03 Δεκεμβρίου, 2008

† Η ΑΓΙΑ ΒΑΡΒΑΡΑ ( 4 Δεκεμβρίου )


Αποτελεί κόσμημα των μαρτύρων του 3ου αιώνα μ.Χ. Ο πατέρας της ήταν από τους πιο πλούσιους ειδωλολάτρες της Ηλιουπόλεως και ονομαζόταν Διόσκορος. Μοναχοκόρη η Βαρβάρα, διακρινόταν για την ομορφιά του σώματός της, την ευφυΐα και σωφροσύνη της. Στη χριστιανική πίστη κατήχησε και είλκυσε τη Βαρβάρα μια ευσεβής χριστιανή γυναίκα. Τη ζωή της μέσα στο ειδωλολατρικό περιβάλλον η Βαρβάρα περνούσε «εν πάση ευσεβεία και σεμνότητι». Δηλαδή με κάθε ευσέβεια και σεμνότητα. Όμως, το γεγονός αυτό δεν έμεινε για πολύ καιρό μυστικό. Ο Διόσκουρος έμαθε ότι η κόρη του είναι χριστιανή και εκνευρισμένος διέταξε τον αυστηρό περιορισμό της. Αλλά η Βαρβάρα κατόρθωσε και δραπέτευσε. Ο πατέρας της τότε εξαπέλυσε άγριο κυνηγητό μέσα στις σπηλιές και τα δάση, όπου κρυβόταν η κόρη του. Τελικά, κατόρθωσε και τη συνέλαβε. Αλλά ο άσπλαχνος και πωρωμένος ειδωλολάτρης πατέρας παρέδωσε την κόρη του στον ηγεμόνα Μαρκιανό. Αυτός αφού στην αρχή δεν κατόρθωσε με δελεαστικούς τρόπους να μεταβάλει την πίστη της, διέταξε και τη μαστίγωσαν ανελέητα. Κατόπιν τη φυλάκισε, αλλά μέσα εκεί ο Θεός θεράπευσε τις πληγές της Βαρβάρας και ενίσχυσε το θάρρος της. Τότε ο ηγεμόνας θέλησε να τη διαπομπεύσει δημόσια γυμνή. Αλλά ενώ έβγαζαν τα ρούχα της, άλλα ωραιότερα εμφανίζονταν στο σώμα της. Ο ηγεμόνας βλέποντας το θαύμα, διέταξε να αποκεφαλισθεί Χωρίς καθυστέρηση, ο ίδιος ο κακούργος πατέρας της ανέλαβε και την αποκεφάλισε.

Επιστολή της Ι.Μ.Βατοπαιδίου Αγίου Όρους προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο (2/12/2008)

Τη Αυτού Θειοτάτη Παναγιότητι Τώ Οικουμενικώ Πατριάρχη Κυρίω κω Βαρθολομαίω

ΕΙΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΙΝ

Παναγιώτατε Πάτερ και Δέσποτα, Την Υμετέραν θειοτάτην και σεπτήν Κορυφήν, ευλαβώς και υιϊκώς προσαγορεύομεν!

Διά του παρόντος Μοναστηριακού ημών γράμματος, εν πρώτοις, επιθυμούμεν όπως εκφράσωμεν τάς μυχίους ημών ευχαριστίας διά τάς επισταλείσας ημίν πολυτίμους πατριαχικάς Υμετέρας ευχάς κατά την πρότριτα αυτόσε παρουσίαν του σεβαστού πατρός ημών και Καθηγουμένου Αρχιμανδρίτου κ. Εφραίμ, ως και το επιδεικνυόμενον αείποτε, αλλά και εν τη παρούση περιστάσει πατρικόν Υμών ενδιαφέρον διά τε την Ιεράν ημών Μετάνοιαν και την κατά Θεόν πορείαν της ταπεινής ημών Αδελφότητος.

