21 Δεκεμβρίου, 2008

† Η ΑΓΙΑ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ η μεγαλομάρτυς (Φαρμακολύτρια) – (22 Δεκεμβρίου)


Ο πατέρας της ήταν Ρωμαίος πατρίκιος. Η Αναστασία διακρινόταν για την ομορφιά του σώματος, τη μόρφωση, το άμεμπτο ήθος και τη σωφροσύνη της. Σε μικρή ηλικία παντρεύτηκε ένα Ρωμαίο άρχοντα τον Ποπλίονα.


Αυτός ήταν φανατικός ειδωλολάτρης και μισούσε θανάσιμα τους χριστιανούς. Η Αναστασία, όμως, όχι. Γι΄ αυτό και δεν άργησε να δεχθεί το Άγιο Βάπτισμα και να γίνει χριστιανή. Αλλά και η στάση της δεν ήταν παθητική. Έβαζε φτωχά ρούχα και πήγαινε στις φυλακές, όπου έδινε τροφές και χρήματα στους φυλακισμένους χριστιανούς μάρτυρες.


Όταν το έμαθε αυτό ο σύζυγός της, εξοργισμένος της είπε ότι, αν δεν αλλάξει το χριστιανικό της φρόνημα, θα γίνει ο χειρότερος εχθρός της. Η Αναστασία, χωρίς να ταραχθεί, απάντησε στο σύζυγό της ότι αυτά που λέει δεν την εκπλήσσουν, ούτε τη φοβίζουν.


Διότι ο ίδιος ο Κύριος Ιησούς Χριστός ενημέρωσε τους αγωνιζομένους πιστούς Του ότι: «Εχθροί του ανθρώπου οι οικιακοί αυτού». Δηλαδή, εχθροί του πιστού ανθρώπου θα είναι οι άνθρωποι του σπιτιού του, που δε θα δεχθούν το Ευαγγέλιο το οποίο φέρνει την αληθινή και ουράνια ειρήνη. Τότε ο Ποπλίων χωρίς δισταγμό την κατήγγειλε στο Διοκλητιανό. Αυτός τη φυλάκισε και κατόπιν την εξόρισε σε ένα νησί, όπου υπέστη μαρτυρικό θάνατο μέσα στη φωτιά.


Χριστουγεννιάτικες ευχές του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. κ. Ι Ε Ρ Ω Ν Υ Μ Ο Υ προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη (18/12/2008)

ριθμ. Πρωτ. 4330 / ριθμ. Διεκπ. 2652

Παναγιτατε κα Θειτατε ρχιεπσκοπε Κωνσταντινουπλεως, Νας Ῥώμης κα Οκουμενικ Πατριρχα, ν Χριστ τ Θε λαν γαπητ κα περιπθητε δελφ κα συλλειτουργ τς μν Μετριτητος, κριε Βαρθολομαε, τν μετραν Θειοττην Παναγιτητα ν Κυρίῳ κατασπαζμενοι περδιστα προσαγορεομεν.

δού καί αθις, ς στήρ πέρλαμπρος, Μητρόπολις τν ορτν, τς το Θεο Λόγου σωτήριος νσάρκωσις δηλονότι, πέλαμψεν ν τ νοητ στερεώματι τς το Χριστο κκλησίας. δού μέρα Κυρίου διαυγάζει καί φωσφόρως νατέλλει καταυγασθεσα πό το φωτός το λίου τς Δικαιοσύνης, στις κ Παρθένου γεννται ν φάτν λόγων, να τήν λογίαν λύσ καί τήν πρίν πεσοσαν εκόνα ναστήσ.

Δετε ον καί μες, μετά γγέλων καί τν ποιμένων δοξολογοντες τόν ς Παιδίον νέον δι' μς γεννηθέντα πρό αώνων Θεόν παρακαλέσωμεν Ατόν, να γνωρίσ μν δόν ν πορευσόμεθα ν μέσ το συνέχοντος καί μαστίζοντος τόν σύγχρονον κόσμον βαθέος σκότους τς γνωσίας καί τς κ το Θεο ποστασίας.

ν τ ξ ατίας το σκότους τούτου νσκύψαντι δριμυτάτ χειμνι τς πελπισίας, τις χει καταλάβει τόν κόσμον κ τς πικρατούσης οκονομικς κρίσεως, καί τς ξ ατς ναφυείσης νασφαλείας διά τό μέλλον, τις κατέχει τάς καρδίας τν μή ες τήν προνοητικήν γαθότητα το Κυρίου πιστευόντων καί ς κ τούτου παραπαιόντων, δού, στήρ φαεινός καί πέρλαμπρος καί αθις νατέλλει ν τ νατολ μηνύων τήν σωτήριον νσάρκωσιν Χριστο το Θεο μν καί προσκαλν μς, να ατόν κολουθήσωμεν νθα δεύει, να καί πάλιν νακτήσωμεν τόν σωστόν προσανατολισμόν μν καί ν σαλεύτ λπίδι ταράχως βαδίσωμεν τήν δόν τς μετέρας νακλήσεως, ν χάραξεν δι' μς κ Παρθένου γεννηθείς τς Μεγάλης πατρας βουλς γγελος.

Τήν σωτήριον Ατο γέννησιν ορτάζοντες καί τήν ες τόν κόσμον ν σαρκί λευσιν Ατο νοερς προϋπαντντες, νόμου φιλίας ντεχόμενοι, φιλαδελφίας γνώμην ναλαβώμεθα ν λλήλοις ερηνεύοντες καί ν συμφρονοντες∙ καί ν τ συνδέσμ τς γάπης, συνδεόμενοι ς φιλάδελφοι δμεν δόξαν μο, γαπητέ καί ν Χριστ τιμιώτατε δελφέ καί συλλειτουργέ, τ δεσπότ τν λων, τ κόσμον γαν γαπήσαντι καί δόντι λύτρον τόν Υόν Ατο τόν γαπητόν, νέμοντι πσιν ερήνην καί διατρανώσωμεν τος πσιν, τι ερήνης πρύτανις Χριστός προέρχεται ερηνεσαι τά σύμπαντα καί σσαι τόν νθρωπον∙ τι ρχεται Χριστός τόν πονηρόν συντρίψαι, τούς ν σκότει φωτίσαι καί λσαι τούς δεσμίους καί τι πτωχός πλούσιος γίνεται, πτωχίζων τούς κακί πλουτίζοντας.

Τούτου ον δεόμενοι καί ες Ατόν τν πσαν λπδα μν νατιθμενοι δεμεθα, να πιδαψιλεύῃ κμαντον τν πλον κα εδρομον τν π τ πρσω πορεαν τς νοητς Ατο λκδος, τς π περτων ως περτων τς γς γιωττης κκλησας, σλευτον ναδεικνων Ατν πό τν ναντων νμων κα περτραν τν σκοπλων κα συμπληγδων. Τ δ καθ᾿ μς γί το Χριστο Μεγάλ κκλησί, μν τε, τ θείᾳ βουλ Σεπτ κα σεβασμιοποθτ Προκαθημν Ατς τ εαγε Κλρ κα θεολκτ Λα δελφικν κα γκρδιον διαβιβζομεν σπασμν, δεμενοι το δι' μς σαρκ νηπισαντος, να Ατήν διαφυλττ σιν κα περτραν πσης προσβολς το ντικειμνου, κα νυψο ατν π δξης ες δξαν.

π δ τοτοις τν μετραν Σεπτν Κορυφν κα αθις ορτίῳ κα δελφικ φιλματι ν Χριστ ησο τεχθέντι κατασπαζόμενοι μετ' γάπης διατελομεν.