα του Α΄.