Η καθ΄ ημάς Γεροντική Σύναξις, παρακολουθούσα και αντιμετωπίζουσα καθημερινώς τάς εξελίξεις του γνωστού και Υμίν θέματος, εν σχέσει προς την ανταλλαγήν ακινήτων της Ιεράς ημών Μονής μετά του Ελληνικού Δημοσίου, μετά πολλής δε προσοχής και σεβασμού ενωτισαμένη παρά του Πανοσιολογιωτάτου Καθηγουμένου ημών και υπείκουσα εις τάς εναγωνίους σκέψεις και πατρικάς νουθεσίας της Υμετέρας περινουστάτου Παναγιότητος, αλλά και σταθμίσασα την όλην διαμορφωθείσαν δυσχερή διά την Εκκλησίαν και το Αγιώνυμον Όρος κατάστασιν, προς κατάπαυσιν του διογκουμένου, ως μή ώφειλε, θορύβου, ήχθη μετά πολλής περισκέψεως, ευθύνης και συνοχής καρδίας, εις την απόφασιν όπως αποδεχθή την πρότασιν του Αγίου Καθηγουμένου ημών, ίνα ούτος άχρι καιρού αποσυρθή εκ των διοικητικών και διαχειριστικών ευθυνών της Ηγουμενίας, καθ΄ α διελάμβανε και η ανακοίνωσις της Μητρός Εκκλησίας, επ΄ ελπίδι ότι τούτο θέλει συντελέση εις την επαναφοράν της ποθητής ειρήνης και ηρεμίας. Κατόπιν τούτου, ομοφώνω αποφάσει, καθήκοντα Αναπληρωτού ανετέθησαν εις τον ημέτερον Πανοσιολογιώτατον Γέροντα Γερμανόν. Τα ως άνω ετέθησαν υπ΄ όψιν και εγένοντο αποδεκτά, ουχί μετ΄ ολίγης οδύνης, και υπό της μοναστηριακής ημών Αδελφότητος.

Ο σεβαστός ημών Γέρων και Καθηγούμενος, αποσυρόμενος εκ των εν λόγω ευθυνών, εδήλωσεν ότι αποδέχεται τα ως άνω διά το καλόν της Ιεράς Μονής, του Ιερού ημών Τόπου και της Εκκλησίας, και αναμένει εν υπομονή και προσευχή την άρσιν του πειρασμού.

Ταύτα υιϊκώς και ευσεβάστως υποβάλλοντες τη Υμετέρα θεοφρουρήτω Παναγιότητι και εμπιστευόμενοι εαυτούς εις τάς Υμετέρας πατρικάς προς Κύριον προσευχάς και την Πρόνοιαν της Κυρίας ημών Θεοτόκου, διατελούμεν μετά του προσήκοντος σεβασμού, τέκνα ταπεινά και ευπειθή.

Ο Καθηγούμενος της Ιεράς και Σεβασμίας

Μεγίστης Μονής του Βατοπαιδίου και αντ΄ αυτού

ΓΕΡΩΝ ΓΕΡΜΑΝΟΣ καί οι συν εμοί εν Χριστώ αδελφοί


ΟΙ ΕΠΤΑ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΕΣ ΣΥΝΟΔΟΙ

Η Α΄ συνεκλήθη στη Νίκαια της Βιθυνίας το 325 μ.Χ. εναντίον του Αρείου και όσων αρνούνταν τη θεότητα του Χριστού.

Η Β΄ συνεκλήθη στην Κων/πολη το 381 μ.Χ. εναντίον του Μακεδόνιου και των Πνευματομάχων.

Η Γ΄ συνεκλήθη στην Έφεσο το 431 μ.Χ. προς καταδίκη των αιρέσεων, του Νεστοριανισμού και του Πελαγιανισμού.

Η Δ΄ συνεκλήθη στη Χαλκηδόνα το 451 μ.Χ. εναντίον του αιρεσιάρχου Ευτυχούς και καταδίκασε τον Μονοφυσιτιτισμό.

Η Ε΄ συνεκλήθη στην Κων/πολη το 553 μ.Χ. προς καταδίκη αφ΄ ενός των λεγομένων «τριών κεφαλαίων», και των κακοδοξιών του Ωριγένους.

Η ΣΤ΄συνεκλήθη στην Κων/πολη το 680 μ.Χ. προς καταδίκη της αιρέσεως του Μονοθελητισμού και του Μονοενεργητισμού.

Η Ζ΄ συνεκλήθη στη Νίκαια της Βιθυνίας το 787 μ.Χ. κατά των Εικονομάχων.