28 Δεκεμβρίου, 2008

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΩΤΑΤΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΘΗΝΩΝ ΚΑΙ ΠΑΣΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ κ. ΙΕΡΩΝΥΜΟΥ ΣΤΗΝ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ (28/12/2008)




«Ας καταργήσουμε τον θρησκευτικό όρκο»

Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος υποστηρίζει ότι έχει ήδη επέλθει ο διαχωρισμός Εκκλησίας - Κράτους


Συνέντευξη στον Νικο Παπαχρηστου


«Η κατάργηση του θρησκευτικού όρκου δεν δημιουργεί πρόβλημα στην Εκκλησία», διαμηνύει, μεταξύ άλλων, με συνέντευξή του στην «Κ» ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος, και αυτή του η τοποθέτηση για το ενδεχόμενο κατάργησης του θρησκευτικού όρκου αναμένεται να πυροδοτήσει έντονες συζητήσεις εντός και εκτός Εκκλησίας.


Στη συνέντευξή του, ο προκαθήμενος της Ελλαδικής Εκκλησίας υποστηρίζει ότι έχει ήδη επέλθει ο διοικητικός διαχωρισμός της Εκκλησίας από το κράτος και πως κάποιοι «ιδεολογικοί κύκλοι» θέτουν το ζήτημα στοχεύοντας στην «εξουδετέρωση της πνευματικής επιρροής της Εκκλησίας στην ελληνική κοινωνία». Πάντως, προσθέτει, αν η Πολιτεία επιθυμεί μια τέτοια εξέλιξη, τότε δεν έχει παρά να αναλάβει τις σχετικές πρωτοβουλίες και να θέσει το ζήτημα στην κρίση του ελληνικού λαού.


Σχολιάζοντας τα γεγονότα των τελευταίων ημερών, ο κ. Ιερώνυμος χαρακτηρίζει ως πληγή στο σώμα της Δημοκρατίας τον θάνατο του 15χρονου Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου και εκτιμά πως η «εξέγερση» των νέων οφείλεται στην απληστία και την ασυνέπεια που επέδειξαν οι μεγαλύτερες γενιές. Σπεύδει ωστόσο να καταδικάσει τις πράξεις βίας που σημειώθηκαν κατά τις πρόσφατες διαδηλώσεις. Αναφορικά με τις οικονομικές δραστηριότητες της μονής Βατοπεδίου, ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών δηλώνει ότι «τραυμάτισαν το κύρος των ποιμένων της Εκκλησίας». Επαναλαμβάνει, τέλος, πως η Εκκλησία της Ελλάδος επιθυμεί να αξιοποιήσει την περιουσία της για την ανακούφιση του ταλαιπωρημένου ανθρώπου.


«Αντιθρησκευτικό ιδεολόγημα»


«Η κατάργηση του θρησκευτικού όρκου δεν δημιουργεί πρόβλημα στην Εκκλησία. Αντιθέτως, είναι συνέπεια της διδασκαλίας της, σύμφωνα με την οποία το «ναι» πρέπει να είναι «ναι» και το «όχι», «όχι». Αλλωστε, υπάρχει και η προτροπή της Αγίας Γραφής: «μη ομόσαι όλως»», λέει στην «Κ» ο Αρχιεπίσκοπος κ. Ιερώνυμος ερωτηθείς αν η Εκκλησία θα έπρεπε να επανεξετάσει το ζήτημα του θρησκευτικού όρκου που δίνουν πολιτικοί και κρατικοί λειτουργοί.


«Ως προς τους πρωτεργάτες των σκανδάλων και των οικονομικών καταχρήσεων οποιαδήποτε μορφή όρκου δεν γίνεται φραγμός, όταν ο έσω άνθρωπος έχει ισοπεδωθεί», τονίζει αναφερόμενος σε εκείνους που, καίτοι ορκίστηκαν επί του Ευαγγελίου, ενεπλάκησαν σε οικονομικής ή άλλης φύσεως σκάνδαλα.


«Η προσπάθεια της κατάργησης του θρησκευτικού όρκου, όπως επιδιώκεται σήμερα, δεν υποκρύπτει ενδιαφέρον για τη συνέπεια και την ειλικρίνεια, αλλά έχει γίνει και αυτή ένα αντιθρησκευτικό ιδεολόγημα», εκτιμά ο κ. Ιερώνυμος. Αναφερόμενος σε όσους ανακινούν το θέμα των σχέσεων κράτους - Εκκλησίας, ο κ. Ιερώνυμος κάνει λόγο για «ορισμένους ιδεολογικούς κύκλους» οι οποίοι «υπηρετούν άλλες σκοπιμότητες και αποσκοπούν κυρίως στην εξουδετέρωση την πνευματικής επιρροής της Εκκλησίας στην ελληνική κοινωνία και επιδιώκουν έναν επαχθή χωρισμό Εκκλησίας και Πολιτείας, που σημαίνει ασφαλώς παραβίαση και αθέτηση υποσχέσεων εις βάρος της πρώτης αλλά και συμβατικών υποχρεώσεων». Πάντως, για άλλη μια φορά ο Αρχιεπίσκοπος ρίχνει το γάντι και διαμηνύει στην Πολιτεία πως «εάν επιθυμεί έναν τέτοιου είδους χωρισμό είναι στη διακριτική της ευχέρεια -αν όχι υποχρέωσή της- να το θέσει στην κρίση του ελληνικού λαού και εκείνος ας αποφασίσει ό,τι θέλει».


«Απληστία και ασυνέπεια των μεγάλων...»


«Το τραγικό γεγονός του θανάτου του 15χρονου Αλέξη ανήκει πια στα γεγονότα εκείνα που σημαδεύουν την ανθρώπινη ζωή και γίνονται μια πληγή στο σώμα της αγάπης, της ελευθερίας του προσώπου και της καλώς εννοούμενης δημοκρατίας» λέει στη «Κ» ο Αρχιεπίσκοπος και ξεκαθαρίζει ότι για όσα συμβαίνουν σήμερα οι ευθύνες ανήκουν στις μεγαλύτερες γενιές. «Ξεχάσαμε βασικές αρχές μας και γίναμε άτομα που περιφρονούν την ιδιότητα του προσώπου. Ετσι ο ατομοκεντρισμός μας, η φιλαυτία, ο αμοραλισμός, όπως ήταν φυσικό, έφεραν την απληστία, την περιφρόνηση του άλλου, την αδικία, τον αγώνα του «φαίνεσθαι» και όχι του «είναι», την ασυνέπεια με τα «ξύλινα τα λόγια τα μεγάλα» της προπαγάνδας. Η νέα γενιά είναι φυσικό και λόγω ηλικίας και λόγω συνθηκών να διαμαρτύρεται. Δεν μπορεί όμως να καταστρέφει. Οι βίαιες πράξεις φανερώνουν αποπροσανατολισμό, ανελευθερία και κληρονομιά «πρoπατορικών αμαρτημάτων» ημών των μεγαλυτέρων». Ποια όμως μπορεί να είναι η συμβολή της Εκκλησία στην κρίση που διέρχεται σήμερα η ελληνική κοινωνία; «Να πείσει, κατά την άποψή μου, κάθε καλοπροαίρετο ότι καμία αλλαγή δεν επιτυγχάνεται γύρω μας αν δεν προηγηθεί η εσωτερική αλλαγή του καθένας μας, η αγαθή αλλοίωση. Και ακόμη ότι όραμα και ελπίδα ανατέλλουν εκεί που υπάρχει παράδειγμα και αυτοθυσία».


Το Βατοπέδι πλήγωσε


Ο κ. Ιερώνυμος αναγνωρίζει ότι η «υπόθεση Βατοπέδι» τραυμάτισε τους εκπροσώπους της Εκκλησίας, αλλά σπεύδει να επισημάνει πως θα πρέπει να αποφεύγονται οι ισοπεδωτικές γενικεύσεις. «Είναι ανθρώπινη αδυναμία η γενίκευση και η ισοπέδωση. Ενα κακό γεγονός μπορεί να καλύψει δέκα άλλα αγαθά. Εξ άλλου, όταν υπάρχουν παράλληλα παραδείγματα στον πολιτικό βίο, δεν αποκεφαλίζουμε τη δημοκρατία, αλλά ζητούμε μέτρα και τρόπους για να θεραπευτεί η ασθένεια» σημειώνει ο Αρχιεπίσκοπος και προσθέτει: «Ασφαλώς ο θόρυβος και όσα μέχρι τώρα είδαν το φως της δημοσιότητας, όπως ασφαλώς παρουσιάσθηκαν, για τις οικονομικές δραστηριότητες της μονής Βατοπεδίου τραυμάτισαν το κύρος των ποιμένων της Εκκλησίας γενικότερα και πλήγωσαν πολλούς ανθρώπους. Προσωπική μου άποψη είναι πως για την αντικειμενική κρίση θα πρέπει να περιμένουμε τα πορίσματα των αρμοδίων οργάνων».


H περιουσία


Από την πρώτη στιγμή της εκλογής του ο κ. Ιερώνυμος κατέστησε σαφές πως η περιουσία της Εκκλησίας θα αξιοποιηθεί για την ανάπτυξη του κοινωνικού έργου της. «Στο θέμα της διαχειρίσεως της εκκλησιαστικής περιουσίας έχουν γίνει πολλά λάθη στο παρελθόν», τονίζει στην «Κ» ξεκαθαρίζοντας πως η Εκκλησία της Ελλάδος έχει δικαίωμα ως νομικό πρόσωπο να αξιοποιήσει την περιουσία της, η οποία άλλωστε προστατεύεται από το Σύνταγμα της χώρας. «Η εκκλησιαστική περιουσία παίρνει νόημα μόνον όταν οι πόροι από την αξιοποίησή της επιστρέφουν ως διακονία στην κάλυψη των αναγκών του λαού. Είναι ανάγκη σήμερα, η ποιμαίνουσα Εκκλησία να εγκαταλείψει τις επιδιώξεις για φαραωνικά έργα και να αντιμετωπίσει τα φαινόμενα του νεοπλουτισμού με άλλα έργα, εκείνα που διακονούν τα προβλήματα του σύγχρονου ταλαιπωρούμενου ανθρώπου».


Ηδη ο Αρχιεπίσκοπος ανακοίνωσε ότι η Ιερά Σύνοδος θα διαθέσει ποσό ύψους 8 εκατ. ευρώ για τη δημιουργία τεσσάρων ιδρυμάτων για ηλικιωμένους, παιδιά με νοητική στέρηση, άτομα με αυτισμό και για την επανένταξη απεξαρτημένων ατόμων. «Στη σημερινή Ελλάδα, υπό τις επικρατούσες συνθήκες, κρίνω αδήριτη την ανάγκη της συνεργασίας της Εκκλησίας με την Πολιτεία, τα πολιτικά κόμματα, την Τοπική Αυτοδιοίκηση, τους ενδιαφερόμενους φορείς, για την επιτυχημένη αντιμετώπιση πολλών προβλημάτων» καταλήγει ο κ. Ιερώνυμος.